Στις 29 Μαΐου 1821 οπλαρχηγοί και αγωνιστές γέμισαν τον περίβολο της Μονής της Παναγίας Θυμιανής στα Σφακιά και μίλησαν για την αναγκαιότητα του ιερού αγώνα. Στη συνέχεια ευλογήθηκαν τα όπλα και εξελέγησαν οι αρχηγοί
Από τον ΣΩΤΗΡΗ ΛΕΤΣΙΟ
Μια από τις πιο ένδοξες και ηρωικές σελίδες στην ιστορία της Κρήτης γράφτηκε στις 29 Μαΐου 1821. Την ημέρα εκείνη στον περίβολο της Ιεράς Μονής της Παναγίας Θυμιανής των Σφακίων -την Αγία Λαύρα της Κρήτης όπως ονομάστηκε με αφορμή αυτό το γεγονός-άναψε και διαδόθηκε αστραπιαία σε όλα τα σημεία του νησιού η φλόγα της επανάστασης κατά των Τούρκων κατακτητών.
Η πορεία των εξελίξεων είχε αρχίσει να δρομολογείται ήδη από τις 7 Απριλίου, όταν στην Συνέλευση των Γερόντων στα Γλυκά Νερά των Σφακίων οι συμμετέχοντες εξέφρασαν ομόθυμα την πεποίθησή τους, ότι πλέον είχε φτάσει η ώρα για να πάρει και η Κρήτη τα όπλα κατά της τουρκικής κατοχής ακολουθώντας το παράδειγμα των Ελλήνων της Πελοποννήσου. Το νερό πλέον είχε μπει στο αυλάκι: Στις 15 Απριλίου ακολούθησε η συγκέντρωση των προεστών από όλη την Κρήτη, στο Λουτρό, όπου εκεί εγκρίθηκε ομόφωνα η απόφαση που είχε βγάλει η Συνέλευση των Γερόντων.
Εκτός όμως από αυτό οι συγκεντρωθέντες προχώρησαν και στη συγκρότηση μιας προσωρινής διοίκησης αποτελούμενη από έξι άτομα. Η διοίκηση αυτή ονομάστηκε «Καγκελαρία των Σφακίων», ενώ το Λουτρό ονομάσθηκε πρωτεύουσα της Ελεύθερης Κρήτης. Σε αυτό το σημείο αξίζει επίσης να αναφερθεί ότι στη σφραγίδα της ήταν αποτυπωμένη η μορφή της Παναγίας, σαφής ένδειξη της υψηλής θρησκευτικής πίστης των αγωνιστών.
Ο άνεμος της επανάστασης είχε αρχίσει να φυσά και να συνεπαίρνει τους κατοίκους του νησιού. Αυτό που φυσιολογικά απέμενε ήταν να υπάρξει και η έγκριση από το σύνολο των Κρητικών. Ξημέρωσε λοιπόν η 29η Μαΐου 1821-ημέρα κομβικής σημασίας για την ιστορία της Κρήτης- όταν άρχισαν να καταφθάνουν και να γεμίζουν τον περίγυρο της Μονής οπλαρχηγοί και αγωνιστές, στις ψυχές των οποίων σιγόβραζε το πάθος για την ελευθερία. Μέσα σε κλίμα ιερής κατάνυξης και ενθουσιασμού τελέστηκε η θεία λειτουργία, ενώ στην συνέχεια πήραν τον λόγο κάποιοι από τους οπλαρχηγούς και μίλησαν για την αναγκαιότητα του ιερού αγώνα. Ολοι έδωσαν με θέρμη την στήριξή τους στο εγχείρημα αυτό. Κατόπιν ευλογήθηκαν τα όπλα και έγινε η εκλογή των αρχηγών, οι οποίοι κατά σειρά ήταν οι εξής: Ο Αναγνώστης Μανουσέλης για την επαρχία Ρεθύμνου, ο Γεώργιος Δεληγιαννάκης στην επαρχία Αμαρίου, ο Ανδρέας Φασούλης και ο Μανούσος Βαρδουλές για τα Χανιά, ο Κωστόπολος και ο Αναγνώστης Πρωτοπαπαδάκης για τον Αποκόρωνα, ο Γεώργιος Δασκαλάκης ή Τσελεπής για τις επαρχίες Κισάμου και Σελίνου, ο Ρούσσος Βουρδουμπάς και ο Γεώργιος Πολωγιωργάκης για την επαρχία Ηρακλείου.
ΤΟ «ΚΟΙΝΟΝ»
Ο κύβος είχε ριχθεί: Η 29η Μαΐου σηματοδοτούσε την έναρξη του απελευθερωτικού αγώνα που τόσες προσδοκίες γεννούσε στις ψυχές των υπόδουλων. Συγχρόνως με τις υπόλοιπες προετοιμασίες τη σκέψη των αγωνιστών απασχολούσε και το πώς θα αντιμετώπιζαν όσο πιο άμεσα γινόταν τις οικονομικές ανάγκες του ξεσηκωμού, οι οποίες ασφαλώς και δεν ήταν λίγες. Ορίσθηκε χωρίς χρονοτριβή επιτροπή με την ονομασία «ΚΟΙΝΟΝ» -η οποία ήταν επιφορτισμένη για την εξεύρεση των απαραίτητων για την επιτυχή έκβαση της επανάστασης πόρων- στην οποία γραμματέας ορίστηκε ο εξ Ηρακλείου Δημήτρης Φλαμπουριάρης.
Ποιά ήταν όμως η κατάσταση που επικρατούσε στην Κρήτη από πλευράς στρατιωτικής οργάνωσης λίγο πριν το ξέσπασμα της επανάστασης; Οι Τούρκοι ασφαλώς και υπερτερούσαν αφού ανά πάσα στιγμή μπορούσαν να ρίξουν στη μάχη 20.000 στρατιώτες άρτια εξοπλισμένους, ενώ απεναντίας στο στρατόπεδο των Ελλήνων ήταν διαθέσιμα 1.200 όπλα. Από αυτά τα οκτακόσια βρισκόντουσαν στα χέρια των Σφακιανών και τα υπόλοιπα τετρακόσια ήταν στην κατοχή των Ριζιτών, εκείνων δηλαδή που κατοικούσαν στα χωριά που βρίσκονται στις ρίζες των Λευκών Ορέων.
Σε όλη τη διάρκεια της Επανάστασης του 1821 αμέτρητες -και αξιομνημόνευτες έως και σήμερα- ήταν οι θυσίες του κρητικού λαού. Οι αγώνες εκείνοι δεν ευοδώθηκαν, όπως δεν καρποφόρησαν και οι εξεγέρσεις που ξέσπασαν στην μεγαλόνησο από το 1833 έως και το 1898. Η ώρα της δικαίωσης και της αναγνώρισης των αγώνων των Κρητικών έφτασε την 1η Δεκεμβρίου 1913, όταν η Κρήτη ενσωματώθηκε και επίσημα στο ελληνικό κράτος. Με απόφαση του ελληνικού κράτους, το 1966, ορίσθηκε να εορτάζεται την τελευταία Κυριακή του Μαΐου, στην Ιερά Μονή Παναγίας Θυμιανής, η κήρυξη της επανάστασης στην Κρήτη. Στις 6 Ιουνίου 2021-με αφορμή την συμπλήρωση 200 χρόνων από την έναρξη της Επανάστασης στην Κρήτη- έλαβαν χώρα λαμπρές εκδηλώσεις στην Παναγία Θυμιανή.
ΑΠΟΤΕΛΕΙ ΣΗΜΕΙΟ ΑΝΑΦΟΡΑΣ
Η Μονή της Παναγίας της Θυμιανής βρίσκεται κοντά στο χωριό Κομιτάδες και αποτελεί σημείο αναφοράς για όλους τους Σφακιανούς. Το καθολικό της μονής είναι δίκλιτος ναός, αφιερωμένος στη Γέννηση της Θεοτόκου και την Αγία Τριάδα και ανεγέρθη τον 15ο αιώνα κατά την εποχή της Βενετοκρατίας. Από την περίοδο εκείνη ανάγονται και οι τοιχογραφίες. Το 1905 έγινε μετόχι της Μονής Πρέβελης. Οσον αφορά στην ονομασία της έχουν διατυπωθεί έως σήμερα διαφορετικές απόψεις. Μπορεί να οφείλεται στην ύπαρξη στην περιοχή των θυμαριών ή στο ότι βρέθηκε η εικόνα της Παναγίας τυχαία στη ρίζα ενός τέτοιου θυμαριού. Κατά μια άλλη εκδοχή ο καλόγερος και κτήτορας του πρώτου κλίτους ονομαζόταν Θυμιανός. Κάποιοι άλλοι υποστηρίζουν ότι η ονομασία οφείλεται στο ευωδιαστό θυμίαμα ενός γέροντα, που εμφανιζόταν ανά τακτά διαστήματα για να θυμιάσει την εικόνα της Παναγίας.
*Αναδημοσίευση από την εφημερίδα “Ορθόδοξη Αλήθεια”