Πατριάρχης Ιεροσολύμων: Το μυστήριο της θείας Οικονομίας αποβλέπει στην σωτηρία των ψυχών και των σωμάτων

Την Κυριακή 23 Μαΐου 2021, ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων κ. Θεόφιλος λειτούργησε επί τη εορτή της Κυριακής του Παραλύτου στον Ιερό Ναό της Κοινότητος Ρέινε, πλησιοχώρου της πόλεως Ναζαρέτ.

Ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων προεξήρχε θείας Λειτουργίας στον Ιερόν Ναό της Κοινότητος Ρέινε, συλλειτουργούντων των Σεβασμιωτάτων Μητροπολιτών Ναζαρέτ κ. Κυριακού, Καπιτωλιάδος κ. Ησυχίου και του Αρχιεπισκόπου Κωνσταντίνης κ. Αριστάρχου, Αγιοταφιτών Ιερομονάχων ως του ηγουμένου της Ιεράς Μονής Μεταμορφώσεως του Σωτήρος εν Θαβώρ και του Γέροντος Καμαράση Αρχιμανδρίτου π. Νεκταρίου και Αραβοφώνων Πρεσβυτέρων, εν οις ο Πρεσβύτερος π. Συμεών, Προϊστάμενος του Ναού τούτου, ψαλλούσης της χορωδίας της ενορίας και μετεχόντων πιστών αυτής.

Στο Κοινωνικό της θείας Λειτουργίας μίλησε ο Μακαριώτατος:

Επί τη Προβατική κολυμβήθρα, άνθρωπος κατέκειτο εν ασθενεία, και ιδών σε Κύριε εβόα· Άνθρωπον ουκ έχω, ίνα, όταν ταραχθή το ύδωρ, βάλη με εν αυτώ· εν ω δε πορεύομαι, άλλος προλαμβάνει με, και λαμβάνει την ίασιν, εγώ δε ασθενών κατάκειμαι, και ευθύς σπλαγχνισθείς ο Σωτήρ, λέγει προς αυτόν· Διά σε άνθρωπος γέγονα, διά σε σάρκα περιβέβλημαι, και λέγεις άνθρωπον ουκ έχω; άρόν σου τον κράββατον και περιπάτει. Πάντα σοι δυνατά, πάντα υπακούει, πάντα υποτέτακται, πάντων ημών μνήσθητι, και ελέησον Άγιε, ως φιλάνθρωπος.

Αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί,

Ευλαβείς Χριστιανοί,

Η Χάρις του αγίου Πνεύματος, του Πνεύματος δηλονότι του ιατρού των ψυχών και των σωμάτων, Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, συνήγαγε πάντας ημάς εν τω ιερώ τούτω τόπω της πόλεως ημών Ρένε, ίνα εν Πασχαλίω χαρά και αγαλλιάσει εορτάσωμεν το θαύμα της θεραπείας του Παραλύτου ανθρώπου, του επί τριάκοντα και οκτώ έτη αναμένοντος την ίασιν εκ της ασθενείας αυτού.

Το μυστήριον της θείας εν Χριστώ Οικονομίας εις ένα και μόνον σκοπόν απέβλεπεν, εις την θεραπείαν, δηλαδή την σωτηρίαν των ψυχών και των σωμάτων ημών των ανθρώπων εκ της ασθενείας, δηλονότι της αμαρτίας, ως εναργέστατα διατυπώνει τούτο ο υμνωδός λέγων: «Διά σε άνθρωπε, άνθρωπος γέγονα, διά σε σάρκα περιβέβλημαι και λέγεις άνθρωπον ουκ έχω;», λέγει Κύριος.

Εἰς τήν σημερινήν εὐαγγελικήν περικοπήν τῆς θεραπείας τοῦ Παραλύτου διακρίνομεν καί θαυμάζομεν τήν δύναμιν τῆς ὑπομονῆς καί τῆς ἐλπίδος. Ὁ ἐπί τριάκοντα καί ὀκτώ ἔτη ἀσθενῶν ἄνθρωπος δέν κατελήφθη ἀπό ἀπελπισίαν, διότι ἀντλοῦσε δύναμιν καί ἐλπίδα ἀπό τήν πίστιν του εἰς τόν ἐλεήμονα Θεόν. «Τά ἀδύνατα παρ’ ἀνθρώποις δυνατά παρά τῷ Θεῷ ἐστιν», (Λουκ. 18,27) λέγει Κύριος. Λέγομεν δέ τοῦτο, διότι τόν Παράλυτον ἄνθρωπον ἐθεράπευσεν οὐχί ὁ Ἄγγελος, ὁ ὁποῖος κατά καιρόν κατέβαινεν ἐν τῇ κολυμβήθρᾳ καί ἐταράσσετο τό ὕδωρ (Ἰωάν. 5,4), ἀλλά ὁ τῶν Ἀγγέλων Δεσπότης Χριστός, ὡς ἐπισημαίνει ὁ Ἱερός Χρυσόστομος: «Κατέβαινεν ἄγγελος τοίνυν εἰς τήν κολυμβήθραν καί ἐτάρασσε τό ὕδωρ καί εἷς ἐθεραπεύετο. Κατῆλθεν ὁ τῶν Ἀγγέλων Δεσπότης εἰς τόν Ἰορδάνην [ποταμόν] καί ἐτάραξε τό ὕδωρ καί τήν Οἰκουμένην ἅπασαν ἐθεράπευσε».

Κατά δέ τόν ἅγιον Κύριλλον Ἱεροσολύμων, ἡ παρουσία τοῦ Χριστοῦ ἐν μέσῳ τῶν ἀνθρώπων εἶναι σωτηριώδης, δηλονότι θεραπευτική. Ἅς ἀκούσωμεν τοῦ ἁγίου Πατρός λέγοντος: «Ὅπου ἄν φανῇ Ἰησοῦς, ἐκεῖ καί ἡ σωτηρία, κἄν τε γάρ ἴδῃ τελώνην καθήμενον ἐπί τοῦ τελωνείου, τοῦτον ἀπόστολον ποιεῖ καί εὐαγγελιστήν· κἄν τε μετά νεκρῶν ταφῇ, νεκρούς ἐγείρει καί τυφλοῖς μέν τό βλέπειν χαρίζεται, κωφοῖς δέ τό ἀκούειν. Καί τάς κολυμβήθρας περιέρχεται, οὐ τάς οἰκοδομάς ζητῶν, ἀλλά τούς νοσοῦντας ἰατρεύων».

Εάν ο Θεός Λόγος, Κύριος ημών Ιησούς Χριστός εν τη ενσαρκώσει και ενανθρωπήσει Αυτού εκ των αγνών αιμάτων της αειπαρθένου και Θεοτόκου Μαρίας διά Πνεύματος αγίου εφάνη εν τοις ουρανοίς και τη επιγείω οικουμένη· τώρα πλέον διά της τριημέρου Αυτού ταφής της εν τω Άδη Καθόδου και της ενδόξου και νικηφόρου Αναστάσεως Αυτού εφάνη και εν τοις καταχθονίοις ως λέγει και ο υμνωδός άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός: «Ότε κατήλθες προς τον θάνατον η ζωή η Αθάνατος, τότε τον Άιδην ενέκρωσας τη αστραπή της Θεότητος· ότε δε και τους τεθνεώτας εκ των καταχθονίων ανέστησας πάσαι αι δυνάμεις των επουρανίων εκραύγαζον. Ζωοδότα Χριστέ ο Θεός ημών δόξα Σοι».

Η Ανάστασις του Χριστού, αγαπητοί μου αδελφοί, ανήγγειλεν την μετάβασιν ημών εκ του θανάτου εις την ζωήν, την ελευθερίαν, δηλονότι εκ της δουλείας της αμαρτίας, ως κηρύττει ο μακάριος Παύλος: «ο γαρ νόμος του πνεύματος της ζωής εν Χριστώ ‘Ιησού ηλευθέρωσέ με από του νόμου της αμαρτίας και του θανάτου», (Ρωμ. 8-2).

Ερμηνεύων τον Παύλειον τούτον λόγον, ο μεν Θεοδώρητος λέγει «νόμος της αμαρτίας» σημαίνει «της αμαρτίας η δυναστεία», ο δε άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας λέγει: «αμαρτίας και θανάτου νόμον το σαρκικόν ονομάζει φρόνημα, προς παν είδος φαυλότητος [= πονηρού έργου] αποφέρον ημάς».

Κατά τον άγιον Κύριλλον Ιεροσολύμων ο Ιησούς επέλεξε τον κατακείμενον παραλυτικόν, διότι «είχε αμαρτιών πολύ φορτίον και νόσου πολυχρόνιον αλγηδόνα… ου μόνον το σώμα, αλλά και την ψυχήν», διά τούτο είπεν αυτώ, «θέλεις υγιής γενέσθαι;» (Ιωάν. 5,6). Και προσθέτει ο ιερός ημών Πατήρ Κύριλλος λέγων: «Επειδή γαρ εκ πίστεως η σωτηρία, διά τούτο ήκουσεν [ο παραλυτικός] το θέλεις, ίνα το θέλειν επαγάγη=[επιφέρη] την ενέργειαν. Τούτο μόνου του Ιησού το ρήμα αρχιατρών γαρ ουκ έστιν αισθητών [=διά των αισθήσεων αντιληπτόν]. Οι γαρ τα αισθητά [=τα ψυχικά] νοσήματα θεραπεύοντες ου δύνανται πάσιν λέγειν· θέλεις υγιής γενέσθαι; Ιησούς δε και το θέλειν χαρίζεται και το πιστεύειν λαμβάνει και την δωρεάν αμισθί = [χωρίς πληρωμήν] χαρίζεται».

Το ιστορικόν, δηλονότι το πραγματικόν γεγονός της θεραπείας του παραλυτικού κατέδειξεν αφ’ ενός μεν την υπερφυά δύναμιν του Θεανθρώπου Χριστού, διότι εθεράπευσε ανίατον νόσημα και αφ’ ετέρου την φιλανθρωπίαν Αυτού, διότι, ως λέγει ο Ιερός Χρυσόστομος: «τον μάλιστα άξιον όντα ελέους και ευεργεσίας του, [τον παραλυτικόν] προ των άλλων είδεν ο κηδεμών και φιλάνθρωπος [=Χριστός].

Πράγματι, ο Παραλυτικός έτυχε του ελέους και της ευεργεσίας του Χριστού, διότι ούτος επέδειξεν «εις τον Θεόν μετάνοιαν και πίστιν την εις τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν», (Πραξ. 20,21), κατά το κήρυγμα Αυτού «μετανοείτε και πιστεύετε εν τω ευαγγελίω», (Μαρκ. 1,15). Με άλλα λόγια, η μετάνοια θεωρείται πραγματική, όταν αύτη συνοδεύηται με την πίστιν προς τον αναστάντα Χριστόν, ως τον Λυτρωτήν και Σωτήρα ημών, ως την μόνην οδόν, διά της οποίας οδηγούμεθα ασφαλώς πλησίον του Θεού. «Εγώ ειμι η οδός και η αλήθεια και η ζωή· ουδείς έρχεται προς τον Πατέρα, ει μη δι’ εμού», λέγει Κύριος, (Ιωάν. 14,6).

Ημείς αγαπητοί μου αδελφοί, καλούμεθα να αντιμετωπίζωμεν τας παντοίας δοκιμασίας της ζωής μας, αλλά και τας ασθενείας μας, έχοντες ως υπόδειγμα τον Παραλυτικόν άνθρωπον, τον επί τριάκοντα και οκτώ έτη έχοντα εν τη ασθενεία αυτού (Ιωάν. 5,5). Μετά δε του υμνωδού δεηθώμεν του ιατρού των ψυχών και των σωμάτων ημών λέγοντες:

«Την ψυχήν μου Κύριε, εν αμαρτίαις παντοίαις, και ατόποις πράξεσι, δεινώς παραλελυμένην, έγειρον τη θεική σου επιστασία, ώσπερ και τον Παράλυτον, ήγειρας πάλαι, ίνα κράζω σεσωσμένος·οικτίρμον δόξα, Χριστέ, τω κράτει σου». Αμήν. Χριστός Ανέστη!

Μετά την θείαν Λειτουργία ακολούθησε δεξίωση και παρατέθηκε τράπεζα.