Αυτός ήταν ο πρώτος επίσκοπος που έπεσε μαχόμενος για την πατρίδα

Ο Δεσπότης Σαλώνων Ησαΐας, αγωνιστής του ’21, γεννήθηκε το 1769 στη Δεσφίνα Φωκίδος. Εκάρη μοναχός και χειροτονήθηκε διάκονος στη Μονή του Οσίου Λουκά. Δεν διέθετε ούτε αρχιερατικά άμφια, μοίραζε τα πάντα και θυσιάστηκε για την ελευθερία

Στον Αγώνα της για την Εθνική Ανεξαρτησία και την αποτίναξη του τουρκικού ζυγού η Εκκλησία συνέβαλε τα μέγιστα μέσα από την προσφορά και τον θάνατο πολλών ιερέων στα πεδία των μαχών. Ανάμεσα στις σημαντικότερες μορφές των ιερέων που αγωνίστηκαν με ηρωισμό και αυταπάρνηση -στα κελεύσματα της ψυχής τους υπακούοντας- συγκαταλέγεται και ο επίσκοπος Σαλώνων Ησαΐας, ο οποίος υπήρξε ο πρώτος επίσκοπος που έπεσε μαχόμενος για την ελευθερία της πατρίδας.

Γεννήθηκε το 1769 στη Δεσφίνα της Φωκίδος και πήρε το όνομα Ηλίας. Ήταν το τρίτο παιδί της οικογένειας του ιερέα παπά-Στάθη. Στην ηλικία των 18 χρόνων στάλθηκε από τον πατέρα του στην Άμφισσα, προκειμένου να λάβει όλα τα απαραίτητα εφόδια έτσι ώστε να γίνει ιερέας θητεύοντας κοντά στον καλόγηρο Γεράσιμο Λύτσικα. Το 1797 εκάρη μοναχός στη Μονή Τιμίου Προδρόμου Δεσφίνας λαμβάνοντας το όνομα Ησαΐας και χειροτονήθηκε διάκονος στη Μονή του Οσίου Λουκά.

Ο ΑΛΗ ΠΑΣΑΣ

Επόμενος σταθμός στην ζωή του ήταν τα Ιωάννινα, όπου εκεί μαθήτευσε δίπλα στον Κοσμά Μπαλάνο και τον Αθανάσιο Ψαλίδα. Στα Ιωάννινα γνωρίσθηκε με τον Αλή-Πασά. Σύμφωνα με κάποια δοξασία της εποχής εκείνης ο πατέρας του Ησαΐα, ο παπά-Στάθης, είχε διασώσει τον Αλή Πασά από βέβαιο θάνατο στα μέσα του 18ου αιώνα, όταν τον βρήκε ημιθανή σε ένα σπήλαιο και τον περιέθαλψε. Το 1805 με διαταγή του Αλή Πασά τοποθετήθηκε διοικητής επαρχίας Σαλώνων, ενώ μετά την παρέλευση ενός χρονικού διαστήματος χειροτονήθηκε επίσκοπος Σαλώνων.

Από τις πρώτες στιγμές ανάληψης των καθηκόντων του διακρίθηκε για την ευρυμάθεια και την αγάπη του προς το ποίμνιο. Στις αναφορές του εκδήλωνε τις γνώσεις του για την ελληνική αρχαιότητα και το πνευματικό της μεγαλείο, το οποίο φρόντιζε με τις ομιλίες του να μεταλαμπαδεύει στους κατοίκους της περιοχής. Το στοιχείο όμως που προκαλούσε ακόμη μεγαλύτερη εντύπωση ανάμεσα στον ελληνικό πληθυσμό ήταν ασφαλώς η απλότητα και η ταπεινότητα του χαρακτήρα του.

ΦΤΩΧΟΤΕΡΟΣ ΟΛΩΝ

Ηταν πιο φτωχός και από τους φτωχούς χωρικούς! Είναι δε χαρακτηριστικό το γεγονός πως δεν απέκτησε ποτέ δική του αρχιερατική μίτρα, ενώ ούτε καν δικά του αρχιερατικά άμφια δεν διέθετε! Σύμφωνα με την παράδοση, το αρχονταρίκι της επισκοπής του Ησαΐα, ήταν ανοιχτό για όλους ανεξαιρέτως τους κατατρεγμένους από την τουρκική εξουσία Ελληνες. Περιδιάβαινε ακούραστος από το ένα χωριό στο άλλο και από καλύβι σε καλύβι, για να κηρύξει τον λόγο του Κυρίου αλλά και για να απαλύνει τα προβλήματα του ποίμνιού του. Φρόντιζε επίσης να μοιράζει όλα τα εισοδήματά του στους φτωχούς. Όταν αυτά δεν ήταν αρκετά δεν δίσταζε να προσφεύγει στους ευπορότερους προύχοντες της περιοχής, έτσι ώστε να εξοικονομήσει από εκείνους τα απαραίτητα χρήματα για την συνέχιση του φιλανθρωπικού του έργου.

Η ΔΡΑΣΗ ΤΟΥ ΩΣ ΜΕΛΟΣ ΤΗΣ ΦΙΛΙΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ

Το έργο και η προσωπικότητα του Ησαΐα δεν άργησαν να γίνουν γνωστά και στο Φανάρι, στην Κωνσταντινούπολη. Το 1814 καλείται από τον Οικουμενικό Πατριάρχη Κύριλλο τον Στ΄ για να επιμορφωθεί πάνω σε θέματα θεολογικά. Κατά την παραμονή του στην Πόλη γνωρίστηκε με επιφανείς προσωπικότητες του ελληνισμού, ενώ συγχρόνως το 1818 γίνεται μέλος της Φιλικής Εταιρίας.

Με την ιδιότητα του μέλους αναπτύσσει ποικίλη δράση και καταφέρνει να συγκεντρώσει χρήματα και όπλα, τα οποία στη συνέχεια αποστέλλει με καράβια από το Γαλαξίδι και την Ύδρα στην Ελλάδα. Όλο αυτό το πολεμικό υλικό παρέμενε καλά φυλαγμένο σε διάφορα σημεία στην περιοχή των Σαλώνων αναμένοντας την έναρξη της Επανάστασης. Συγχρόνως, κρατούσε ανοικτή την επικοινωνία με πολλούς άλλους ιεράρχες από την Πελοπόννησο όπως π.χ. τον επίσκοπο Ναυπλίου Γρηγόριο, τον εθνομάρτυρα μητροπολίτη Άργους και Ναυπλίου, μετέπειτα Άγιο Γρηγόριο Καλαμαρά, τον Παλαιών Πατρών Γερμανό κ.α.

Ευλόγησε τον επιστήθιο φίλο του Αθανάσιο Διάκο και πολέμησε μαζί του!

Τον Ιανουάριο του 1821 κλήθηκε εσπευσμένα στην Κωνσταντινούπολη από τον Πατριάρχη Γρηγόριο Ε΄. Κατά τη συνάντηση αυτή αφού έλαβε συγκεκριμένες οδηγίες για την Πελοπόννησο μετέβη σ΄ αυτή τον Φεβρουάριο, όπου και συνάντησε τους επισκόπους Παλαιών Πατρών Γερμανό, του Ναυπλίου Γρηγόριο και τον Τριπόλεως Δανιήλ.

Στις 11 Μαρτίου ο Ησαΐας αποβιβάστηκε στην Αντίκυρα και από εκεί μετέβη στη Λιβαδειά, όπου και συνάντησε τους εκεί ευρισκόμενους επισκόπους, τον Διονύσιο Β΄ των Αθηνών και τον Νεόφυτο Ταλαντίου. Ο Ησαΐας κινείται πυρετωδώς προς κάθε κατεύθυνση οργανώνοντας προσεκτικά την εξέγερση των Ελλήνων.

Στις 24 Μαρτίου όρκισε στο Ευαγγέλιο τον Δημήτριο Πανουργιά, αρματολό των Σαλώνων, στο Μοναστήρι του Προφήτη Ηλία, ενώ μετά από δύο ημέρες ευλόγησε τον επιστήθιο φίλο του Αθανάσιο Διάκο, αρματολό της Λειβαδιάς και τα παλικάρια του, στο Μοναστήρι του Οσίου Λουκά κηρύσσοντας έτσι την Επανάσταση στη Ρούμελη. Εκείνες τις κοσμογονικές για την ιστορία της Ελλάδας στιγμές ο Ησαΐας αποδείκνυε την αφοσίωση του κλήρου στην υπόθεση της ελευθερίας. Άφηνε στην άκρη τα αξιώματα και κατέβαινε στο στίβο της μάχης για να υπηρετήσει με ανυστεροβουλία τα ιδανικά της ελληνικής φυλής.

ΣΤΗ ΜΑΧΗ

Το βάπτισμα του πυρός ο Ησαΐας λαμβάνει στις 15 Απριλίου παίρνοντας μέρος στην επίθεση για την απελευθέρωση της Υπάτης, μαζί με άλλους 500 περίπου ένοπλους. Σε αυτή την πολεμική επιχείρηση συμμετείχαν τόσο ο Αθανάσιος Διάκος όσο και ο αρματολός της Βοδονίτσας Γιάννης Δυοβουνιώτης. Οι ελληνικές δυνάμεις αφού έδωσαν μάχη με υπέρτερες δυνάμεις υποχώρησαν και αποφάσισαν να συγκρουστούν με τους Τούρκους στην γέφυρα της Αλαμάνας, στον Σπερχειό ποταμό. Ο Ησαΐας ήταν ανάμεσα στους 1500 Ελληνες που είχαν πάρει θέσεις στη γύρω τοποθεσία. Η μάχη ήταν άνιση και οι Ελληνες υποχώρησαν. Ο Ησαΐας όμως παρέμεινε στην θέση του πολεμώντας έως ότου άφησε την τελευταία του πνοή. Στις 23 Απριλίου 1821, ημέρα εορτής του Αγίου Γεωργίου, ο επίσκοπος Σαλώνων Ησαΐας θυσίαζε την ζωή του για την Ελλάδα κερδίζοντας μια θέση στο Πάνθεον των Ηρώων.

Σωτήριος Λέτσιος

*Αναδημοσίευση από την εφημερίδα “Ορθόδοξη Αλήθεια”