Χίος: Η εθνική και πνευματική προσφορά τριών Γερόντων στο «Μερσινίδι»

Η Ιερά Μονή της Παναγίας Μυρτιδιωτίσσης στον Παλιόπυργο Βροντάδου, βρίσκεται κοντά στην περιοχή Δασκαλόπετρα και ο θρύλος την έχει συνδέσει με τον Ομηρο.

Αγιασμένες μορφές στη συνείδηση του λαού υπήρξαν ο ιδρυτής της Ιερομόναχος Χριστοφόρος Σερέμελης αλλά και οι δύο άξιοι συνεχιστές του

Μέχρι τα τέλη σχεδόν του 20ου αιώνα, στη Χίο υπήρχε μια πνευματικότητα ιδιαίτερα αποτυπωμένη στην καθημερινή ζωή των κατοίκων της και δεν έλειψαν οι αγιασμένοι και θεοφόροι άνθρωποι, άντρες και γυναίκες, που έκαναν το νησί να αναδίδει το άρωμα της ορθόδοξης λαϊκής ευλάβειας.

Αλλοι από αυτούς τους πνευματοφόρους ανθρώπους είναι ήδη και τυπικά εγγεγραμμένοι στα δίπτυχα της Εκκλησίας ως Άγιοι (Άγιος Νεκτάριος, Άγιος Άνθιμος, Άγιος Νικηφόρος ο Λεπρός), κάποιοι άλλοι δεν είναι ακόμη επισήμως εγγεγραμμένοι, είναι όμως αναμφισβήτητα Άγιοι ενώπιον του Θεού και της συνείδησης του ορθοδόξου λαού, ενώ υπάρχουν κι εκείνοι που δεν είναι ιδιαίτερα γνωστοί, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι είναι λιγότερο Άγιοι από τους άλλους. Ο Άγιος Παΐσιος είχε πει μάλιστα (μιλώντας για άγνωστους Αγιορείτες ασκητές) ότι αυτοί, οι άγνωστοι για τον κόσμο, ίσως υπερβάλλουν των υπολοίπων στην αρετή και την Αγιότητα.

21 ΜΟΝΑΣΤΗΡΙΑ

Πλαισιωμένη από πολλές τέτοιες μορφές, η Χίος έχει και εικοσιένα μοναστήρια, όσα σχεδόν το Άγιον Όρος. Τα περισσότερα σήμερα είναι εγκαταλειμμένα ή τείνουν να εγκαταλειφθούν. Για πολλούς αιώνες όμως τα μοναστήρια αυτά υπήρξαν ο φάρος και το στήριγμα των Ορθοδόξων, σε καιρούς μάλιστα ιδιαίτερα δύσκολους για τη Ρωμιοσύνη ολόκληρη, από τη φραγκοκρατία ως και την γερμανική κατοχή.

Θα περιηγηθούμε λοιπόν σε ένα από αυτά, εστιάζοντας στους κτίτορες και ηγουμένους του και την πνευματική αλλά και εθνική τους συνεισφορά. Οι Χιώτες το λένε «Μερσινίδι». Με τη λέξη αυτή, κάθε ντόπιος ξέρει ότι μιλάμε για την Ιερά Μονή Παναγίας Μυρτιδιωτίσσης, λίγα χιλιόμετρα έξω από την πόλη της Χίου, στην περιοχή «Παλιόπυργος» της περιφερείας Βροντάδου, κοντά στην περιοχή που λέγεται Δασκαλόπετρα και ο θρύλος την έχει συνδέσει με τον Ομηρο.

«ΤΟ ΠΑΠΑΔΑΚΙ»

Θα λέγαμε ότι είναι από τις νεώτερες μονές του νησιού, όμως ήδη συμπληρώνει εκατόν τριάντα δύο χρόνια ζωής και παρουσίας. Ο ιδρυτής της ήταν ο Ιερομόναχος Χριστοφόρος Σερέμελης, καταξιωμένος ως αγιασμένη μορφή στη συνείδηση του λαού, που τον έλεγε «το παπαδάκι του Μερσινιδιού», προφανώς λόγω του κοντού του αναστήματος.

Οπως διαβάζουμε στο βιβλίο της κ. Πόπης Χαλκιά-Στεφάνου «Τα Μοναστήρια της Χίου», καθώς και από τις πληροφορίες του αοίδιμου Αρχιμανδρίτου Ιωάννου Ανδρεάδου στο βιβλίο «Ιστορία της εν Χίω Ορθοδόξου Εκκλησίας», ο Χριστοφόρος Σερέμελης γεννήθηκε στον Βροντάδο της Χίου το 1849. Είχε την ευλογία να γνωρίσει και να συναναστραφεί τους δύο μεγάλους Οσίους Γέροντες του νησιού, τον όσιο Παρθένιο, ιδρυτή της Μονής του Αγίου Μάρκου και τον όσιο Παχώμιο, κτίτορα της Σκήτης των Αγίων Πατέρων, πνευματικό οδηγό του Αγίου Νεκταρίου και του Αγίου Ανθίμου.

Γαλουχήθηκε λοιπόν παιδιόθεν στα νάματα της Ορθοδοξίας. Από νεαρή ηλικία αισθάνθηκε την κλίση προς τον μοναχικό βίο, τον οποίον και ακολούθησε. Το 1887, με άδεια του τότε Μητροπολίτου Χίου Αμβροσίου, «συνέπηξε κατ΄ αρχάς ευκτήριον οίκον», όπως γράφει ο Αρχιμ. Ιωάννης Ανδρεάδης. Στο αρχείο της σημερινής Μονής υπάρχει το έγγραφο σύστασης, με ημερομηνία 14 Ιουλίου 1887.

ΠΛΗΘΟΣ ΠΙΣΤΩΝ

Με την πάροδο του χρόνου, καθώς συνέρεαν πλήθη προσκυνητών, αλλά και ανθρώπων που επιθυμούσαν να μονάσουν, σαγηνευμένοι από την Αγιοπνευματική Χάρη του Γέροντα, ο Χριστοφόρος άρχισε να κτίζει τμηματικά τα κελλιά, επικουρούμενος οικονομικά από τις συνδρομές των πιστών. Εν τέλει η αρχική εκκλησία έγινε ένα κανονικό μοναστήρι και το 1897 ο Γέροντας άρχισε την ανοικοδόμηση του Καθολικού, σε ρυθμό σταυροειδή μετά τρούλου, το οποίο αφιέρωσε στη Μνήμη του εν Κυθήροις θαύματος της Παναγίας Μυρτιδιωτίσσης.

Η ημέρα της εορτής της Μονής, επομένως, είναι η 24η Σεπτεμβρίου. Στις 4 Ιουνίου του 1900 τελέστηκαν με όλη την αρμόζουσα μεγαλοπρέπεια τα εγκαίνια από τον τότε Μητροπολίτη Χίου Κωνσταντίνο Δεληγιάννη. Καθώς όλο και περισσότεροι άνθρωποι προσέρχονταν για να μονάσουν υπό την καθοδήγησή του, ανέλαβε τα καθήκοντα του Ηγουμένου, και, όπως γράφει η κυρία Χαλκιά-Στεφάνου στο προρρηθέν βιβλίο της, διεποίμανε το μοναστήρι με ξεχωριστή σύνεση, δικαιοσύνη και αυστηρότητα. Για τις μεγάλες του αρετές υπήρξαμε και οι ίδιοι αυτήκοοι μάρτυρες πολύ ηλικιωμένων ανθρώπων που τον γνώρισαν και έλαβαν ίδια πείρα και της πνευματικής του συνέσεως, και της παραμυθητικής του Χάρης, και συχνά και θαυματουργικών επεμβάσεων της προσευχής του.

Ομως η δράση του δεν περιορίστηκε μόνον στα πνευματικά καθήκοντα, ή σε έργα φιλανθρωπίας. Μεριμνούσε και για την πολιτιστική κληρονομιά και ίδρυσε στη Μονή βιβλιοθήκη.

Η τεράστια φήμη του ως πνευματικού και η δράση του ως… διαιτητής σε κτηματικές διαφορές των ντόπιων

Φιλάγιος και φιλακόλουθος ο Γέροντας Χριστοφόρος, θέλησε να ανεγείρει και άλλο ναό στον χώρο της Μονής, εις τιμήν του ομωνύμου του Αγίου Μάρτυρος Χριστοφόρου. Οι τουρκικές αρχές αντέδρασαν, υπό τον φόβο ότι μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως σημείο απόβασης του Ελληνικού στρατού. Ωστόσο οι δυσκολίες παραμερίστηκαν και εν τέλει το 1904 το έργο ολοκληρώθηκε. Η φήμη του ως πνευματικού έφτασε και ως την απέναντι μικρασιατική ακτή και συχνά οι Χριστιανοί τον προσκαλούσαν να μεταβεί για να τους εξομολογήσει και να κηρύξει τον θείο λόγο. Στις περιοδείες του εκείνες συγκέντρωνε πολύτιμα κειμήλια που έκρινε ότι έπρεπε να διασωθούν και τα μετέφερε στη Μονή για φύλαξη. Πολυτιμότερο ίσως ανάμεσά τους, το επιτραχήλιο του Αγίου Ιερομάρτυρα Γρηγορίου του Ε΄.

ΕΔΙΝΕ ΛΥΣΗ

Πολλές φορές οι Χιώτες τον καλούσαν ως «διαιτητή» για να τους λύσει κτηματικές διαφορές. Κάποτε μάλιστα, στην Β.Δ. Χίο, μια διαφορά για τα κοινοτικά κτήματα λίγο έλειψε να οδηγήσει σε αιματοχυσία. Κατέφυγαν λοιπόν οι δύο πλευρές στον Γέροντα, ο οποίος έδωσε τη λύση. Την ιστορία ακούσαμε προσωπικά από τον μετέπειτα Ηγούμενο της Μονής μακαριστό Χριστοφόρο Γεραζούνη, καθώς και από υπερήλικες κατοίκους της περιοχής. Όταν οι δύο πλευρές συμφώνησαν και οριοθέτησαν τα κοινοτικά κτήματα, ο Γέροντας τους είπε αυστηρά: «Οποιος τα μετακινήσει, είτε από το ένα χωριό είτε από το άλλο, ας έχει την κατάρα των Αγίων τρακοσίων δέκα οκτώ Θεοφόρων Πατέρων της Πρώτης Οικουμενικής Συνόδου και εμού του αμαρτωλού». (Μεταφέρουμε όπως ακριβώς μας το είχε διηγηθεί ο π. Χριστοφόρος Γεραζούνης). Ωστόσο, κάποιος τολμητίας έκανε την απαγορευμένη κίνηση. Και μέσα σε διάστημα, λιγότερο του έτους, έχασε όλη του την οικογένεια. Συναισθανθείς το βαρύ του ατόπημα, μετανόησε και έγινε μοναχός.

Ο ΗΡΩΙΣΜΟΣ ΚΑΙ Η ΑΥΤΑΠΑΡΝΗΣΗ ΤΟΥ ΑΜΒΡΟΣΙΟΥ ΜΙΧΑΛΟΥ

Ηλθε όμως και η στιγμή που ο Γέροντας έπρεπε να αναχωρήσει από τον κόσμο αυτόν, για να απολαύσει το γέρας των αγώνων του. Στις 3 Μαΐου του 1921, σε ηλικία 72 ετών, ο μακάριος Γέροντας ανεχώρησε για να συναντήσει Εκείνον που σε ολόκληρη τη ζωή του ποθούσε, τον Σωτήρα Χριστό. Τάφηκε στη νοτιοδυτική πλευρά του Καθολικού, ορίζοντας διάδοχό του μιαν άλλη εκλεκτή μορφή του χιακού μοναχισμού: Τον Ιερομόναχο Αμβρόσιο Μίχαλο, από το χωριό Εγρηγόρος, της κοινότητας Κουρουνίων.

Κατά πάντα άξιος διάδοχος του προκατόχου του, ο Αμβρόσιος έχαιρε μεγάλου σεβασμού από τον κλήρο και τον λαό του νησιού. Συνέχισε τον εμπλουτισμό της βιβλιοθήκης και μερίμνησε να καλλιεργηθούν τα κτήματα της Μονής ώστε να εξασφαλίζεται και ο βιοπορισμός των μοναχών, αλλά και η συνεχής βοήθεια εμπερίστατων ανθρώπων.

ΣΤΗΡΙΓΜΑ ΣΤΟΥΣ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ

Στον Ηγούμενο Αμβρόσιο έλαχε ο κλήρος να κατευθύνει την Μονή σε πολύ δύσκολες εποχές: Το 1922 έγινε η Μικρασιατική Καταστροφή και πλήθη κυνηγημένων και ξεριζωμένων προσφύγων κατέφυγαν στη Χίο, στερούμενοι και τα χρειώδη. Το μοναστήρι βοήθησε με κάθε τρόπο τους πρόσφυγες. Ακολούθησε ο Πόλεμος και η Κατοχή. Υποσιτισμός, πείνα, εξαθλίωση. Ακάματος ο ηγούμενος Αμβρόσιος και η συνοδεία του, μοίραζαν ό, τι είχαν για να ανακουφίσουν το πλήθος των πεινασμένων κατοίκων της πόλης.

Συγχρόνως όμως, συμμετείχαν ενεργά στην Εθνική Αντίσταση, φυγαδεύοντας υπόδικους στην Μέση Ανατολή και δεχόμενος μυστικά συνδέσμους της Αντίστασης από ‘κει. Και όλα αυτά κάτω από το παρατηρητήριο που είχαν εγκαταστήσει δίπλα σχεδόν στο μοναστήρι οι κατακτητές. Κρύφτηκαν ακόμη και φυγαδεύθηκαν και πολλοί Άγγλοι και Νεοζηλανδοί στρατιώτες.

Ο ηρωισμός και η αυταπάρνηση του Ηγούμενου και της συνοδείας του, προξενούσαν τον θαυμασμό των ξένων στρατιωτών, των οποίων οι χώρες μετά τη Νίκη τίμησαν τον Αμβρόσιο και το Μοναστήρι με παράσημα, τιμητικά διπλώματα και ευχαριστήριες επιστολές. Όπως εμφαντικά τονίζει η κυρία Χαλκιά-Στεφάνου στο προαναφερθέν έργο της, «…άφοβος και ριψοκίνδυνος πάντοτε ο Ηγούμενος της Μονής Μυρσινιδίου υπήρξε ένας ακόμη ιερωμένος αγωνιστής της Λευτεριάς».

Ο ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ ΓΕΡΑΖΟΥΝΗΣ

Το 1948, ενώ η Ελλάδα σπαρασσόταν ακόμα από τον Εμφύλιο, ο Αμβρόσιος ανεχώρησε για την ουράνια κατοικία. Ενταφιάστηκε στην είσοδο του Καθολικού, ενώ στην Ηγουμενία τον διαδέχθηκε ο Χριστοφόρος Γεραζούνης, τον οποίον είχαμε την μεγάλη ευλογία να γνωρίσουμε προσωπικά. Έχοντας μαθητεύσει δίπλα σε δύο μεγάλους δασκάλους και πνευματικούς οδηγούς, υπήρξε κατά πάντα άξιος διάδοχός τους. Εκοιμήθη το 1994, πλήρης ημερών και ενταφιάστηκε στην νότια πλευρά του Καθολικού, συναγαλλόμενος με του Γέροντές του.

Κλείνουμε το αφιέρωμά μας με τα λόγια της κυρίας Χαλκιά- Στεφάνου, από το μνημειώδες πόνημά της «Τα Μοναστήρια της Χίου»: «Επάνω στον βράχο, έξω από τον περίβολο της Μονής, είναι τοποθετημένος υψηλός μαρμάρινος Σταυρός, ορατός επίσης από τη θάλασσα, όπου δίπλα κυματίζει η γαλανόλευκη. Τα διερχόμενα από το σημείο αυτό εμπορικά κυρίως πλοία, χαιρετούν με τους συριγμούς τους την ηρωική Μονή του Μυρσινιδίου με τους δύο γαλάζιους τρούλλους του Καθολικού και τον έναν του μικρού κωδωνοστασίου, όπως φαίνονται ανάμεσα στα πράσινα φυλλώματα του αλσυλίου, που έρχονται σε αρμονικό δέσιμο με το γαλάζιο της θάλασσας και συγχρόνως χαιρετούν την Πατρίδα με την Γαλανόλευκη».

Γιάννης Ζάννης

*Αναδημοσίευση από την εφημερίδα “Ορθόδοξη Αλήθεια”