Την Τρίτη 7 Σεπτεμβρίου το απόγευμα ο Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων χοροστάτησε στον Πανηγυρικό Εσπερινό και κήρυξε τον θείο λόγο στον πανηγυρίζοντα Ιερό Ναό Γενεσίου της Θεοτόκου Καλοχωρίου.
Ο κ. Παντελεήμων στην ομιλία του ανέφερε μεταξύ άλλων:
«Σήμερον καρπογονείν η χάρις απάρχεται, εμφανίζουσα τω κόσμω Θεού Μητέρα».
Πρώτη Θεομητορική εορτή η εορτη του Γενεσίου της Υπεραγίας Θεοτόκου και η Εκκλησία μας εορτάζει το θαυμαστό γεγονος της γεννήσεως της Υπεραγίας Θεοτόκου. Και είναι θαυμαστό το γεγονος αυτό, διότι η Παναγία Παρθένος γεννήθηκε ανατρέποντας τους όρους της φύσεως. Γεννήθηκε από μία μητέρα που επί χρόνια παρακαλούσε τον Θεό να της χαρίσει ένα παιδί και βρισκόταν ήδη σε προχωρημένη ηλικία, ώστε φυσιολογικά ήταν πλέον αδύνατο να αποκτήσει παιδί.
Σ᾽ αυτήν ακριβώς τη χρονική στιγμη, που ήταν ανθρωπίνως αδύνατη η γεννηση ενός παιδιού, γεννάται αυτή που επρόκειτο να γίνει η Μητέρα του Θεού. Γεννάται ως καρπός της χάριτος του Θεού που επεμβαίνει με θαυμαστό και υπέρλογο τρόπο και πραγματοποιεί το αδύνατον παρ᾽ανθρώποις.
Όμως η ενέργεια της θείας χαριτος δεν αφορά μόνο τη λύση της στειρωσεως της αγίας Θεοπρομήτορος Άννης και τη γέννηση της Παναγίας Παρθένου. Η Υπεραγία Θεοτοκος δεν είναι μόνον καρπός της θείας χάριτος, γιατί γεννάται με την επέμβασή της, αλλά γιατί στο πρόσωπό της η θεία χάρη θέλει να δείξει σε όλους τους ανθρώπους πως είναι ο κεχαριτωμένος άνθρωπος, ο άνθρωπος που έχει τη χάρη του Θεού και πορεύεται με αυτήν στη ζωή του.
Από την ημέρα κατά την οποία ο Αδάμ και η Εύα παρήκουσαν την εντολή του Θεού και εκδιώχθηκαν από τον παράδεισο, οι άνθρωποι ζούσαν όχι μόνο μακριά από τον Θεό αλλά και στερημένοι της θείας χάριτος. Η γέννηση όμως της Υπεραγίας Θεοτόκου με την επέμβαση της θείας χάριτος αποτελεί την απαρχη μιάς νέας περιόδου στη ζωή του ανθρωπίνου γένους. Η θεία χάρη δεν επεμβάνει μόνο για να πραγματοποιήσει την επιθυμία και την παράκληση των ευσεβών γονέων της Θεοτόκου, των αγίων Ιωακείμ και Άννης, αλλά και να εγκαινιάσει στο πρόσωπο της Παναγίας Παρθένου το έργο της θείας προνοίας για τη σωτηρία των ανθρωπων.
«Σήμερον καρπογονείν η χάρις απάρχεται, εμφανίζουσα τω κόσμω Θεού Μητέρα».
Αν η πρώτη Εύα, η μητέρα του ανθρωπίνου γένους παρήκουσε την εντολή του Θεού και παρασύρθηκε στην αμαρτία, απομακρυνόμενη από τον Θεό και απομακρύνοντας μαζί της όλους τους ανθρώπους, η νέα Εύα, η Υπεραγία Θεοτόκος, που γεννάται ως καρπός της θείας χάριτος, αναδεικνύεται Μητέρα του Θεού, ο οποίος δείχνει δι᾽ Αυτής σε όλο το ανθρώπινο γένος σε τι ύψος πνευματικό μπορεί να φθάσει ο χοικός άνθρωπος διά της χάριτος του Θεού και τι μπορεί να επιτύχει δι᾽ αυτής.
Γι᾽ αυτό και η Εκκλησία μας δεν προβάλλει και δεν τιμά το Γενέσιο της Υπεραγίας Θεοτόκου μόνο ως το θαυμαστό γεγονός της γεννήσεως της Παναγίας Παρθένου που αξιώθηκε να γίνει Μητέρα του Θεού, αλλά και τιμά και την Παναγία ως το πρότυπο του νέου ανθρωπου, του κατά Θεόν ανθρώπου, του ανθρώπου που ζει και ενεργεί με τη χάρη του Θεού.
Ποια είναι όμως τα χαρακτηριστικα γνωρίσματα του ανθρώπου που έχει τη χάρη του Θεού στη ζωή του; Μας τα υποδεικνύει η Υπεραγία Θεοτόκος με τη ζωή της.
Το πρώτο είναι η προσευχή. Η Παναγία μας γεννήθηκε μέσα στην προσευχή, την προσευχή των ευσεβων γονέων της, των αγίων Θεοπατόρων Ιωακείμ και Άννης, και την προσευχή τους τη συνέχισε και η ίδια κατά την παραμονή της στα Άγια των Αγίων αλλά και σε όλη την υπόλοιπη ζωή της μέχρι την Κοίμησή της. Η προσευχή, η επικοινωνία δηλαδή με τον Θεό, είναι αυτή που ανοίγει τον δίαυλο της θείας χάριτος, γιατί ο άνθρωπος που την ζητά, την λαμβάνει, όταν και όποτε ο Θεός κρίνει ότι είναι προς το συμφέρον του.
Το δεύτερο χαρακτηριστικό είναι η ταπείνωση. «Ταπεινοίς δίδωσι χαριν» ο Θεός, λέγει η Αγία Γραφή. Και η Υπεραγία Θεοτόκος διακρίθηκε για την ταπείνωσή της. Ποτέ δεν επεδίωξε τιμές και δόξες, ποτέ της δεν καυχήθηκε ότι αυτή ήταν η Μητέρα του Θεού. Ζούσε μέσα στην ταπείνωση, γι᾽ αυτό και ο Θεός όχι μόνο της έδωσε τη χάρη του αλλά και την αξίωσε να γίνει Μητέρα του ως «κεχαριτωμένη» περισσότερο από κάθε άλλη γυναίκα στον κόσμο.
Και το τρίτο χαρακτηριστικό είναι η υπακοή στο θέλημα του Θεού. Η Υπεραγία Θεοτόκος ταύτισε το θελημα της με το θέλημα του Θεού και ήταν πάντοτε υπάκουη στις εντολές του, υπάκουη και όταν της εμπιστεύθηκε τη μεγάλη αποστολη, να γίνει συνεργάτις του Θεού στη σωτηρία των ανθρώπων. Η απάντησή της «ιδού η δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου», δεν ήταν μία ευκαιριακή απάντηση, αλλά ήταν ο τρόπος με τον οποίο ζούσε και πολιτευόταν η Υπεραγία Θεοτόκος.
Τιμώντας και εμείς σήμερα το Γενέσιό της, ας προσπαθήσουμε να μιμηθούμε τα τρία αυτά χαρακτηριστικά της Παναγίας μας, της Κυριας Θεοτόκου, την προσευχή, την ταπείνωση και την υπακοή, για να έχουμε τη χάρη του Θεού στη ζωή μας και να αξιωθούμε διά των πρεσβειών της και της σωτηρίας μας, διότι τότε μόνο θα τιμήσουμε πραγματικά την Παναγία μας. Γιατί μάθαμε να τρέχουμε καμιά φορά στις εκκλησίες, να ανάβουμε τα κεριά, να πηγαίνουμε τα πρόσφορα, αλλά η ζωή μας απέχει, απέχει από τη ζωή της Παναγίας, από τη ζωή των αγίων.
Αν πράγματι θέλουμε να τους τιμήσουμε, να ξέρουμε ότι η μεγαλύτερη τιμή είναι η ζωή μας να ταυτίζεται με τη ζωή της Υπεραγίας Θεοτόκου και των αγίων. Διότι και αυτοί ήταν άνθρωποι σαν και μας, και αυτοί είχαν πειρασμούς και αυτοί είχαν δυσκολίες, όμως με την ταπείνωση και με τη σχέση με τον Θεό, κατόρθωσαν να τα υπερπηδήσουν όλα αυτά και να ζήσουν την εν Χριστώ ζωή. Έτσι και εμείς, λοιπόν, αν θέλουμε πράγματι να τιμήσουμε την Παναγία μας, ας προσπαθήσουμε να ομοιάσουμε τη ζωή της».