Ένα από τα παλαιότερα μοναστήρια της Θεσσαλίας αναμένεται σύντομα ν’ αποκτήσει και πάλι την αρχική του μορφή και ν’ αποτέλεσει πόλο έλξης για τους πιστούς από όλη την Ελλάδα. Αναφερόμαστε φυσικά στην Ιερά Μονή Αγίας Τριάδος, που βρίσκεται στο χωριό Δέση του Νομού Τρικάλων, και στην οποία εδώ και τρεις μήνες έχουν ξεκινήσει και διεξάγονται καθημερινά εργασίες συντήρησης και αποκατάστασης της. Το εν λόγω έργο είναι συνολικού προϋπολογισμού 100.000 ευρώ και χρηματοδοτείται από το Πρόγραμμα Δημόσιων Επενδύσεων της Περιφέρειας Θεσσαλίας. Η Δέση είναι χτισμένη σε υψόμετρο 1.040 μέτρων στις νότιες πλαγιές της της Νότιας Πίνδου και αποτελεί έναν από τους πιο ορεινούς οικισμούς του νομού Τρικάλων. Το χωριό απέχει περίπου 65 χιλιόμετρα από την πόλη των Τρικάλων.
«Το μοναστήρι είναι γνωστό για την ιστορική του αξία. Στο παρελθόν είχε υπό την κατοχή του πολλά ιερά σκεύη και ευαγγέλια, τα οποία αυτά τώρα έχουν μεταφερθεί σε άλλα μοναστήρια προκειμένου να είναι προστατευμένα και ασφαλή» τονίζει μιλώντας στην «Ορθόδοξη Αλήθεια» ο π.Βασίλειος Μπούκης, υπεύθυνος για τις λειτουργικές ανάγκες της Ι.Μ της Αγίας Τριάδος: «Κατά τους προηγούμενους αιώνες στους χώρους του μοναστηριού είχε αναπτυχθεί πλούσιο συγγραφικό έργο, ενώ μεγάλος ήταν και ο αριθμός των παιδιών από την γύρω περιοχή που ερχόντουσαν στους χώρους της ιεράς μονής προκειμένου να μάθουν γράμματα από τους μοναχούς. Το καθολικό του μοναστηριού είναι ανοικτό καθημερινά για τους πιστούς και μόνο τους καλοκαιρινούς μήνες. Η λειτουργική ζωή όχι μόνο στην Ι.Μ της Αγίας Τριάδος-αλλά και σε όλη την περιοχή της Δέσης -ξεκινά κάθε χρόνο κατά την εορτή του Αγίου Πνεύματος και τελειώνει με το πανηγύρι του Αγίου Βησσαρίωνα, στις 15 Σεπτεμβρίου, το οποίο λαμβάνει χώρα στον Ι.Ν του Προφήτη Ηλία. Την παραμονή της εορτής του Σωτήρος στο καθολικό κάνουμε αγρυπνία, ενώ θα πρέπει να προσθέσουμε ότι στο καθολικό της μονής κάποιες Κυριακές τελούνται θείες λειτουργίες. Η Δέση σφύζει από ζωή τα καλοκαίρια, ενώ από το φθινόπωρο και μετά το χωριό ερημώνει. Δεν υπάρχει ψυχή!» σημειώνει χαρακτηριστικά ο π.Βασίλειος.
Σημαντικές πληροφορίες για την ιστορία της Ι.Μ Αγίας Τριάδος έχει συγκεντρώσει ο κ. Δημήτριος Καλούσιος, μελετητής μεταξύ άλλων και της συγκεκριμένης μονής, ο οποίος παραχώρησε μέρος αυτού του υλικού στην «Ο.Α» για τις ανάγκες του ρεπορτάζ. Ο κ. Δημήτριος Καλούσιος είχε επισκεφθεί στις αρχές Ιουνίου τον χώρο της Ι.Μ Αγίας Τριάδος και είχε καταγράψει τις παρακάτω εντυπώσεις: «Ανηφορίσαμε για την ιερά μονή. Δίπλα της, βορειοανατολικά, έξω από τον περίβολό της, το μικρό κοιμητήριο της Δέσης με το οστεοφυλάκιο. Εδώ μας περίμεναν για τρισάγιο δύο οικογένειες(…) Βρήκαμε τον χώρο του μοναστηριού με κομμένα τα χόρτα και βόρεια ακόμα όρθια μια μισογκρεμισμένη γωνία από τα λοιπά κτίρια. Μια σιδερένια σκαλωσιά, ένας σωρός από άμμο, απαραίτητα για την επισκευή που ήδη άρχισε από τον Μάϊο. Σήμερα του Αγίου Πνεύματος δεν δούλευαν. Περιεργαστήκαμε το καθολικό. Οι ρωγμές είναι παντού φανερές. Αλλά τελικά το παραδοσιακό αυτό καθολικό θα σωθεί».
Η ανέγερση το Νοέμβριο του 1798, τα ξεχωριστά ξυλόγλυπτα, το τέμπλο, τα προσκυνητάρια και η τέχνη της βιβλιοδεσίας από ιερείς και μοναχούς
Από το ιστορικής σημασίας υλικό που έχει διασώσει ο κ. Καλούσιος μαθαίνουμε ότι η εν λόγω ιερά μονή «ανηγέρθη εκ βάθρων και εζωγραφίσθη» τον Νοέμβριο του 1798. Σε κείμενο της εποχής εκείνης πνευματικός(ηγούμενος) της μονής αναφερόταν κάποιος με το όνομα Ανανίας, χρέη επιτρόπου εκτελούσε ο Γεώργιος Χατζηπέτρος ενώ την φιλοτέχνηση είχαν αναλάβει οι Χιοναδίτες ζωγράφοι Μιχαήλ και Γεώργιος. Το 1886 η Μονή της Αγίας Τριάδος ενώθηκε με το μοναστήρι του Προφήτη Ηλία της Πύρρας. Μετά από ορισμένο χρονικό διάστημα ξαναλειτούργησε ως αυτόνομο μοναστήρι, αλλά εντούτοις το 1903 προσαρτήθηκε και πάλι στην Μονή της Πύρρας. Το μοναδικό σωζόμενο κτίσμα είναι αυτό του καθολικού. Ως προς τα χαρακτηριστικά του πρόκειται για μια ολοπέτρινη τρίκλιτη βασιλική με τρούλο, σταυρεπίστεγη και καλυμμένη με πλάκες. Δυστυχώς αρκετές από τις τοιχογραφίες έχουν καταστραφεί, ενώ στον νάρθηκα είναι ακόμη και σήμερα ορατές ζωγραφικές παραστάσεις στις οποίες απεικονίζονται οι τιμωρίες των αμαρτωλών. Ενδιαφέρον επίσης παρουσιάζει και ένα ξύλινο αρτοφόριο του 1790. Την προσοχή των επισκεπτών αποσπούν βεβαίως και τα παραδοσιακά ξυλόγλυπτα, τα προσκυνητάρια και το τέμπλο. Πάνω στο τέμπλο υπάρχει η εξής επιγραφή: «+ έτος . 1849. Οκτωβρίου 20. εχρισώθηκεν ο τέμπλος της αγίας/ τριάδος διά συνδρομής και επιμελείας του πανοσιωτάτου πνευματηκού κυρ Τημοθέου και της αυτού αδελφότητος/ και ανανίου και κοςμά και παϊσίου+και διά χειρός αθανασίου και ςεργίου υιοί δημητρίου σαμαριναίου». Όσο για τις μεγάλες εικόνες του τέμπλου αυτές είναι αφιέρωμα-όπως αναγράφεται-του Επισκόπου Σταγών Παϊσίου «διά χειρός μιχαίλ αγιογράφου αψπη: από χριστόν εν μηνί μαΐω λ’».
Ενδιαφέροντα στοιχεία υπάρχουν και σχετικά με τους ιερείς και μοναχούς που διακόνησαν το μοναστήρι και άφησαν το δικό τους αποτύπωμα μέσα στο πέρασμα του χρόνου. Μεταξύ των πολλών ονομάτων για τους οποίους έχουν φτάσει έως τις ημέρες μας κάποιες πληροφορίες αξίζει να γίνει αναφορά στους παρακάτω: Ξεκινάμε από τον Ιωακείμ(1774), ο οποίος καταγόταν μάλλον από την Δέση και χαρακτήριζε τον εαυτό του «ευτελή» και είχε υπό την κατοχή το βιβλίο «Τα Ασκητικά» του Ισαάκ του Σύρου, εκδοθέν στην Λειψία το 1770. Με την τέχνη της βιβλιοδεσίας ασχολείτο ο ιερομόναχος Ιωσήφ(1801-1821), ο οποίος αποκαλούσε τον εαυτό του «ελάχιστο» και «αμαρτωλό» και για τον λόγο αυτό ζητούσε τις προσευχές των πιστών. Με την βιβλιοδεσία ασχολείτο και ο ιερέας Τιμόθεος(1815-1849), ο οποίος σε κείμενο του 1815 μνημονεύεται ως πνευματικός(ηγούμενος) της μονής.
Το συγκεκριμένο μοναστήρι είχε εδραιώσει την φήμη του επειδή μεταξύ άλλων είχε υπό την κατοχή του αρκετά όσο και σπάνια εκκλησιαστικά βιβλία. Αναφέρουμε ενδεικτικά τους εξής τίτλους: «Ακολουθία του Αγίου Ρηγίνου»(Ιn Venezia 1746), «Eορτολόγιον»(Ενετίησιν 1755), «Ωρολόγιον Μέγα»(Ενετίησιν 1755), «Ασκητικά» Ισαάκ του Σύρου(εν Λειψία της Σαξωνίας 1770), «Περιγραφή ιερά του αγίου και θεοβάδιστου όρους Σινά(Ενετίησιν 1778), «Ακολουθία του Αγίου Σεραφείμ Φαναρίου(Ενετίησιν 1802), «Ακολουθία του Αγίου Σπυρίδωνος(εν Βενετία 1807) κ.α.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν και κάποια περιστατικά τα οποία έχει σταχυολογήσει ο κ. Καλούσιος, τα οποία έχουν σχέση με τις δραστηριότητες που είχε αναπτύξει κατά καιρούς το μοναστήρι.
Αναδημοσίευση από “Ορθόδοξη Αλήθεια”