“Συγχώρηση θα πεί, να περιχωρήσω, να προσχωρήσω, να εισέλθω μέσα στην καρδιά και τον κόσμο του αδελφού, να κοινωνήσω μιάς απόλυτης αγαπητικής ένωσης, έτσι όπως η αγάπη του Χριστού μας φανέρωσε” αναφέρει μεταξύ άλλων η Εγκύκλιος του Αρχιεπισκόπου Κύπρου κ. Χρυσοστόμου επί τη ενάρξει της Μεγάλης Τεσσαρακοστής.
Σε άλλο σημείο της εγκυκλίου του, ο Αρχιεπίσκοπος Κύπρου σημειώνει: “Η Εκκλησία, ως το κατεξοχήν πνευματικό θεραπευτήριο, προτείνει για την αποκατάσταση των πνευματικών μας «πληγών» την προσευχή, τη νηστεία, τη νήψη, τη φυλακή του νοός, το λουτρό της μετανοίας και εξομολογήσεως, και τέλος τη συμμετοχή μας στην Ευχαριστιακή Τράπεζα, όπου γινόμαστε μέτοχοι της ουρανίου χαράς και μακαριότητος, γευόμενοι του Παναγίου Σώματος και του Τιμίου Αίματος του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού”.
“Με την αναφορά, επομένως, στην αγάπη και τη μετάνοια, και θέτοντας τη νηστεία στη σωστή της βάση, κανείς πλέον δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι η πνευματική πρόοδος εξαρτάται μόνον από το πόσο νήστεψε η ασκήθηκε κάποιος κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Η πρόοδος εξαρτάται από το πόσο με τη μετάνοια και την όλη προσπάθεια, την πνευματική, έγινε ο άνθρωπος κοινωνός της Χάριτος του Αγίου Πνεύματος, που φέρνει την ανάπαυση στην ψυχή μας” επισημαίνει ο κ. Χρυσόστομος.
Αναλυτικά η εγκύκλιος:
Αρχιεπισκοπική Εγκύκλιος
Επί τη ενάρξει της Μεγάλης Τεσσαρακοστής 2021
†ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ Β΄
Ελέω Θεού, Αρχιεπίσκοπος Νέας Ιουστινιανής και πάσης Κύπρου
«Την πάνσεπτον εγκράτειαν, εναρξώμεθα φαιδρώς και διαπλεύσαντες το της Νηστείας μέγα πέλαγος, λαμπροφόροι εις την τριήμερον Ανάστασιν καταντήσωμεν!»
Αναντίλεκτα, τέκνα εν Κυρίω αγαπητά, όταν κάποιος ξεκινάει μία πορεία, θα πρέπει να ξέρει και τον προορισμό! Αυτό συμβαίνει και με τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Πάνω απ’ όλα είναι μία πνευματική διαδρομή, που προορισμός της είναι το Πάσχα, η «Εορτή των Εορτών» και η «Πανήγυρις των Πανηγύρεων».
Η νέα ζωή, η οποία πριν από δύο χιλιάδες περίπου χρόνια «ανέτειλεν εκ του τάφου», προσφέρθηκε σε μας, ως μεγαλύτερη απόδειξη της πατρικής αγάπης του Θεού προς το πλανώμενο πλάσμα Του.
Μας δόθηκε, ακόμη, τη μέρα που βαφτιστήκαμε, τη μέρα δηλαδή που όπως λέει ο Απ. Παύλος: «συνετάφημεν ούν αυτώ διά του βαπτίσματος εις τον θάνατον, ίνα ώσπερ ηγέρθη Χριστός εκ νεκρών διά της δόξης του πατρός, ούτω και ημείς εν καινότητι ζωής περιπατήσωμεν» (Ρωμ. 6,4).
Πολύ εύκολα, μπορεί ο καθένας να διαπιστώσει πως ολόκληρη η λατρεία της Εκκλησίας μας είναι οργανωμένη γύρω από τη λαμπροφόρο εορτή του Πάσχα, γι’ αυτό και ο λειτουργικός χρόνος, δηλαδή η διαδοχή των εποχών και των εορτών, γίνεται ένα ταξίδι, ένα προσκύνημα στο Πάσχα, που είναι το Τέλος και που ταυτόχρονα είναι η Αρχή. Είναι το τέλος όλων αυτών που αποτελούν τα «παλαιά» και η αρχή της «νέας ζωής», μια συνεχής «διάβαση από τον «κόσμο τούτο» στην Βασιλεία που έχει αποκαλυφθεί εν Χριστώ.
Αν το αναγνωρίζουμε αυτό, τότε μπορούμε να καταλάβουμε τι είναι το Πάσχα και γιατί χρειάζεται και προϋποθέτει τη Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Κι αν σ’ αυτόν τον αγώνα η Εκκλησία δεν βοηθάει, πως θα μπορέσουμε να υλοποιήσουμε αυτή την απαιτητική διαδρομή; Πως μπορούμε να μετανοήσουμε και να ξαναγυρίσουμε στην αποκλειστική υπόσχεση που μας δίνεται κάθε χρόνο το Πάσχα;
Ακριβώς αυτή είναι η στιγμή που εμφανίζεται η Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Αυτή είναι η «χείρα βοηθείας» που απλώνει σε μας η Εκκλησία. Είναι το σχολείο της μετανοίας που θα μας δώσει δύναμη να δεχθούμε το Πάσχα όχι σαν μια απλή ευκαιρία να εορτάσουμε υλικώς, αλλά, βασικά, ως το τέλος των «παλαιών» που είναι μέσα μας και ως η είσοδός μας στη νέα, την «καινή ζωή».
Σ’ αυτό τον δρόμο, το παράγγελμα της Εκκλησίας μας είναι διπλό: «νηστεύσωμεν αδελφοί σωματικώς· νηστεύσωμεν και πνευματικώς»! Στόχος μας το: «αφήσωμεν της σαρκός την ευπάθειαν, αυξήσωμεν της ψυχής τα χαρίσματα».
Τα σωτήρια φάρμακα, όπως όλοι καλώς γνωρίζουμε, είναι απαραίτητα για την θεραπεία κάθε είδους πληγής και ασθενείας μας. Η Εκκλησία, ως το κατεξοχήν πνευματικό θεραπευτήριο, προτείνει για την αποκατάσταση των πνευματικών μας «πληγών» την προσευχή, τη νηστεία, τη νήψη, τη φυλακή του νοός, το λουτρό της μετανοίας και εξομολογήσεως, και τέλος τη συμμετοχή μας στην Ευχαριστιακή Τράπεζα, όπου γινόμαστε μέτοχοι της ουρανίου χαράς και μακαριότητος, γευόμενοι του Παναγίου Σώματος και του Τιμίου Αίματος του Κυρίου και Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού.
Τέκνα εν Κυρίω αγαπητά,
Καθώς οι πύλες προς το Πάσχα και την Βασιλεία του Θεού μας διανοίγονται με το «στάδιον των αρετών», οφείλουμε να ξέρουμε πως αρχή απαραίτητη για να τελεσθεί η αγάπη του Χριστού είναι η συγχώρεση.
Αποτελεί την προϋποθετική αφετηρία, με την οποία ο κόσμος του μίσους αίρεται με την ειλικρινή αγάπη, ο κόσμος του καθημερινού πολέμου ειρηνεύει, κι ο κόσμος της διαίρεσης ενώνεται με τη σταυρική θυσία της Δεσποτικής αγάπης.
Συγχώρηση θα πεί, να περιχωρήσω, να προσχωρήσω, να εισέλθω μέσα στην καρδιά και τον κόσμο του αδελφού, να κοινωνήσω μιάς απόλυτης αγαπητικής ένωσης, έτσι όπως η αγάπη του Χριστού μας φανέρωσε. Και για να γίνει αυτό, χρειάζεται να αποβάλουμε το κέλυφος κάθε ατομοκεντρισμού, κάθε φιλαυτίας, να γκρεμίσουμε τα τείχη των παθών, που εμποδίζουν την κάθε μας συνάντηση με τους αδελφούς.
Μίαν τέτοια προοπτική, διασφαλίζει η λατρευτική, μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας μας και φανερώνεται με τον πιο μεγαλειώδη τρόπο μέσα στη Μεγάλη Τεσσαρακοστή. Κλείνοντας, λοιπόν, το Τριώδιο και αρχίζοντας η Μεγάλη Τεσσαρακοστή, η Εκκλησία μας τονίζει ξεκάθαρα πως καμία πορεία προς τη αιώνια Βασιλεία δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί χωρίς την αγάπη, την έμπρακτη αγάπη, και κατ’ επέκταση πως καμία πορεία αγάπης προς το Πάσχα δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί χωρίς τη συγχώρεση.
Ακόμη, το «μετανοείτε» του Κυρίου απευθύνεται σε όλους και συνεχώς και όχι μόνο κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Το «μετανοείτε» δεν νοείται ως «μετανοήστε» μία φορά, ούτε σημαίνει το να μετανοεί κανείς κάθε τόσο, αλλά σημαίνει το να γίνει η ζωή μας μία μετάνοια.
Να υπάρχει μία παντοτινή στάση μετανοίας και συντριβής μέσα μας, κι αυτή να διαποτίζει όλη μας την ύπαρξη. Οι αδιαλείπτως μετανοούντες άνθρωποι, βρίσκονται συγχρόνως στη Μεγάλη Παρασκευή και στην Κυριακή του Πάσχα! Στο Τριώδιο και στο Πεντηκοστάριο! Ζούν ακατάπαυστα και παράλληλα, με τρόπο μυστηριακό, την «ζωηφόρο νέκρωση» και το «χαροποιόν πένθος».
Με την αναφορά, επομένως, στην αγάπη και τη μετάνοια, και θέτοντας τη νηστεία στη σωστή της βάση, κανείς πλέον δεν μπορεί να ισχυριστεί ότι η πνευματική πρόοδος εξαρτάται μόνον από το πόσο νήστεψε η ασκήθηκε κάποιος κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Τεσσαρακοστής. Η πρόοδος εξαρτάται από το πόσο με τη μετάνοια και την όλη προσπάθεια, την πνευματική, έγινε ο άνθρωπος κοινωνός της Χάριτος του Αγίου Πνεύματος, που φέρνει την ανάπαυση στην ψυχή μας.
Δεν είναι τυχαίο, εξάλλου, αυτό που μας παραδίδει ο κατεξοχήν άγιος της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, ο όσιος Ιωάννης της Κλίμακος, στο επιμύθιο του λόγου του «περί χαροποιού πένθους», θέλοντας να μας επιστήσει την προσοχή πως η πρώτιστη έγνοια και προσπάθειά μας θα πρέπει να είναι η μετάνοια.
Μας λέγει: «Δεν θα κατηγορηθούμε, αγαπητοί μου, δεν θα κατηγορηθούμε την ώρα του θανάτου μας, διότι δεν εθαυματουργήσαμε η διότι δεν εθεολογήσαμε η διότι δεν εγίναμε θεωρητικοί. Οπωσδήποτε όμως θα δώσωμε λόγο στον Θεόν διότι δεν μετανοήσαμε ειλικρινώς».
Καλή και ευλογημένη Τεσσαρακοστή! Καλόν Στάδιον!