«Βραχοεκκλησιές», η άγνωστη ιστορία των… σπηλιών του Θεού!

Eνα από τα σημαντικότερα και διαχρονικά μνημεία της Ορθοδοξίας σε παγκόσμιο επίπεδο αποτελούν φυσικά οι περίφημες «βραχοεκκλησιές – οι σπηλιές του Θεού», τις οποίες συναντάμε στην ευρύτερη περιοχή της Καππαδοκίας.

Δημιουργήματα της Φύσης και της ανθρώπινης επινοητικότητας, δεν έχουν πάψει ποτέ έως σήμερα να προκαλούν τον θαυμασμό και το ενδιαφέρον των επισκεπτών, σε οποιαδήποτε φυλή ή θρησκεία και εάν ανήκουν αυτοί. Η επιβλητική παρουσία εκατοντάδων αριστουργημάτων εκκλησιαστικής μορφής, υψηλής τεχνικής κατασκευής, σε κάθε μορφή και σχήμα αποτελούν σημάδια και μαρτυρίες της αιώνιας πίστης των χριστιανών, οι οποίοι έζησαν και δημιούργησαν τον πολιτισμό τους στη γη της Καππαδοκίας, στα βάθη της σημερινής Τουρκίας, παλεύοντας ενάντια σε κάθε είδους αντιξοότητες.

Το πότε ακριβώς φτιάχτηκαν είναι σχεδόν αδύνατον να ειπωθεί μετά βεβαιότητας, αφού οι έως σήμερα υπάρχοντες πληροφορίες δεν μας κατατοπίζουν με απόλυτη σαφήνεια σχετικά με την ταυτότητα των βραχοεκκλησιών. Δεν έχει διασωθεί π.χ κάποια κτητορική πλάκα ή κάποια άλλη μαρτυρία οι οποίες θα μπορούσαν να μας οδηγήσουν με ασφάλεια σε κάποιο συμπέρασμα. Ελλείψεις υπάρχουν και ως προς την σχετική βιβλιογραφία επί του θέματος. Εκείνο που απλά γνωρίζουμε είναι ότι έως και το πρόσφατο παρελθόν υπήρξε πλήρης άγνοια ακόμα και για την ύπαρξή τους, όπως μας αναφέρει ο κ. Κωνσταντίνος Νίγδελης, διευθυντής στο Μουσείο Προσφυγικού Ελληνισμού της Ιεράς Μητρόπολης Νεαπόλεως και Σταυρουπόλεως στη Θεσσαλονίκη και συστηματικός μελετητής επί πολλά χρόνια των βραχοεκκλησιών.

Σύμφωνα με τον κ. Νίγδελη ναι μεν υπάρχουν οι σχετικές βιβλιογραφικές αναφορές κάποιων περιηγητών, κυρίως του 18ου αιώνα, δεν είναι ωστόσο αυτές αρκούντως εμπεριστατωμένες. Μέσα από τις περιγραφές των περιηγητών αυτών προέκυπτε μια αδυναμία κατανόησης από την πλειονότητα του αναγνωστικού κοινού των όρων «υπόγεια πολιτεία», «λαξευτή εκκλησιά» κ.ά. Παρόλο ότι συνοδεύονταν οι αναφορές τους με σχέδια και σκαριφήματα, εντούτοις η εικόνα τους δεν μεταφερόταν προς τα έξω με πειστικό και σωστό τρόπο. Δημιουργούνταν η αίσθηση στο αναγνωστικό κοινό πως εκεί στη μακρινή Καππαδοκία υπήρχαν κάποιες περίεργες κατασκευές. Η δημοσίευση το 1906 των πρώτων φωτογραφιών από τους αυστριακούς αρχιτέκτονες Χανς Ροτ και Καρλ Μίχελ προκάλεσαν έκπληξη και απορία πυροδοτώντας συγχρόνως και ένα μεγάλο ερευνητικό ενδιαφέρον, το οποίο βεβαίως συνεχίζεται έως και σήμερα.

ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

Ως προς τα γενικά χαρακτηριστικά που έχουν σχέση με την κατασκευή των βραχοεκκλησιών ο κ. Νίγδελης παρατηρεί, πως η τεχνική στην οποία βασιζόταν η κατασκευή ενός τέτοιου έργου ήταν πολύ απλή. Όλα τα στοιχεία τα σχετικά με τη ναοδομία έχουν μάλλον συμβολικό χαρακτήρα. Οι αψίδες, οι τρούλοι, οι κίονες αποτελούν στοιχεία διακόσμησης και ενδεικτικά μιας αδιάλειπτης συνέχειας της αρχέγονης παράδοσης και δεν έχουν λειτουργικό χαρακτήρα. Και αυτός ακόμη ο όρος κτίσμα εμπεριέχει εν πολλοίς, στις υπόγειες και λαξευτές εκκλησιές, το στοιχείο της αντίφασης καθώς ουδείς έκτιζε μια τέτοια εκκλησιά. Με τη χρήση της αφαιρετικής -και όχι της προσθετικής- μεθόδου ο κάθε τεχνίτης κατασκεύαζε ό,τι ήθελε!

Η τεχνική για την κατασκευή των βραχοεκκλησιών ήταν πολύ απλή. Πρώτα άνοιγαν μια τρύπα, η οποία αποτελούσε τη βασική είσοδο και τις περισσότερες φορές ήταν σχεδόν αθέατη. Στη συνέχεια καθώς προχωρούσαν οι εργασίες δημιουργούνταν μια σήραγγα οι διαστάσεις της οποίας επέτρεπαν στον κατασκευαστή να κινείται και να εκτελεί με άνεση τις εργασίες. Στη συνέχεια γινόντουσαν οι απαραίτητες εργασίες για την αφαίρεση του ηφαιστειογενούς υλικού, ενώ συγχρόνως φρόντιζαν και για την διαπλάτυνση της σήραγγας η οποία αποτελούσε το κύριο μέρος του ναού. Η όλη προσπάθεια ήταν επίπονη αφού και για να γίνει ο ναός απαιτείτο πολύς χρόνος και υπήρχε πάντοτε ο κίνδυνος μιας κατασκευαστικής απροσεξίας. Σε αυτόν τον πρωτότυπο από πλευράς μορφής ναό προσέδιδαν όποια μορφή ήθελαν αναλόγως με τα φυσικά εμπόδια ή τις δυσκολίες που συναντούσαν. Εκείνο, ωστόσο, που μετρούσε ήταν η αγάπη προς τον άγιο και η επιτέλεση του εγχειρήματος.

ΑΦΙΕΡΩΤΙΚΟΙ

«Μπορούμε να πούμε μετά βεβαιότητας πως οι λαξευτοί ναοί, οι οποίοι κοσμούν εδώ και αιώνες την γη της Καππαδοκίας, ήταν κυρίως αφιερωτικοί ναοί» επισημαίνει ο κ. Νίγδελης και προσθέτει: «Κατά συνέπεια την όλη προσπάθεια μπορούσαν να φέρουν εις πέρας ακόμη και οι μη ειδικοί. Ολοι εκείνοι, δηλαδή, που είχαν θέσει ως σκοπό της ζωής τους ένα τέτοιο έργο να αποτελέσει τάμα και να το αφιερώσουν σε κάποιον άγιο. Ας πάρουμε το παράδειγμα ενός ασκητή που σε όλη του τη ζωή προσπαθούσε και δημιουργούσε με τον δικό του έστω τρόπο, ενώ ταυτόχρονα χρησιμοποιούσε τον χώρο όχι μόνο ως την εκκλησιά-καταφυγή του αλλά και ως κατοικία. Και τις περισσότερες φορές μάλιστα χρησίμευε ως η τελευταία του κατοικία. Γεγονός το οποίο μαρτυρείται ακόμα και σήμερα από την ύπαρξη των ειδικά λαξευμένων χώρων εντός των μνημείων».

ΣΧΕΔΟΝ ΑΘΕΑΤΕΣ

Εχουν διασωθεί βραχοεκκλησιές με σχεδόν αθέατες και απλές προσόψεις. Οι περισσότερες χαρακτηρίζονται μονόκλιτοι, λόγω της εύκολης κατασκευής τους, ενώ αρκετές είναι και εκείνες που ανήκουν στην κατηγορία του «ελευθέρου σταυρού». Άλλες είναι χτισμένες σύμφωνα με τη ντόπια παράδοση, ενώ υπάρχουν και κάποιες οι οποίες διαθέτουν τρούλο. Οι περισσότερες από αυτές χρησιμοποιήθηκαν ως παρεκκλήσια, ερημητήρια, εκκλησίες μικρού αγροτικού οικισμού, εξωκκλήσια, αφιερωματικοί ναοί, καθολικά μοναστηριών, χώροι διαμονής αλλά και ως χώροι ταφής, κυρίως των ασκητών οι οποίοι διακονούσαν τους ναούς.

Λαϊκότροπες τοιχογραφίες και απεικόνιση του βίου και των δοκιμασιών των Αγίων

Οι τοιχογραφίες από άποψη καλλιτεχνική δεν παρουσιάζουν εξαιρετικό ενδιαφέρον σύμφωνα και με τα όσα μας αναφέρει ο κ. Νίγδελης: «Μπορούμε να σημειώσουμε πως πρόκειται ασφαλώς για μια σημαντική προσπάθεια, η οποία όμως βασίζεται στην χρήση μιας τεχνικής που χαρακτηρίζεται ως λαϊκότροπη. Τα πρόσωπα παρουσιάζονται από τον δημιουργό–καλλιτέχνη με λιτές γραμμές χωρίς να αποδίδεται με ακρίβεια ο όγκος. Φωτίζονται κάποια σημεία, σημαντικά κατά την άποψη του δημιουργού, αλλά με ελάχιστες σκιές. Γενικά η ενδυμασία των προσώπων σχηματοποιείται γεωμετρικά με τον καλλιτέχνη να βασίζεται στη βυζαντινή χρωματική κλίμακα (πολυγνώτιο) και με κύρια χρώματα το άσπρο, το μαύρο, την ώχρα και το χοντροκόκκινο».

Κατά το πρώιμο στάδιο το κύριο μέλημα των αγιογράφων ήταν η ενδελεχής απεικόνιση στους τοίχους των βραχοεκκλησιών θεμάτων, τα οποία αφηγούνταν τη ζωή και τις δοκιμασίες των αγίων που ήταν ιδιαίτερα αγαπητοί στους Καππαδόκες. Όπως για παράδειγμα ο βίος το οσίου Βαρλαάμ, του Αγίου Μάμα, του Αγίου Θεόδωρου, της Αγίας Ευφημίας, αλλά και του Αγίου Βασιλείου ο οποίος προστέθηκε αργότερα. Φυσικά πρωτεύουσα σειρά είχαν και οι σκηνές-θέματα από την Παλαιά και την Καινή Διαθήκη. Σε αρκετές βραχοεκκλησιές παρατηρούνται θέματα παρμένα από τα λεγόμενα απόκρυφα ευαγγέλια ή έχοντα σχέση με αυτά.

ΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ

Σπάνιο αλλά ωστόσο χαρακτηριστικό στοιχείο της όλης διακόσμησης είναι και η ύπαρξη σε πολλές λαξευτές εκκλησιές της απεικόνισης των δωρητών. Από το 843 και μετά την άρση των απαγορεύσεων -οι οποίες ίσχυσαν κατά την μακρά περίοδο της Εικονομαχίας- ναι μεν διατηρήθηκαν οι αγιογραφήσεις των ιδιαίτερων ή και των τοπικών αγίων της Καππαδοκίας, ωστόσο κύριο μέλημα των αγιογράφων ήταν από εκείνο το σημείο και μετά η απεικόνιση θεμάτων από τη ζωή και το έργο του Χριστού. «Η όλη ιστορία ξετυλίγεται μπροστά στα μάτια του θεατή με τη συνοδεία επιγραφών από τα ιερά κείμενα, που εξηγούν με κάθε λεπτομέρεια τα γεγονότα που διαδραματίζονται» διευκρινίζει ο κ. Νίγδελης και προσθέτει: «Η εικονογράφηση αυτή δεν είναι δραματική, ούτε έχει άμεση σχέση με την θεία λειτουργία που τελείται μέσα στη εκκλησία. Ίσως όμως να ήταν αυτό το στοιχείο από το οποίο είχαν ανάγκη μοναχοί και λαϊκοί της εποχής στην αγροτική περιοχή της Καππαδοκίας: Να μπορούν δηλαδή να παρακολουθούν βήμα προς βήμα την πορεία του Χριστού από τη στιγμή της ενσάρκωσης, μέχρι το μαρτύριο, την ανάσταση και την Ανάληψη».

Μεγάλος ο αριθμός των βραχοεκκλησιών που έχουν διασωθεί και συγκεντρώνουν το ενδιαφέρον των απλών προσκυνητών αλλά και των ερευνητών. Ανάμεσά τους και κάποιες οι οποίες αξίζουν μια ξεχωριστής αναφοράς. Στην κοιλάδα των Κομμάτων βρίσκεται η Εκκλησία του Αγίου Βασιλείου, η οποία υπολογίζεται ότι κτίστηκε περίπου τον 10ο αιώνα. Είναι δίκλιτη περιβαλλόμενη από μια τεράστια αψίδα, η δε είσοδος της είναι κτιστή είσοδο. Ονομαστή επίσης είναι η Εκκλησία της Αμπέλου, η κατασκευή της οποίας τοποθετείται περίπου τον 9ο αιώνα. Πρόκειται για παρεκκλήσι του αγίου Νικήτα και βρίσκεται στην κοιλάδα Μεσκεντίρ, κοντά στο Τσαβουσίν. Είναι λαξευμένη πάνω σε μεμονωμένο κωνικό βράχο, είναι μονόκλιτη και με τοιχογραφίες που παραμένουν σε καλή κατάσταση. Την ονομασία της πήρε από τις πολλές παραστάσεις με θέμα την άμπελο που κοσμούν τον εσωτερικό χώρο.

ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΩΝ ΙΧΘΥΩΝ

Ονομαστή είναι και η Απέναντι Εκκλησία (Καρσή Κιλισέ) στην Αραβησσό. Είναι λαξευμένη σ΄ ένα βράχο σε σχήμα πυραμίδας και δεσπόζει εντυπωσιακά έτσι καθώς στέκει ανάμεσα σε εκατοντάδες άλλους βράχους. Στο εσωτερικό της υπάρχει μια διώροφη βραχοεκκλησιά. Την προσοχή των επισκεπτών αποσπά και η Εκκλησία των Ιχθύων, στην περιοχή της Ζέλβης. Το προσωνύμιο της οφείλεται στην ύπαρξη μεγάλου αριθμού απεικονίσεων ιχθύων στους τοίχους, ενός συμβόλου με ιδιαίτερη σημασία για την χριστιανική πίστη. Χαρακτηρίζεται μονόκλιτη και διαθέτει τρεις αψίδες με την κάθε μια από αυτές να φέρει βωμό. Άλλη μια αξιοπρόσεκτη εκκλησία είναι και η Νοσοκομειακή εκκλησιά, που βρίσκεται στο Ορταχισάρ. Ονομάστηκε έτσι επειδή ο εσωτερικός της χώρος μοιάζει καταπληκτικά με θάλαμο νοσοκομείου! Στο εσωτερικό της διακρίνονται δύο σειρές με δέκα κίονες, ενώ έχει διασωθεί επίσης και ένας λαξεμένος ταφικός θάλαμος.

Η «ΟΜΟΡΦΟΕΚΚΛΗΣΙΑ» ΚΑΙ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΤΩΝ ΚΑΘΡΕΠΤΩΝ

Τις θετικές εντυπώσεις δεν έχει πάψει να αποσπά έως και σήμερα και η «Ομορφοεκκλησιά», (Εκκλησία Αλά). Το προσωνύμιο της οφείλεται στην εξαιρετικής ομορφιάς πρόσοψη. Εξίσου εντυπωσιακή είναι και η Εκκλησία Κοιμήσεως της Θεοτόκου, κτισμένη κατά τον 9ο αιώνα περίπου. Στο εσωτερικό της υπάρχουν αρκετά κελιά, λαξευμένα κοιμητήρια, λαξεμένες εσοχές, όπως και πολλά φατνώματα. Οι δε τοιχογραφίες παραμένουν σε καλή κατάσταση. Πιο ονομαστή τοιχογραφία αυτή της Κοίμησης της Θεοτόκου, από την οποία πήρε και η εκκλησία την ονομασία της. Στα ανατολικά της περιοχής Γκιόρεμε στέκει η Εκκλησία των καθρεπτών. Ονομάστηκε έτσι επειδή οι γραμμικές απεικονίσεις «καθρεπτίζονται» από τον ένα τοίχο στον άλλο. Ανήκει στην κατηγορία της βασιλικής με περίτεχνες γραμμικές διακοσμήσεις και έναν σταυρό, του οποίου οι άκρες σχηματίζουν το γράμμα Ψ.


Σωτήρης Λέτσιος
*Το κείμενο είναι αναδημοσίευση απο την εφημερίδα Ορθόδοξη Αλήθεια