Πατριάρχης Ιεροσολύμων: Η Εκκλησία του Χριστού είναι η πνευματική μας κολυμβήθρα

Την Κυριακή 6 Ιουνίου 2021, Κυριακή του Τυφλού, ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων κ. Θεόφιλος προεξήρχε της θείας Λειτουργίας στον ιερό Ναό του αγίου μεγαλομάρτυρος Γεωργίου του Τροπαιοφόρου της Ελληνορθοδόξου Αραβοφώνου Κοινότητας στην Τουρά, πλησίον της Κανά, η οποία ανήκει στην Ιερά Μητρόπολη Ναζαρέτ.

Η Ελληνορθόδοξη Κοινότητα αριθμεί περί τα 400 μέλη με προϊστάμενο τον Πρωτοπρεσβύτερο π. Σπυρίδωνα. Στο παρελθόν δε επί έτη διακόνησε ως ηγούμενος ο πολιός Αγιοταφίτης Αρχιμανδρίτης π. Τιμόθεος.

Με τον Πατριάρχη συλλειτούργησαν ο Μητροπολίτης Ναζαρέτ κ. Κυριακός, ο Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντίνης κ. Αρίσταρχος, ο Αρχιμανδρίτης Παρθένιος, ο Αρχιμανδρίτης Ιλαρίων, ο Αρχιμανδρίτης Αρτέμιος ο Πρωτοπρεσβύτερος π. Σπυρίδων και άλλοι Αραβόφωνοι και Ρωσόφωνοι Πρεσβύτεροι, ο Αρχιδιάκονος Μάρκος και ο Ιεροδιάκονος π. Ευλόγιος, έψαλαν δεξιά και αριστερά οι ιεροψάλτες της ενορίας και μετείχαν, με κατανύξει τα μέλη αυτής.

Στο τέλος της θείας Λειτουργίας ο Μακαριώτατος κήρυξε τον θείο λόγο διά του κάτωθι κηρύγματος:

«Παράγων ο Ιησούς εκ του ιερού, εύρεν άνθρωπον τυφλόν εκ γενετής· και σπλαγχνισθείς, επέθηκε πηλόν επί τους οφθαλμούς αυτού, και είπε προς αυτόν· Ύπαγε, νίψαι εις του Σιλωάμ· και νιψάμενος ανέβλεψε, δόξαν αναπέμπων Θεώ, οι δε αγχισταί αυτού, έλεγον αυτώ· Τις σου τας κόρας διήνοιξεν, ας ουδείς των βλεπόντων ιάσαι ίσχυσεν; ο δε φησί βοήσας· Άνθρωπος, Ιησούς λεγόμενος, εκείνός μοι έφη· Νίψαι εις του Σιλωάμ, και ανέβλεψα. Αυτός εστιν αληθώς, ον έφη Μωσής εν τω νόμω, Χριστόν Μεσσίαν, αυτός εστιν ο Σωτήρ των ψυχών ημών».

Αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί,

Ευλαβείς Χριστιανοί,

Η παντοδύναμος χάρις του Σωτήρος ημών Χριστού συνήγαγεν ημάς σήμερον εν τη ωραία ημών πόλει Turan της Γαλιλαίας, ίνα συνεορτάσωμεν το εις τον εκ γενετής τυφλόν γενόμενον θαύμα υπό του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, του φωτίσαντος τον κόσμον.

«Απεκρίθη ‘Ιησούς· ούτε ούτος ήμαρτεν ούτε οι γονείς αυτού, αλλ’ ίνα φανερωθή τα έργα του Θεού εν αυτώ. εμέ δεί εργάζεσθαι τα έργα του πέμψαντός με έως ημέρα εστίν· έρχεται νυξ ότε ουδείς δύναται εργάζεσθαι. όταν εν τω κόσμω ω, φως ειμι του κόσμου· ταύτα ειπών έπτυσε χαμαί και εποίησε πηλόν εκ του πτύσματος, και επέχρισε τον πηλόν επί τους οφθαλμούς του τυφλού και είπεν αυτώ· ύπαγε νίψαι εις την κολυμβήθραν του Σιλωάμ, ο ερμηνεύεται απεσταλμένος· απήλθεν ούν και ενίψατο, και ήλθε βλέπων». (Ιωάν. 9, 3-7)

Ερμηνεύων τους ως άνω λόγους του Ευαγγελίου, ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας επισημαίνει τα εξής: Πρώτον, ότι ο Χριστός είναι φως αλλά και φως νοητόν. «Ότι γαρ εστι και φως νοητόν ο Μονογενής καταφωτίζειν ειδώς [=γνωρίζει] και δυνάμενος, ου τα εν τώδε τω κόσμω μόνον, αλλά και την άλλην άπασαν υπερκόσμιον κτίσιν ουκ αμφίβολον».

Δεύτερον. Ότι εθελουργώς [= προθύμως] και αυτοκελεύστως [= αυθορμήτως] εθεράπευσε τον τυφλόν, ο οποίος τεθεραπευμένος ων δεν εγνώρισε τον Χριστόν.

«Ως παρακλήσεως δίχα, και ουδενός εκλιπαρούντος αυτόν [=τον Ιησούν] εθελουργώ δε μάλλον και αυτοκελεύστω ροπή πρόσεισιν ο Σωτήρ επί το θέλειν ιάσασθαι τον άνθρωπον» (Και απλούστερον: Ο Σωτήρ έλαβε την απόφασιν να θεραπεύση τον τυφλόν άνθρωπον, με την ιδικήν Του επιθυμίαν και αυθορμήτως, χωρίς κάποια αίτησιν και χωρίς κάποιος να ζητά από Αυτόν).

Τρίτον: ότι ο Χριστός κατέδειξεν ότι Αυτός ήτο ο εκ χοός [=γης] πλάσας εν αρχή ημάς τους ανθρώπους (Πρβλ. Γεν. 2,7) «Επιτελεί γαρ εικαίον ουδέν ο Σωτήρ καταχρίει μεν γαρ τω πηλώ το λείπον ώσπερ και ημαρτημένον τη του όμματος φύσει προστιθείς, και δεικνύς διά τούτου ως Αυτός ην ο πλάσας ημάς εν αρχή, Κτίστης τε και Δημιουργός του παντός». (Και απλούστερον, ουδέν τυχαίον κάμνει ο Σωτήρ. Χρίσας τον τυφλόν με πηλόν (λάσπην) εφωδίασε αυτό το οποίον έλλειπεν και το ελάττωμα εις την φύσιν του όμματος διά του τρόπου τούτου δεικνύει ότι Αυτός είναι Εκείνος ο Οποίος έπλασε ημάς εν αρχή, ο Κτίστης και Δημιουργός του παντός).

Αξιοσημείωτον ότι ο άγιος Κύριλλος εις την εντολήν του Ιησού: «Ύπαγε, νίψαι εις την κολυμβήθραν του Σιλωάμ, ο ερμηνεύεται απεσταλμένος» (Ιωάν. 9,7) διακρίνει «και λόγον μυστικόν», δηλονότι μυστικήν σημασίαν, ως ούτος λέγει: «Λογιζόμεθα γαρ έτερον ουδένα τον απεσταλμένον υπάρχειν ή τον επ’ ολέθρω της αμαρτίας και της του διαβόλου πλεονεξίας άνωθεν ημίν και παρά Πατρός επιφοιτήσαντά τε και απεσταλμένον Θεόν Μονογενή, Αυτόν τε τοις ύδασι αοράτως επινίφεσθαι της αγίας κολυμβήθρας γινώσκοντες, λουόμεθα μετά πίστεως ουκ εις απόθεσιν ρύπου σαρκός, κατά το γεγραμμένον, αλλ’ ώσπερ λύμην τινά και ακαθαρσίαν των της διανοίας ομμάτων εκπλύνοντες, ίνα λοιπόν καθαροί καθαρώς το θείον επαθρείν ισχύσωμεν κάλλος. Όνπερ ούν τρόπον ζωοποιόν είναι πιστεύομεν το Σώμα του Χριστού, επείπερ εστί του ζώντος Θεού Λόγος ναός τε και ενδιαίτημα, πάσαν έχων Αυτού την ενέργειαν ούτως είναι φαμέν και φωτισμού πρόξενον· σώμα γαρ εστι του κατά φύσιν και κατά αλήθειαν φωτός». (Και απλούστερον· θεωρώμεν ότι ο απεσταλμένος δεν είναι κανείς άλλος από τον Μονογενή Θεόν, ο οποίος απεστάλη υπό του Πατρός και επεσκέφθη ημάς άνωθεν, ίνα εξολοθρεύση την αμαρτίαν και την απάτην του διαβόλου. Γνωρίζοντες ότι αυτός ούτος [ο Σωτήρ] κολυμβά αοράτως εις τα ύδατα της αγίας κολυμβήθρας, ημείς λουόμεθα μετά πίστεως ουχί διά την απόθεσιν του ρύπου εκ της σαρκός κατά το γεγραμμένον (Α΄ Πετρ 3,21), αλλ’ ίνα εκπλύνωμεν τον μολυσμόν και την ακαθαρσίαν των ομμάτων της διανοίας και καθαροί καθαρώς το θείον ατενίζοντες κάλλος. Διά του τρόπου τούτου, πιστεύομεν ότι το Σώμα του Χριστού είναι ζωοποιόν, εφ’ όσον τούτο είναι ναός τε και τόπος κατοικίας του ζώντος Θεού Λόγου και κατέχει πάσαν την ενέργειαν Αυτού [του Θεού]. Ούτως λέγομεν ότι είναι και η αιτία φωτισμού· διότι τούτο είναι το σώμα του κατά φύσιν και κατά αληθείαν φωτός.

Με άλλα λόγια, η ομμάτωσις του τυφλού διά της προσψαύσεως των χειρών του Ιησού, απέδειξε περίτρανα ότι ο Χριστός είναι ο Υιός και Λόγος του Θεού, τέλειος άνθρωπος και τέλειος Θεός. Απέδειξεν επίσης ότι όχι μόνον διά της θείας δυνάμεως του λόγου Αυτού, αλλά και διά της θείας ενεργείας του Σώματος και των χειρών Αυτού ανιστά νεκρούς, ως τον υιόν της χήρας γυναικός εν Ναΐν (Λουκ. 7,13-14) και ομματοί τυφλούς, ως τον ενταύθα ειρημένον.

Εις εκείνους, οι οποίοι «από της αληθείας την ακοήν αποστρέφουσιν» (Β΄ Τιμ. 4,4) δηλονότι τους μη πιστεύοντας και αρνουμένους τα θαυμάσια έργα, τα οποία εποίει ενώπιον αυτών ο Ιησούς λέγει: «καν εμοί μη πιστεύητε, τοις έργοις πιστεύσατε, ίνα γνώτε και πιστεύσητε ότι εν εμοί ο πατήρ καγώ εν αυτώ», (Ιωάν. 10,38).

Ο Χριστός, αγαπητοί μου αδελφοί, είναι ζων, παρών και ενεργών εντός και διά της Εκκλησίας και μάλιστα εν τω μυστηρίω της θείας Ευχαριστίας. Ο Χριστός, επαναλαμβάνομεν, είναι ο ιατρός, ο θεραπευτής και ο φωτιστής των ψυχών και των σωμάτων ημών. Τούτο μαρτυρεί και ο Ευαγγελιστής Λουκάς λέγων: «Ο Ιησούς εθεράπευσε πολλούς από νόσων και μαστίγων και πνευμάτων πονηρών και τυφλοίς πολλοίς εχαρίσατο το βλέπειν», (Λουκ. 7,21). Αυτήν ακριβώς την εξουσίαν έδωκεν και εις τους μαθητάς και αποστόλους Αυτού, ως μαρτυρεί ο Ευαγγελιστής Ματθαίος: «και προσκαλεσάμενος τους δώδεκα μαθητάς αυτού έδωκεν αυτοίς εξουσίαν πνευμάτων ακαθάρτων, ώστε εκβάλλειν αυτά και θεραπεύειν πάσαν νόσον και πάσαν μαλακίαν, (Ματθ. 10,1).

Με άλλα λόγια, ο Χριστός, του Οποίου η Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία είναι το θεανθρώπινον Σώμα Αυτού, είναι η πνευματική κολυμβήθρα Σιλωάμ, ως λέγει ο Ιερός Χρυσόστομος: «Ώσπερ ούν πέτρα ην ο Χριστός πνευματική, ούτω και Σιλωάμ [ο ερμηνεύεται Απεσταλμένος] ην πνευματικός».

Την θείαν ταύτην δύναμιν, την υπέρ νούν και υπέρ άνθρωπον της πνευματικής κολυμβήθρας του Σιλωάμ, δηλονότι της Εκκλησίας του Θεού και Σωτήρος ημών Χριστού καλούμεθα να αναζητώμεν μετά πίστεως, αγάπης και ταπεινοφροσύνης. Μετά δε του υμνωδού είπωμεν:

«Δικαιοσύνης ήλιε νοητέ, Χριστέ ο Θεός, ο τον εκ μήτρας του φωτός εστερημένον, διά της σης αχράντου προσψαύσεως, φωτίσας κατ´ άμφω και ημών τα όμματα, των ψυχών αυγάσας, υιούς ημέρας δείξον, ίνα πίστει βοώμέν σοι· Πολλή σου και άφατος, η εις ημάς ευσπλαγχνία, φιλάνθρωπε, δόξα σοι».

Την θείαν Λειτουργίαν ηκολούθησε δεξίωσις και μεσημβρινή τράπεζα, εις την οποίαν ο Μακαριώτατος προσεφώνησε διά της κάτωθι προπόσεως Αυτού:

«Μέγας ο Κύριος ημών παρά πάντας του Θεούς, πάντα όσα ηθέλησεν ο Κύριος εποίησεν εν τω ουρανώ και εν τη γη», (Ψαλμ. 134, 5-6).

Εντιμότατε κ. Πρόεδρε της Εκκλησιαστικής Επιτροπής,

Σεβαστά και τίμια μέλη της Εκκλησιαστικής Επιτροπής,

Αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί,

Η μεθ’ υμών συναναστροφή εν τη ευσήμω Πασχαλίω ημέρα Κυριακή έκτη από του Πάσχα έχει ιδιαιτέραν σημασίαν. Και τούτο διότι τη αφάτω ευσπλαγχνία του αγίου Τριαδικού Θεού ημών ήρθησαν τα εμπόδια επικοινωνίας, τα οποία επέβαλλεν η πανδημία του covid-19.

Βεβαίως ημείς ως λατρευτική και λειτουργική οντότης, εννοώ η αγία ημών των Ιεροσολύμων Εκκλησία, επ’ ουδενί επαύσαμεν την εν Χριστώ διακονίαν ημών, τόσον την λειτουργικήν όσον και την ποιμαντικήν τοιαύτην. Την φυσικήν μεταξύ ημών τε και υμών απόστασιν εκάλυπτεν πάντοτε η νοερά και πνευματική τοιαύτη.

Η Εκκλησία του Χριστού, η οποία είναι το Σώμα του Χριστού δεν δύναται να κατανοηθή άνευ των μελών αυτής.

«Καθάπερ γαρ το σώμα εν εστι και μέλη έχει πολλά, πάντα δε τα μέλη του σώματος του ενός, πολλά όντα, εν εστι σώμα, ούτω και ο Χριστός· και γαρ εν ενί Πνεύματι ημείς πάντες εις εν σώμα εβαπτίσθημεν, είτε ‘Ιουδαίοι είτε ῞Ελληνες, είτε δούλοι είτε ελεύθεροι, και πάντες εις εν Πνεύμα εποτίσθημεν», (Α΄ Κορ. 12,12-13) κηρύττει ο θείος Παύλος.

Η Εκκλησία του Χριστού, ως είπομεν, εν τω κηρύγματι ημών είναι κατά τον ιερόν Χρυσόστομον η Πνευματική κολυμβήθρα και ο Χριστός είναι ο Σιλωάμ, δηλαδή ο απεσταλμένος του Θεού Πατρός ο Υιός και Λόγος Αυτού.

Τούτο σημαίνει ότι εντός της Εκκλησίας ορώμεν τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν ως τον φυσικόν και πνευματικόν ημών ιατρόν των σωμάτων και των ψυχών. Με άλλα λόγια, αγαπητοί μου αδελφοί, η Εκκλησία του Χριστού είναι το ασφαλές καταφύγιον ημών, είναι η κιβωτός της σωτηρίας και η κολυμβήθρα της αναγεννήσεως ημών εν Πνεύματι Αγίω. Οι λόγοι ούτοι δεν είναι αόριστοι, αλλά πραγματικοί. Γίνονται οι λόγοι ούτοι κατανοητοί, όταν η πίστις εις Χριστόν εσταυρωμένον και αναστάντα παραμένει σταθερά και αυξάνεται. Ο Χριστός είναι το φως του κόσμου και ιδιαιτέρως το φως των αγαπώντων και πιστευόντων εις Αυτόν. Η δε Εκκλησία του Χριστού είναι το θεραπευτήριον όλων των ασθενειών ημών. Διό, ως παραγγέλλει ο μακάριος Παύλος: «αδελφοί, στήκετε, και κρατείτε τας παραδόσεις ας εδιδάχθητε … αυτός δε ο Κύριος ημών ‘Ιησούς Χριστός και ο Θεός και πατήρ ημών, ο αγαπήσας ημάς και δούς παράκλησιν αιωνίαν και ελπίδα αγαθήν εν χάριτι, παρακαλέσαι υμών τας καρδίας και στηρίξαι υμάς εν παντί λόγω και έργω αγαθώ». (Β΄ Θεσ. 2, 15-17)

Χριστός Ανέστη. Έτη πολλά».