Ιερά Μονή Αγίας Αικατερίνης Θεοβαδίστου Όρους Σινά

Της Δήμητρας Παναγοπούλου

Η Ιερά Μονή του Σινά είναι η παλαιότερη χριστιανική μονή, αλλά και ένα από τα σημαντικότερα προσκυνήματα στον κόσμο.

Πρόκειται, σύμφωνα με μαρτυρίες, για ένα από τα παλαιότερα και σημαντικότερα προσκυνήματα στον κόσμο μαζί με εκείνη του Αγίου Αντωνίου κοντά στο Κάιρο και είναι χτισμένη στις παρυφές του Όρους Σινά, στην ομώνυμη χερσόνησο.

Η Μονή αποτελεί Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς της UNESCO. Σύμφωνα με μαρτυρίες, θεωρείται η παλαιότερη χριστιανική μονή στον κόσμο, παρόλο που και η Ιερά Μονή του Αγίου Αντωνίου κοντά στο Κάιρο, θεωρείται ότι κατέχει ανάλογη διάκριση.

Ιστορικά, η παλαιότερη μαρτυρία για ύπαρξη μοναστικής ζωής στη περιοχή είναι του 381-384 μ.Χ. Επί βυζαντινού αυτοκράτορα Ιουστινιανού, ανάμεσα στο 527 και 565, ανεγέρθηκε η μονή στο σημείο που βρίσκονταν η «φλεγόμενη βάτος» του Μωυσή. Το μέρος θεωρείται ιερό για χριστιανούς, μουσουλμάνους και Εβραίους.

Ως απάντηση σε αίτημα μοναχών της μονής για προστασία, η μονή έλαβε από τον Μωάμεθ «ιδιόγραφη υποχρέωση» ή Διαθήκη (Αχτναμέ), επικυρωμένη με το αποτύπωμα της ίδιας της παλάμης του, που περιγράφει τα δικαιώματα των χριστιανών που ζουν με τους Μωαμεθανούς.

Στο μοναστήρι βρίσκονται επίσης εικόνες, οι παλαιότερες από τις οποίες είναι του 5ου και του 6ου αιώνα. Κατά αυτή τη περίοδο διετέλεσε ηγούμενος της μονής ο άγιος Ιωάννης ο Σιναΐτης ο λεγόμενος «της Κλίμακος».

Στην Αγία Γραφή αναφέρεται ώς «γη έρημος και άνυδρος» (Δευτερονόμιο 32:10). Σ’ αυτή τη σκληρή και άγονη γη, που είναι δύσκολο να διατηρηθεί ζωή, έρχονται από τα τέλη του 3ου και τις αρχές του 4ου αιώνα ερημίτες και αναχωρητές ψάχνοντας για έρημους τόπους όπου θα μπορούσαν να περάσουν τη ζωή τους με προσευχή και νηστεία.

Αλλά το Σινά δεν είναι μόνο μια τραχιά έρημος. Στον ευλογημένο αυτό τόπο αποκάλυψε ο Θεός τον Εαυτό του, μ’ ένα πολύ ξεχωριστό τρόπο, στον Προφήτη Μωυσή, πρώτα στην Καιομένη Βάτο και μετά στην κορυφή του Σινά, όπου και του παρέδωσε τις πλάκες με τις Δέκα Εντολές. Και πάλι, σε τούτο τον τόπο ο Θεός είπε στο Μωυσή, «ο γαρ τόπος, εν ω σύ έστηκας, γη αγία εστί» (Έξοδος 3:5)

Τον 4ο μ.Χ. αιώνα, η έρημος αυτή αποτέλεσε σκοπό για τους προσκυνητές που πήγαιναν στα Ιεροσόλυμα κι έτσι, αν είχαν το χρόνο, τον τρόπο και το κουράγιο συνέχιζαν για το Σινά. Όταν η Εγερία (ή Αιθερία) και οι συνοδοιπόροι της επισκέφτηκαν την περιοχή γύρω στα 383 μ.Χ., όπως διαβάζουμε στο οδοιπορικό της, βρήκαν μια ακμάζουσα μοναστική ζωή ακολουθώντας ακόμα και τότε μια ήδη διαμορφωμένη προσκυνηματική διαδρομή.

Στα μέσα του 6ου αιώνα ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός διέταξε την κατασκευή μιας βασιλικής με υψηλό περίγυρο στον τόπο της φλεγομένης και μή καιομένης βάτου. Ο περίγυρος αυτός καθώς και ο ναός παραμένουν από τότε.

Τον 7ο αιώνα η περιοχή περιήλθε σε Αραβική κατοχή. Υπάρχουν, όμως, στοιχεία που επιβεβαιώνουν την παρουσία προσκυνητών στην περιοχή κατά τη διάρκεια του 7ου, 8ου και 9ου αιώνα. Μοναχοί, επίσης, δεν έπαψαν να έρχονται στο Σινά, ελκόμενοι από τη λιτότητα, τη συσχέτιση του τόπου με τα Αγιογραφικά δρώμενα και τη φήμη του ώς καθιερωμένου κέντρου μοναχισμού.

Σ’ όλη τη μακρά του ιστορία, το μοναστήρι του Σινά δεν καταστράφηκε και δεν εγκαταλήφθηκε ποτέ, πράγμα που φανερώνει μια εκπληκτική συνοχή. Σήμερα, μια μικρή κοινωνία μοναχών συνεχίζουν τον ημερήσιο κύκλο ακολουθιών, με χρόνο για μελέτη και προσευχή, ακολουθώντας πιστά τον παλαιό τρόπο ζωής. Και οι προσκυνητές συνεχίζουν να παίρνουν το δρόμο για το Σινά, να πάρουν την ευλογία του αγίου αυτού τόπου, ακολουθώντας τα βήματα όλων εκείνων που για δεκαεπτά ολόκληρους αιώνες συνεχίζουν να έρχονται.

Η Βιβλιοθήκη

Η βιβλιοθήκη της μονής διατηρεί την δεύτερη μεγαλύτερη συλλογή χειρογράφων και Κωδίκων της πρωτοχριστιανικής περιόδου, μετά από αυτή του Βατικανού. Ο «Σιναϊτικός κώδικας», που βρίσκονταν αρχικά στη μονή ως τον 19ο αιώνα, τώρα βρίσκεται στο Βρετανικό Μουσείο του Λονδίνου.

Σήμερα περιλαμβάνει κάπου 3300 χειρόγραφα της Παλαιάς Συλλογής, εκτός από τα χειρόγραφα που ήρθαν στο φως το 1975, γνωστά ως Νέα Ευρήματα καθώς και τα πολλά έγγραφα που βρίσκονται στα αρχεία.

Το Μοναστήρι υπήρξε κυρίως Ελληνικό σ’ όλη του την ιστορία κι αυτό αντικατοπτρίζεται στην βιβλιοθήκη. Υπήρξε όμως και τόπος προορισμού μοναχών και προσκυνητών από πολλές άλλες χώρες, οι οποίοι άφησαν πίσω τους χειρόγραφα στις δικές τους γλώσσες, ως δώρο στη μονή ή για χρήση μελλοντικών προσκυνητών.

Αυτό εξηγεί την ύπαρξη χειρογράφων σε έντεκα γλώσσες, με σημαντικές συλλογές στην Αραβική, Συριακή, Χριστιανική Παλαιστινιακή Αραμαϊκή, Γεωργιανή και Σλαβονική.

Τα χειρόγραφα του Σινά συνεχίζουν να είναι μεγίστης σημασίας όσον αφορά τη μελέτη των Γραφών, τα συγγράμματα των πρώτων Πατέρων της Εκκλησίας και την ιστορική εξέλιξη των Ακολουθιών. Συμπεριλαμβάνουν, επίσης, χειρόγραφα κλασσικών Ελληνικών κειμένων, κυρίως σημαντικά ιατρικά κείμενα. Τώρα γίνεται και η μελέτη της βιβλιοδεσίας των χειρογράφων του Σινά που φανερώνει ότι με το πέρασμα των αιώνων υπήρξε μια σταδιακή εξέλιξη στη χρήση διαφορετικών τεχνικών. Τα εργαλεία βιβλιοδεσίας και ο κολοφώνας συχνά μας επιτρέπουν να αναγνωρίσουμε τα εργαστήρια στα οποία βιβλιοδέθηκαν τα χειρόγραφα.

ID

Κάποια χειρόγραφα του Σινά είναι υπέροχα έργα τέχνης, με επιχρυσωμένα γράμματα και καταπληκτικά σχέδια, φτιαγμένα στην Κωνσταντινούπολη το 10ο, 11ο και 12ο αιώνα, όταν η Πόλη ήταν στην ακμή της ως κέντρο πολιτισμού και ευσέβειας.