Ήταν 19 Απριλίου του 1824, 200 χρόνια πριν, όταν ο ποιητής και πολιτικός Τζωρτζ Μπάιρον, άφησε την τελευταία του πνοή στο ηρωικό Μεσολόγγι
Μέσα στα δάκρυα και στην θλίψη ξημέρωνε η 19η Απριλίου 1824 για την ηρωϊκή πόλη του Μεσολογγίου. Oλος ο κόσμος άφηνε στην άκρη τις δραστηριότητές του προκειμένου να αποχαιρετίσει με πόνο στην ψυχή τον σπουδαίο Aγγλο φιλέλληνα, ποιητή και πολιτικό Τζωρτζ Γκόρντον Μπάιρον, που είχε αφήσει πριν από λίγες ώρες την τελευταία του πνοή στο Μεσολόγγι.
Τον αντίχτυπο αυτού του θλιβερού γεγονότος αποτύπωσε πολύ χαρακτηριστικά η εφημερίδα «Ελληνικά Χρονικά», η οποία αναφερόμενη στον θάνατο του Μπάιρον έγραψε μεταξύ άλλων τα εξής: «Απαρηγόρητα θρηνεί μεταξύ των χαρμοσύνων του Πάσχα ημερών η Ελλάς, διότι αιφνιδίως στερείται από τας αγκάλας της τον πολύτιμον αυτής ευεργέτην, τον Λαμπρόν Λόρδον Νόελ Βύρωνα». Αλλά και ο Διονύσιος Σολωμός συγκλονισμένος από τον χαμό του Μπάυρον έγραψε τους παρακάτω στίχους: «Λευθεριά, για λίγο πάψε να χτυπάς με το σπαθί/ τώρα σίμωσε και κλάψε/είς του Μπάυρον το κορμί».
Ενας από τους σπουδαιότερους εκπροσώπους του λογοτεχνικού ρεύματος του ρομαντισμού, δημιουργός μεγάλων και διαχρονικών ποιητικών έργων, ο Μπάϊρον -γνωστός στην Ελλάδα και ως Λόρδος Βύρωνας- συνέβαλε με την δράση του όσο λίγοι στην εξάπλωση του φιλελληνισμού στην ευρωπαϊκή ήπειρο. Γνώρισε και αγάπησε τους Έλληνες με την αγνότητα και ανιδιοτέλεια ενός φλογερού πνεύματος και πρόσφερε την ίδια του την ζωή -εκτός από τα περιουσιακά του στοιχεία-προκειμένου οι Έλληνες ν’ αποτινάξουν τα δεσμά της τυραννίας.
Γεννήθηκε στο Λονδίνο στις 22 Ιανουαρίου 1788 και ανήκε από την πλευρά της μητέρας του σε αριστοκρατική οικογένεια. Οταν μάλιστα έγινε δέκα ετών κληρονόμησε από την πλευρά του πατέρα του τον τίτλο του βαρόνου. Έδωσε τα πρώτα δείγματα του ποιητικού του ταλέντου στην ηλικία των 17 ετών, ενώ στα πιο γνωστά του έργα συμπεριλαμβάνονται «Το προσκύνημα του Τσάϊλντ Χάρλοντ», «Μάνφρεντ», «Ο Κουρσάρος», «Δον Ζουάν», «Η πολιορκία της Κορίνθου» κ.α. Κατά τη διάρκεια των πολύχρονων ταξιδιών του περιηγήθηκε σε πολλές περιοχές της Ελλάδας, έζησε αρκετά χρόνια στην Ιταλία, επισκέφθηκε την Κωνσταντινούπολη και την Σμύρνη, την Μάλτα, το Βέλγιο, την Ελβετία κ.α.
ΚΟΙΝΩΝΙΚΗ ΕΥΑΙΣΘΗΣΙΑ
Δεν υπήρξε όμως ο Μπάϊρον απλώς και μόνον ένας σπουδαίος ποιητής, αφού διακρίθηκε επίσης για την κοινωνική του ευαισθησία και την μαχητικότητά του στο πεδίο της πολιτικής. Ως μέλος της Βουλής των Λόρδων συχνά υπερασπίστηκε με τις ομιλίες του τα δικαιώματα των εργατών και των ασθενέστερων ομάδων της Μεγάλης Βρετανίας. Στο έργο του «Ιστορία του Ευρωπαϊκού Πνεύματος» ο αείμνηστος Παναγιώτης Κανελλόπουλος παραθέτει απόσπασμα από μια ομιλία του Μπάϊρον στην Βουλή των Λόρδων, στο οποίο αποκαλύπτεται το εύρος της πολιτικής του σκέψης: «Ονομάζετε τους ανθρώπους αυτούς όχλο, απελπισμένο, επικίνδυνο και αγράμματο• και μοιάζετε να σκέπτεστε ότι ο μόνος τρόπος να ηρεμήσει είναι να κρεμάσετε μερικές από τις κεφαλές αυτές. Αλλά ακόμα και ένας όχλος μπορεί καλύτερα να μπει στον δρόμο της λογικής μ’ ένα κράμα διαλλακτικού πνεύματος και σταθερού χεριού παρά με πρόσθετο εξερεθισμό και αυξημένες ποινές. Εχουμε, τάχα, συνειδητοποιήσει τι οφείλουμε σ’ αυτόν τον όχλο; Είναι ο όχλος που δουλεύει στους αγρούς σας και υπηρετεί στα σπίτια σας -που επανδρώνει τον στόλο σας και προμηθεύει άνδρες στον στρατό σας- που σας έκαμε ικανούς να αψηφήσετε ολόκληρο τον κόσμο, και που μπορεί, επίσης, να αψηφήσει και σας, όταν η παραμέληση και η δυστυχία θα τον οδηγήσει σε απόγνωση! Ονομάστε, αν θέλετε, τους ανθρώπους αυτούς όχλο• αλλά μην ξεχνάτε ότι ένας όχλος εκφράζει πολύ συχνά τα αισθήματα του λαού».
«Πρόσφερα στην Ελλάδα τα χρήματά μου, την υγεία μου και τον χρόνο μου. Τώρα της προσφέρω και τη ζωή μου»
Την ίδια όμως σθεναρή στάση κράτησε ο Μπάυρον και στο θέμα της αρπαγής των γλυπτών του Παρθενώνα από τον Λόρδο Έλγιν, η οποία ξεκίνησε το 1801 και ολοκληρώθηκε το 1810. Το γεγονός αυτό τον έκανε κυριολεκτικά έξαλλο, ενώ συγχρόνως η αχαρακτήριστη αυτή πράξη τον ενέπνευσε να γράψει ποίημα με τον τίτλο: «Η κατάρα της Αθηνάς». Επρόκειτο για ένα δριμύ κατηγορώ, που συγκλόνισε όλους τους αληθινούς φίλους της Ελλάδας: «Η Παλλάδα πρώτος θάναι της Πατρίδας σου εχθρός / Την αιτία θες να μάθεις; Κοίτα γύρω σου κι εμπρός / Έχω δει πολλούς πολέμους κι ερημώσεις να πληθαίνουν / Κι άλλες τόσες τυραννίες να ανεβοκατεβαίνουν / Απ’ των Τούρκων τη μανία γλύτωσα και των βανδάλων / Μα η χώρα σου έναν κλέφτη μούχει στείλει πιο μεγάλο».
Η αντισυμβατική του στάση, η κριτική που ασκούσε στους κανόνες ηθικής των αριστοκρατών αλλά και τα οικογενειακά του προβλήματα, έγιναν η αιτία για να εγκαταλείψει οριστικά το Ηνωμένο Βασίλειο τον Απρίλιο του 1816. Αφού περιπλανήθηκε σε διάφορα σημεία της Ευρώπης, εγκαταστάθηκε στην Ιταλία όπου και έζησε συνολικά επτά χρόνια. Εκεί συνδέθηκε με το επαναστατικό κίνημα των Καρμπονάρων και υποστήριξε τον αγώνα τους ενάντια στην Αυστρία, έτσι ώστε η Ιταλία να κερδίσει την ανεξαρτησία της. Η δράση του όπως ήταν αναμενόμενο ενόχλησε σφόδρα τις αυστριακές αρχές, οι οποίες παρακολουθούσαν στενά κάθε του κίνηση. Το 1822 συναντήθηκε στη Γένοβα με αντιπροσωπεία, η οποία είχε έλθει από την Ελλάδα με σκοπό να ζητήσει την υποστήριξη και τη συνεργασία του Μπάυρον. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με το ότι το Φιλελληνικό Κομιτάτο του Λονδίνου τον είχε ορίσει αντιπρόσωπό του στην Ελλάδα, συνέβαλε στο να λάβει την απόφαση να σπεύσει στην Ελλάδα προκειμένου να βοηθήσει με όλες του τις δυνάμεις την ελληνική επανάσταση.
ΔΥΣΚΟΛΙΕΣ
Τον Φεβρουάριο του 1824 αποβιβάζεται στο Μεσολόγγι και γίνεται δεκτός με ενθουσιασμό. Μαζί του είχε φέρει χρήματα, όπλα και φαρμακευτικό υλικό. Από την πρώτη στιγμή όμως ήρθε αντιμέτωπος με πάσης φύσεως δυσκολίες, που έως τότε δεν μπορούσε καν να τις φαντασθεί, ενώ η κατάσταση γινόταν ακόμη πιο τραγική εξαιτίας της εμφύλιας έριδας που είχε ξεσπάσει στο στρατόπεδο των Ελλήνων. Χάρη στην δική του πρωτοβουλία και τις επιτυχημένες ενέργειές του συγκροτήθηκε στο Μεσολόγγι -στα τέλη Μαρτίου- μια «Διεθνής Ταξιαρχία», στην οποία συμμετείχαν εθελοντές από πολλές ευρωπαϊκές χώρες της Ευρώπης, ενώ συγχρόνως μέσω επιστολών εξέφραζε εντόνως τις διαφωνίες του για τους χειρισμούς του Φιλελληνικού Κομιτάτου. Σε μια μάλιστα από τις επιστολές τους παρατηρούσε μεταξύ άλλων και τα εξής: «Το κομιτάτον μου στέλνει χάρτας της υδρογείου σφαίρας! Μήπως νομίζει πως ήρθα στην Ελλάδα να κάμω μάθημα γεωγραφίας; Οι Έλληνες θέλουν σπαθιά και τούς στέλνουν τυπογραφικά στοιχεία. Αδύνατον να καταλάβω τον σκοπό των πιεστηρίων σε λαό που δεν ξέρει να διαβάση. Ο γραμματεύς του κομιτάτου μου γράφει μακράν επιστολήν περί κλασσικής γης της ελευθερίας, του λίκνου των τεχνών, τας πηγάς της μεγαλοφυίας, της κατοικίας των θεών και χίλιες άλλες ευγλωτίες. Του απάντησα να μη μου ξαναγράψη στον ίδιο τόνο. Αρκετά φλυαρήσαμε. Πράγματα! Πράγματα!».
Το μοναδικό θέμα που απασχολούσε συνεχώς τον Μπάυρον ήταν η αίσια έκβαση της ελληνικής υπόθεσης. Σε τέτοιο βαθμό ώστε να αδιαφορεί για την υγεία του αλλά και για τις συμβουλές των γιατρών. Φρόντιζε μάλιστα να μην διατρέφεται σωστά θέλοντας έτσι να δείχνει εμπράκτως στους Έλληνες, ότι υπέφερε τα ίδια με αυτούς δεινά. Υπό αυτές τις συνθήκες η υγεία του δεν άργησε να κλονισθεί ανεπανόρθωτα. Αρρώστησε σοβαρά και παρά τις προσπάθειες των γιατρών έχασε την μάχη με τον θάνατο στις 19 Απριλίου 1824.
ΤΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΤΟΥ ΛΟΓΙΑ
Στο προσκέφαλο του στεκόταν υπομονετικά ο γιατρός Μίλινγκεν, που άκουσε τον μεγάλο βάρδο να ψιθυρίζει τα τελευταία του λόγια: «Οι προσπάθειές σου να μου σώσεις τη ζωή θα αποβούν άκαρπες. Νιώθω πως θα πεθάνω. Δεν λυπάμαι γι’ αυτό. Πρόσφερα στην Ελλάδα τα χρήματά μου, την υγεία μου και τον χρόνο μου. Τώρα της προσφέρω και τη ζωή μου». Πάνω από την βασανισμένη πόλη του Μεσολογγίου τόσο το ελληνικό γένος -αλλά και οι υπερασπιστές της ελευθερίας από κάθε γωνιά του πολιτισμένου κόσμου- έκλιναν σιωπηλά το γόνυ, εκφράζοντας την ευγνωμοσύνη τους για αυτή την απροσμέτρητη θυσία. Ο θάνατος του Μπάυρον δεν θα πήγαινε χαμένος. Ακόμη περισσότεροι Ευρωπαίοι ευαισθητοποιήθηκαν εκφράζοντας την συμπαράστασή τους και συμμετέχοντας στον αγώνα των Ελληνων για την ανεξαρτησία.
*Αναδημοσίευση από “Ορθόδοξη Αλήθεια”