Ο εορτασμός των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης στο Πατριαρχείο Ιεροσολύμων

Την Παρασκευήν, 21ην Μαΐου/ 3ην Ιουνίου 2022, εωρτάσθη υπό του Πατριαρχείου η μνήμη των Αγίων ενδόξων θεοστέπτων βασιλέων και ισαποστόλων Κωνσταντίνου και Ελένης.

Κατά την εορτήν ταύτην η Εκκλησία πανηγυρίζει το γεγονός ότι ο Μέγας Κωνσταντίνος, δεχθείς το Άγιον Βάπτισμα, υιοθετήσας διά τον στρατόν αυτού το εμφανισθέν αυτώ εις τον ουρανόν σημείον του Σταυρού «εν τούτω νίκα» και νικήσας τους οπαδούς του Μαξεντίου ανεγνώρισεν ως επίσημον θρησκείαν του Ρωμαικού κράτους τον Χριστιανισμόν και απέστειλεν εις Ιεροσόλυμα την μητέρα αυτού Αγίαν Ελένην, η οποία ανεκάλυψεν τους τόπους της Σταυρώσεως και Αναστάσεως του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και ωκοδόμησεν τον Πανίερον Ναόν της Αναστάσεως και ενεκαινίασεν την Κωνσταντίνειον Ρωμαιοχριστιανικήν εποχήν, αρξαμένην από του 326-336 μ.Χ.

Η εορτή αύτη εωρτάσθη εις τον μοναστηριακόν Ναόν των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης της Αδελφότητος δι’ Εσπερινού αφ’ εσπέρας, χοροστατούντος του  Πατριάρχου Ιεροσολύμων κ.κ. Θεοφίλου και διά θείας Λειτουργίας την κυριώνυμον ημέραν της εορτής, προεξάρχοντος ως λειτουργού συμφώνως τη τάξει της Αδελφότητος πάλιν του Μακαριωτάτου και συλλειτουργούντων Αυτώ των εφημερίων του Ναού, με πρώτον τον Τυπικάρην Αρχιμανδρίτην π. Αλέξιον, παρουσία του Γενικού Προξένου της Ελλάδος εις τα Ιεροσόλυμα κ. Ευαγγέλου Βλιώραν και των εκπροσώπων του Πατριαρχείου Μόσχας, Πατριαρχείου Ρουμανίας και μετέχοντος πολλού λαού προσκυνητών και εντοπίων.

Απολυθείσης της θείας Λειτουργίας, η Πατριαρχική Συνοδεία, διερχομένη διά της πύλης του Κεντρικού Μοναστηρίου και λαμβάνουσα τα παραδοσιακά αρτίδια ευλογίας παρά της αρτοποιού μοναχής Σεραφείμας, ανήλθεν εις τα Πατριαρχεία .

Ενταύθα ο Μακαριώτατος προσεφώνησε διά της κάτωθι προσφωνήσεως Αυτού ως έπεται:

«Ουκ εξ ανθρώπων είληφε, το βασίλειον κράτος, αλλ’ εκ της θείας χάριτος, Κωνσταντίνος ο μέγας, συν τη μητρί ουρανόθεν, εξαστράπτον δε βλέπει, Σταυρού το θείον τρόπαιον· όθεν τούτω ολέσας τους δυσμενείς, των ειδώλων έλυσε την απάτην, εν κόσμω δε εκράτυνε, την ορθόδοξον πίστιν.

Εκλαμπρότατε Γενικέ Πρόξενε της Ελλάδος κ. Ευάγγελε Βλιώρα,

Σεβαστοί Άγιοι Πατέρες και Αδελφοί,

Ευλαβείς Χριστιανοί,

Σήμερον η Αγία του Χριστού Εκκλησία και δη η των Ιεροσολύμων περιχαρώς εορτάζει την σεπτήν μνήμην των Αγίων ενδόξων, θεοστέπτων και μεγάλων βασιλέων Κωνσταντίνου και Ελένης των αναδειχθέντων ίσων των Αγίων του Χριστού Αποστόλων και Πατέρων της Ρωμηοσύνης, αλλά και οικοδόμων των επί των Ιερών Προσκυνημάτων της Αγίας Γης ανεγερθέντων περικαλλών Μονών και μεγαλοπρεπών Ναών ως του Πανιέρου Ναού της Αναστάσεως, της Βασιλικής της Γεννήσεως εν Βηθλεέμ και πολλών άλλων.

Ο υπό του Κυρίου δεξάμενος την κλήσιν και την του Αγίου Πνεύματος γνώσιν βασιλεύς Κωνσταντίνος συνέβαλε τελεσφόρως εις την αναγνώρισιν, ουχί μόνον της Χριστιανικής πίστεως ως της επισήμου θρησκείας της αυτοκρατορίας αλλά και της στηρίξεως του θεσμού της Εκκλησίας του Θεού.

Δύο εξέχοντα γεγονότα καταδεικνύουσιν την προσφοράν του Μεγάλου Κωνσταντίνου εις το υπέρ της Εκκλησίας μεγαλειώδες όντως έργον αυτού: Πρώτον, η πρόσκλησις διακεκριμένων και εγκρίτων Πατέρων της Εκκλησίας εις την εν Νικαία τω 325 μ.Χ. συγκληθείσαν Α΄ Οικουμενικήν Σύνοδον, την καταδικάσασαν την αίρεσιν του «Αρειανισμού». Δεύτερον, η υπό της μητρός του Μεγάλου Κωνσταντίνου Αγίας Ελένης επιτελεσθείσα προσκυνηματική επίσκεψις εις τους Αγίους Τόπους και το μέγιστον των επιτευγμάτων αυτής, η ανεύρεσις του ξύλου του Τιμίου Σταυρού ως και η εγκαθίδρυσις του «Τάγματος των Σπουδαίων», δηλονότι της Γεραράς Αγιοταφιτικής ημών Αδελφότητος.

Ακούσωμεν εν προκειμένω του Μεγάλου Κωνσταντίνου γράφοντος δι’ επιστολής προς τον Βασιλέα των Περσών Σαπώρην περί της του λαού του Θεού Προνοίας: «Την θείαν πίστιν φυλάσσων του της αληθείας φωτός μεταλαγχάνω. Τω της αληθείας φωτί οδηγούμενος, την θείαν πίστιν επιγιγνώσκω». (Τηρώντας την θείαν πίστιν, κερδίζω το φως της αλήθειας. Οδηγούμενος από το φως της αλήθειας, αποκτώ συνείδηση της θείας πίστεως). Και εις ετέραν αυτού επιστολήν προς Μακάριον Επίσκοπον της εν Ιεροσολύμοις Εκκλησίας περί της οικοδομής του Μαρτυρίου (του Παναγίου Τάφου) λέγει: «τον γαρ του κόσμου θαυμασιώτατον τόπον κατ’ αξίαν φαιδρύνεσθαι δίκαιον».

Περίττόν δε να είπωμεν ότι ο Χριστιανικός χαρακτήρ της Αγίας Γης γενικώτερον και της Ιερουσαλήμ ειδικώτερον οφείλεται εξ ολοκλήρου εις την θεόπνευστον πρωτοβουλίαν και ενέργειαν των Αγίων Βασιλέων Κωνσταντίνου και της μητρός αυτού Ελένης.

Τούτων πάντων ένεκεν και ευγνωμόνως τιμώσα η αγία ημών των Ιεροσολύμων Εκκλησία την μνήμην αυτών, επετέλεσε θείαν Πατριαρχικήν Λειτουργίαν εν τω επωνύμω Μοναστηριακώ Ναώ αυτών, αναπέμψασα ούτω ευχαριστήριον δοξολογίαν τω Αγίω Τριαδικώ Θεώ.

Μετά δε του υμνωδού είπωμεν: «Κωνσταντίνε πανσέβαστε συν τη μητρί θεόφρονι Ελένη, πρέσβευε Χριστώ τω Θεώ των πταισμάτων άφεσιν δωρήσασθαι, τοις εορτάζουσι πόθω την αγίαν μνήμην σου. Αμήν. Έτη πολλά».

Πηγή: Πατριαρχείο Ιεροσόλυμων