Την Πέμπτη, 13η Ιουλίου 2023, εορτάστηκε στο Πατριαρχείο Ιεροσολύμων η εορτή της Συνάξεως των Αγίων Αποστόλων των δώδεκα.
Λέγουσα «Σύναξιν» η Εκκλησία, εννοεί την συνάθροισιν των πιστών εις τους Ιερούς Ναούς, διά να υμνήσουν τους Αγίους Αποστόλους τους δώδεκα, διά το έργον, το οποίον επετέλεσαν, φωτισθέντες υπό του Αγίου Πνεύματος, να κηρύξουν Χριστόν Σταυρωθέντα και Αναστάντα και «να σαγηνεύσουν όλην την οικουμένην».
Η εορτή αύτη εωρτάσθη υπό του Πατριαρχείου εις την Ιεράν Μονήν των Αγίων Αποστόλων εις την πόλιν της Τιβεριάδος διά θείας Λειτουργίας την πρωΐαν, Προεξάρχοντος του Πατριάρχου Ιεροσολύμων κ.κ. Θεοφίλου, συλλειτουργούντων Αυτώ του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ναζαρέτ κ. Κυριακού και του Σεβασμιωτάτου Αρχιεπισκόπου Κωνσταντίνης κ. Αριστάρχου, Αγιοταφιτών Ιερομονάχων και Αραβοφώνων Ιερέων των ομόρων περιοχών της Γαλιλαίας, ψάλλοντος του Αρχιμανδρίτου Αρτεμίου δεξιά ελληνιστί και της χορωδίας της Άκκρης αριστερά αραβιστί, παρουσία του επιτίμου Προξένου της Ελλάδος εις Χάιφαν κ. Κωνσταντίνου Ζηνοβίου και προσευχομένων πιστών της περιοχής της Γαλιλαίας.
Προς τους πιστούς τούτους εκήρυξε τον θείον λόγον ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων ως έπεται:
«Και προσελθών ο Ιησούς ελάλησεν αυτοίς λέγων· εδόθη μοι πάσα εξουσία εν ουρανώ και επί γης. πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα έθνη, βαπτίζοντες αυτούς εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, διδάσκοντες αυτούς τηρείν πάντα όσα ενετειλάμην υμίν· και ιδού εγώ μεθ’ υμών ειμι πάσας τας ημέρας έως της συντελείας του αιώνος. ‘Αμήν», (Ματθ. 28, 18-20).
Αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί,
Ευλαβείς Χριστιανοί και Προσκυνηταί,
Η εν τοις αγίοις δώδεκα Αποστόλοις ενδημήσασα Χάρις του Αγίου Πνεύματος συνήγαγε πάντας ημάς σήμερον εν τω ιερώ τούτω τόπω, της μετά την ανάστασίν Του εμφανίσεως του Σωτήρος ημών Χριστού, «επί της θαλάσσης της Τιβεριάδος» (Ιωάν. 21,1), ίνα εορτίως τιμήσωμεν την Σύναξιν αυτών.
Οι Άγιοι Απόστολοι αποτελούν το θεμέλιον των πιστών μελών του σώματος της Εκκλησίας, ως τούτο διακηρύσσει ο θείος Παύλος λέγων: «άρα ούν ουκέτι εστέ ξένοι και πάροικοι, αλλά συμπολίται των αγίων και οικείοι του Θεού, εποικοδομηθέντες επί τω θεμελίω των αποστόλων και προφητών, όντος ακρογωνιαίου αυτού ‘Ιησού Χριστού», (Εφ. 2, 19-20).
Και τούτο διότι ενετείλατο αυτοίς ο Κύριος, όπως πρώτον πορευόμενοι μαθητεύσωσιν πάντα τα έθνη, βαπτίζοντες αυτούς εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, δεύτερον διδάσκουσιν τα έθνη τηρείν όσα παρήγγειλεν αυτοίς και τρίτον διεβεβαίωσεν αυτούς, ότι αυτός ο Κύριος είναι μετ’ αυτών [των μαθητών] πάσας τας ημέρας έως της συντελείας του αιώνος, (Πρβλ. Ματθ. 28, 18-20).
Τα τρία ταύτα χαρακτηριστικά της ιδιότητος των αποστόλων συνιστούν τον αποστολικόν θεσμόν της Εκκλησίας. Λέγομεν δε τούτο, διότι οι Απόστολοι του Χριστού έλαβον την Χάριν του Αγίου Πνεύματος ουχί ηθικώς αλλά ουσιωδώς. «Οι δε μαθηταί επληρούντο χαράς και Πνεύματος Αγίου» (Πραξ, 13,52) κατά το κήρυγμά των εις Αντιόχειαν της Πισιδίας, γράφει ο Απόστολος Λουκάς. Εις δε τον απόστολον Πέτρον λέγει Κύριος: «συ ει Πέτρος, και επί ταύτη τη πέτρα οικοδομήσω μου την εκκλησίαν, και πύλαι άδου ου κατισχύσουσιν αυτής», (Ματθ. 16,18).
Όλην την του Πνεύματος αίγλην, ουσιωδώς υμίν φανείσαν, πάντες υπεδέξασθε Σοφοί, εν υπερώω μυσταγωγούμενοι, τα υψηλά διδάγματα· και νυν αξίως μακαρίζεσθε», αναφωνεί ο υμνωδός της Εκκλησίας.
Επί των θεμείλων του συλλόγου των Αγίων Αποστόλων, των εκλεγέντων υπό του Σωτήρος ημών Χριστού, ωκοδομήθη αφ’ ενός μεν η εν τω κόσμω επίγειος Εκκλησία, έχουσα ως πολίτας τους Χριστιανούς, οι οποίοι είναι ήδη κατά Παύλον «συμπολίται των αγίων και οικείοι του Θεού» (Εφ. 2,19) και «επί γης διατρίβουσιν, αλλ’ εν ουρανώ πολιτεύονται» κατά Διόγνητον· Αφ’ ετέρου δε, ανεδείχθη το εν Πνεύματι Αγίω πολίτευμα αυτής [της Εκκλησίας], δηλονότι ο τρόπος ζωής της ευσεβείας αλλά και ο τρόπος διακυβερνήσεως αυτής, βασιζόμενος επί του Συνοδικού συστήματος, του συσταθέντος υπό των Αποστόλων εν Ιερουσαλήμ κατά την μαρτυρίαν του συγγραφέως των «Πράξεων των Αποστόλων» Ευαγγελιστού Λουκά, λέγοντος: «συνήχθησαν δε οι Απόστολοι και οι Πρεσβύτεροι ιδείν περί του λόγου…», (Πραξ. 15,6).
Εξ άλλου, οι Απόστολοι διωρίσθησαν υπ’ Αυτού του Κυρίου διάδοχοι Αυτού, ως προσφυώς λέγει και ο όσιος Παχώμιος: «Ο Θεός Λόγος, … ανερχόμενος εις τον ουρανόν προκατεστήσατο [=διώρισε προηγουμένως] διαδόχους Αυτού τους αποστόλους».
Την σημασίαν και το περιεχόμενον της Αποστολικής Διαδοχής διά την Εκκλησίαν και το σωτηριώδες έργον αυτής διατυπώνει με ακρίβειαν ο Ιππόλυτος Ρώμης, λέγων: «Το εν Εκκλησία παραδοθέν Άγιον Πνεύμα, ου τυχόντες πρότεροι [=πρωτύτεροι] οι απόστολοι, μετέδωσαν τοις ορθώς πεπιστευκόσιν· ων ημείς διάδοχοι τυγχάνοντες της τε αυτής χάριτος μετέχοντες αρχιερατείας τε και διδασκαλίας και φρουροί της Εκκλησίας λελογισμένοι».
Όντως, αγαπητοί μου αδελφοί, οι Άγιοι Απόστολοι θεωρούνται φρουροί της Εκκλησίας, διό και το ιδιάζον συστατικόν αυτής είναι η «Αποστολικότης». Ακούσωμεν και του Αποστόλου Λουκά, λέγοντος εν ταίς Πράξεσιν των Αποστόλων:
«Ως δε διεπορεύοντο τας πόλεις, παρεδίδουν αυτοίς φυλάσσειν τα δόγματα τα κεκριμένα υπό των αποστόλων και των πρεσβυτέρων των εν ‘Ιερουσαλήμ», (Πραξ. 16,4). [Και αναλυτικώτερον· καθώς δε διέβαινον τας πόλεις παρέδιδον διά προφορικής διδασκαλίας εις τους εν αυταίς πιστούς να φυλάττουν τας αποφάσεις, αι οποίαι είχον οριστικώς κριθή ως μόναι ορθαί από τους αποστόλους και πρεσβυτέρους, που ήσαν εις την Ιερουσαλήμ].
Αξιοσημείωτος εν προκειμένω η προτροπή του Αποστόλου Παύλου προς τον μαθητήν αυτού Τιμόθεον, λέγων: «Ω Τιμόθεε, την παρακαταθήκην φύλαξον, εκτρεπόμενος τας βεβήλους κενοφωνίας και αντιθέσεις της ψευδωνύμου γνώσεως, ην τινες επαγγελλόμενοι περί την πίστιν ηστόχησαν», ( Α΄ Τιμ. 6, 20-21), «την καλήν παρακαταθήκην φύλαξον διά Πνεύματος Αγίου του ενοικούντος εν ημίν», (Β’ Τιμ. 1,14).
Ευστόχως οι Άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας οι εν Πνεύματι Αγίω συσκεψάμενοι, ποιούνται μνείαν της «αποστολικότητος» της Εκκλησίας εν τω Συμβόλω της Πίστεως, διακηρύσσοντες: «Πιστεύω εις Μίαν, Αγίαν, Καθολικήν και Αποστολικήν Εκκλησίαν». Και τούτο διότι οι Άγιοι Απόστολοι είναι εκείνοι, οι οποίοι καθίστων κατά πόλεις και εχειροτόνουν Πρεσβυτέρους και Επισκόπους «ποιμαίνειν την Εκκλησίαν του Κυρίου και Θεού», (Πραξ. 20,28).
Ιδού λοιπόν διά τι οι Απόστολοι καλούνται υπό του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά «αρχιποίμενες ή και αρχιτέκτονες της κοινής πάντων ευσεβείας και αρετής». Ιδού και πάλιν διά τι το σχίσμα εν τω σώματι της Μιάς, Αγίας και Καθολικής Εκκλησίας αποτελεί μέγα αμάρτημα: διότι δολιεύεται την διασάλευσιν της Αποστολικής διαδοχής, της οποίας γνήσιοι και αυθεντικοί φορείς είναι οι κανονικήν έχοντες χειροτονίαν επίσκοποι των κατά τόπους Εκκλησιών.
Ημείς, αγαπητοί μου αδελφοί, οι τιμώντες την πάνσεπτον μνήμην των αγίων και ενδόξων Αποστόλων ικετευτικώς μετά του υμνωδού είπωμεν: «Σώτερ αγαθέ, ο φύσει φιλάνθρωπος και πολυεύσπλαγχνος, ταίς της πανυμνήτου σου, Μητρός Παρθένου θείαις εντεύξεσι, Πέτρου πρεσβείαις Παύλου τε, των Αποστόλων των σων, τα ελέη, σου και την βοήθειαν, ουρανόθεν ημίν εξαπόστειλον». Αμήν, έτη πολλά».
Την θείαν Λειτουργίαν ηκολούθησε δεξίωσις και τράπεζα υπό του καλώς επιμελουμένου της Μονής Αρχιμανδρίτου π. Παρθενίου.
Πηγή: Πατριαρχείο Ιεροσολύμων