Ιερός Ναός Αγίου Γεωργίου (Ροτόντα)

Ο ιερός ναός του Αγίου Γεωργίου, γνωστός και ως Ροτόντα, βρίσκεται στο ανατολικό τμήμα του ιστορικού κέντρου της Θεσσαλονίκης. Ο επισκέπτης τον συναντά πάνω από την Καμάρα, ανεβαίνοντας την οδό Δ. Γούναρη.

Την ονομασία Ροτόντα την οφείλει στο κυκλικό του σχήμα. Πρόκειται ένα από τα αρχαιότερα και εντυπωσιακότερα μνημεία της Θεσσαλονίκης, στο οποίο αποτυπώνονται όλες οι ιστορικές φάσεις της πόλης. Κτίστηκε στα χρόνια του καίσαρα Γαλερίου (250-311 μ.Χ.) αποτελώντας τμήμα του ανακτορικού συγκροτήματος, και κοινό στοιχείο για όλες τις περιόδους ήταν η χρήση της ως ιερός χώρος.

Το κυκλικό οικοδόμημα, διαμέτρου 24μ, στεγάζεται με θόλο που φτάνει σε ύψος τα 30μ. Ο κυλινδρικός τοίχος έχει πάχος 6,30μ. και εσωτερικά διασπάται σε οκτώ ορθογώνιες κόγχες, από τις οποίες η νότια αποτελούσε την κύρια είσοδο.

Αρχικά ήταν ιερό των Καβείρων, χθονίων θεοτήτων, ή του Δία, προστάτη του Διοκλητιανού και του Γαλερίου. Παλαιότερα είχε θεωρηθεί ότι ίσως αποτελούσε τον τάφο του Γαλερίου, άποψη η οποία πλέον δεν ευσταθεί, αφού το μαυσωλείο του (τάφος) βρέθηκε στη Ρωμυλιανή της Σερβίας.

Κατά την παλαιοχριστιανική περίοδο, γύρω στα μέσα του 5ου αιώνα, η Ροτόντα μετατρέπεται σε εκκλησία αφιερωμένη στους Αρχαγγέλους, ενώ το σημερινό της όνομα (Ι.Ν. Αγίου Γεωργίου) το έλαβε από παρακείμενο ναΐσκο του Αγίου Γεωργίου.

Κατά την οθωμανική περίοδο (1430-1912) και συγκεκριμένα από το 1525-1590, λειτουργούσε ως μητροπολιτικός ναός, με την ονομασία Παλαιά Μητρόπολις, Eski Metropol, όπως αναφέρεται σε τουρκικές πηγές. Αμέσως μετά (1590-1591) μετατράπηκε σε τζαμί με την ονομασία Χορτατζή Σουλεϊμάν Εφέντη τζαμί (Hortaci Süleyman Efendi Camii). Με την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης το έτος 1912 και έως το 1920 χρησιμοποιήθηκε ξανά ως χριστιανικός χώρος λατρείας. Ο σεισμός που έπληξε την πόλη της Θεσσαλονίκης το 1978 προξένησε σοβαρές βλάβες στο ναό και ακολούθησαν σημαντικές εργασίες αποκατάστασης. Σήμερα ο ιερός ναός του Αγίου Γεωργίου, η Ροτόντα, αποτελεί έναν από τους πιο σημαντικούς αρχαιολογικούς χώρους της πόλης.

Παρά τις διαρκείς αλλαγές στη χρήση του, το μνημείο διατήρησε πάντα το κυκλικό σχήμα του. Κατά τον 5ο αιώνα, προκειμένου το μνημείο να χρησιμοποιηθεί ως εκκλησία προστέθηκε στα ανατολικά αψίδα και διαμορφώθηκε το Ιερό Βήμα. Στη δυτική πλευρά προστέθηκε ο νάρθηκας με τη νέα είσοδο.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον έχουν τα εξαιρετικής ποιότητας ψηφιδωτά, που θεωρούνται τα ωραιότερα της παλαιοχριστιανικής περιόδου. Από τον σωζόμενο διάκοσμο στον θόλο προκύπτει ότι απεικονίζεται το θέμα της Δευτέρας Έλευσης του Χριστού. Καλύτερα διατηρούνται στο κάτω μέρος οι άγιοι, οι οποίοι προβάλλονται μπροστά από αρχιτεκτονικό σκηνικό. Στις καμάρες των κογχών απεικονίζονται διακοσμητικά θέματα.

Στο τεταρτοσφαίριο της κόγχης του Ιερού Βήματος σώζεται η τοιχογραφία της Ανάληψης του Χριστού, που χρονολογείται το β΄ μισό του 9ου αιώνα.

Τέλος, εμφανείς είναι ακόμη οι παρεμβάσεις της οθωμανικής περιόδου (μιναρές και σιντριβάνι στη δυτική πλευρά), όταν το μνημείο χρησιμοποιήθηκε ως τζαμί.