Με λαμπρότητα εορτάσθη η Κυριακή της Ορθοδοξίας στην Ιερά Μητρόπολη Πατρών. Ο Μητροπολίτης Πατρών κ.κ. Χρυσόστομος, προέστη της Θείας Λειτουργίας στον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό Ευαγγελιστρίας Πατρών, συλλειτουργούντος του Επισκόπου Κερνίτσης κ. Χρυσάνθου.
Μετά το πέρας της Θείας Λειτουργίας πραγματοποιήθηκε η λιτάνευσις των Ιερών Εικόνων κατά την Εκκλησιαστική τάξη.
Στο κήρυγμά του ο Μητροπολίτης Πατρών κ.κ. Χρυσόστομος μίλησε για τον θρίαμβο της Ορθοδοξίας και εστίασε στο τι σημαίνει Ορθόδοξος πίστις και στο ότι η Ορθοδοξία είναι η αποκάλυψη του Θεού στον άνθρωπο είναι η Αλήθεια, είναι ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός, είναι η Εκκλησία μας. Μεταξύ των άλλων είπε:
Η Ορθοδοξία ταυτίζεται με την Εκκλησία, εντός της οποίας και διά της οποίας, σώζεται ο άνθρωπος, αφού στην Εκκλησία ευρίσκει το πλήρωμα της ζωής, της χαράς και της Αληθείας, που είναι ο ίδιος ο Θεός. Δηλαδή, στην Εκκλησία ο άνθρωπος συναντά τον Θεό, ευρίσκει τον συνάνθρωπό του και τον εαυτό του και κατανοεί ότι δεν υπάρχει απλώς ως μία βιολογική ύπαρξις, αλλά ουσιαστικά ζει κοινωνικά με την σταυρική έννοια του όρου. Η Εκκλησία είναι η ευχαριστιακή κοινότητα.
Και επειδή μία είναι η Αλήθεια, εις ο Θεός δηλαδή, μία είναι και η πίστις, η οποία ταυτίζεται με τον Κύριό μας, «Χριστόν είναι φαμέν την ενυπόστατον πίστιν» (Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής), ως εκ τούτου μία είναι και η Εκκλησία. Γι’ αυτό και η Ορθόδοξη διδασκαλία επιμένει και έως της συντελείας του αιώνος θα διακηρύττη, ότι μία είναι η Εκκλησία, ως αυτή η αλήθεια απεκαλύφθη από τον Θεό και κατεστρώθη εις τα ιερά κείμενα των Αποφάσεων των Αγίων και Οικουμενικών Συνόδων και ως διακηρύττομε στο ιερώτατον Σύμβολο της πίστεώς μας. «Εις Μίαν, Αγίαν, Καθολικήν και Αποστολικήν Εκκλησίαν».
Ο, τι υπάρχει έξω από την Ορθόδοξη πίστη και την Ορθόδοξη Εκκλησία, είναι νόθο και αποτελεί καταστροφική παρέκλιση από την οδόν της σωτηρίας, με ανυπολογίστους συνεπείας διά τον άνθρωπον, αφού τον εμποδίζει να εύρη τον Δημιουργό του, τον συνάνθρωπό του και τον εαυτόν του.
Πάντα ταύτα απεκάλυψεν ο Θεός στους Αγίους, στους Προφήτας, στους Αποστόλους, στους Πατέρας και Διδασκάλους. Πρόκειται για τα «άρρητα ρήματα» κατά τον Παύλειον λόγον, τα οποία παρέδωκαν σε μας.
Ο Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς λέγει:
«Πάντας τούς μή ὁμολογοῦντας καί πιστεύοντας ὡς τό πνεῦμα τό ἃγιον προμηνύει διά τῶν προφητῶν, ὡς ὁ Κύριος ἐθέσπισε διά σαρκός ἡμῖν ἐπιφανείς, ὡς οἱ Ἀπόστολοι ἐκήρυξαν πεμφθέντες ὑπ’ αὐτοῦ, ὡς οἱ πατέρες ἡμῶν καί διάδοχοι αὐτῶν ἐδίδαξαν ἡμᾶς, ἀλλ΄ αἱρέσεως ἰδίας ἢ ἂρξαντας ἢ τοῖς κακῶς ἂρξασιν εἰς τέλος ἐπηκολουθηκότας, ἀποβαλλόμεθα καί ἀναθέματι καθυποβάλλομεν».
Τους αιρετικούς ο Ιερός Γρηγόριος τους κατατάσσει στην κατηγορία και την τάξιν των αθέων.
«Γένος ἂλλον ἀθεΐας ἐστίν ἡ πολυσχιδής καί πολύμορφος ἀπάτη τῶν αἱρετικῶν».
Η Εκκλησία για όλους αυτούς προσεύχεται, ώστε εις την ευσέβεια να επιστρέψουν. «Τους πεπλανημένους επανάγαγε» δεόμεθα στις Ιερές Ακολουθίες. Και τον διάλογον εχρησιμοποίησε και χρησιμοποιεί, εν αγάπη και ειλικρινεία, ουδόλως αφισταμένη των πατρώων αγίων παραδόσεων και της Ορθοδόξου, αμωμήτου και σωζούσης πίστεως. Ουδέποτε θα παύση τα μέτρα ταύτα να χρησιμοποιή προς επάνοδον των πεπλανημένων εις την οδόν της αληθείας. Τούτο έπραξε και πράττει κατά χρέος η Πρωτόθρονος Εκκλησία, το Οικουμενικό μας Πατριαρχείον, υπό την πεφωτισμένην οιακοστροφίαν του Παναγιωτάτου και Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου.
Αλλά και για τους αλλοπίστους και απίστους δέεται, ώστε να φωτισθή η διάνοιά τους και να γνωρίσουν τον αληθινόν Θεόν. Διά τούτο και με βαθειά συγκίνηση συμμετέχει στην ουράνια χαρά και ευφροσύνη, όταν οι λαοί οι καθήμενοι εν τω σκότει της αγνοίας φωτίζονται από τους Ορθοδόξους Ιεραποστόλους, είτε στην Αφρικανική Ήπειρο, είτε σε άλλα μέρη της υπ’ ουρανόν.
Η ιερά και Αποστολική Μητρόπολή μας και εις το παρελθόν, αλλά και σήμερα έδωσε έμψυχο υλικό, Ιεραποστόλους δηλαδή, οι οποίοι εργάστηκαν και εργάζονται θυσιαστικά για τον φωτισμόν των αδελφών μας, αλλά και με οποιονδήποτε άλλον τρόπο συμβάλλει στην Ιεραποστολή αυτή προσπάθεια.
Όμως υπάρχει και μία άλλη διάσταση της εορτής.
Η Ορθοδοξία, ως Αποκάλυψη Θεού, ως Εκκλησία, έσωσε, εστήριξε, ελευθέρωσε το Γένος μας. Πορεύτηκε μαζί του διαχρονικά. Του έδωσε δύναμη να διασώση τον πολιτισμό του, την γλώσσα του, την ελευθερία του, την ιδιοπροσωπία του.
Αυτήν την παράδοση, την σώζουσα αλήθεια, την διετήρησαν οι πατέρες μας και την παρέδωσαν σε μας, ώστε να καυχώμεθα για την Ορθοδοξία μας, για τις πνευματικές μας ρίζες, για τα ιερά και τα όσια του Γένους μας, για τους μάρτυρας προγόνους μας, οι οποίοι προτίμησαν, τα ικριώματα, τους σταυρούς, τα ποικίλα μαρτύρια περνώντας οδύνας εκατοντάδων ετών, προκειμένου να διατηρήσουν ακέραιη την πίστη και να εξέλθουν εν τέλει εις την αναψυχήν της Αναστάσεως.
Κατά το παρελθόν έτος εορτάσαμε την επέτειον των διακοσίων έτη από την Επανάσταση του 1821, η οποία έγινε πρώτον διά του Χριστού την πίστιν την αγίαν και δεύτερον διά την ελευθερία της Ορθοδόξου πατρίδος μας.
Εφέτος ενθυμούμεθα τους Μάρτυρας της Μικρασιατικής καταστροφής και γύριζομε νοερώς με δέος και ιερά συγκίνηση εκατό χρόνια πίσω, προσκυνηταί, εκεί στους αιματοβαμμένους ορθοδόξους τόπους και στις άγιες γαίες και αλησμόνητες πατρίδες μας και προσκυνούμε με ευλάβεια τα αιματοπισμένα χώματα, που ως θησαυρόν πολύτιμον κρύπτουν και θα κρύπτουν μέχρι, έως της κοινής Αναστάσεως, κόκκαλα ιερά και Λείψανα αγιασμένα.
Υποκλινόμεθα μπροστά σε όσους έφτασαν στην μητέρα Πατρίδα, χωρίς υλικά εφόδια, χωρίς μοίρα στον αισθητό ήλιο, όπως λέγει ο Λαός, όμως έχοντας βαθειά στην καρδιά τους τον Χριστό, την πίστη, την Ορθοδοξία. Μετέφεραν στον κόρφο τους, το σταυρό, τα εικονίσματα, το αντίδωρο της ευλαβείας και ρίζωσαν σ’ αυτά τα χώματα και μεγαλούργησαν γιατί πίστευαν στον Θεό και υπέμειναν πολλές δυσκολίες και βασάνους, με ταπείνωση μεγάλη και με αρετή και ήθος. Η πόλη μας πολλούς ξεριζωμένους αδελφούς αγκάλιασε και εκείνοι την σφραγίδα της ομορφιάς της ψυχής τους και της ευλαβείας τους άφησαν, είτε στην «Αγία Φωτεινή», είτε στην «Αγία Αικατερίνη» είτε στο «Γηροκομειό» και όπου αλλού.
Και τώρα ο επίλογος.
Κάθε φορά αδελφοί μου, που γιορτάζομε την νίκη της Ορθοδοξίας έναντι των αιρέσεων, τον θρίαμβο της αληθείας έναντι του ψεύδους, διερωτώμεθα μετά συνοχής καρδίας.
Άρα γε κρατάμε αυτή την σκυτάλη στα χέρια μας όπως την παρελάβαμε; Κρατάμε την λαμπάδα αναμμένη, όπως μας την έδωσαν οι αγιασμένοι πατέρες μας;
Η ιερά παρακαταθήκη είναι ζωντανή στην καρδιά μας;
Πολλά δυστυχώς, αδελφοί, άλλαξαν στον τόπο μας. Προσπάθησαν οι βύθιες δυνάμεις και λυσσαλέα προσπαθούν την αλήθεια να διαβάλλουν και ήθη αλλότρια, ξένα με την Ορθόδοξη πίστη και την πνευματική ιδιοπροσωπία του Λαού μας, να εισαγάγουν. Εθεώρησαν ότι επόρθησαν τείχη αιώνων πνευματικά και κατέλυσαν ρίζες ακατάλυτες. Επίστευσαν ότι εκτύπησαν ίσως (κατ’ αυτούς) θανάσιμα, την πίστη, την αρετή, την οικογένεια, την παιδεία, τον τρόπο ζωής και ορθοδόξου σκέψεως. Όμως εις μάτην εκοπίασαν, διότι η, από τους αιώνας, εσφραγισμένη πραγματικότης, άλλα μαρτυρεί. Αν αυτός ο Λαός άντεξε τόσες σκλαβιές, αν πέρασε από τόσες συμπληγάδες και παρά ταύτα έμεινεν όρθιος, πόσο μάλλον τώρα θα αντισταθή έστω και την εσχάτη ώρα, έναντι των επιδόξων καταστροφέων του και θα ελευθερώση το πνευματικό ρεύμα για να καταστρέψη ο,τι σαθρό έχει κτισθή στο πέρασμά του. Όπως κάποια στιγμή ο χείμαρος ευρίσκει τον φυσικό ρούν του και ότι εκτίσθη άκριτα στην κοίτη του το παρασύρει και το καταστρέφει, έτσι και αυτή η εσωτερική δύναμη του Λαού μας θα καταστρέψη κάποια στιγμή και θα καταποντίση στο πέλαγος, αφανίζοντας τις αντίθεες, ολέθριες για την πίστη και γένος, δυνάμεις. Και δεν θα αργήση, δυστυχώς για τους επιδόξους καταστροφείς και ευτυχώς για τον τόπο μας, δεν θα αργήση να έλθη αυτή η ώρα.
Οι πάντες γνωρίζομε ότι χωρίς αυτή την πνευματική Αγία κληρονομιά δεν έχομε μέλλον, ως Λαός. Το οξυγόνο μας είναι η πίστη μας. Η αναπνοή μας είναι η Εκκλησία μας. Ο επιστηριγμός μας είναι η Παναγία μας και οι Άγιοί μας. Οι Εκκλησίες μας στολίζουν, πόλεις, χωριά, βουνά και κάμπους. Τα Μοναστήρια μας στέκονται αγέρωχοι πύργοι και μάρτυρες της πατρογονικής ευσεβείας. Στα μνήματα των πατέρων μας, υψώνεται ο Σταυρός και τους δρόμους μας ομορφαίνουν τα προσκυνητάρια μας. Τα τραγούδια μας τα γλυκαίνουν οι επικλήσεις του Χριστού και της Παναγίας μας. Χαιρόμαστε και λυπούμαστε μαζί με τον Κύριο, την Θεοτόκο και τους Αγίους.
Διά τούτο εμμένομε, αγωνιστικά και επιμένομε μέχρις αίματος, εάν χρειασθή, σταθεροί στην Ορθόδοξο πίστη μας και μαζί με τον Άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά διακηρύττομε:
«Ἲτω τοίνυν πειραστής, ἲτω δῆμος, καιέσθω τό πῦρ, θιγέσθω τό ξίφος, ὀξυνέσθωσαν ὂνυχες· κἂν πᾶσα βάσανος ἐπ’ ἐπέ κινῆται, δέξομαι σύν προθυμίᾳ, μενῶ τήν πληροφορίαν ἀκίνητος, ἐν αὐτῷ τό πνεύματι στηριζόμενος».
Στο τέλος ο Σεβασμιώτατος ανεφέρθη στον πόλεμο στην Ουκρανία και είπε μεταξύ των άλλων.
«Ἡ ἐφετινή ἑορτή τῆς Ὀρθοδοξίας τελεῖται σέ κλῖμα συνοχῆς καρδίας ἓνεκα τοῦ πολέμου, ὁ ὁποῖος μαίνεται στήν Οὐκρανία. Δυστυχῶς εἶναι πόλεμος μεταξύ Ὀρθοδόξων Λαῶν.
Ὁ πόνος μας ἰδιαιτέρως γι’ αὐτό εἶναι μεγάλος. Ἡ Ἱερά Μητρόπολή μας συμπαραστέκεται στούς ἐμπεριστάτους ἀδελφούς μας καί προέβη στήν συγκέντρωση φαρμακευτικοῦ ὑλικοῦ καί εἰδῶν πρώτης ἀνάγκης γιά τήν ἀνακούφιση τῶν ἀδελφῶν μας αὐτῶν. Ἡ προσπάθεια συνεχίζεται. Κάποιοι ἀδελφοί μας προσφέρονται νά φιλοξενήσουν ἀνθρώπους πού φθάνουν ἀπό τήν Οὐκρανία στήν Πάτρα. Ἂς δηλώσουν στά Γραφεῖα τῆς Μητροπόλεώς μας, τήν ἐπιθυμία τους, ὣστε σέ συνεργασία μέ τούς ἁρμοδίους Φορεῖς νά πράξωμε τά δέοντα. Τώρα, ἂς ὑψώσωμε χεῖρας ἱκέτιδας πρός τόν πανοικτίρμονα Κύριο, καί ἂς παρακαλέσωμε, ὣστε νά σταματήσῃ ἠ ὀδύνη καί ἡ αἱματοχυσία ἀπό τόν ἂδικο αὐτό πόλεμο, πού μόνο θύματα ἀφήνει καί ἀπό τίς δυό πλευρές καί συντρίμμια.
Καί κατακλείομεν μέ τήν ἱκεσίαν:
«Πάτερ παντοκράτορ Δημιουργέ, Ἂρχον τῆς Εἰρήνης, Κυβερνῆτα κόσμου σοφέ, ἱκετεύομέν Σε, κατάπαυσον πολέμους καί δώρησαι εἰρήνην, κόσμῳ σου ἃπαντι».