«Το ελληνικό κράτος έπρεπε να στηρίξει τις παραδόσεις των Ελλήνων της Αζοφικής»

Ενας από τους σημαντικότερους ερευνητές του πολιτισμού των Ελλήνων της Ουκρανίας, ο ελληνικής καταγωγής κ. Αλέξανδρος Ασλά, μιλά αποκλειστικά στην «Ο.Α» για τις παραδόσεις που τηρούνται μέχρι σήμερα

«Με το να χρησιμοποιούμε εμείς οι Ελληνες της Αζοφικής το κυριλλικό αλφάβητο, προκειμένου ν’ αποδώσουμε την ρουμέικη γλώσσα, είναι σαν να ζητιανεύουμε! Είναι αναγκαίο να δημιουργηθεί το αλφάβητο της ρουμέικης γλώσσας βασισμένο στα ελληνικά γράμματα»

Από τον ΣΩΤΗΡΗ ΛΕΤΣΙΟ

Ανείπωτη η τραγωδία την οποία βιώνουν οι κάτοικοι της Μαριούπολης όσο και των υπόλοιπων περιοχών της Ανατολικής Ουκρανίας, οι οποίοι υφίστανται εδώ και πάνω από δύο μήνες την βαρβαρότητα του πολέμου σε όλες του τις εκφάνσεις. Τούτες τις ώρες η σκέψη μας βρίσκεται διαρκώς στους ομογενείς μας, τους Ελληνες οι οποίοι από αιώνες κατοικούσαν στα παράλια της Αζοφικής έχοντας οικοδομήσει έναν αξιοζήλευτο πολιτισμό.

Ενας από τους σημαντικότερους ερευνητές του πολιτισμού των Ελλήνων της Ουκρανίας είναι ο ελληνικής καταγωγής κ. Αλέξανδρος Ασλά, ο οποίος γεννήθηκε το 1943 στο χωριό Σαρτανά -κοντά στην Μαριούπολη- και εδώ και πολλά χρόνια διαμένει μόνιμα στην Ελλάδα. Αποφοίτησε από το Κρατικό Μουσικό Κολέγιο και δίδαξε μουσική φιλολογία στη Μουσική Σχολή της Μαριούπολης. Στις αρχές της δεκαετίας του ΄80 ξεκίνησε την καταγραφή των τραγουδιών και των παραμυθιών ταξιδεύοντας σε όλα τα ελληνόφωνα χωριά. Η έρευνά του συνεχίστηκε σε αρχεία και βιβλιοθήκες προκειμένου να συλλέξει όσο το δυνατόν περισσότερο πληροφοριακό υλικό. Τον Ιανουάριο του 1989 ίδρυσε τον σύλλογο των Ελλήνων της Μαριούπολης και διετέλεσε πρόεδρος του έως τον Μάρτιο του 1990. Από το 1992 έως το 1996 σπούδασε την ελληνική γλώσσα και τον ελληνικό πολιτισμό στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Εχει, επίσης, ηχογραφήσει δίσκους με τραγούδια των Ελλήνων της Αζοφικής, ενώ πολύτιμη είναι και η συμβολή του μέσα από ραδιοφωνικές εκπομπές στο να γίνουν γνωστά τα προβλήματα του ελληνισμού στην Ουκρανία. Ο καρπός του πολύχρονου έργου του συγκεντρώθηκε στο βιβλίο του με τον τίτλο: «Τα Μαριουπολίτικα: Τραγούδια, παραμύθια και χοροί των Ελλήνων της Αζοφικής» (1999), στο οποίο γίνεται πληρέστατη και κατατοπιστική αναφορά στην πλούσια πολιτιστική κληρονομιά του ελληνόφωνου πληθυσμού της Ανατολικής Ουκρανίας.

«ΤΑ ΜΑΡΙΟΥΠΟΛΙΤΙΚΑ»

«Τα έθιμα των Ελλήνων της Αζοφικής μπορούμε να πούμε ότι σε κάποιον βαθμό τηρούνται και σήμερα, αλλά όχι έτσι όπως θα έπρεπε». Τα λόγια αυτά ανήκουν στον κ. Αλέξανδρο Ασλά συγγραφέα του βιβλίου «Τα Μαριουπολίτικα», ο οποίος δέχθηκε να μιλήσει αποκλειστικά στην «Ορθόδοξη Αλήθεια». «Δεν έχει υπάρξει έως σήμερα επιστημονική στήριξη από πλευράς των γλωσσολόγων και των λαογράφων της Ελλάδας. Θα έπρεπε από την πλευρά του ελληνικού κράτους να είχε εκπονηθεί ένα πρόγραμμα για την υποστήριξη και ανάπτυξη των πολιτιστικών και άλλων παραδοσιακών εθίμων των εκεί Ελλήνων» τονίζει ο κ. Ασλά και συνεχίζει: «Εως και σήμερα τα ρουμέικα αποδίδονται με τα γράμματα του κυριλλικού αλφαβήτου.

Με το να χρησιμοποιούμε εμείς οι Έλληνες της Αζοφικής το κυριλλικό αλφάβητο, προκειμένου ν’ αποδώσουμε την ρουμέικη γλώσσα, είναι σαν να ζητιανεύουμε! Είναι αναγκαίο να δημιουργηθεί το αλφάβητο της ρουμέικης γλώσσας βασισμένο στα ελληνικά γράμματα. Η Ακαδημία Αθηνών θα έπρεπε να στείλει κάποιους επιστήμονες για να καταγράψουν σωστά τα δεδομένα της γλώσσας αυτής και στη συνέχεια να γραφτεί ένα λεξικό των ρουμέικων, της γλώσσας δηλαδή των Ελλήνων της Αζοφικής. Σήμερα με τα όσα καταστροφικά συμβαίνουν λόγω του πολέμου κινδυνεύει ακόμη περισσότερο ο ελληνισμός της Αζοφικής. Τόσο εγώ όπως και οι υπόλοιποι Έλληνες από την Ουκρανία που ζούμε εδώ πονάει η καρδιά μας, όταν σκεφτόμαστε τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν σήμερα όσοι έχουν απομείνει εκεί».

Σύμφωνα με τον σπουδαίο ελληνιστή Ανδρέα Μπελιέτσκι (1911-1995), τον οποίο αναφέρει στο βιβλίο του ο κ. Ασλά, στη λαϊκή παράδοση των Ελλήνων της Αζοφικής έχουν διατηρηθεί μέχρι τις ημέρες μας υπολείμματα του αρχαίου πολιτισμού, που κάποτε άνθιζε στη μακρινή τους πατρίδα. Τα χορωδιακά τους τραγούδια θυμίζουν περιγραφές χορών από την 17η ραψωδία της Ομηρικής Ιλιάδας και χαρακτηριστικό των μύθων τους είναι η βυζαντινή χροιά.

ΤΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΑ ΚΑΙ ΤΑ ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ

Πλούσια και πρωτότυπη κατά το περιεχόμενο και τις ιδιαιτερότητες χαρακτηρίζει ο Ασλά την παράδοση των Ελλήνων της Αζοφικής, η οποία συγχρόνως φέρει και την σφραγίδα της ασυνήθιστης και δύσκολης μοίρας τους, η οποία σημαδεύτηκε από την μετανάστευση και τις σχέσεις που ανέπτυξαν εδώ και πολλούς αιώνες με τους Τούρκους, τους Τατάρους, τους Ρώσους και τους Ουκρανούς. Προς τεκμηρίωση της παραπάνω διαπίστωσης ο κ. Ασλά αναφέρει τη μελωδία «Κυρ Μανούλης» η οποία έχει υποστεί αλλαγές σε τέτοιο βαθμό, έτσι ώστε να ακούγεται σαν μοιρολόι, αντί να θυμίζει την μουσική του γνωστού τραγουδιού «Ο Μενούσης» (σ.σ παραδοσιακό τραγούδι από την Θεσπρωτία). Παρατηρεί επίσης ο Ασλά ότι στα παραμύθια οι ρωσικές φράσεις συμπλέκονται με ελληνικές. Τα τραγούδια και τα παραμύθια που έχουν συγκεντρωθεί παρουσιάζουν δύο από τις πέντε διαλέκτους της νέας ελληνικής των Ελλήνων της Αζοφικής. Η πρώτη διάλεκτος ονομάζεται «σαρτάνσκιι» και μιλιέται στα χωριά Σαρτανά, Τσουρμαλίκ και Μακεντόνοβκα. Η δεύτερη διάλεκτος ονομάζεται «ουρζούφ-γιάλτινσκιι» και μιλιέται στα χωριά Ουρζούφ και Γιάλτα. Τα τραγούδια και τα παραμύθια της «ουρζούφ-γιάλτινσκιι» δεν απαντώνται στα υπόλοιπα χωριά και το γλωσσάριο της περιέχει λιγότερους δανεισμούς.

Οι ιδιαίτεροι χοροί, η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας, η ίδρυση είκοσι ελληνόφωνων χωριών και ο διωγμός

Ως προς τους χορούς των Ελλήνων της Αζοφικής ο Ασλά σημειώνει ότι δεν έχουν περιγραφεί από τους ειδικούς. Και αυτό θα είναι δύσκολο να το κάνει κάποιος χορογράφος, επειδή με το πέρασμα του χρόνου χάνεται η πρωτότυπη μορφή τους. Φέρνει δε και ως παράδειγμα το ότι στο χωριό Σαρτανά χορεύουν το «Χαιταρμά» με την ίδια μεν μουσική, αλλά με φιγούρες τελείως διαφορετικές. Σχετικά με τα μουσικά όργανα των Ελλήνων της Αζοφικής ο Ασλά μας γνωστοποιεί ότι είναι τα εξής: γκιμιτσά (βιολί), κλαρίνο, λαβούτα (φλογέρα), νταούλι, νταϊρέ (ντέφι), τλούμπ-ζουρνά (γκάιντα) και τρομπέτα. Τον 20ο αιώνα προστέθηκαν και το μπαϊάν (αρμόνικα) και το ακορντεόν, ενώ παλαιότερα χρησιμοποιούσαν και τον ζουρνά.

Οπως είναι γνωστό ελληνικοί πληθυσμοί κατοικούσαν στην Κριμαία ήδη από τον 6ο αιώνα μ.χ. Το 1778 με απόφαση της Μεγάλης Αικατερίνης 18.394 Ελληνες μεταφέρθηκαν στις ακτές της Αζοφικής θάλασσας. Εκεί στις εκβολές του ποταμού Κάλμιους ίδρυσαν προς τιμήν της Παναγίας την πόλη Μαριούπολη. Η θαυματουργή, ξύλινη και φορητή εικόνα της Παναγίας (φιλοτεχνημένη τον 11ο αιώνα) σώθηκε από τους Τατάρους, αλλά δυστυχώς χάθηκε στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Υπήρχε όμως και άλλη μια εικόνα μεγάλης αξία, αυτή του Αγίου Γεωργίου, η οποία -σύμφωνα πάντα με τον Ασλά- ιδιοποιήθηκε και έως τα τελευταία χρόνια παρουσιαζόταν στο κρατικό μουσείο του Κιέβου ως το «παλαιότερο δείγμα ουκρανικής ζωγραφικής».

Στην ευρύτερη περιοχή ιδρύθηκαν επίσης και είκοσι χωριά. Γενισαλά Κιουτσούκ, Γιάλτα, Καράκουμπα, Ουρζούφ, Σαρτανά, Στήλα, Τσαρδακλή, Τσουρμαλίκ αλλά και ένα που ονομάστηκε Κωνσταντινούπολη ήταν τα ελληνόφωνα χωριά. Συγχρόνως ιδρύθηκαν και χωριά στα οποία κατοικούσαν Τάταροι. Ο πληθυσμός της Μαριούπολης στην αρχή αποτελείτο από ταταρόφωνους, ενώ στη συνέχεια την κατοίκησαν και ελληνόφωνοι. Σταδιακά, αυξάνονταν τα χωριά στα οποία δινόντουσαν ονομασίες όπως: Αθήνα, Χερσονές, Μακεδόνοβκα, Βυζάντιο κ.ά. Στα επίσημα έγγραφα όλοι -ελληνόφωνοι και ταταρόφωνοι-αποκαλούνταν Γραίκοι αλλά στην πραγματικότητα διαιρούνταν σε δύο ίσες περίπου ομάδες, όπως ισχύει έως και σήμερα. Στην μία ομάδα, αυτή των ελληνόφωνων, μιλούν πέντε τοπικές διαλέκτους της νέας ελληνικής γλώσσας και αυτοαποκαλούνται Ρουμέις αλλά και Γραικοέλληνετς. Επίσης, διατηρούν και το παρατσούκλι «Πινδός».

ΓΟΝΙΜΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ

Καθώς περνούσαν τα χρόνια οι ελληνικές κοινότητες άρχισαν να στεριώνουν και να προοδεύουν. Χτίστηκαν εκκλησίες και σχολεία, αναπτύχθηκε το εμπόριο και η αγροτική οικονομία. Το ρωσικό κράτος άρχισε σταδιακά να επιβάλλει την πολιτική αφομοίωσης του ελληνικού στοιχείου και για τον λόγο αυτό το 1859 καταργήθηκε η αυτονομία της Μαριούπολης και το ελληνικό δικαστήριο. Στα τέλη του 19ου αιώνα εμφανίστηκαν τα πρώτα προβλήματα στη διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας αλλά και στην τέλεση της θείας λειτουργίας στα ελληνικά. Μετά τη δημιουργία της Σοβιετικής Ενωσης το τότε καθεστώς παραχώρησε ξανά την αυτονομία στους Έλληνες της Αζοφικής και η δεκαετία 1926-΄36 αποτέλεσε μια γόνιμη περίοδο σε όλους τους τομείς της ζωής τους.

3.470 ΕΚΤΕΛΕΣΕΙΣ

Τον Δεκέμβριο του 1937 συνελήφθη ο δημοφιλής ποιητής Γεώργιος Κοστοπράβ (σ.σ εκτελέστηκε τον Φεβρουάριο του 1938) και ακολούθησε ο διωγμός των Μαριουπολιτών. Στη διάρκεια ενός και μόνο έτους εκδιώχθηκαν 3628 Ελληνες και από αυτούς εκτελέστηκαν 3470! Διαλύθηκαν όλα όσα είχαν σχέση με το ελληνικό πνεύμα και την εθνική ύπαρξη: εκκλησίες, σχολεία, εφημερίδες, περιοδικά. Κάηκαν βιβλία ενώ τα πανηγύρια απαγορεύτηκαν. Το 1978 δημοσιεύεται διάταγμα το οποίο επιτρέπει στις εθνικές μειονότητες να απασχοληθούν με την παράδοση και τον πολιτισμό τους. Η ελληνική κοινότητα της Αζοφικής βρίσκει την ευκαιρία και ιδρύει λαογραφικά μουσεία καθώς και μουσικοχορευτικά συγκροτήματα.

Η «ΜΕΓΑΛΗ ΓΙΟΡΤΗ»

Στην περίοδο της «Περεστρόικα» (1985-1991) αρχίζει η διδασκαλία της ελληνικής γλώσσας, ενώ τον Σεπτέμβριο του 1988 πραγματοποιείται το φολκλορικό φεστιβάλ «Μεγάλη Γιορτή». Μάλιστα, το 1989 γιορτάστηκε για πρώτη φορά στη Μαριούπολη και η επέτειος της Επανάστασης του 1821. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του Υπουργείου Εξωτερικών της Ελλάδας τόσο στην Ανατολική όσο και στη Νότια Ουκρανία ο αριθμός των ελληνικής καταγωγής Ουκρανών πολιτών ανέρχεται σήμερα σε 91.000 άτομα, αν και η Ομοσπονδία Ελληνικών Κοινοτήτων Μαριούπολης εκτιμά ότι είναι πολύ περισσότερα.