Πώς άναψε η φλόγα της Επανάστασης στον Άθωνα

Όσα ανέδειξε το Συνέδριο της Αγιορείτικης Εστίας με θέμα: «Το Άγ. Όρος στα χρόνια της Ελληνικής Επανάστασης». Η δράση των μοναχών και η συγκέντρωση χρημάτων με στόχο την άρτια προετοιμασία του Αγώνα

Η φλόγα που ξεπήδησε από την έκρηξη της Ελληνικής Επανάστασης τον Μάρτιο του 1821, δεν θα ήταν δυνατόν να μην μεταλαμπαδευθεί και στο Άγιο Όρος. Τα διαδραματισθέντα στην χερσόνησο του Άθω εκείνη την περίοδο βρέθηκαν και πάλι στην επικαιρότητα με αφορμή τις εργασίες του 11ου Διεθνούς Επιστημονικού Συνεδρίου της Αγιορειτικής Εστίας με θέμα:«Το Άγιον Όρος στα χρόνια της Ελληνικής Επανάστασης», το οποίο διοργανώθηκε πριν από λίγες ημέρες από την Αγιορειτική Εστία και σε συνεργασία με την Εταιρεία Μακεδονικών Σπουδών.

Η αναγγελία της Επανάστασης προκάλεσε αμέσως ενθουσιασμό στους μοναχούς της Αθωνικής Πολιτείας. Οι διωγμοί που υφίσταντο έως τότε η Ορθόδοξη Εκκλησία δεν είχαν σταθεί ικανοί να κάμψουν το φρόνημα της πίστης σε όσους ταπεινά την υπηρετούσαν.

Ο απαγχονισμός του Πατριάρχη Γρηγορίου του Ε’ στην Κωνσταντινούπολη(Απρίλιος 1821) υπήρξε το καταλυτικό γεγονός, το οποίο οδήγησε στην άμεση κινητοποίηση της αγειορίτικης κοινότητας με σκοπό την συγκέντρωση των απαραίτητων χρημάτων για την διεξαγωγή του Αγώνα. Και ενώ οι μοναχοί δραστηριοποιούνταν με σκοπό την αρτιότερη προετοιμασία των πολεμικών επιχειρήσεων, κατέφτασε στις 23 Μαρτίου στη Μονή Εσφιγμένου προερχόμενος από την Κωνσταντινούπολη ο Εμμανουήλ Παπάς.

Αποβιβαζόμενος εκεί φέρνοντας μαζί του όπλα και πολεμοφόδια έγινε δεκτός με ενθουσιασμό από όλους τους μοναχούς. Σύμφωνα με τους υπολογισμούς του ίδιου η περιοχή του Αγίου Όρους εθεωρείτο το καταλληλότερο σημείο, ώστε να ξεκινήσει από εκεί η εξέγερση και να επεκταθεί σε ολόκληρη την Μακεδονία.

Οι αντικειμενικές ωστόσο δυσκολίες του όλου εγχειρήματος τον υποχρέωναν να τηρεί προσεκτική στάση ως προς τον σχεδιασμό της επιχείρησης. Μια από τις πρώτες ενέργειές του ήταν να προσφέρει 240 μαχμουτιέδες(3.600 γρόσια) για τις ανάγκες του Αγώνα. Το παράδειγμά του ακολούθησαν και αρκετοί άλλοι εντός της μοναστικής κοινότητας, οι οποίοι για τον ίδιο σκοπό κατέθεσαν διάφορα ποσά. Ένα πνεύμα οργανωτικότητας και εγρήγορσης διαπερνούσε το Όρος από την μια γωνιά στην άλλη.

Χωρίς να υπάρξει το παραμικρό χάσιμο χρόνου αποφασίσθηκε να συγκεντρωθούν όσο το δυνατόν περισσότεροι ένοπλοι στην περιοχή της Μεγάλης Βίγλας, όπως και η μεταφορά τροφίμων από τα υπόλοιπα μοναστήρια προς την Ιερά Μονή Εσφιγμένου. Συγχρόνως, οι μονές κατέθεσαν και 10.000 γρόσια: Η κάθε μία από τις μεγάλες μονές συνεισέφερε με 1250 γρόσια, ενώ οι μικρότερες προσέφεραν 312 γρόσια έκαστη.

Η φλόγα της επανάστασης ήταν έτοιμη ν΄ανάψει και στο Άγιο Όρος. Στις 16 Μαίου 1821-και αφού είχε προηγηθεί επίσημη τελετή στο Πρωτάτο-έγινε η κήρυξη της επανάστασης στην Αθωνική πολιτεία,ενώ συγχρόνως ανατέθηκαν καθήκοντα αρχιστράτηγου της Μακεδονίας στον Εμμανουήλ Παπά. Την 1η Ιουνίου 1821 ο Παπάς, συνοδευόμενος από τον επίσκοπο Μαρωνείας, τέθηκε επικεφαλής όλων των ενόπλων του Άθωνος και έσπευσε να συνδράμει τους εξεγερθέντες στην Ιερισσό και τα Μαντεμοχώρια.

Το γεγονός ωστόσο ότι δεν κατέστη δυνατόν να μοιρασθούν όπλα σε όλους τους μαχητές, είχε ως αποτέλεσμα να μην συγκροτηθεί αξιόμαχο στράτευμα ικανό να αντιμετωπίσει τον στρατό του Μπαιράμ Πασά, ο οποίος είχε αποσταλεί για να καταπνίξει τις επαναστατικές δυνάμεις των Ελλήνων. Στην σύγκρουση που επακολούθησε στις 15 Ιουνίου οι Έλληνες πολεμιστές -παρά την γενναιότητα που επέδειξαν -ηττήθηκαν στα στενά της Ρεντίνας και τράπηκαν σε φυγή. Ο Εμμανουήλ Παπάς αναγκάσθηκε να καταφύγει μαζί με 200 περίπου συμπολεμιστές του στον Πολύγυρο.

Αφού έστειλε τον Ρήγα Μάνθο μαζί με μια ομάδα καλά οπλισμένων μαχητών στο στενό του Άθωνος, ο ίδιος οχυρώθηκε στο στενό της Κασσάνδρας. Οι ορδές των Τούρκων ισοπέδωναν με εκδικητική μανία τα πάντα στο πέρασμά τους. Απελπισμένοι οι Έλληνες χριστιανοί έπαιρναν τον δρόμο της διαφυγής προς το Άγιο Όρος, όπου εκεί βρήκαν καταφύγιο 7000 περίπου από αυτούς.

Προ του κινδύνου τα τουρκικά στρατεύματα να εισβάλλουν στο Όρος παραδίδοντας και εκεί τα πάντα στον όλεθρο, η Ιερά Κοινότητα ζήτησε ενισχύσεις τόσο από την Ύδρα αλλά και από τον Δημήτριο Υψηλάντη, ενώ έγιναν προσπάθειες για να σταλεί βοήθεια στις δυνάμεις του Μάνθου που είχαν οχυρωθεί στο στενό του Άθωνος. Είχε πλέον φθάσει ο Ιούλιος και τα πράγματα είχαν πάρει οριστικά αρνητική τροπή σε όλη την Μακεδονία και την Χαλκιδική, όπου οι Τούρκοι είχαν κάμψει όλες τις εστίες αντίστασης.

Όσο για τις ενισχύσεις αυτές δεν επρόκειτο να φθάσουν ποτέ, αφού όλο το βάρος είχε δοθεί εκείνη την περίοδο στην πολιορκία της Τριπολιτσάς. Στα τέλη Οκτωβρίου οι Τούρκοι κατέλαβαν τον Πολύγυρο και αμέσως μετά σειρά πήρε η Κασσάνδρα. Στις 9 Νοεμβρίου η Ιερά Κοινότητα του Όρους έλαβε την απόφαση για συνθηκολόγηση με το εύλογο επιχείρημα ότι:« «κινδυνεύει να απολεσθή δι’ όλου και ελεεινώς να ερημωθή ο ιερός ούτος Τόπος(…)να προλάβωμεν και να εμποδίσωμεν την ερήμωσιν ταύτην». Προηγουμένως, είχαν φροντίσει για την μεταφορά ιερών κειμηλίων και άλλων πολύτιμων αντικειμένων από τις Μονές στα ήδη απελευθερωμένα εδάφη της Ελλάδας.

82 έγκλειστοι έλαβαν στέφανο μαρτυρίου

Ο Μεχμέτ Εμίν,πασάς της Θεσσαλονίκης και νέος διοικητής του τουρκικού στρατού, δεν τήρησε μετά την συνθηκολόγηση τις αρχικές του υποσχέσεις και επιδόθηκε σε άνευ προηγουμένου λεηλασίες. Συγχρόνως,εγκατέστησε σε όλες τις μονές στρατιώτες οι οποίοι βεβήλωναν τους ιερούς τόπους, ενώ διέταξε να φυλακισθούν στην Θεσσαλονίκη οι περισσότεροι από τους μοναχούς που είχαν απομείνει στις μονές και στα μετόχιά τόσο στην Θεσσαλονίκη όσο και στην Χαλκιδική.

Οι 82 από αυτούς τους έγκλειστους μοναχούς έλαβαν τον στέφανο του μαρτυρίου, ενώ οι υπόλοιποι υπέμεναν στωικά τις κακουχίες τους μέχρι τον Αύγουστο του 1823, όταν και αποφυλακίσθηκαν. Η ιστορία διέσωσε τα ονόματα τριάντα τριών μαρτύρων της Μεγίστης Λαύρας, δεκατριών της Μονής Γρηγορίου και πέντε της Μονής Κωνσταμονίτου. Οι υπόλοιποι ήσαν μοναχοί από τις μονές Ξενοφώντος, Σίμωνος Πέτρας, Σταυρονικήτα και από τις υπόλοιπες μονές και σκήτες.

Σωτήρης Λέτσιος

*Αναδημοσίευση από την εφημερίδα “Ορθόδοξη Αλήθεια”