Τα θαυμαστά γεγονότα του μεγάλου πνευματικού των Γερόντων

Ο ηγούμενος Αθανάσιος Σταυροβουνιώτης, κατά κόσμον Ανδρέας Τσικουρής, γεννήθηκε το 1925 και σε ηλικία 15 ετών προσήλθε στο προπύργιο του Ορθόδοξου Μοναχισμού της Κύπρου, στο βουνό όπου η Βασιλομήτωρ Αγία Ελένη, ανήγειρε ναό προς δόξαν του Τιμίου Σταυρού του Σωτήρος

Από τον Γιάννη Ζαννή

Προς το τέλος του 2020, οι εκδόσεις Θεομόρφου, της Ιεράς Μητροπόλεως Μόρφου, εξέδωσαν σε μια καλαίσθητη δίτομη έκδοση μιας σειράς ομιλιών εξαιρετικού ενδιαφέροντος του Μητροπολίτου κ. Νεοφύτου, με τον τίτλο «Λόγοι Εμπειρικής Θεολογίας Αγίων Πατέρων και Μητέρων».

Ο Πανιερώτατος υπογράφει στην αρχή μια αφιέρωση: «Το βιβλίο αυτό αφιερώνεται στον αββά της Κύπρου, στη βοώσα σιωπή, τον ανανεωτή του Κυπριακού Μοναχισμού, το στήριγμα και την έμπνευση πολλών, τον Γέροντα των Γερόντων, αρχιμανδρίτη Αθανάσιο Σταυροβουνιώτη».

Αλλά και ο μακάριος Γέροντας Αιμιλιανός ο Σιμωνοπετρίτης, το κορυφαίο αυτό ανάστημα του σύγχρονου Αγιορείτικου (και όχι μόνο) Μοναχισμού, είχε πει, αναφερόμενος στον Ηγούμενο του Σταυροβουνίου Αθανάσιο: «Αυτός δεν είναι απλώς Γέροντας. Είναι Αββάς!».

Ο τόπος της καταγωγής του ήταν η Άσσια της Μεσαορίας. Βρίσκεται πολύ κοντά στην (κατεχόμενη σήμερα και άχρι καιρού) Τριμυθούντα, απ’ όπου καταγόταν και όπου ενταφιάστηκε ο μεγάλος θαυματουργός Άγιος Σπυρίδων.

Γεννήθηκε το 1925. Ήταν γιος του Χατζη-Γεωργίου Τσικουρή και της Χατζη-Ελένης Οικονόμου, ευλαβέστατων ανθρώπων, που εκοιμήθηκαν αμφότεροι ως μοναχοί (Γρηγόριος Μοναχός Σταυροβουνιώτης και Ελένη Μοναχή). Από μια τέτοια ρίζα, προήλθε και ο ανάλογος καρπός. Ο κατά κόσμον Ανδρέας Τσικουρής, σε ηλικία μόλις 15 ετών προσήλθε στο προπύργιο του Ορθόδοξου Μοναχισμού της Κύπρου, στο βουνό όπου η Βασιλομήτωρ Αγία Ελένη, επιστρέφοντας από τα Ιεροσόλυμα με το ανεκτίμητο εύρημά της, τον Τίμιο Σταυρό του Σωτήρος, στη θέση του παλαιού ναού των δαιμόνων ανήγειρε ναό προς δόξαν του μόνου αληθινού Θεού και σ’ αυτόν αφιέρωσε τον σταυρό του δίκαιου ληστή, τοποθετώντας στο κέντρο του τεμάχιο του Τιμίου Ξύλου. Στο βουνό που πήρε τ’ όνομά του από τον Τίμιο Σταυρό, εκεί που εγκαθιδρύθηκε η Μονή του Σταυροβουνίου, στην οποίαν και στις έσχατες ημέρες διέλαμψαν αγιασμένοι μοναχοί, όπως οι Ηγούμενοι Βαρνάβας, Διονύσιος και Γερμανός, καθώς και ο μεγάλος πνευματικός Κυπριανός. Στο μοναστήρι όπου έσπευδαν να εξομολογηθούν οι ευλαβείς Κύπριοι, αγιασμένες μορφές όπως ο γερο-Παναής Χατζηιωνάς, ο Χατζηφλουρέντζος, ο Γέροντας Γαβριήλ ο μετέπειτα Ηγούμενος του Αγίου Βαρνάβα.

Όταν ο νεαρός Ανδρέας προσήλθε ως δόκιμος, Ηγούμενος της Μονής ήταν ο Γέροντας Βαρνάβας, ο οποίος το 1946 τον έκανε ρασοφόρο μοναχό. Το 1950, όταν ο Γέροντας Διονύσιος Β΄ είχε διαδεχθεί τον εκδημήσαντα Βαρνάβα στην Ηγουμενία, τον έκειρε Μεγαλόσχημο με το όνομα Αθανάσιος.
Το 1950 χειροτονείται εις Διάκονον από τον τότε Μητροπολίτη Κιτίου, τον μετέπειτα Αρχιεπίσκοπο Κύπρου Μακάριο Γ΄ και το 1957 εις Πρεσβύτερον από τον διάδοχο του Μακαρίου στη Μητρόπολη Κιτίου, Άνθιμο, ο οποίος το 1967 τον χειροθέτησε και Πνευματικό.

ΝΕΟΣ ΑΝΕΜΟΣ

Στις 31 Αυγούστου 1982 ο Ηγούμενος Γερμανός (ένα επίσης κορυφαίο πνευματικό ανάστημα του Κυπριακού Ορθόδοξου Μοναχισμού, κατά πάντα ισοστάσιος των προκατόχων του), αναχώρησε για τις ουράνιες σκηνές. Οι Πατέρες της Μονής, εξέλεξαν ως διάδοχό του τον Αθανάσιο. Επί της Ηγουμενίας του, η οποία διήρκεσε σχεδόν 40 έτη (τριάντα εννέα κατ’ ακρίβειαν), στο αρχαίο αυτό σέβασμα της Ορθοδοξίας επρόκειτο να πνεύσει ένας νέος άνεμος, μια πνοή που θα αναγεννούσε πνευματικά και υλικά τόσο το Σταυροβούνι, όσο και όλη την Ορθόδοξη Κύπρο.

Από πνευματικής πλευράς, υπήρξε ο Πνευματικός πολλών Γυναικείων Μοναστηριών (του Αγίου Γεωργίου του Αλαμάνου, της Παναγίας Σφαλαγγιώτισσας, Παναγίας του Γλωσσά), αλλά πολλών Ηγουμένων και Ιεραρχών, τόσο της Εκκλησίας της Κύπρου, όσο και εκτός των ορίων της. Για τον λόγο αυτόν ονομάστηκε «ο Γέροντας των Γερόντων». Οι ευλαβείς προσκυνητές, λαϊκοί, κληρικοί και μοναχοί που επισκέπτονταν την Κύπρο, δεν έχαναν την ευκαιρία να επισκεφθούν την ακρόπολη, θα λέγαμε, του Κυπριακού Μοναχισμού, για να πάρουν την ευχή του Ηγουμένου π. Αθανασίου.

ΤΟ ΘΑΥΜΑ!

Ο Ανδρέας Χριστοφόρου, αναφέρει ένα θαυμαστό γεγονός που άκουσε από τον ίδιο τον Γέροντα Αθανάσιο, όταν τον επισκέφθηκε με μια μεγάλη ομάδα Ελλαδιτών ιερέων. Ο επισκέπτης του τον παρακάλεσε να τους πει κάτι για πνευματική ωφέλεια, «θέλοντας να μας μεταδώσει λόγο Ζωής», όπως λέει χαρακτηριστικά. Και τότε ο Γέροντας τους διηγήθηκε ένα μεγάλο θαύμα που επιτελέστηκε δια χειρών του, το οποίο απέδωσε στον Τίμιο Σταυρό, «χωρίς καν να υποπτευθεί ότι ομολογούσε την αγιότητά του», επισημαίνει χαρακτηριστικά ο Α. Χριστοφόρου: «Εφέραν γιε μου έναν τουρκοκύπριον τυφλό τζιαί έκαμνε μετάνοιες μπροστά στον Τίμιο Σταυρό. Μόλις κατάλαβε ότι εστέκουμουν εγιώ δίπλα του τζιαί εθώρουν τον, είπε μου: ΄΄Παπά άλειψε με, με λάδι που την καντήλαν του Σταυρού να δώ το φώς μου!΄΄. Τον άλειψα γιε μου τζιαί αμέσως άμπλεψεν (δηλ. ανέβλεψε, είδε)».

ΟΤΑΝ ΤΟΝ ΕΠΙΣΚΕΦΘΗΚΕ Ο ΑΘΑΝΑΣΙΟΣ ΓΙΕΦΤΙΤΣ

Ο Κύπριος θεολόγος Θεόδωρος Κυριακού, αναφέρει ένα χαρακτηριστικό περιστατικό, όταν τον Γέροντα επισκέφθηκε ο μακαριστός Σέρβος επίσκοπος Αθανάσιος Γιέφτιτς: «Ο επίσκοπος, πριν πλησιάσει τον Γέροντα για να του φιλήσει το χέρι, έκανε τρεις εδαφιαίες μετάνοιες, με βαθύ σεβασμό και μετά ασπάσθηκε το χέρι του Ηγουμένου». Ο ίδιος αναφέρει ότι: «δεν υπήρχε περίπτωση να φιλήσει κανείς το χέρι του και να μην δακρύσει». Και σημειώνει ότι: «ενώ ήταν ένας πνευματικός της αυστηρής σχολής του μοναχισμού, ήταν ταυτόχρονα γεμάτος αγάπη. Πράος, αλλά με τέτοιου διαμετρήματος πνευματικότητα, που τον σέβονταν όλοι. Τον χαρακτηρίζει δε ανεπιφύλακτα ως την πλέον σημαντική μορφή του μοναχισμού κατά τις τελευταίες δεκαετίες».

Οι προσευχές και νουθεσίες που έσωσαν πλήθος πιστών, η αναγέννηση της μονής

Ο Γιάννης Πεγειώτης αναφέρει για τον αγιασμένο Γέροντα ότι οι προσευχές και οι σοφές νουθεσίες του έσωσαν πλήθος ανθρώπων. Ο ίδιος ποτέ δεν επιδίωξε τη δόξα και τις διακρίσεις, ενώ τα σφάλματα και τις έριδες που ταλάνισαν κάποιες περιόδους την Κύπρο, τα αντιμετώπισε «με τη σοφία του αρχαίου ήθους». Είχε ακλόνητη πίστη και ανύστακτο ενδιαφέρον για τους απλούς ανθρώπους, ενώ η ελεημοσύνη και η φιλοξενία ήταν ανάμεσα στις βασικότερες αρετές του, ασκώντας τες μάλιστα και σε καιρούς ιδιαίτερα χαλεπούς. Όπως είπε χαρακτηριστικά κάποιος σοφός άνθρωπος του λαού: «Ο Γέροντας κράτησε το νησί στους ώμους του, πλάι στον Γέροντα Αθανάσιο της Τροοδίτισσας και τον Γέροντα Γαβριήλ του Αποστόλου Βαρνάβα», με τον οποίον συνδεόταν με στενή φιλία και βαθιά πνευματική σχέση, μάλιστα εξομολογείτο ο ένας στον άλλον, όπως μας ανέφεραν πνευματικά τέκνα του Γέροντα Γαβριήλ, που υπήρξαν αυτόπτες μάρτυρες του γεγονότος αυτού. Η πραότητα, η ταπείνωση και η σεμνότητα τον χαρακτήριζαν και τον συνόδευαν ως το τέλος του επιγείου του βίου.

ΝΕΑ ΠΑΡΕΚΚΛΗΣΙΑ

Αλλά και υλικά αναγεννήθηκε η Ιερά Μονή Σταυροβουνίου: Η κυρίως Μονή διπλασιάστηκε σε κτιριακό μέγεθος, ενώ νέα παρεκκλήσια χτίστηκαν: Στον κύριο χώρο της Μονής, στα νέα κελιά, το παρεκκλήσι του Αγίου Σπυρίδωνος, κοντά στην Παναγία την Στάζουσα το παρεκκλήσι του Τιμίου Προδρόμου, στην κορυφή του Σταυροβουνίου, έξω από την πύλη της Μονής, το παρεκκλήσι Πάντων των εν Κύπρω Αγίων. Κατά την διάρκεια της Ηγουμενίας του επίσης, αυξήθηκε σημαντικά ο αριθμός των μοναχών, ξεπερνώντας τους τριάντα.

ΣΗΚΩΣΕ ΣΤΟΥΣ ΩΜΟΥΣ ΤΟΥ ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΕΠΙ ΣΧΕΔΟΝ ΕΝΑΝ ΑΙΩΝΑ ΨΥΧΗ ΤΕ ΚΑΙ ΚΑΡΔΙΑ

αναχώρησε πλήρης έργων αγαθών, «ὡσεὶ ἐλαία κατάκαρπος ἐν τῷ οἴκῳ τοῦ Θεοῦ», αφού σήκωσε, όπως σημειώνει ο Ανδρέας Χριστοφόρου, για έναν σχεδόν αιώνα στους ώμους του όλη την Ορθόδοξη Παράδοση ψυχῇ τε καὶ καρδίᾳ.

Κατά το απόγευμα της ημέρας των ονομαστηρίων του, των Αγίων Αθανασίου και Κυρίλλου Πατριαρχών Αλεξανδρείας, στις 18 Ιανουαρίου του 2020, πλήρης ημερών και ενώ είχε ταλαιπωρηθεί από μακροχρόνια προβλήματα της υγείας του, ο Γέροντας Αθανάσιος Σταυροβουνιώτης παρέδωσε ειρηνικά το πνεύμα του στον Κύριο, για να απολαύσει τον καρπό των αγώνων του από τον Αθλοθέτη.

Το απόγευμα της επομένης τελέστηκε η εξόδιος ακολουθία του, παρουσία πλήθους κληρικών. Αρκεί να αναφέρουμε τους επισκόπους Κιτίου Νεκτάριο, Κηρυνείας Χρυσόστομο, Μόρφου Νεόφυτο, Ταμασσού Ησαΐα, Τριμυθούντος Βαρνάβα, Καρπασίας Χριστοφόρο, Λήδρας Επιφάνιο (Ηγούμενο της Μονής Μαχαιρά), Βόστρων Τιμόθεο. Παρόντες ήταν και οι ηγούμενοι των Μονών Μαχαιρά, Τιμίου Προδρόμου Μέσα Ποταμού, Συμβούλου Χριστού, Αγίου Γεωργίου Μαυροβουνίου, ενώ παρέστη και μεγάλος αριθμός ιερέων, διακόνων και λαϊκών από την Κύπρο.

ΠΛΗΡΗΣ ΕΡΓΩΝ ΑΓΑΘΩΝ

Ο Γέροντας αναχώρησε πλήρης έργων αγαθών, «ὡσεὶ ἐλαία κατάκαρπος ἐν τῷ οἴκῳ τοῦ Θεοῦ», αφού σήκωσε, όπως σημειώνει ο Ανδρέας Χριστοφόρου, για έναν σχεδόν αιώνα στους ώμους του όλη την Ορθόδοξη Παράδοση ψυχῇ τε καὶ καρδίᾳ, «σύρνοντας πίσω του χρυσή γραμμή ατελεύτητη» των Αγίων της Κύπρου, του Αγίου Αποστόλου Βαρνάβα, του Τετραήμερου Αγίου Λαζάρου, του Αγίου Ιωάννη του Ελεήμονα, του Αγίου Σπυρίδωνα, του Αγίου Επιφανίου Κωνσταντίας, του Αγίου Ιωάννη Λαμπαδιστή, των Αγίων Φίλωνος, Συνεσίου, Φωτούς (Φωτεινής) της Καρπασίας, του Αγίου Παναρέτου, των αγιασμένων λαϊκών γερόντων Χατζηφλουρέντζου και Παναή της Μεσαορίας και τόσων άλλων Αγίων που δεν γνωρίζουμε.

Αυτή η ατελεύτητη χρυσή γραμμή, αυτή η λιτανεία των αιώνων, η Ιερή Παράδοση στην συνέχεια της Αγιότητας, όπου οι αρετές αποτελούν τον θεμέλιο λίθο της Μυστηριακής ζωής, είναι η συνέχεια της Μιας Αγίας Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας από την Πεντηκοστή μέχρι τη Δευτέρα Παρουσία, αφού Χριστὸς χθὲς καὶ σήμερον ὁ αὐτὸς καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας.

*Αναδημοσίευση από την εφημερίδα “Ορθόδοξη Αλήθεια”