Ο φιλομαθής Πατριάρχης που ανόρθωσε την παιδεία του Γένους

Ο Πατριάρχης Ιερεμίας Β ο Τρανός έζησε και έδρασε σε μια ταραγμένη για το Γένος εποχή, στην οποίαν έθεσε ανεξίτηλη τη σφραγίδα του.

Γεννήθηκε στην Αγχίαλο πιθανότατα το 1536. Την προσωνυμία Τρανός την έλαβε εξαιτίας του μεγαλόπνοου έργου του σε εθνικό και εκκλησιαστικό επίπεδο.

Δάσκαλοί του, σε μια εποχή που η παιδεία σπάνιζε, υπήρξαν ο Ιερόθεος Μονεμβασίας, ο Αρσένιος Τυρνόβου, ο Ματθαίος ο Κρητικός και ο Δαμασκηνός Ναυπάκτου. Το 1568 εξελέγη Μητροπολίτης Λαρίσης.

Το 1572, στις 5 Μαΐου, εξελέγη Οικουμενικός Πατριάρχης, στη θέση του Μητροφάνη Γ΄, που εκθρονίστηκε.

Το 1579 ο Μητροφάνης επανήλθε στον Θρόνο, αλλά το επόμενο έτος πέθανε και ο Ιερεμίας ανακηρύχθηκε πάλι Πατριάρχης. Η προσωπικότητα και το έργο του κίνησαν τον φθόνο κάποιων συνεπισκόπων του, που τον κατηγόρησαν στην Πύλη ότι ασκούσε προσηλυτιστικό έργο και μετέστρεψε πολλούς γενίτσαρους καθώς και πολλές τουρκάλες στον Χριστιανισμό.

Εξέπεσε τότε του αξιώματός του και εξορίστηκε στη Ρόδο, αλλά το 1586 επανήλθε στον Θρόνο, όπου παρέμεινε μέχρι την κοίμησή του, το 1595.

Η συμβολή του στην ανόρθωση της Παιδείας του Γένους, μπορεί να χαρακτηριστεί καθοριστική, για όλη τη μετέπειτα πορεία του υπόδουλου Ελληνισμού. Η παιδεία του υποδούλου Γένους, βρισκόταν σε άθλια κατάσταση κατά την περίοδο εκείνη, ήταν σχεδόν ανύπαρκτη:

Στους νάρθηκες των εκκλησιών, τα παιδιά διδάσκονταν από τους ιερείς ή τους μοναχούς τα λίγα «κολλυβογράμματα» με το Οκτωήχι και το Ψαλτήρι, ενώ η μόνη ανώτατη Σχολή ήταν η Μεγάλη του Γένους Σχολή.

Ο Πατριάρχης Ιερεμίας, άνδρας φιλομαθής και εραστής των Θείων Γραφών, επιδόθηκε στη μελέτη της Αγίας Γραφής, της διδασκαλίας των Πατέρων, αλλά και της θύραθεν παιδείας και δεν έπαυε να κηρύσσει τον λόγο του Θεού στο ποίμνιό του.

Με τη βοήθεια σημαντικών λογίων που συγκέντρωσε γύρω του, άρχισε το έργο της ανόρθωσης της παιδείας σε όλες τις βαθμίδες, ενώ οι συντεχνίες των Ρωμηών (τα λεγόμενα ρουφέτια ή συνάφια), ανταποκρίθηκαν στο κάλεσμά του και στήριξαν οικονομικά την προσπάθεια.

Το 1593 συγκαλείται Σύνοδος, η οποία ορίζει να μεριμνήσουν οι Μητροπολίτες για την ίδρυση σχολείων, για να διδάσκονται τα ιερά γράμματα και να βοηθήσουν όσο ήταν δυνατόν και εκείνους που είχαν τη δυνατότητα να αναλάβουν το έργο της διδασκαλίας, και όσους επιθυμούσαν να μάθουν γράμματα.

Έτσι, με τις πρωτοβουλίες του Ιερεμία, άρχισε η ίδρυση των Σχολών στη Σμύρνη, τη Χίο, τις Κυδωνίες, τα Γιάννενα, την Πάτμο, αλλά και πολλές άλλες πόλεις: Φιλιππούπολη, Αδριανούπολη, Σωζόπολη, Αγχίαλο, Θεσσαλονίκη, Καλλίπολη, Κοζάνη και πολλές ακόμη.

Οι προκλήσεις

Εξίσου ουσιαστική είναι και η συμβολή του στα εκκλησιαστικά ζητήματα και τις προκλήσεις που παρουσιάστηκαν στην εποχή του. Από την ενθρόνισή του ήδη, προσπάθησε (και εν πολλοίς κατόρθωσε) να επαναφέρει την κανονική τάξη στη λειτουργία των θεσμών, αγωνίστηκε για την οικονομική στήριξη του Πατριαρχείου, προχώρησε σε σημαντικές μεταρρυθμίσεις στην εκκλησιαστική διοίκηση και υποστήριξε σταθερά και αμετακίνητα την προσήλωση της καθ’ ημάς Ανατολής στη Ορθόδοξη Πίστη, τόσο απέναντι στους Παπικούς, όσο και απέναντι στους Προτεστάντες.

Το 1588 περιόδευσε στην Ρωσία, όπου, υπό την πίεση του Τσάρου, αναγνώρισε την Μητρόπολη Μόσχας ως Πατριαρχείο, χορηγώντας «χρυσόβουλλο» (μολονότι το χρυσόβουλλο ήταν προνόμιο μόνο των Βυζαντινών αυτοκρατόρων, αλλά πιθανόν με την χρήση του όρου, ήθελε να επισημάνει ότι ο πρώτος τη τάξει Θρόνος παρέμενε πάντοτε η Κωνσταντινούπολη).

Ο Πατριάρχης Ιώβ δεσμεύθηκε ότι το νεοσύστατο Πατριαρχείο, που αναγνωρίστηκε από την Σύνοδο της Κωνσταντινουπόλεως ως το πέμπτο κατά την τάξη, θα αναγνώριζε πάντοτε ως κεφαλή της Ορθοδοξίας το Οικουμενικό Πατριαρχείο.

Μέτρα πάταξης της Σιμωνίας

Υπήρξε ιδιαίτερα αυστηρός στο ζήτημα της Σιμωνίας και έλαβε εξ’ αρχής αυστηρότατα μέτρα για την πάταξή του.

Όπως αναφέρει ο Μανουήλ Μαλαξός, «Ζήλῳ θείῳ κινηθεὶς, ἠθέλησε νὰ ὀρθοτομήσῃ τὴν Ἐκκλησίαν τοῦ Χριστοῦ, ὡς Αὐτοῦ μιμητής, ἤγουν νὰ εὐγάλῃ καὶ νὰ ξεῤῥιζώσῃ παντάπασι τὸ κακὸν δένδρον, τὸ σεσαπημένον τῆς κολάσεως, νὰ κόψῃ τοὺς κλάδους καὶ τὸ δένδρον, καὶ τὴν ῥίζαν νὰ ἐξανασπάσῃ καὶ νὰ τὴν ἐκάψῃ εἰς τὴν φωτίαν, νὰ μηδὲν φαίνεται παντάπασιν, οὐδὲ νὰ φυτευθῇ πλέον· λέγω τὸ παρανομώτατον καὶ διαβολικὸν ἔργον, τὸ Σιμωνιακόν».

Στη Σύνοδο της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας που συνεκλήθη υπό την προεδρία του Πατριάρχη Ιερεμία, αποφασίστηκε η αυστηρή εφαρμογή του εικοστού ένατου Αποστολικού Κανόνα, που ορίζει, σε περίπτωση Σιμωνίας, την καθαίρεση του χειροτονημένου που εξαγόρασε με χρήματα το ιερατικό αξίωμα, καθώς και του επισκόπου που χειροτόνησε έναν τέτοιο κληρικό.

Το κίνημα της «Μεταρρύθμισης» και οι «επικρίσεις» του στις διαμαρτυρίες που εξέφραζαν οι θεολόγοι της Τυβίγγης

Λίγες δεκαετίες πριν την Πατριαρχία του Ιερεμία Β΄, κάνει την εμφάνισή του το θρησκευτικό κίνημα της λεγόμενης «Μεταρρύθμισης».

Συγκεκριμένα, στη Γερμανία το 1517, στις 31 Οκτωβρίου, ο Μαρτίνος Λούθηρος συνέταξε τις 95 «Θέσεις» του και τις θυροκόλλησε στην είσοδο της μητρόπολης της Βιτεμβέργης. Σ’ αυτές καταδίκαζε την απόλυτη εξουσία και το «αλάθητο» του Πάπα, καθώς και άλλες κακοδοξίες και υπερβάσεις της παπικής εξουσίας.

Την εποχή εκείνη, στον Οικουμενικό Θρόνο ήταν ο Πατριάρχης Ιωάσαφ Β. Μη μπορώντας να αντλήσει ακριβείς πληροφορίες για τα τεκταινόμενα, έστειλε στην Γερμανία τον Διάκονο του Πατριαρχείου Δημήτριο Μυσό, προκειμένου να διακριβώσει τι ακριβώς πρέσβευαν οι Προτεστάντες.

Ο Φίλιππος Μελάγχθων (Γερμανός λόγιος και θεολόγος, εκ των ηγετών της Λουθηρανικής  εκκλησιαστικής  Μεταρρύθμισης, φίλος και συνεργάτης του Λούθηρου) ξενάγησε εγκάρδια τον εκπρόσωπο του Οικουμενικού Πατριαρχείου, του εξέθεσε τις απόψεις των Μεταρρυθμιστών και έστειλε μέσω αυτού στον Πατριάρχη το κείμενο της Αυγουσταίας Ομολογίας (ένα κείμενο που αποτελεί την κύρια ομολογία πίστεως των Λουθηρανών και στο οποίο εκτίθενται επακριβώς τα δόγματα της Μεταρρυθμίσεως).

Το κείμενο συνοδευόταν και από μια επιστολή του Μελάγχθονα, στην οποίαν υποστήριζε ότι οι Διαμαρτυρόμενοι τηρούσαν ακριβώς την ορθή πίστη και καλούσε τον Προκαθήμενο της Ορθόδοξης Εκκλησίας να μην πιστεύει στις συκοφαντίες των Ιησουιτών σε βάρος των οπαδών της Μεταρρύθμισης.

Ο Ιωάσαφ δεν απάντησε στην επιστολή, άκουσε όμως προσεκτικά τις πληροφορίες που του μετέφερε ο Μυσός.

Όταν ανήλθε ο Ιερεμίας στον θρόνο, οι θεολόγοι της Τυβίγγης ανακίνησαν τον διάλογο και προχώρησαν ένα βήμα παραπέρα, θέτοντας ζήτημα ενώσεως των εκκλησιών.

Όμως ο βαθύτατα Ορθόδοξος Πατριάρχης, που είχε διακρίνει τις κακοδοξίες τους, απάντησε ευγενικά και συνετά, αλλά αποφασιστικά, επισημαίνοντας τα τρωτά σημεία.

Αυγουσταία ομολογία

Οι θεολόγοι της Τυβίγγης, σε μια προσπάθεια να πείσουν τον Ιερεμία, απέστειλαν και πάλι το κείμενο της Αυγουσταίας Ομολογίας. Όμως ο Πατριάρχης, αφού για μιαν ακόμα φορά επεσήμανε τους νεωτερισμούς των Διαμαρτυρομένων, συσκέφθηκε με τους λογίους στην Κωνσταντινούπολη, ιδιαίτερα τον Χιώτη ιατροφιλόσοφο Λεονάρδο Μινδόνιο, και απέστειλε στους Διαμαρτυρομένους θεολόγους της Τυβίγγης τις «επικρίσεις» του επί του κειμένου.

Στις «επικρίσεις» αυτές, που αναπτύσσονται σε εικοσιένα κεφάλαια, ο σοφός Πατριάρχης ελέγχει εκτενώς την Αυγουσταία Ομολογία, ως κείμενο που αντίκειται στις Ιερές Παραδόσεις της Εκκλησίας, οι οποίες εκπηγάζουν από την Αγία Γραφή και τις Οικουμενικές Συνόδους.

Επισημαίνει δε, ότι δεν είναι επιτρεπτό, ούτε ασφαλές πνευματικά, να στηρίζεται κάποιος σε δικές του ερμηνείες για τα ρητά της Αγίας Γραφής. Το ορθό και ασφαλές, είναι να ερμηνεύονται με βάση τα όσα θέσπισαν οι Άγιες Οικουμενικές Σύνοδοι, που συγκροτήθηκαν εν Αγίω Πνεύματι, απαρτιζόμενες από θεολόγους δόκιμους στα της ευσεβείας.

Κίνδυνος παρέκκλισης

Αλλιώς, υπογραμμίζει, υπάρχει ο κίνδυνος παρέκκλισης από την διδασκαλία του Ευαγγελίου και την αληθινή σοφία και φρόνηση. Και τότε οι αυτοσχέδιες και άγευστες Αγιοπνευματικής Χάριτος ερμηνείες, μπορούν να οδηγήσουν την διάνοια των ερμηνευτών σε μιαν άσκοπη περιπλάνηση -και εν τέλει στην πλάνη.

Διότι, συνεχίζει την απάντησή του ο Ορθοδοξώτατος Πατριάρχης, εκείνος που απορρίπτει τους Ιερούς Κανόνες και καταφέρεται με αναίδεια κατά των Αγίων Αποστόλων, δεν μπορεί να έχει κοινωνία με την Εκκλησία.

Και υπογραμμίζει αιχμηρά: «Ὁ λέγων παρὰ τὰ διατεταγμένα, κἄν ἀξιόπιστος ᾖ, κἂν παρθενεύῃ, κἂν σημεῖα ποιῇ, κἂν προφητεύῃ, οὗτος λύκος προβατόσχημος ἄντικρυς, φθορὰν προβάτων κατεργαζόμενος».

Στήριξε την πατρώα πίστη

Ο Πατριάρχης Ιερεμίας Β΄ αναχώρησε από τον κόσμο αυτό το 1795. Το έργο που επετέλεσε υπήρξε τεράστιο, παρ’ όλες τις αντιξοότητες και δυσκολίες της εποχής, που θυμίζουν έντονα τα λόγια του Αποστόλου Παύλου: «ἔξωθεν μάχαι, ἔσωθεν φόβοι… κινδύνοις ἐκ γένους, κινδύνοις ἐξ ἐθνῶν, κινδύνοις ἐν πόλει, κινδύνοις ἐν ἐρημίᾳ, κινδύνοις ἐν ψευδαδέλφοις… χωρὶς τῶν παρεκτὸς ἡ ἐπίστασίς μου ἡ καθ’ ἡμέραν, ἡ μέριμνα πασῶν τῶν ἐκκλησιῶν».

Η περιγραφή αυτή του Αποστόλου, ισχύει εν πολλοίς και για τον Πατριάρχη Ιερεμία, ο οποίος επρόκειτο μέσα από τις συμπληγάδες των χρόνων εκείνων να στηρίξει την Πατρώα πίστη και να ανορθώσει εκ του μη όντος την παιδεία του υποδούλου Γένους, γενόμενος αληθώς Αρχιερέας Θεού και πρόμαχος της Ορθοδοξίας.

Γιάννης Ζαννής

*Το κείμενο δημοσιεύθηκε αρχικά στην εφημερίδα “Ορθόδοξη Αλήθεια”