Μητροπολίτης Βεροίας: Η γέννηση του Χριστού είναι θαύμα μέγα (Video)

Την Τρίτη 22 Δεκεμβρίου το απόγευμα μεταδόθηκε μέσα από την ιστοσελίδα της Ιεράς Μητροπόλεως Βεροίας και τον ραδιοφωνικό σταθμό «Παύλειος Λόγος», ομιλία του Μητροπολίτου Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμονος με θέμα: «Περί θείας ευχαριστίας», με αφορμή την πολεμική που ασκείται στις ημέρες μας εναντίον του μυστηρίου.

Ο Μητροπολίτης Βεροίας στην ομιλία του ανέφερε μεταξύ άλλων: Η γέννηση του Χριστού είναι θαύμα μέγα, είναι ένα κοσμοσωτήριο γεγονός, είναι έκφραση της θείας αγάπης προς τον αμαρτωλό άνθρωπο, γιατί είναι ένα γεγονός επαναλαμβανόμενο στους αιώνες, για τον κάθε άνθρωπο ανεξαιρέτως, προσωπικά.

Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο Εκκλησία μας δεν εορτάζει τα Χριστούγεννα ως την ανάμνηση ενός θαυμαστού ιστορικού γεγονότος, αλλά μας καλεί να το ζήσουμε, να το βιώσουμε πνευματικά, να το αισθανθούμε στην ψυχή μας, να το νιώσουμε ως πραγματικότητα που συντελείται μέσα μας και μας αναγεννά. Γιατί τα Χριστούγεννα δεν είναι μία ημέρα του χρόνου, δεν είναι μία οποιαδήποτε εορτή ή μία ημέρα συναντήσεως με τα προσφιλή μας πρόσωπα. Είναι και όλα αυτά, αλλά πρωτίστως και κυρίως είναι η ημέρα της γεννήσεως του Χριστού και στη δική μας καρδιά, είναι η ημέρα της πνευματικής αναγεννήσεώς μας.

Γι᾽ αυτό και οι προσπάθειες της Εκκλησίας μας, του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου και της Ιεράς Συνόδου, ήταν επίμονες, ώστε να δοθεί η δυνατότητα από τους ιθύνοντες, χωρίς να καταστρατηγηθούν τα μέτρα προστασίας από τον κορωνοιό και προφυλάξεως από τη διάδοση και τη διασπορά του, να εορτάσουμε τα Χριστούγεννα με τους ναούς μας ανοικτούς, με τη δυνατότητα συμμετοχής περισσοτέρων πιστών στη θεία Λειτουργία και στο ιερώτατο μυστήριο της θείας Κοινωνίας. Διότι η θεία Κοινωνία για τους χριστιανούς που είναι συνειδητά μέλη της Εκκλησίας δεν είναι ούτε συνήθεια ούτε πολυτέλεια, αλλά τρόπος μετοχής στο θαύμα της γεννήσεως του Χριστού, τρόπος μετοχής στον σκοπό αυτού του κοσμοσωτηρίου γεγονότος, που δεν είναι άλλος από τη γέννηση του Χριστού μέσα στην ψυχή μας και τη βίωση του θαύματος που συντελέσθηκε με την ενανθρώπησή του.

Είναι αλήθεια ότι τους τελευταίους μήνες αναφερθήκαμε επανειλημμένα στο θέμα της θείας Κοινωνίας, γιατί πολλοί ήταν εκείνοι οι οποίοι, είτε από άγνοια είτε από έλλειψη πίστεως και ευσεβείας είτε ακόμη, κάποιες φορές, και από διάθεση να αμφισβητήσουν την πίστη ή και να πολεμήσουν την Εκκλησία, αναφέρθηκαν στο μυστήριο της θείας Ευχαριστίας με τρόπο ανοίκειο και υποτιμητικό, και υπεισήλθαν σε θέματα πίστεως και ευσεβείας, χωρίς να διαθέτουν τις γνώσεις και χωρίς να έχουν το δικαίωμα, αμύητοι στον χώρο του μυστηρίου. Ορισμένοι μάλιστα το έκαναν προβάλλοντας δήθεν λόγους προστασίας της δημοσίας υγείας και αποφυγής της διασποράς του ιού, παραβλέποντας και αυτήν ακόμη την αλήθεια των πραγμάτων και την εμπειρία που προκύπτει από τους είκοσι αιώνες ιστορίας της Εκκλησίας.

Το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας δεν είναι υπόθεση της επιστήμης και δεν κατανοείται με τη λογική. Αυτό δηλώνει και ένα τροπάριο που ψάλλουμε, όταν μεταλαμβάνουμε. «Του δείπνου σου του μυστικού σήμερον Υιέ Θεού κοινωνόν με παράλαβε. Ου μη γαρ τοις εχθροίς σου το μυστήριον είπω». Ζητούμε από τον Χριστό να μας καταστήσει κοινωνούς του δείπνου του και ομολογούμε ότι το δείπνο αυτό είναι «μυστικό». Είναι πέραν των ορίων της λογικής. Είναι μυστήριο που δεν αναλύεται με τη λογική, ούτε μπορούμε να το εξηγήσουμε σε όσους όχι μόνο δεν πιστεύουν στον Χριστό, αλλά στέκονται εχθρικά απέναντί του. Το μυστήριο της θείας Ευχαριστίας αφορά μόνο αυτούς που τον πιστεύουν και πλησιάζουν με πίστη για να κοινωνήσουν. «Τα άγια τοις αγίοις», λέγει ο λειτουργός. Και άγιοι είναι και όσοι πιστεύουν στον Χριστό και αγωνίζονται να τηρούν τις εντολές του, να μετανοούν για τα λάθη τους και να προσέρχονται κατάλληλα προετοιμασμένοι στο μυστήριο. Όσοι δεν πιστεύουν, δεν μπορούν να εκφέρουν γνώμη γι᾽ αυτό, γιατί δεν έχουν ούτε τη γνώση ούτε την εμπειρία, δεν έχουν ούτε και τη δυνατότητα να το κατανοήσουν. Κατά συνέπεια δεν θα πρέπει ούτε να τους ακούμε ούτε πολύ περισσότερο να επηρεαζόμεθα από αυτούς.

Η μετάληψη του Σώματος και του Αίματος του Κυρίου μας είναι για όσους προσέρχονται στο μυστήριο «μετά φόβου Θεού, πίστεως και αγάπης» μετοχή στον Χριστό, είναι μετοχή στο φάρμακο της αθανασίας και της αιωνίου ζωής, την οποία μας προσφέρει, και δεν είναι επ᾽ ουδενί μέσο μεταδόσεως ενός εν δυνάμει θανατηφόρου ιού. Αυτό αποτελεί διαχρονική και ακλόνητη πίστη και εμπειρία της Εκκλησίας μας, η οποία προέρχεται τόσο από τη δισχιλιετή πορεία της, κατά την οποία η ανθρωπότητα πέρασε ποικίλες πανδημίες, αλλά ποτέ κανείς δεν μολύνθηκε από τη θεία Μετάληψη ούτε αυτή υπήρξε αφορμή μεταδόσεως της ασθενείας στα μέλη της Εκκλησίας ή την ευρύτερη κοινότητα.

Το γεγονός αυτό επιβεβαιώνεται και από την πρόσφατη εμπειρία της Εκκλησίας, την οποία απεκόμισε από τις ασθένειες οι οποίες έπληξαν τις τελευταίες δεκαετίες την ανθρωπότητα, όπως το HIV, η νόσος των πουλερικών ή των χοίρων και άλλες μολυσματικές ασθένειες που είχαν ευρεία διασπορά, ιδίως στον λεγόμενο τρίτο κόσμο. Ολόκληρη η επιστημονική κοινότητα παραδέχεται ότι δεν βρέθηκε ποτέ ούτε ένας πιστός ούτε ένας ιερέας μολυσμένος από αυτές τις ασθένειες είτε επειδή κοινώνησε, είτε επειδή κατέλυσε από το Άγιο Ποτήριο από το οποίο είχαν μεταλάβει προηγουμένως οι ασθενείς.

Την πραγματικότητα αυτή παραδέχθηκε προ ετών, στις 29 Φεβρουαρίου του 1988, ο Πανελλήνιος Ιατρικός Σύλλογος, όταν είχε τεθεί το θέμα της θείας Κοινωνίας με αφορμή μία άλλη μεταδοτική ασθένεια. Με έγγραφό του προς το Υπουργείο Υγείας ο Πρόεδρος του Πανελληνίου Ιατρικού Συλλόγου τόνιζε ότι «το ως άνω θέμα», δηλαδή το θέμα της θείας Μεταλήψεως, «ρυθμίζεται αποκλειστικά και μόνο από τους μυστηριακούς εκκλησιαστικούς κανόνες, ουδεμία δε επέμβαση της πολιτείας είναι δυνατή κατά το Σύνταγμα … θίγει δε τον πρέποντα σεβασμό των πολιτειακών οργάνων στη Χριστιανική πίστη … Ουδείς, ουδέποτε υποχρεώθηκε να συμμετέχει σε Θεία Μετάληψη …».

Ανάλογη με αυτήν ήταν και η άποψη του Ιατρικού Συλλόγου Αθηνών, όπως προκύπτει από τα πρακτικά της συνεδριάσεώς του, λίγους μήνες αργότερα, στις 12 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους. «Ο Ιατρικός Σύλλογος Αθηνών δεν είναι δυνατόν να υπεισέλθει σε θέματα πίστεως του ελληνικού λαού. Σε σχέση με το ερώτημα, δηλαδή αν μεταδίδονται νοσήματα κατά τη θεία Μετάληψη, αποφαινόμεθα ότι από τη μέχρι σήμερα πείρα και από τη βιβλιογραφία δεν προκύπτουν στοιχεία, που να πείθουν ότι κατ᾽ αυτήν έχουν μεταδοθεί νοσήματα».

Το ίδιο ακούσαμε να επαναλαμβάνουν και πρόσφατα διακεκριμένοι επιστήμονες ιατροί, ειδικοί καθηγητές λοιμωξιολόγοι και επιδημιολόγοι, που ερωτήθηκαν από τα Μέσα Μαζικής Ενημερώσεως και απάντησαν χωρίς κανέναν ενδοιασμό ότι δεν υπάρχει καμία απολύτως επιστημονική μελέτη η οποία να συνδέει το μυστήριο της θείας Ευχαριστίας και τη συμμετοχή των πιστών σε αυτό με τη διασπορά οποιουδήποτε ιού στην κοινότητα ή να αποτελεί αιτία διαδόσεως του κορωνοιού σε οποιαδήποτε ομάδα πληθυσμού.

Ανάμεσα σε αυτούς ήταν και μέλη της Επιτροπής των ειδικών επιστημόνων που συμβουλεύουν την ελληνική πολιτεία για τα θέματα της πανδημίας. Κάποιοι μάλιστα από τους επιφανείς αυτούς καθηγητές της Ιατρικής, όπως η κ. Γιαμαρέλλου και η κ. Λινού, δεν δίστασαν να ομολογήσουν απερίφραστα ότι ανήκουν σε εκείνους οι οποίοι θα έσπευδαν να κοινωνήσουν χωρίς φόβο αλλά με απέραντη πίστη και σεβασμό προς το μέγα μυστήριο της θείας Ευχαριστίας, αποδεικνύοντας με την προσωπική αυτή ομολογία τους ότι όσοι υποστηρίζουν την αντίθετη άποψη, ότι δηλαδή η θεία Κοινωνία μπορεί να αποτελέσει αφορμή διαδόσεως του κορωνοιού και, κατά συνέπεια, συστήνουν την απαγόρευση του μυστηρίου, όχι μόνο σφάλλουν αλλά και είναι προκατειλημμένοι έναντι της Εκκλησίας και της πίστεώς της, και, ενδεχομένως, αποβλέπουν στην απομάκρυνση των πιστών από τη θεία Κοινωνία και από την ενίσχυση την οποία αυτή προσφέρει στον άνθρωπο, ιδιαιτέρως μάλιστα κατά την περίοδο αυτή, όταν προσερχόμεθα στο μυστήριο ενσυνειδήτως και κατάλληλα προετοιμασμένοι, ώστε η μετοχή μας να μην γίνεται «εις κρίμα ή εις κατάκριμα».

Αυτό μας συστήνει και ο απόστολος Παύλος γράφοντας προς τους Κορινθίους (1 Κορ. 11.28-30): «Δοκιμαζέτω δε άνθρωπος εαυτόν, και ούτως εκ του άρτου εσθιέτω και εκ του ποτηρίου πινέτω· ο γαρ εσθίων και πίνων αναξίως κρίμα εαυτώ εσθίει και πίνει, μη διακρίνων το σώμα του Κυρίου. διά τούτο εν υμίν πολλοί ασθενείς και άρρωστοι και κοιμώνται ικανοί».

Πρέπει να εξετάζει, λέει ο απόστολος, ο άνθρωπος προσεκτικά τον εαυτό του και τότε να κοινωνεί. Διότι όποιος μετέχει αναξίως, χωρίς να έχει συναίσθηση ότι μεταλαμβάνει το Σώμα και το Αίμα του Κυρίου, αυτό που τρώει και αυτό που πίνει φέρνουν επάνω του καταδίκη. Γι᾽ αυτό και έχετε ανάμεσά σας πολλούς ασθενείς και αρκετούς που πεθαίνουν, καταλήγει ο απόστολος Παύλος.

Τα φετινά Χριστούγεννα, λοιπόν, ας ανοίξουμε την ψυχή μας στον Χριστό και ας προσέλθουμε στο μυστήριο της θείας Ευχαριστίας χωρίς τον φόβο της μεταδόσεως του κορωνοιού, αλλά με φόβο Θεού και συναίσθηση της αναξιότητός μας, ώστε να μη γίνει και για μας η μετάληψη του Σώματος και του Αίματός του «εις κατάκριμα», αλλά «εις κάθαρσιν και αγιασμόν από παντός μολυσμού σαρκός και πνεύματος»· για να έλθει ο Χριστός και να κατοικήσει μέσα μας για να μας ενισχύσει και να μας θεραπεύσει ψυχή τε και σώματι, για να γεννηθεί μέσα μας και να μας αναγεννήσει ολοτελώς.»

Καλά και ευλογημένα Χριστούγεννα

† Ὁ Βεροίας, Ναούσης καί Καμπανίας Παντελεήμων