Ο Πρωτοσύγκελλος της Ι. Μητροπόλεως Κορίνθου, Επίσκοπος Κεγχρεών με την ευκαιρία της παραστάσεως του στον Ι. Ναό της Μεταστάσεως της Θεοτόκου στο κήρυγμά του αναφέρθηκε στο γεγονός αυτό που προβάλει η Εκκλησία μας μετά την Κοίμηση και την Ταφή της Υπεραγίας Θεοτόκου.
Στο ότι, δηλαδή, αφού και η Μητέρα του Θεού εξεπλήρωσε το «κοινόν χρέος» και εκοιμήθη, κατόπιν το καθαρό σώμα Της ενώθηκε με την πάναγνη ψυχή Της και ανέβηκε στον ουρανό αφθαρτοποιημένο. Τόνισε με έμφαση την διδασκαλία των Θεολόγων της Εκκλησίας μας ότι η φθορά είναι αποτέλεσμα της αμαρτίας, την οποία η Παναγία μας ούτε με τον λόγο Της, ούτε με την ζωή Της, ούτε με την σκέψη Της εγνώρισε, γι᾿ αυτό μια από της προσωνυμίες Της είναι η λέξη «Άχραντος», δηλαδή ποτέ δεν εχράνθη, δεν μολύνθηκε από την αμαρτία. Επομένως, το άχραντο σώμα Της, που επεσκίασε το Άγιο Πνεύμα και έγινε κατοικητήριο του ζώντος Θεού, δεν ήταν δυνατό να γνωρίσει την φθορά και την αποσύνθεση.
Μετέστη η Θεοτόκος και σωματικώς προς τον Μονογενή Της Υιό, που είναι η ζωή (Ιω. ιδ’, 6), αλλά «τον κόσμο ου κατέλιπε». Άφησε «ευλογίες» την Τίμια Εσθήτα Της και την Αγία Ζώνη Της, μέσα αγιασμού της στρατευομένης Εκκλησίας προς ενίσχυση του ένθεου αγώνα των Πιστών, κυρίως όμως τον τρόπο ζωής Της και την «Μητρική παρρησία» Της.
Είθε η παν-αγία ζωή Της, με τις ευχές του Μητροπολίτη Κορίνθου κ. Διονυσίου, να εμπνέει τους Χριστιανούς, ώστε ν᾿ αξιωθεί ο καθένας από ᾿μας να γίνει «μητέρα θεού» δια της «μορφώσεως Χριστού» μέσα μας (πρβλ. Γαλ. δ’, 19), και οι θερμές Της πρεσβείες πάντοτε να μας σκεπάζουν έως ότου «σαββατίσωμεν» εις την Ουράνιο Βασιλεία και συνευφραινόμεθα μετά των Αγίων Αγγέλων των υμνούντων τον Υιό Της και Θεό μας.