Ο Γάλλος που έσωσε τα δημοτικά τραγούδια της νεώτερης Ελλάδος

Ο Κλώντ Σαρλ Φωριέλ, ο φιλέλληνας ακαδημαϊκός, δεν είχε έρθει ποτέ στην Ελλάδα, κατάφερε ωστόσο να συλλέξει σε δύο τόμους ανεκτίμητους μουσικούς θησαυρούς της πατρίδας

Το δημοτικό τραγούδι αποτελεί αναπόσπαστο τμήμα τόσο της νεοελληνικής λογοτεχνίας, όσο και της Ιστορίας. Οι ιστορικές του ρίζες, μπορούν να αναζητηθούν στη βυζαντινή περίοδο, έως και την ύστερη αρχαιότητα. Αποτελεί επομένως ένα απτό μνημείο της συνέχειας του έθνους -κάτι που φυσικά ισχύει αντίστοιχα και για τα δημοτικά τραγούδια άλλων λαών.

Το δημοτικό τραγούδι είναι η έκφραση της λαϊκής ψυχής και στους στίχους του αποτυπώνονται οι χαρές κι οι πίκρες, οι προσδοκίες και οι σκέψεις, που λίγο πολύ έχουν συλλογικό χαρακτήρα, φέρουν τα χαρακτηριστικά της Κοινότητας και εν τέλει του έθνους στην ολότητά του. Άλλωστε και ο ίδιος ο ποιητής δεν είναι ένας επώνυμος δημιουργός, είναι ένας από την κοινότητα, η οποία θα διαμορφώσει εν τέλει το τραγούδι: Ο καθένας που το τραγουδάει, είτε επειδή δεν το θυμάται καλά, είτε επειδή δεν ταιριάζει απόλυτα στη στιγμή που ο ίδιος το βιώνει, το αλλάζει. Κι έτσι στη σύνθεσή του συμμετέχουν πολλοί.

Και βέβαια στα δημοτικά τραγούδια αποτυπώνονται και οι εθνικοί πόθοι του υπόδουλου Γένους, που άλλοτε θρηνεί την Άλωση της πρωτεύουσάς του (πήραν την Πόλη πήραν την, ή αλλοί σ’ εμάς, η Ρωμανία πάρθεν), άλλοτε παρακινούν τα παιδιά να μάθουν γράμματα για να φωτιστεί το Γένος (να μάθει γράμματα πολλά τσαι φρόνιμος να γίνει… να κάμει είκοσι σκολειά μ’ αληθινούς δασκάλους, να μάθουν γράμματα οι φτωχοί ανθρώποι να γενούνε), ή άλλοτε, να εύχονται να ζήσουν την απελευθέρωση του Γένους (Πρώτη σου γέννα νύφη μας, Θεός να τ’ αξιώσει, μέσα στην Κόκκινη Μηλιά τους Τούρκους να ζυγώσει).

ΤΟ ΥΠΟΤΙΜΗΣΑΝ

Ωστόσο, οι λόγιοι της περιόδου της Επαναστάσεως, στο σύνολό τους υποτίμησαν τη σημασία του δημοτικού τραγουδιού, όπως υποτίμησαν και την μεσαιωνική μας Ιστορία και την περίοδο της Οθωμανικής κυριαρχίας.

Ακολουθώντας τα ρεύματα του Διαφωτισμού, έστρεψαν το βλέμμα στην κλασσική αρχαιότητα, την οποία θαύμαζαν οι Ευρωπαίοι, απεμπολώντας ή και περιφρονώντας την ένδοξη βυζαντινή μας κληρονομιά, αλλά και την περίοδο της Τουρκοκρατίας, όταν ο Ελληνισμός έδειξε πραγματικά τις αντοχές του, αφού κατόρθωσε να επιβιώσει κάτω από τόσο αντίξοες συνθήκες και να σταθεί ξανά όρθιος.

Αρκετά χρόνια μετά την δημιουργία του ελληνικού κράτους, εξαιτίας των θεωριών του Φαλμεράγιερ αναγκάστηκαν οι ιστορικοί και οι λαογράφοι μας να ξαναδούν την ιστορική μας συνέχεια για να αντικρούσουν τις απόψεις του Γερμανού ιστορικού και το πέτυχαν, πρωτίστως χάρη στις έρευνες του Κ. Παπαρρηγόπουλου.

Ωστόσο εκείνα τα πρώτα χρόνια, όπως όλη η λαϊκή δημιουργία, έτσι και το δημοτικό τραγούδι είχε σχεδόν περιφρονηθεί από τη διανόηση. Εκείνος που πρώτος κατάλαβε την αξία του Δημοτικού μας τραγουδιού, ήταν ένας Γάλλος, στον οποίον οφείλει πολλά η Ελληνική Λαογραφία αλλά και η Φιλολογία: Ο Κλώντ Φωριέλ.

Η ΚΑΤΑΓΡΑΦΗ

Ο Κλώντ Σαρλ Φωριέλ ήταν Γάλλος ιστορικός, φιλόλογος και ακαδημαϊκός, του οποίου η ακμή συμπίπτει με την Γαλλική Επανάσταση και την Ναπολεόντεια περίοδο. Εκείνο που κυρίως τον έκανε γνωστό στην Ελλάδα, ήταν η συλλογή των ελληνικών δημοτικών τραγουδιών που συγκέντρωσε και δημοσίευσε σε δύο τόμους, με τον τίτλο Δημοτικὰ τραγούδια τῆς Νεώτερης Ἑλλάδος.

Σημειωτέον ότι ο ίδιος ποτέ δεν είχε έλθει στην Ελλάδα! Τις πληροφορίες του για τα ήθη και τα έθιμα, την καθημερινή ζωή και τα δημοτικά τραγούδια της Ελλάδας τις συνέλεξε από Έλληνες της διασποράς, τεχνίτες, επαγγελματίες, από τις παροικίες της Τεργέστης και της Βενετίας, που είχε επισκεφθεί και από διάφορες άλλες περιοχές. Αναφέρει χαρακτηριστικά στον πρόλογο του έργου του: «Η συλλογή που παρουσιάζω είναι η πρώτη που δημοσιεύεται. Πρόκειται για μια εξαιρετική εύνοια της τύχης, που δεν περίμενα».

ΕΚΔΟΣΗ-ΣΤΑΘΜΟΣ

Ο Ομότιμος Καθηγητής Λαογραφίας του Τμήματος Φιλολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του ΕΚΠΑ κ. Μηνάς Αλεξιάδης, επισημαίνει ότι η έκδοση του Φωριέλ υπήρξε σταθμός από φιλολογικής και πολιτικής σκοπιάς την περίοδο της Επαναστάσεως, διότι άσκησε μεγάλη επίδραση στο ρεύμα του Φιλελληνισμού.

Ο λαογράφος Δημήτρης Λουκάτος υπογραμμίζει ότι το έργο του Φωριέλ βοήθησε την Ελληνική Επανάσταση ίσως σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από κάθε υλική βοήθεια από το εξωτερικό. Εν αντιθέσει προς τους άλλους Φιλέλληνες, που είχαν στραμμένο το βλέμμα στην Ελλάδα του 5ου π. Χ. αιώνα, ο Φλωριέλ -χωρίς να τρέφει λιγότερο θαυμασμό για την κλασσική αρχαιότητα- αντιλαμβάνεται και επισημαίνει τη συνέχεια του Ελληνικού Έθνους.

Στα προλεγόμενα του βιβλίου του φαίνεται ολοκάθαρα, όπως υπογραμμίζει ο κ. Γιώργος Ν. Παπαθανασόπουλος, ότι είχε απόλυτη επίγνωση της υποτιμητικής στάσης των Ευρωπαίων λογίων προς τους Έλληνες της εποχής τους.

Γράφει συγκεκριμένα ο Φωριέλ: «Τετρακόσια και πλέον χρόνια οι λόγιοι της Ευρώπης δεν ομιλούν περί Ελλάδος παρά δια να επισκεφτούν τα ερείπιά της, θα έλεγον σχεδόν την σκόνην των πόλεών της και των ναών της, … Ως προς τα επτά ή οκτώ εκατομμύρια ανθρώπων, βέβαια και ζωντανά υπολείμματα του αρχαίου λαού αυτής της γης, η οποία υπερβολικά ηγαπήθη, συμβαίνει κάτι το τελείως αντίθετον.

Οι λόγιοι δεν τους υπελόγιζαν ή εάν ωμιλούσαν περί αυτών, το έπραξαν παρέργως και δια να τους χαρακτηρίσουν ως μίαν φυλήν αξιοκαταφρόνητον, παρηκμασμένην εις σημείον, ώστε να μη αξίζη παρά την περιφρόνησιν ή τον οίκτον των πολιτισμένων ανθρώπων. Θα παρεσύρετο κανείς, εάν ελάμβανε σοβαρώς υπ’ όψιν της μαρτυρίας των περισσότερων εξ αυτών των λογίων, να θεωρήση τους σύγχρονους Έλληνας ως κάτι το ανάρμοστον και βέβηλον, το οποίον κακώς ευρίσκεται εις το μέσον των ιερών ερειπίων της αρχαίας Ελλάδος, διά να καταστρέψη το θέαμα και την εντύπωσιν των πολυμαθών θαυμαστών της χώρας, οι οποίοι την επισκέπτονται από καιρού εις καιρόν».

Ιδιαίτερη σημασία έχει η αναφορά του Φωριέλ στο κλέφτικο τραγούδι. Θεωρεί ότι θα είχε ιδιαίτερο ιστορικό ενδιαφέρον μια συλλογή των κλέφτικων τραγουδιών από τότε που το όνομα κλέφτης δήλωνε τους ανυπότακτους Έλληνες που αγωνίζονταν για την ανεξαρτησία του έθνους τους. Πιστεύει ότι κάτι τέτοιο θα καταδείκνυε, από τα πρώτα ήδη χρόνια του οθωμανικού ζυγού, την ύπαρξη και παρουσία μιας άλλης, κατατρεγμένης Ελλάδας στα βουνά, άξια θυγατέρα της αρχαίας.

ΕΛΥΤΗΣ: «Η ΓΛΩΣΣΑ ΚΟΥΒΑΛΑΕΙ ΤΗΝ ΨΥΧΗ ΤΟΥ ΛΑΟΥ ΜΑΣ»

Συμπερασματικά, δεν μπορεί κανείς παρά να συμφωνήσει με την εκτίμηση του Καθηγητή κ. Αλεξιάδη ότι το έργο του μεγάλου αυτού Φιλέλληνα είναι ο θεμέλιος λίθος στην έρευνα της δημοτικής μας ποίησης.

Και απέδειξε, όπως τονίζει ο Ροζέ Μιλλιέξ, ότι «το Ελληνικό Έθνος δεν πολεμάει μόνο με απαράμιλλο αρχαιοπρεπές θάρρος, αλλά έχει κιόλας πίσω του, εδώ και μερικούς αιώνες, μια πλούσια, αν και σχετικά πρόσφατη παιδεία που εκφράζεται στη λαϊκή του γλώσσα, έναν πραγματικά καθημερινό νεοελληνικό πολιτισμό».

Τη διαπίστωση αυτή του Μιλλιέξ θα διατυπώσει με άλλα λόγια ο Οδυσσέας Ελύτης κατά την απονομή του βραβείου Νόμπελ: «Είμαστε οί μόνοι σ΄ όλόκληρη τήν Εύρώπη πού έχουμε τό προνόμιο νά λέμε τόν ούρανό “ούρανό” καί τή θάλασσα “θάλασσα” όπως τήν έλεγαν ό Όμηρος καί ό Πλάτωνας πρίν δυόμιση χιλιάδες χρόνια. Δέν είναι λίγο αύτό. Ή γλώσσα δέν είναι μόνον ένα μέσον έπικοινωνίας. Κουβαλάει τήν ψυχή τού λαού μας κι όλη του τήν ίστορία καί όλη του τήν εύγένεια».

Γιάννης Ζαννής

*Αναδημοσίευση από την εφημερίδα “Ορθόδοξη Αλήθεια”