Η αξιοποίηση του Σχιστού από την Εκκλησία είναι ίσως η πρώτη ουσιαστική προσπάθεια για ένα έργο που θα αλλάξει την περιοχή. Κατά καιρούς, ακούμε για την ανάγκη έργων, υπάρχουν τα σχετικά κονδύλια σε εθνικά και ευρωπαϊκά προγράμματα αλλά παραμένουν στα αζήτητα, καθώς για την υλοποίηση τους απαιτούνται μελέτες.
Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι στο υπουργείο Εσωτερικών, για την υλοποίηση του προγράμματος “Αντώνης Τρίτσης” είχε διαπιστωθεί το πρόβλημα της έλλειψης μελετών και για τον λόγο αυτό θα έδιναν τη δυνατότητα στους δήμους να συνάπτουν συμβάσεις με ιδιώτες μηχανικούς για γρήγορα αποτελέσματα.
Το ίδιο πρόβλημα, αλλά σε μεγαλύτερο βαθμό, αντιμετωπίζει και το σύνολο των Μητροπόλεων, οι οποίες παραμένουν θεατές σε ό,τι αφορά τη χρηματοδότηση προγραμμάτων για έργα τα οποία θα μπορούσαν να αναβαθμίσουν παλιούς χώρους ή να δημιουργήσουν νέες κοινωνικές δομές.
Μέσα από ειδικά προγράμματα που έχουν σχέση με την αποκατάσταση μνημείων πολιτιστικού και ιστορικού ενδιαφέροντος, αλλά και τη δημιουργία κοινωνικών δομών ή υποδομών ανάπτυξης, οι Μητροπόλεις σε συνεργασία με τις Περιφέρειες, έχουν τη δυνατότητα να ανασυγκροτηθούν.
Τα τελευταία χρόνια το σύνολο των περιφερειών σε όλη τη χώρα και σε συνεργασία με το υπουργείο Πολιτισμού, χρηματοδοτούν έργα αναστήλωσης ναών, μοναστηριών και ιστορικών προσκυνημάτων.
Ωστόσο, έχουν καταγραφεί τεράστια κενά στη κατάθεση μελετών για την ανέγερση γηροκομείων, κέντρων προστασίας για γυναίκες και παιδιά, σχολεία, πολιτιστικά κέντρα, αλλά και κάθε είδους υποδομών, που έχουν σχέση με την κοινωνική προσφορά.
Παράλληλα, δεν υπάρχουν μελέτες και για αναπτυξιακά έργα που θα μπορούσαν να έχουν σχέση με την ενέργεια ή οτιδήποτε που θα προσέφερε τη δυνατότητα στην Εκκλησία να αυξήσει σημαντικά τα έσοδά της και, κατά συνέπεια, το κοινωνικό της έργο.
Σχετικά με την έλλειψη μελετών αλλά και άλλων τεχνικών μέσων, πριν από αρκετό καιρό είχε υπογραφεί σύμβαση μεταξύ του αρχιεπισκόπου Ιερώνυμου, του υπουργείου Ανάπτυξης και της μη κερδοσκοπικής εταιρείας «Δίκτυο Ελληνικών Πόλεων για την Ανάπτυξη» (ΔΕΠΑΝ), σύμβαση με στόχο τη διευκόλυνση των έργων της Εκκλησίας και των Μητροπόλεων.
Κατά την υπογραφή της σύμβασης ο κ. Ιερώνυμος είχε τονίσει ότι “υπάρχουν ιδέες που θέλουμε να υλοποιήσουμε για να συνεχίσουμε να εκπληρώνουμε την αποστολή μας σε ό,τι αφορά την κοινωνική προσφορά και το πνευματικό και μορφωτικό έργο της Εκκλησίας.
Όμως, βρισκόμαστε σε δύσκολη θέση, καθώς σωρεία υποχρεώσεων τεχνικής φύσεως είτε μας αποτρέπουν από τη λήψη της αρχικής αποφάσεως είτε μας εμποδίζουν να συνεχίσουμε τις φιλότιμες προσπάθειες για την υλοποίηση ενός κοινωφελούς έργου. Ιδιαίτερα ο σχεδιασμός έργων από τις Μητροπόλεις της περιφέρειας παραμένει κατά κανόνα μετέωρος υπό το πρόσχημα της ελλείψεως ωριμότητας».
Ο κ.Γεωργιάδης, τότε, είχε εκφράσει την ευχή «η έναρξη αυτής της συνεργασίας να προσφέρει στην Εκκλησία ένα χρήσιμο εργαλείο που έως τώρα της έλειπε, να δημιουργήσει μία οδό διαφυγής από τα αδιέξοδα και να γίνει ένα διευρυμένο πρότυπο συνεργασίας μακρόπνοου σχεδιασμού και της σε βάθος χρόνου συνεργασίας του υπουργείου Ανάπτυξης, του ΔΕΠΑΝ και της Εκκλησίας της Ελλάδος».
Από τότε δεν έχουν καταγραφεί ουσιαστικές προσπάθειες υλοποίησης έργων, με τις περιφέρειες να έχουν τη δυνατότητα να τα χρηματοδοτήσουν μέσα από μια σειρά προγραμμάτων που έχουν στη διάθεσή τους, αλλά όλα καθυστερούν γιατί δεν υπάρχουν ώριμες μελέτες.
Άλλωστε, στην πρόσφατη συνέντευξή του στην “Καθημερινή”, ο ίδιος ο κ. Ιερώνυμος είχε παραδεχτεί ότι η Εκκλησία δεν έχει ούτε ανθρώπους με σχετική εμπειρία ούτε κατάλληλους μηχανικούς.
Με αφορμή τα έργα που σχεδιάζονται στο Σχιστό, Εκκλησία και Πολιτεία ήρθαν πιο κοντά και η “συνάντηση” αυτή μπορεί να εξελιχτεί σε πιλότο για τις μητροπόλεις της χώρας, ώστε να σχεδιάσουν τη δική τους ανάπτυξη, υλοποιώντας έργα για τα οποία, προκειμένου να μην χάνεται πολύτιμος χρόνος, πρέπει να υπάρχουν μελέτες και όραμα.
«Βλέπουμε πόσο ψηλά μπορούμε να φθάσουμε, όταν Πολιτεία και Εκκλησία συνεργάζονται κοινοπρακτικά, ισότιμα και αλληλοπεριχωρητικά για το κοινό καλό και προς όφελος του λαού. Από αυτή τη στάση, ο μεγάλος κερδισμένος θα είναι η πατρίδα μας.
Πατρίδα μας δεν είναι μόνο ο τόπος της ελληνικής επικράτειας, αλλά, κυρίως, όλοι όσοι βρισκόμαστε στο ‘’εμείς’’, όσοι νιώθουμε αυτόν τον τόπο πατρίδα μας», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Ιερώνυμος στην ομιλία του για τη συνεργασία με την κυβέρνηση.
*Αναδημοσίευση από την εφημερίδα “Κιβωτός της Ορθοδοξίας”