Την Κυριακή των Βαΐων 25 Απριλίου το πρωί ο Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων λειτούργησε και κήρυξε το θείο λόγο στον Ιερό Ναό του Αγίου Αντωνίου Πολιούχου Βεροίας.
Στο τέλος της Θείας Λειτουργίας πραγματοποιήθηκε εντός του Ιερού Ναού η λιτάνευση της Ιεράς Εικόνας της Βαϊοφόρου και η ανάγνωση της ευχής των Βαΐων.
Ο Σεβασμιώτατος στην ομιλία του ανέφερε μεταξύ άλλων: «Διατί τούτο το μύρον ουκ επράθη τριακοσίων δηναρίων και εδόθη πτωχοίς;» Δύο σκηνές μας παρουσίασε το σημερινό ευαγγελικό ανάγνωσμα. Η πρώτη σκηνή στη Βηθανία, στο σπίτι του Λαζάρου, τον οποίο ανέστησε ο Χριστός. Η δεύτερη στα Ιεροσόλυμα.
Στην πρώτη, η Μαρία, η αδελφή του Λαζάρου, αλείφει με πολύτιμο μύρο τα πόδια του Ιησού και τα σκουπίζει με τα μαλλιά της. Στη δεύτερη, το πλήθος των Ιουδαίων κρατώντας τα βαία των φοινίκων υποδέχεται ως βασιλέα του Ισραήλ τον Χριστό που εισέρχεται στα Ιεροσόλυμα. Και στις δύο αυτές σκηνές υπάρχουν κάποιοι που ενοχλούνται. Στην πρώτη, ο μαθητής του Χριστού, ο Ιούδας, στη δεύτερη, οι αρχιερείς των Ιουδαίων. Και παρότι φαίνεται να ενοχλούνται για διαφορετικούς λόγους, στην πραγματικότητα αυτό που ενοχλεί και τους δύο είναι ο Χριστός και οι άνθρωποι που τον ακολουθούν με αγάπη.
Ας αφήσουμε όμως τους αρχιερείς να προετοιμάζουν τα πονηρά σχέδιά τους εναντίον του Ιησού και ας επιστρέψουμε για λίγο στη Βηθανία, για να παρακολουθήσουμε τη διαμαρτυρία του Ιούδα.
«Διατί τούτο το μύρον ουκ επράθη τριακοσίων δηναρίων και εδόθη πτωχοίς;» Γιατί δεν πωλήσαμε το μύρο αυτό για τριάντα δηνάρια προκειμένου να τα δώσουμε στους πτωχούς;
Η αδελφή του Λαζάρου, η Μαρία, προσφέρει το μύρο στον Χριστό εκφράζοντας την ευγνωμοσύνη της για την ανάσταση του αδελφού της και ο Ιούδας επιχειρεί με την ερώτησή του να κατακρίνει και τη Μαρία που το προσφέρει και τον Χριστό που το δέχεται, και μάλιστα προβάλλοντας ως πρόσχημα τους πτωχούς και την ελεημοσύνη.
Με μία αρετή που δεν διαθέτει υποκρίνεται τον ενάρετο και κατακρίνει τον φιλάνθρωπο. Παριστάνει τον ελεήμονα και τον πιστό τηρητή των εντολών του Θεού, ενώ είναι εντελώς διαφορετικοί οι λόγοι για τους οποίους αντιδρά στην πράξη της Μαρίας. Μας τους αποκαλύπτει ο ιερός ευαγγελιστής, ο άγιος Ιωάννης ο θεολόγος, που σημειώνει στο ευαγγέλιο που ακούσαμε ότι ο Ιούδας δεν ενδιαφερόταν για τους πτωχούς, αλλά, επειδή κρατούσε το ταμείο των μαθητών του Χριστού, ήθελε να μπούν εκεί τα χρήματα, προκειμένου να τα αφαιρέσει στη συνέχεια. Καλύπτει δηλαδή τη φιλαργυρία του με την δήθεν φιλοπτωχία του, και αντί να μετανοήσει για την πρώτη, για τη φιλαργυρία, και να λάβει την άφεση, προσθέτει σε αυτήν την υποκρισία και την κατάκριση και βαρύνει την ψυχή του με ακόμη μεγαλύτερο βάρος.
Ας μην σπεύσουμε όμως να κατακρίνουμε τον Ιούδα, πριν να εξετασουμε και τη δική μας συμπεριφορά, πριν να σκεφθούμε πως ενεργούμε έναντι των πράξεων των αδελφών μας και ακόμη πολλές φορές έναντι της Εκκλησίας, των ιερέων και των αρχιερέων της.
Πόσες φορές σπεύδουμε να κρινουμε και να σχολιάσουμε ενέργειες και συμπεριφορές αδελφών μας, χωρίς να γνωρίζουμε τα κίνητρα τους, χωρίς να ξέρουμε γιατί έκαναν αυτό που εμείς κατακρίνουμε; Πόσες φορές σπεύδουμε να υποδείξουμε τι θα κάναμε εμείς στη μία ή στην άλλη περίπτωση με εγωιστικά κίνητρα και αποβλέποντας μόνο στην προβολή του εαυτού μας και της δήθεν αρετής και ευσεβείας μας;
Και ακόμη, πόσες φορές κρίνουμε και κατακρίνουμε αποφάσεις της Εκκλησίας μας και της Ιεράς Συνόδου, ιδιαιτέρως κατά την περίοδο αυτή της πανδημίας, κατά την οποία η Εκκλησία μας και οι Ιεράρχες της προσπαθούν με κάθε τρόπο και να εξασφαλίσουν τη δυνατότητα σε όσο το δυνατόν περισσοτέρους πιστούς να συμμετάσχουν στις ιερές Ακολουθίες και στα ιερά μυστήρια της Εκκλησίας μας, και συγχρόνως, ακολουθωντας τις υποδείξεις των ειδικών ιατρών και των υπευθύνων της πολιτείας, να τηρήσουν τα υγειονομικά μέτρα, τα οποία θα προφυλάξουν όλους μας από τη διάδοση του κορωνοιού και τις δυσάρεστες και τραγικές συνέπειές του για τη ζωή μας;
Και όμως, δυστυχώς, υπάρχουν κάποιοι, οι οποίοι γνωματεύουν τι θα ήταν ορθότερο, θεωρώντας ότι αυτοί είναι οι υπερασπιστές της πίστεως, της παραδόσεως και των δογμάτων της Εκκλησίας μας, ενώ η Εκκλησία δεν εφαρμόζει τον νόμο και τις εντολές του Θεού και γι᾽ αυτό την κρίνουν και την κατακρίνουν.
Σε τι διαφέρουν όμως από τον Ιούδα; Κι εκείνος τον Χριστό κατέκρινε, εμφανιζόμενος ως δήθεν ενάρετος και τηρητής του νόμου τον οποίο ο Χριστός είχε δώσει, και κατέληξε δυστυχώς να προδώσει τον Χριστό.
Ας αποφύγουμε το παράδειγμά του, ας αποφύγουμε τον ολισθηρό δρόμο της υποκρισίας και της κατακρίσεως, για να τύχουμε του ελέους του Θεού και να αξιωθούμε να αναστηθούμε και εμείς μαζί του και να απολαύσουμε όχι την επίγεια βασιλεία του, την οποία περίμεναν οι Ιουδαίοι που τον υποδέχθηκαν σήμερα μετά βαίων και κλάδων, αλλά την ουράνια και αιώνια βασιλεία του που μας χαρισε με την ανάστασή του.
Να μη βρεθούμε και εμείς, αδελφοί μου, εν ημέρα κρίσεως να ακούσουμε από τον Κύριο «τις ει ο κρίνων αλλότριον οικέτην;» ή ακόμη χειρότερα «τον αρχιερέα του Υψίστου λοιδωρείς, τοίχε κεκονιαμένε;» Ας είμεθα προσεκτικοί. Τα παραδείγματα της σημερινής ευαγγελικής περικοπής δίδουν σε όλους μας ένα λαμπρό μάθημα για να προσέχουμε.