Ο Ιερός Προσκυνηματικός ναός του Αγίου Ρηγίνου Λεβαδείας, με αφορμή τον εορτασμό της ανακομιδής και μετακομιδής των ιερών λειψάνων του Αγίου, διοργάνωσε διάφορες λατρευτικές εκδηλώσεις το τριήμερο 4 έως 6 Ιουνίου 2022.
Έτσι, το Σάββατο 4 Ιουνίου, 7.00 μ.μ., τελέσθηκε Μέγας Πανηγυρικός Εσπερινός, χοροστατούντος του Μητροπολίτη Θηβών, Λεβαδείας και Αυλίδος κ. Γεωργίου, με τη συμμετοχή πολλών ιερέων. Τον θείο λόγο κήρυξε ο Καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Αγίου Νικολάου Καμπίων π. Νεκτάριος Μήτσου, ο οποίος αναφέρθηκε στον Άγιο Ρηγίνο και στη μεγάλη σημασία που έχει η παρουσία του, και μέσω των ιερών του λειψάνων, για την πόλη της Λεβαδείας και τη Βοιωτία. Η προσέλευση του κόσμου υπήρξε αθρόα και συγκινητική.
Την κυριώνυμο ημέρα, Κυριακή 5 Ιουνίου, εψάλη ο όρθρος και τελέσθηκε η Θεία Λειτουργία, προεξάρχοντος του Ιεροκήρυκος της Ιεράς Μητροπόλεως Ηλείας π. Χριστοφόρου Κωλέτη. Ο π. Χριστοφόρος στην εμπνευσμένη ομιλία του, αναφέρθηκε στην θεολογία των ιερών λειψάνων και τη σημασία τους για την ζωή των Χριστιανών. Όταν τα προσκυνούμε με ιδιαίτερη ευλάβεια λαμβάνουμε τη θεία χάρη, διότι «οι άγιοι και ζώντες πεπληρωμένοι ήσαν πνεύματος αγίου και τελευτησάντων αυτών η χάρις του Παναγίου Πνεύματος ανεκφοίτως ένεστι και τοις σώμασιν αυτών και ταίς ψυχαίς και τοις τάφοις και τοις χαρακτήρσι», όπως αναφέρει ο Άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός.
Το απόγευμα της ιδιας ημέρας εψάλη Μεθέορτος Εσπερινός, με Εγκώμια του Αγίου Ρηγίνου, καθώς και η Ιερά Παράκληση του Αγίου.
Οι εκδηλώσεις ολοκληρώθηκαν, την Δευτέρα 6 Ιουνίου, με μία Εσπερίδα αφιερωμένη στο γεγονός της Μικρασιατικής Καταστροφής, υπό την αιγίδα του Μητροπολίτου Θηβών, Λεβαδείας και Αυλίδος κ. Γεωργίου, με τίτλο: «1922, σημείο καμπής για την Ελληνική Ιστορία και την Πολιτική. Οι σύγχρονες προκλήσεις».
Η πρώτη εισήγηση έγινε από τον Διεθνολόγο-Τουρκολόγο και συγγραφέα κ. Δημήτριο Σταθακόπουλο με τίτλο: «Η Μικρασιατική Εκστρατεία και Καταστροφή, σύμφωνα με τις τουρκικές πηγές». Ο ομιλητής ανέφερε ότι «η Μικρασιατική Εκστρατεία και Καταστροφή, λειτούργησε ταυτόχρονα και παράλληλα με τον λεγόμενο «Τουρκικό Πόλεμο της Ανεξαρτησίας» (19 Μαίου 1919 έως 24 Ιουλίου 1923).
Πρόκειται για μία σειρά στρατιωτικών επιχειρήσεων που διεξήχθησαν από το Τουρκικό Εθνικιστικό Κίνημα μετά την κατάληψη και διχοτόμηση τμημάτων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ως απόρροια της ήττας της στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Στην προσπάθειά τους να αποκαταστήσουν τον έλεγχο στην Ανατολία, οι Σύμμαχοι ανέθεσαν στον Έλληνα Πρωθυπουργό Ελευθέριο Βενιζέλο να στείλει εκστρατευτικό σώμα στην Ιωνία για να καταλάβει τη Σμύρνη.
Το Τ.Ε.Κ., μέσω διαφόρων συνεδρίων οδήγησε στην ίδρυση της Μεγάλης Εθνοσυνέλευσης στην Άγκυρα, μιας αντικυβέρνησης με επικεφαλής τον Μουσταφά Κεμάλ που αποτελείτο από εναπομείναντα μέλη της Επιτροπής Ένωσης και Προόδου. Η αντικυβέρνηση της Άγκυρας αναγνωρίστηκε ως η νόμιμη τουρκική κυβέρνηση, που υπέγραψε τη Συνθήκη της Λωζάνης (Ιούλιος 1923), ως πιο ευνοϊκή για την Τουρκία απ᾽ότι η Συνθήκη των Σεβρών. Οι Σύμμαχοι εκκένωσαν την Ανατολία και την Ανατολική Θράκη, η Οθωμανική Κυβέρνηση ανατράπηκε και η μοναρχία καταργήθηκε».
Η δεύτερη εισήγηση έγινε από τον Δρα Οικονομικών και Κοινωνικών Επιστημών, Λυκειάρχη της Ιονίου Σχολής και συγγραφέα κ. Μελέτη Μελετόπουλο με τίτλο: «Η Μικρασιατική Εκστρατεία στην παγκόσμια σκηνή». Ο δεύτερος ομιλητής, αφού έκανε μία σύντομη ιστορική αναδρομή στα κρισιμότερα γεγονότα που προηγήθηκαν της Μικρασιατικής Καταστροφής, μεταξύ των άλλων, ανέφερε ότι: «Η Οθωμανική Αυτοκρατορία είχε ηττηθεί στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, είχε αποφασιστεί από τις Μεγάλες Δυνάμεις η διάλυσή της και στην διαδικασία του διαμελισμού της ο Ελευθέριος Βενιζέλος διεκδίκησε προαιώνια ελληνικά εδάφη με ελληνικούς πληθυσμούς.
Έτσι φαινόταν ότι θα ολοκληρωνόταν ο αρχικός στόχος της Ελληνικής Επανάστασης, που ήταν όχι η δημιουργία ενός μικρού ελλαδικού κρατιδίου, αλλά η ανασύσταση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Υπό τη σημερινή οπτική αυτό μπορεί να φαίνεται εξωπραγματικό, αλλά εκείνη την εποχή ήταν λογικό και αυτονόητο. Ένας συνδυασμός ευρύτερων γεωπολιτικών περιπλοκών και εσωτερικών πολιτικών εξελίξεων, οδήγησαν το σχέδιο αυτό σε τραγική αποτυχία.
Στην Μικρά Ασία εμφανίστηκε ο Μουσταφά Κεμάλ, αποφασισμένος να συγκροτήσει εθνικό κράτος με τα υπολείμματα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ο Κεμάλ κατώρθωσε να φέρει με το μέρος του σταδιακά όλες τις Μεγάλες Δυνάμεις, με έναν συνδυασμό υποσχέσεων, απειλών, τακτικών ελιγμών και αναγκαίων υποχωρήσεων. Οι σχετικές συμφωνίες (εντελώς άγνωστες στην πλειονότητα των Ελλήνων ιστορικών, αλλά γνωστές στην διεθνή βιβλιογραφία) υπεγράφησαν μεταξύ του Κεμάλ, των δυτικών εκπροσώπων και των μεγάλων εταιρειών πετρελαίου τον Ιούλιο του 1922 και αμέσως μετά οι Μεγάλες Δυνάμεις απέσυραν οιοδήποτε ενδιαφέρον για τη μοίρα του Ελληνισμού. Ασφαλώς, σε αυτές τις δραματικές εξελίξεις, κορυφαίο ρόλο έπαιξε η αυτοκαταστροφική απόφαση του ελληνικού λαού να στείλει τον Ελευθέριο Βενιζέλο σπίτι του τον Νοέμβριο του 1920. Οι διεθνείς «συνωμοσίες» έχουν πάντοτε αφετηρία τα δικά μας σφάλματα».
Η τρίτη εισήγηση έγινε από τον Πολιτικό Επιστήμονα και συγγραφέα κ. Κωνσταντίνο Χολέβα, με τίτλο: «Η πνευματική κληρονομιά του Αγίου Χρυσοστόμου Σμύρνης». Ο κ. Χολέβας, μεταξύ των άλλων ανέφερε τα εξής: «Η Γενοκτονία του Ελληνισμού της Ανατολής (Μικρά Ασία – Πόντος) άρχισε το 1914 με τη σφαγή στη Φώκαια και κακώς οι σύγχρονοι Τούρκοι τη δικαιολογούν ως αντίδραση στον Ελληνικό Στρατό, ο οποίος αποβιβάσθηκε στη Σμύρνη στις 2.5.1919, δηλαδή μετά από 5 χρόνια.
Κορυφώθηκε στον Πόντο το 1919-1921 και στα παράλια της Μ. Ασίας τον Αύγουστο- Σεπτέμβριο 1922. Νομικά είναι Γενοκτονία με βάση τον ορισμό που δίνει ο ΟΗΕ. Την ίδια τύχη είχαν οι Αρμένιοι και οι Ασσύριοι λόγω του σχεδίου του Σουλτάνου Αβδούλ Χαμίτ Β΄ αρχικά και στη συνέχεια των Νεοτούρκων και του Μουσταφά Κεμάλ για εκδίωξη ή και εξόντωση όλων των Χριστιανικών πληθυσμών από την Οθωμανική Αυτοκρατορία (η οποία από το 1923 έδωσε τη θέση της στην Τουρκική Δημοκρατία).
Στη σφαγή και πυρπόληση της Σμύρνης τον Αύγουστο του 1922 από Τούρκους τακτικούς και ατάκτους καταγράφεται μεγάλος αριθμός κληρικών που μαρτύρησαν. Η Εκκλησία μας τους τιμά ως Αγίους την Κυριακή προ της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού. Ξεχωρίζει η μορφή του Αγίου Χρυσοστόμου Σμύρνης, ο οποίος θα μπορούσε να διαφύγει, αλλά έμεινε κοντά στο ποίμνιό του και κατακρεουργήθηκε από τον τουρκικό όχλο στις 27 Αυγούστου (Παλαιό Ημερολόγιο). Ο Χρυσόστομος Καλαφάτης είχε μεγάλη εθνική δράση πρώτα ως Μητροπολίτης Δράμας το 1902-1909, δηλαδή κατά τον Μακεδονικό Αγώνα. Το 1910 ήλθε ως Μητροπολίτης στη Σμύρνη και αγωνίσθηκε υπέρ της Ορθόδοξης Πίστης, της Ελληνικής Παιδείας, του πατριωτικού φρονήματος, της νεολαίας και του Αθλητισμού. Έμεινε πραγματικά «πιστός άχρι θανάτου», όπως ακριβώς συμβουλεύει ο Θεός τον Επίσκοπο της Σμύρνης κατά την Αποκάλυψη του Ιωάννου». Συμβολίζει την αγωνιστική και θυσιαστική προσφορά του Ορθοδόξου Κλήρου.
Μετά τις εισηγήσεις ακολούθησε ζωηρός και γόνιμος διάλογος μεταξύ των ομιλητών και των ακροατών.
Την Εσπερίδα έκλεισε με μία σύντομη προσλαλιά ο Μητροπολίτης κ. Γεώργιος, λέγοντας ότι «η αξία της ιστορικής μνήμης είναι ανυπολόγιστη. Συνιστά την καρδιά της συνειδήσεως ενός έθνους. Περισσότερο από τις ένδοξες σελίδες του ιστορικού παρελθόντος, οι εθνικές συμφορές διδάσκουν και φρονηματίζουν τον λαό. Οι μαύρες σελίδες της ιστορίας μας πρέπει να αποτελέσουν αφορμές για την αποτροπή δυσάρεστων περιπετειών στο μέλλον. Η εποχή που διανύουμε διακρίνεται για την πολύπλευρη κρίση και τη σύγχυση που ταλανίζει την κοινωνία μας. Σε όλους εκείνους που προσπαθούν να προβάλλουν τον εθνομηδενισμό, την ισοπέδωση θεσμών και αξιών, να αποκόψουν το λαό μας από τις ρίζες του, μια μορφή αντίστασης είναι η ενίσχυση της ιστορικής μνήμης και όχι η λήθη των ιστορικών γεγονότων, όπως είναι η Μικρασιατική Καταστροφή».
Συνεχάρη τον προϊστάμενο του Ιερού Προσκυνηματικού Ναού Αγίου Ρηγίνου Λεβαδείας π. Αλέξιο Σαμαρτζή, τα μέλη της Διοικούσης Επιτροπής για την διοργάνωση της εκδήλωσης και ευχαρίστησε θερμά τους ελλογιμώτατους και έγκριτους επιστήμονες για τις διαφωτιστικές και αμερόληπτες προσεγγίσεις στα επί μέρους θέματα που ανέπτυξαν σχετικά με την Μικρασιατική Εκστρατεία και Καταστροφή.