Η έκθεση-ντοκουμέντο ενός Ιεράρχη πριν από το ολοκαύτωμα στα Καλάβρυτα

Το λεπτομερές κείμενο που έγραψε σε γραφομηχανή ο μακαριστός Μητροπολίτης πρ. Αλεξανδρουπόλεως Κωνστάντιος Χρόνης, εντόπισε η «Ο.Α» στο αρχείο του Παν. Κανελλοπούλου.

Τα ιστορικά αυτά στοιχεία αποδεικνύουν έναν γενναίο αλλά και έξυπνο άνθρωπο που απέτρεψε συμφορές σε μια φλεγόμενη κοινωνία.

Από τη ΣΟΦΙΑ ΧΑΤΖΗ

Το ολοκαύτωμα των Καλαβρύτων στις 13 Δεκεμβρίου του 1943 από τους Γερμανούς είναι πλέον παγκοσμίως γνωστό, υπάρχει μεγάλη βιβλιογραφία, ντοκιμαντέρ και πρόσφατα μια ταινία μεγάλου μήκους σε τρεις γλώσσες, που παρουσίασε τα τραγικά γεγονότα στις αρχές ∆εκεµβρίου του ‘43 κατά τον Β’ Παγκόσµιο Πόλεμο και την µαζική δολοφονία από την 117η µεραρχία του γερµανικού στρατού και του στρατηγού Le Suire, όλου του αντρικού πληθυσµού. Οσον αφορά στην ακριβή πιστότητα κάποιων γεγονότων, ας θεωρήσουμε ότι η εμπειρία στην ιστορική γραφή δείχνει ότι πάντα θα υπάρχουν αποκλίσεις από την αρχική ιστορία. Οπως και να έχει, μας παρηγορεί η παύση της παγκόσμιας σιωπής για το ολοκαύτωμα.

Παραταύτα, σημαντική για τις πληροφορίες της, για την τροπή των γεγονότων λίγο πριν, κατά τη διάρκεια και μετά την καταστροφή των Καλαβρύτων, είναι η έκθεση του μακαριστού Μητροπολίτη πρώην Αλεξανδρουπόλεως Κωνστάντιου Χρόνη, ο οποίος απελάθηκε από τους Βούλγαρους από την Καβάλα από το 1941 έως το 1945 και αποσπάστηκε ως ιεροκήρυκας Φιλίππων και Νεαπόλεως στην Ιερά Μητρόπολη Καλαβρύτων και Αιγιαλείας. Την έκθεσή του, που αποτελεί άμεση ιστορική πηγή, την εντοπίζει κανείς στο αρχείο του Παναγιώτη Κανελλοπούλου. Συλλέξαμε από αυτή τη λεπτομερή, πυκνογραμμένη σε γραφομηχανή έκθεσή του, στοιχεία που αποδεικνύουν έναν γενναίο αλλά και έξυπνο άνθρωπο που, με προσεκτικές κινήσεις, απέτρεψε συμφορές σε μια φλεγόμενη κοινωνία, στην οποία ο πόλεμος έσειε τα θεμέλια.

ΤΟΥΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥΣΕ

Στα Καλάβρυτα οι Ιταλοί είχαν ένα στρατόπεδο συγκεντρώσεως και μετέφεραν εκεί από όλα τα μέρη της Πελοποννήσου αιχμαλώτους, στους οποίους δεν επέτρεπαν κανενός είδους επικοινωνία… Κάποτε ο Ιερομόναχος τότε π. Κωνστάντιος Χρόνης, περνώντας άκουσε τους κρατούμενους να διαμαρτύρονται, επειδή όλοι τους είχαν εγκαταλείψει. Από εκείνη τη στιγμή προσπάθησε να πηγαίνει στο στρατόπεδο και να τους λειτουργεί με την παρουσία δύο διερμηνέων ισταμένων δίπλα στην Αγία Τράπεζα. Όταν γνωρίστηκε με τις αρχές, τον άφηναν να τους μιλάει για το Ευαγγέλιο και έτσι εκείνος έβρισκε την ευκαιρία να τους αποκαλύπτει κάποιες σημαντικές ειδήσεις για να τους παρηγορεί μέσα στη φυλακή τους. Έτσι όταν έγινε η απόβαση των Συμμάχων στην Αφρική, θέλησε να το κάνει γνωστό στους κρατούμενους για να χαρούν και αυτό το κατάφερε κατά την διανομή του αντιδώρου. Ανάμεσα στους κρατούμενους υπήρχε ένας δικηγόρος που έκανε τον ψάλτη και κρατούσε στο τέλος της λειτουργίας τον δίσκο με το αντίδωρο που ο ιερέας μοίραζε στους κρατουμένους. Ο ψάλτης ρωτούσε με τα μάτια να μάθει τα νέα. Δίπλα ακριβώς καθόταν ο διερμηνέας. Ο ιερέας λοιπόν φώναζε δίνοντας το αντίδωρο στον καθένα το «ευλογία κυρίου και έλεος» και ψιθύριζε στον Ψάλτη «έγινε απόβαση στην Αφρική». Από τότε, οι αιχμάλωτοι περίμεναν ως μέρα Αναστάσεως την ημέρα της Θείας Λειτουργίας και ο πατήρ Κωνστάντιος μετέβαινε συχνά από το Αίγιο στα Καλάβρυτα, παρά τις μεγάλες συγκοινωνιακές δυσκολίες. Δύο φορές μάλιστα πήγε με τα πόδια.

ΣΥΣΣΙΤΙΟ Κ ΑΙ ΕΡΑΝΟΣ

Μετά το καλοκαίρι του 1942, τα Καλάβρυτα και η περιφέρεια απομονώθηκαν. Ο πατήρ Κωνστάντιος προσπαθούσε να καταπολεμήσει την πείνα του πληθυσμού, έτσι ίδρυσε στο Σκεπαστό συσσίτιο για όσους πεινασμένους περνούσαν και έκανε έρανο για τους άπορους του χωριού.

Στην έκθεση του περιγράφει τα γεγονότα πριν την καταστροφή των Καλαβρύτων. Μία μέρα του Νοεμβρίου του 1943 επισκέφθηκε, κατόπιν εντολής, τον Μητροπολίτη Καλαβρύτων και μία επιτροπή. Του ζήτησαν να πάει στο Σκεπαστό των Καλαβρύτων και να παρακαλέσει τους αντάρτες να αφήσουν ελεύθερους τους Γερμανούς αιχμαλώτους, οι οποίοι συνελήφθησαν κατόπιν συμπλοκής σε μία χαράδρα μεταξύ Κερπινής και Ρωγών. Ο Δεσπότης είχε πληροφορηθεί, ότι οι Γερμανοί ήταν έτοιμοι να κάνουν αντίποινα για τους αιχμαλώτους τους και ήταν πολύ ταραγμένος, γιατί ήταν πεπεισμένος για την απόφαση των Γερμανών. Ισως οι Γερμανοί του Αιγίου να του υπέδειξαν να μεσολαβήσει για την απελευθέρωση των Γερμανών αιχμαλώτων.

Κατάλαβαν όλοι ότι πρόκειται για πολύ σοβαρό γεγονός και γι’ αυτό παρακάλεσαν τον Σεβασμιότατο να ηγηθεί ο ίδιος της επιτροπής.

ΣΤΟ ΣΚΕΠΑΣΤΟ

Ομως εκείνος δίστασε και αποφάσισε να απευθυνθεί στον πατέρα Κωνστάντιο για να το αναλάβει εκείνος. Ο π. Κωνστάντιος δέχτηκε και ξεκίνησε με μία επιτροπή υπό βροχή και έπειτα από 10 ώρες έφτασε στο Σκεπαστό. Η συζήτηση με το αρχηγείο της αντίστασης υπήρξε θυελλώδης. Το αρχηγείο τόνιζε ότι δεν συμφέρει στον αγώνα να απολυθούν οι Γερμανοί αιχμάλωτοι. Μετά τη συνεδρίαση ο κόσμος στα Καλάβρυτα ρωτούσε τον ιερέα με αγωνία για το αποτέλεσμα των ενεργειών της επιτροπής. Εκείνος είπε επί λέξει: «Εάν δεν απολυθούν οι αιχμάλωτοι, όταν μάθετε ότι έρχονται οι Γερμανοί να φύγετε διότι θα σας εκτελέσουν ή εάν έρθουν αεροπλάνα να κρυφτείτε διότι θα σας βομβαρδίσουν. Το Αίγιο, τα Καλάβρυτα, το Σκεπαστό την Κερπινή, θα διαγραφούν από τον χάρτη».

Οπωσδήποτε, πολλές συζητήσεις λάμβαναν χώρα ανάμεσα στις επιτροπές μεταξύ Γερμανών και ανταρτών. Οι ελπίδες να λυθεί το ζήτημα ήταν ελάχιστες. Στις 29 Νοεμβρίου οι Γερμανοί βομβάρδισαν το Σκεπαστό με 75 βόμβες και βρήκαν τον θάνατο 17 άνθρωποι. Στις 13 Δεκεμβρίου έμαθαν όλοι ότι είχε συντελεστεί η φρικτή τραγωδία των Καλαβρύτων, Σκεπαστού και Αγίας Λαύρας.

Ενάμιση μήνα προσπαθούσαν μαζί με τις γυναίκες να θάψουν τους νεκρούς.

Ο αγώνας να βρει τρόφιμα και ρούχα

Λίγες μέρες αργότερα, ο π. Κωνστάντιος έφτασε στα Καλάβρυτα. Ο ίδιος στην έκθεσή του καταγράφει πως παρότι είχαν περάσει 20 μέρες από την καταστροφή, νόμιζε κανείς ότι βρισκόταν στις δύο πρώτες ημέρες. Οι γυναίκες ακόμη ήταν αλλόφρονες. Τα πάντα προπαντός τη νύχτα μετέδιδαν αγριότητα. Επί ενάμισι μήνα προσπαθούσε και βασανιζόταν μαζί με όλες τις γυναίκες να θάψουν τους εκτελεσθέντες. Η κάθε γυναίκα ήταν αναγκασμένη να θάψει τέσσερις και πέντε ακόμη νεκρούς, σε σύνολο 500. Όταν αυτό γινόταν, τα σκυλιά ξέθαβαν τα πτώματα και προσπαθούσαν να τα φάνε. Ηταν δύσκολο να βρεθούν εργάτες, ακόμη κι αν πληρώνονταν για να θάψουν τους νεκρούς. Εντωμεταξύ οι Γερμανοί δεν επέτρεπαν να έρχονται τρόφιμα, εάν δεν συνοδεύονταν από τους ίδιους. Η συγκοινωνία Πατρών Καλαβρύτων, λόγω του χειμώνα και της καταστροφής μερικών γεφυρών, διακόπηκε. Εκτός από ελάχιστες διανομές από τον Ερυθρό Σταυρό, τίποτα άλλο δεν είχαν στη διάθεσή τους και η πείνα θέριευε.

Στην έκθεση του π. Κωνστάντιου διαβάζουμε για τις προσπάθειες του να μαζέψει τρόφιμα, καύσιμη ύλη και ρούχα: «Καίτοι ἡ διαταγή τῆς μή τροφοδοσίας τῶν Καλαβρύτων ὑπό τῶν Γερμανῶν ἦτο ὁριστική καί ἑπομένως πᾶσα προσπάθεια ἐθεωρεῖτο ἀπό ὅλους μάταια, ἐντούτοις οὐδέ ἐπί στιγμήν ἐσταμάτησα εἰς τάς προσπαθείας μου διά τήν παροχήν νέας ἀδείας καί ὑπόμνημα παρακλητικόν εἰς τα Γερμανικάς ἀρχάς… ἐπεχείρησα τοῦτο μεταβάς πεζός καί εἰς Κόρινθον καί εἰς Πάτρας και, ὦ τοῦ θαύματος, ἔλαβον τήν ἄδειαν. Ἀμέσως συνεκεντρώθησαν ἐν Διακοπτῷ70.000 ὀκάδες τροφίμων, 15.000 ὀκάδες σάπωνος, ἔλαιον, πετρέλαιον, 2500 ὑποδήματα παιδικῶν καί γυναικείων καί ἑτοιμάζομεθα δια τήν διανομήν. Ἤμην εἰς Διακοπτόν μετά τοῦ Σουηδοῦ Ἐρενστράλε…».

ΘΑΥΜΑΣΜΟΣ

O Χανς Eρενστράλε ήταν ο αντιπρόσωπος της, υπό την αιγίδα του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού, Επιτροπής Διαχειρίσεως Βοηθημάτων στην Ελλάδα και στην επιστολή του στον πατέρα Κωνστάντιο Χρόνη, ανάμεσα σε άλλα, εξέφραζε τον θαυμασμό του για τους αστείρευτους κόπους του ιερέα: «Ὡς Πρόεδρος τῆς ἐν Καλαβρύτοις ἐπιτροπῆς μας, ἀπό τῆς δραματικῆς καταστροφῆς μέχρι τῆς διαλύσεώς της, προσπαθήσατε μέ κάθε τρόπον, παρόλον ὅτι εἴχατε νά ἀντιπαλαίσειτε μέ τεράστιας δυσχερείας, νά φέρητε εἰς πέρας τήν ἀποστολή σας καί πρέπει νά ὁμολογήσω ὅτι κατά μέγα μέρος εἰς ὑμᾶς ὀφείλεται, μετά τάς ἀπαγορευτικάς διαταγάς τῶν ἀρχῶν κατοχῆς, ἡ συνέχισις τῆς τροφοδοσίας τῶν Καλαβρύτων καί τῆς μικρᾶς περί αὐτά περιφερείας… ὡς συνεργασθείς μεθ’ ὑμῶν, δέν δύναμαι παρά νά ἐκφράσω πρός ὑμᾶς τόν θαυμασμό μοῦ δια τήν καλήν σας θέλησιν, τούς ἀστειρεύτους κόπους σας καί τήν μεγάλην σας ὑπομονήν καθ’ ὅλον τό διάστημα τῶν δυσκόλων περιστάσεων».

Στη συνέχεια της έκθεσής του, που διαφυλάσσεται στην εταιρεία φίλων Π. Κανελλόπουλου, καταχωρημένη υπό στοιχεία Ι 2 264, o π. Κωνστάντιος προβάλλει την αγωνία του, δακτυλογραφώντας την πρόθεση των ανταρτών να βομβαρδίσουν τη σιδηροδρομική γραμμή του οδοντωτού: «..μᾶς ἔρχεται σημείωμα ἐκ Καλαβρύτων ὅτι ἀπηγορεύθη ὑπό τῆς ταξιαρχίας τῶν ἀνταρτῶν ἡ κάθοδος τῶν γυναικῶν καί ὅτι ἐδόθη διαταγή νά καταστραφεῖ ὁλόκληρη ἡ σιδηροδρομική γραμμή μέχρι τό Διακοπτό. Ὅλοι τότε στεναχωρήθησαν, διότι ὁριστικῶς κατεδικάζετο ἡ ἐπαρχία Καλαβρύτων εἰς τόν ἐκ πείνης θάνατον, ἀλλά καί διότι νέα τρομερά ἀντίποινα θά εἴχομεν, ἐπειδή ρητῶς μᾶς εἶχον δηλώσει οἱ Γερμανοί ὅτι ὁ σιδηρόδρομος Καλαβρύτων τούς ἦτο ἀπαραίτητος δια τήν μεταφοράν τῶν ξύλων».

Ο ΟΔΟΝΤΩΤΟΣ, Η ΠΑΡΕΞΗΓΗΣΗ ΚΑΙ Η ΣΥΓΓΝΩΜΗ ΤΟΥ ΑΡΗ ΒΑΛΟΥΧΙΩΤΗ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΙΕΡΕΑ

Ο ιερέας Κωνστάντιος Χρόνης, χωρίς να χάσει καιρό, φεύγει αμέσως με τα πόδια για τα Καλάβρυτα μαζί με γυναίκες, αξιωματικούς και μέλη του ΕΑΜ. Εκεί παρακάλεσε τους αξιωματικούς να μην αρχίσουν την καταστροφή μέχρις ότου φτάσει στις αρχές των ανταρτών. Η Μεραρχία βρισκόταν στα Τρόπαια Γορτυνίας. Ζήτησε να δει τον αρχηγό και όταν ο Μέραρχος άκουσε τον σκοπό της μετάβασής του στα λημέρια τους, αρνήθηκε να τον δεχθεί. Ήταν γενναίος ιερέας και άρχισε να φωνάζει για το άδικο που θα διέπρατταν.

Μετά από αυτή την αντίδραση, κάποια στιγμή, ο υπεύθυνος δέχτηκε να συζητήσουν. Ο υπασπιστής μετά από 20 λεπτά επέστρεψε με τη διαταγή να οδηγηθεί στον αρχηγό όλων, τον Άρη Βελουχιώτη. Ο Άρης Βελουχιώτης έσκυψε να του φιλήσει το χέρι και του είπε χαμογελώντας ότι πρέπει να υπομείνει ο κόσμος για τον μεγάλο σκοπό μερικές θυσίες, εννοώντας ότι δεν ήταν δυνατόν να μην βομβαρδιστεί ο σιδηρόδρομος. Τότε ο ιερέας του απάντησε ότι είναι έτοιμοι για θυσίες αλλά θα αγωνιστούν καλύτερα φαγωμένοι και υποδημένοι κι αυτό θα γινόταν μόνο αν παρέμενε ο οδοντωτός σε λειτουργία και μετέφερε τα τρόφιμα.

ΤΟΝ ΔΙΚΑΙΩΣΕ

Ο Άρης Βελουχιώτης νόμιζε ότι πρόκειται για μία αμαξοστοιχία πέντε έως έξι βαγονιών και ότι αιφνίδια οι Γερμανοί θα μπορούσαν να ανεβάσουν με αυτήν περί τους 500 στρατιώτες στα Καλάβρυτα, οι οποίοι δεν θα ήταν δυνατόν να αποκρουστούν εύκολα. Ο π. Κωνστάντιος του έδωσε να καταλάβει ότι επρόκειτο για παρεξήγηση, αφού δεν υπάρχει αμαξοστοιχία έξι βαγονιών, αλλά μόνο ο μικρός οδοντωτός που μπορεί να σύρει ένα μικρό βαγόνι. Ο Βελουχιώτης θύμωσε με τους αξιωματικούς του και τις λανθασμένες πληροφορίες που του είχαν μεταφέρει και δικαίωσε τον ιερέα. Ζήτησε συγνώμη, ανακάλεσε τηλεγραφικά τους αξιωματικούς από τα Καλάβρυτα και έδωσε εντολή να περιποιηθούν τον ιερέα και να διευκολύνουν την επιστροφή του.

Ο πόλεμος τελείωσε, όμως και στην περίοδο της ειρήνης ο π. Κωνστάντιος εξακολούθησε να προσφέρει τον εαυτό του στην ανάγκη του αδελφού, αργότερα και μέσα από την Μητροπολιτική του ιδιότητα στην ακριτική Αλεξανδρούπολη, που τον έστειλε η τότε διοικούσα Εκκλησία.
Οταν οι άνθρωποι που ανήκουν στην πίστη καταφέρνουν να διακρίνουν το χνάρι του Θεού σε κάθε άνθρωπο, ακόμη κι αν δεν υποστηρίζει την ίδια με αυτούς γνώμη, αλλά κυρίως όταν το διακρίνουν στους ταλαιπωρημένους αυτής της ζωής, από τον πόνο του πολέμου και κάθε άλλης οδύνης, μένουν στην ιστορία ως οι πολύτιμοι και ένα κομμάτι από το αλάτι της γης.

ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Ευχαριστίες στον συνεργάτη της «Ο.Α» κ. Ανδρέα Χρόνη, για την παραχώρηση εγγράφων και φωτογραφιών του αείμνηστου θείου του, Μητροπολίτου Αλεξανδρουπόλεως Κωνστάντιου Χρόνη.

*Αναδημοσίευση από την εφημερίδα “Ορθόδοξη Αλήθεια”