Πατριάρχης Ιεροσολύμων: Το Πατριαρχείο πάντα διαφύλασσε το πολυθρησκευτικό και πολυεθνικό καθεστώς της Ιερουσαλήμ

Την Κυριακή, 28η Μαίου 2023, επί τη μνήμη των αγίων Πατέρων της Α’ Οικουμενικής Συνόδου, ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων κ. κ. Θεόφιλος πραγματοποίησε Ποιμαντική επίσκεψη στην Ελληνορθόδοξο Αραβόφωνη Κοινότητα της κώμης Τουράν, γειτνιαζούσης τη Κανά της Γαλιλαίας.

Ο Μακαριώτατος έγινε δεκτός ενθέρμως με παρέλαση Προσκόπων και υποδοχή των Ιερέων, λειτούργησε δε στον Ιερό Ναό του Αγίου Γεωργίου της Κοινότητος συλλειτουργούντων Αυτώ του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ναζαρέτ κ. Κυριακού, του Γέροντος Αρχιγραμματέως Σεβασμιωτάτου Αρχιεπισκόπου Κωνσταντίνης κ. Αριστάρχου, του Γέροντος Καμαράση Αρχιμανδρίτου π. Νεκταρίου, του Σεβασμιωτάτου Αρχιεπισκόπου Πέλλης κ. Φιλουμένου, Αραβοφώνων Ιερέων της περιοχής της Γαλιλαίας, του Αρχιδιακόνου π. Μάρκου και του Ιεροδιακόνου π. Ευλογίου, ψαλλόντων των μελών της χορωδίας της Κοινότητος και μετεχόντων πολλών πιστών της πόλεως.

Στο Κοινωνικό της θείας Λειτουργίας ο Μακαριώτατος κήρυξε το θείο λόγο:

«Εξαπόστειλον το φως σου και την αλήθειάν σου αυτά με ωδήγησαν και ήγαγον με εις όρος άγιόν σου και εις τα σκηνώματά σου», (ψαλμ. 42, 3), αναφωνεί ο ψαλμωδός.

Αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί,

Ευλαβείς Χριστιανοί,

Αι ευχαί των αγίων θεοφόρων Πατέρων της αγίας του Χριστού Εκκλησίας συνήγαγον πάντας ημάς σήμερον εν τη πόλει υμών της Κάτω Γαλιλαίας Τουράν, ίνα ευχαριστιακώς εορτάσωμεν την ιεράν αυτών μνήμην ως και την συγκρότησιν της α Οικουμενικής Συνόδου, εν Νικαία της Βιθυνίας, το έτος 325 μ. Χ.

Η αγία ημών Εκκλησία ιδιαιτέρως τιμά τους 318 θεοφόρους Πατέρας, διότι είναι εκείνοι, οι οποίοι τη προσκλήσει του αγίου Αυτοκράτορος Κωνσταντίνου του Μεγάλου, συνεκρότησαν την πρώτην Οικουμενικήν Σύνοδον, η οποία αφ ενός μεν κατεδίκασε και κατεπολέμησε την αιρετικήν διδασκαλίαν του Αρείου αφ ετέρου δε διετύπωσε με τον πλέον ακριβή τρόπον την Ορθόδοξον πίστιν, όπως ομολογούμεν αυτήν εν τω Συμβόλω της πίστεως.

Η των δογμάτων ακρίβεια είναι εκείνη, η οποία καθορίζει και τον ορθόν τρόπον ζωής του Χριστιανού. δια τούτο ο θείος Παύλος παραγγέλλει τω μαθητή αυτού Τιμοθέω λέγων : «ω Τιμόθεε, την παρακαταθήκην φύλαξον, εκτρεπόμενος τας βεβήλους κενοφωνίας και αντιθέσεις της ψευδωνύμου γνώσεως, ην τινες επαγγελόμενοι περί την πίστιν ηστόχησαν», (α τιμ. 6, 20).

Εκείνοι οι οποίοι περί την πίστιν ηστόχησαν, δηλαδή εναυάγησαν, είναι αυτοί οι οποίοι επινοούν και δεν καταφεύγουν εις τας πηγάς της πίστεώς μας, τουτέστιν εις την Αγίαν Γραφήν, Παλαιάν και Καινήν Διαθήκην και την ιεράν Αποστολικήν Παράδοσιν, τας αποτελούσας το σύνολον των θείων της πίστεως σωτηριωδών αληθειών, των υπό του Κυρίου και των Αποστόλων παραδοθεισών εις τους πιστούς εν τη Εκκλησία.

Ακούσωμεν εν προκειμένω του Αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού λέγοντος : «έστι γαρ πίστις εξ ακοής». «Ακούοντες γαρ των θείων Γραφών πιστεύομεν τη διδασκαλία του Πνεύματος. Αύτη δε τελειούται πάσι τοις νομοθετηθείσιν υπό Χριστού, έργω πιστεύουσα, ευσεβούσα και τας εντολάς πράττουσα του ανακαινίσαντος ημάς. ο γαρ μη κατά την παράδοσιν της Καθολικής Εκκλησίας πιστεύων η κοινωνών δια των ατόπων έργων τω Διαβόλω άπιστος έστιν». και απλούστερον : «έστι γαρ πίστις εξ ακοής», γιατί ακούγοντας τας θείας Γραφάς πιστεύομεν εις την διδασκαλίαν του Αγίου Πνεύματος. και αυτή η πίστις τελειοποιείται με όλα που ενομοθετήθηκαν από τον Χριστόν, αφού εκδηλώνεται με έργα, τα οποία παρουσιάζουν ευσέβειαν και εφαρμόζουν τας εντολάς Αυτού που μας ανεκαίνισε. Αυτός, λοιπόν, που δεν πιστεύει κατά την παράδοσιν της Καθολικής Εκκλησίας η κοινωνεί με τον διάβολον, κάνοντας ανάρμοστα έργα είναι άπιστος. ως δε κηρύττει ο θείος Παύλος : η Εκκλησία, «ήτις εστίν Εκκλησία Θεού ζώντος είναι στύλος και εδραίωμα της αληθείας», (Πρβλ. α τιμ. 3, 15).

Όσον δε αφορά εις τους Αγίους Αποστόλους και τους διαδόχους αυτών, τους θεοφόρους και θεοπνεύστους δηλονότι πατέρας της Εκκλησίας, ούτοι εδέχθησαν το φως και την αλήθειαν του Θεού, κατά τον ψαλμωδόν λέγοντα, «εξαπόστειλον το φως και την αλήθειάν σου, αυτά με ωδήγησαν και ήγαγόν με εις όρος άγιόν σου και εις τα σκηνώματά σου», (ψαλμ. 42, 3).

Το σημερινόν ευαγγελικόν ανάγνωσμα του αγίου Ιωάννου του Θεολόγου, το οποίον είναι γνωστόν ως «η Αρχιερατική Προσευχή του Χριστού προς τον Θεόν Πατέρα Αυτού», αναφέρεται εις την διατήρησιν της ενότητος Αυτού μετά των μαθητών του και των μελών της Εκκλησίας Αυτού : «Πάτερ, ελήλυθεν η ώρακαί εγώ την δόξαν ην δέδωκάς μοι δέδωκα αυτοίς, ίνα ώσιν εν καθώς ημείς εν εσμεν, εγώ εν αυτοίς και συ εν εμοί, ίνα ώσι τετελειωμένοι εις εν, και ίνα γινώσκη ο κόσμος ότι συ με απέστειλας και ηγάπησας αυτούς καθώς εμέ ηγάπησας», λέγει Κύριος, (Ιωάν. 17, 22-23).

Η δέησις του Ιησού Χριστού προς τον Θεόν Πατέρα Αυτού : «ίνα ώσι εν καθώς ημείς εν εσμεν» (Ιωάν. 17, 22), αφορά εις την ενότητα, η οποία θεμελιούται επί της ορθής πίστεως της Εκκλησίας αφ ενός και αποτυπούται εις την ζωήν των πιστών δια της εκφράσεως της προς αλλήλους αγάπης, δηλαδή της πνευματικής ενότητος των πιστευόντων κατ απομίμησιν του τύπου της φυσικής και ουσιώδους ενότητος των προσώπων της Αγίας Τριάδος, ως λέγει ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας.

Με άλλα λόγια, αγαπητοί μου αδελφοί, καλούμεθα κατά τον θεσπέσιον Παύλον να διατηρώμεν την ενότητα της μεταξύ ημών αγάπης, «ανεχόμενοι αλλήλων εν αγάπη, σπουδάζοντες τηρείν την ενότητα του Πνεύματος εν τω συνδέσμω της ειρήνης», (Εφεσ. 4, 2-3).

Εις την προς τον Θεόν Πατέρα προσευχήν του, ο Ιησούς αιτείται την χαράν των μαθητών Αυτού : «ίνα έχωσι την χαράν την εμήν πεπληρωμένην εν αυτοίς», (Ιωάν. 17, 3). Ερμηνεύων τους Κυριακούς τούτους λόγους, ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας διερωτάται λέγων : «τις ουν η πεπληρωμένη και τελεία χαρά ; το ειδέναι και πιστεύειν, ουχ ότι μόνον καθ ημάς ην άνθρωπος ο Χριστός, αλλ ότι μετά του είναι καθ ημάς δίχα μόνης αμαρτίας, και Θεός εστιν αληθινός. Είναι σαφές και ουδεμία υπάρχει αμφιβολία ότι αυτός, (ο Χριστός) έχει την δυνατότητα να σώζη τους λατρεύοντας Αυτόν, οπότε Αυτός βούλεται, παρ ότι δεν φαίνεται να είναι παρών μετά σαρκός. το γεγονός τούτο θα παράσχη εις ημάς την δυνατότητα να έχωμεν τελείαν χαράν, επειδή ημείς πάντοτε έχομεν πλησίον ημών συμπαραστάτην αρκούντως δυνατόν, δυνάμενον να διασώση ημάς από παντός κακού.

Η χαρά, αγαπητοί μου, έχει ως πηγήν αυτής τον Θεόν Πατέρα. Ο δε Μονογενής υιος και Λόγος του Θεού, ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός είναι η αυτοχαρά, ως διαβεβαιοί ο Απόστολος Πέτρος παραγγέλων : «Αγαπητοί, μη ξενίζεσθε τη εν υμίν πυρώσει προς πειρασμόν υμίν γινομένη, ως ξένου υμίν συμβαίνοντος αλλά καθό κοινωνείτε τοις του Χριστού παθήμασι, χαίρετε, ίνα και εν τη αποκαλύψει της δόξης αυτού χαρήτε αγαλλιώμενοι», (α Πέτρου 4, 12-13).

Αξιοσημείωτον ότι η εν Χριστώ χαρά συνδέεται αρρήκτως με την μετάνοιαν, ως μαρτυρεί ο Ευαγγελιστής Λουκάς, αναφερόμενος εις το κήρυγμα του Χριστού : «Λέγω υμίν ότι ούτω χαρά έσται εν τω ουρανώ επί ενί αμαρτωλώ μετανοούντι», (λουκ. 15, 7).

Την πεπληρωμένην χαράν δυνάμεθα να έχωμεν και ημείς, αγαπητοί μου αδελφοί, όταν τηρώμεν την ορθότητα αλλά και την ενότητα της Ορθοδόξου ημών πίστεως, ακούοντες της φωνής των αγίων και θεοφόρων Πατέρων οίτινες τη φωτιστική δυνάμει του Αγίου Πνεύματος συν ταις Πρεσβείαις της Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας της Υπερευλογημένης, «του δεινού Αρείου το άθεον δόγμα, ευσεβοφρόνως καθείλον, και της Καθολικής Εκκλησίας συνοδικώς τούτον εξωστράκισαν, και τρανώς τον υιον του Θεού, ομοούσιον και συναίδιον, προ των αιώνων όντα, τοις πάσιν εδίδαξαν ομολογείν, εν τω της πίστεως Συμβόλω, ακριβώς και ευσεβώς τούτο εκθέμενοι όθεν και ημείς, τοις θείοις αυτών δόγμασιν επόμενοι, βεβαίως πιστεύοντες λατρεύομεν, συν Πατρί τον υιον, και το Πνεύμα το πανάγιον, εν μια Θεότητι, Τριάδα ομοούσιον». Αμήν, έτη πολλά!

Ακολούθησε δεξίωση, όπου ο Μακαριώτατος στην πρόποση προσφώνησε τον Πρόεδρο και τα μέλη της Εκκλησιαστικής Επιτροπής και το εκκλησίασμα:

«Ευλογητός ει, ο Θεός των πατέρων ημών, και ευλογητόν το όνομά σου το άγιον και ένδοξον εις τους αιώνας» (Τωβίτ 8, 5), «το πνεύμα σου το αγαθόν οδηγήσει με εν γη ευθεία», (ψαλμ. 142, 12).

Αξιότιμε κύριε Πρόεδρε και σεβαστά μέλη της Εκκλησιαστικής Επιτροπής,

Σεβαστοί άγιοι Πατέρες και αδελφοί,

Αγαπητέ π. Σπυρίδων,

Αγαπητοί μου αδελφοί,

Διπλήν σήμερον εορτήν εορτάζει η Αγία του Χριστού Εκκλησία, την του Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού ένδοξον Ανάληψιν εις τους ουρανούς και την μνήμην της εν Νικαία πρώτης Οικουμενικής Συνόδου τω 325 μ. Χ. των τριακοσίων δέκα και οκτώ θεοφόρων Πατέρων.

Η μεν εορτή της Αναλήψεως του Σωτήρος ημών Χριστού αφορά εις την επισφράγισιν της λαμπροφόρου Αναστάσεως του Χριστού και τούτο διότι δια της Αναλήψεώς του ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός «εθέωσε το πρόσλημμα», δηλαδή την ανθρωπίνην ημών φύσιν, την οποίαν προσέλαβεν από τα αγνά αίματα της αειπαρθένου Θεοτόκου Μαρίας. η δε εορτή των αγίων Θεοφόρων Πατέρων της πρώτης εν Νικαία Συνόδου, αφορά εις την περιχαράκωσιν της υγιαινούσης διδασκαλίας, (α τιμ. 1, 10) δηλονότι της ορθής πίστεως, ως επιστέλλει ο θείος Παύλος εις τον μαθητήν αυτού Τίτον λέγων : «εισί γαρ πολλοί και ανυπότακτοι, ματαιολόγοι και φρεναπάται οίτινες όλους οίκους ανατρέπουσι διδάσκοντες α μη δει δι ην αιτίαν έλεγχε αυτούς αποτόμως, ίνα υγιαίνωσιν εν πίστει», (τιτ. 1, 10-13).

Την υγιαίνουσαν ταύτην διδασκαλίαν και ορθήν πίστιν, την Αποστολικήν δηλονότι παράδοσιν διεφύλαξε και διαφυλάσσει η επί του Σταυρικού αίματος του Γολγοθά και του κενού μνήματος της Αναστάσεως του Χριστού ούσα τεθεμελιωμένη Εκκλησία των Ιεροσολύμων, το Ρωμαιο-Ορθόδοξον Πατριαρχείον Ιεροσολύμων δια μέσου των αιώνων, χάρις εις την παρουσίαν και άοκνον δραστηριότητα του μοναχικού τάγματος της Αγιοταφιτικής Αδελφότητος.

Καυχώμεθα εν Κυρίω (α΄ κορ. 1, 31) δια το ενταύθα, εν τη ωραία υμών πολίχνη του Τουράν, διαβιούσαν Χριστιανικήν Ορθόδοξον ημών Κοινότητα και χαιρόμεθα δια την καλήν υμών μαρτυρίαν των ηθικών αξιών και αληθειών του Ευαγγελίου της αγάπης, της ειρήνης, της φιλαδελφίας και της φιλοξενίας, ιδιαιτέρως της αρμονικής συμβιώσεως και συνυπάρξεως μετά των άλλων σεβαστών θρησκευτικών Κοινοτήτων.

Το Ευαγγελικόν τούτο μήνυμα καταγγέλλομεν και ημείς σήμερον, αγαπητοί μου αδελφοί, δια της μεθ υμών ευχαριστιακής συναναστροφής, ακούοντες εις το παράγγελμα του θείου Παύλου λέγοντος : «προσέχετε ουν εαυτοίς και παντί τω ποιμνίω, εν ω υμάς το Πνεύμα το Αγιον έθετο επισκόπους, ποιμαίνειν την εκκλησίαν του Κυρίου και Θεού, ην περιεποιήσατο δια του ιδίου αίματος. Εγώ γαρ οίδα τούτο, ότι εισελεύσονται μετά την άφιξίν μου λύκοι βαρείς εις υμάς μη φειδόμενοι του ποιμνίου και εξ υμών αυτών αναστήσονται άνδρες λαλούντες διεστραμμένα του αποσπάν τους μαθητάς οπίσω αυτών», (πραξ. 20, 28-30).

Δια των λόγων τούτων θέλομεν να διαβεβαιώσωμεν υμάς ότι το Παλαίφατον Ρουμ-Ορθοντόξ Πατριαρχείον Ιεροσολύμων, η Μήτηρ πασών των Εκκλησιών ουδέποτε εφείσθη κόπων και δαπανών και ουδέποτε εγκατέλιπεν το υπό της θείας Προνοίας εμπιστευθέν αυτή χριστεπώνυμον ποίμνιον και ουδέποτε έπαυσε να μεριμνά δια την διαφύλαξιν των Παναγίων Προσκυνημάτων της πίστεως ημών ως και δια την διατήρησιν του πολυθρησκευτικού και πολυεθνικού καθεστώτος της Αγίας Πόλεως Ιερουσαλήμ. Έτη πολλά και ευλογημένα».

Την μεσημβρίαν παρετέθη υπό της Κοινότητος φιλόξενος, πλουσία τράπεζα.

Πηγή: Πατριαρχείο Ιεροσολύμων