Πατριάρχης Ιεροσολύμων: Είμαστε βεβαρυμένοι από την τρομοκρατική επίθεση στη Μόσχα

Τη Δευτέρα, 25η Μαρτίου 2024, την 10.30 π.μ. ώρα ετελέσθη Δοξολογία στον Πανίερο Ναό της Αναστάσεως για την εθνική εορτή της 25ης Μαρτίου 1821.

Η Δοξολογία αύτη ετελέσθη ως ικετήριος δέησις προς τον Θεόν διά την ανάπαυσιν των ψυχών των ηρώων και όλων των αγωνιστών του ιερού αγώνος του 1821 και ως ευχαριστήριος προσευχή προς τον Θεόν διά την βοήθειαν Αυτού εις το έθνος μας, προκειμένου να αποτινάξη τον δυσβάσταχτον ζυγόν της Οθωμανικής δουλείας και κατακτήση την εν Χριστώ αλλά και την ανθρωπίνην ελευθερίαν.

Της Δοξολογίας ταύτης προεξήρξεν ο Πατριάρχης Ιεροσολύμων κ. Θεόφιλος, συνιερουργούντων των Αρχιερέων του Πατριαρχείου, τη τιμητική παρουσία του Γενικού Προξένου της Ελλάδος εις τα Ιεροσόλυμα κ. Δημητρίου Αγγελοσοπούλου και μελών της Ελληνικής Παροικίας.

Εις την εν τω Πατριαρχείω αίθουσαν ο Πατριάρχης προσεφώνησε διά της κάτωθι προσφωνήσεως Αυτού:

«Είναι καιρός να αποτινάξωμεν τον αφόρητον τούτον ζυγόν, να ελευθερώσωμεν την Πατρίδα… να υψώσωμεν το σημείον δι’ ου πάντοτε νικώμεν! Λέγω τον Σταυρόν, και ούτω να εκδικήσωμεν την Πατρίδα και την Ορθόδοξον ημών Πίστιν από την ασεβή των ασεβών καταφρόνησιν». Από την προκήρυξιν του Αλεξάνδρου Υψηλάντη εις Ιάσιον 24 Φεβρουαρίου 1821.

Εκλαμπρότατε Γενικέ Πρόξενε της Ελλάδος κ. Δημήτριε Αγγελοσόπουλε,

Σεβαστοί Άγιοι Πατέρες και Αδελφοί,

Αγαπητοί εν Κυρίω αδελφοί.

Η εθνεγερσία της 25ης Μαρτίου 1821, της οποίας την επέτειον εορτάζομεν κατέχει εξέχουσαν διαχρονικήν θέσιν εν τη παγκοσμίω ιστορία. Και τούτο, διότι η Ελληνική Επανάστασις σηματοδότησε την εκ της τέφρας εθνικοθρησκευτικήν παλιγγενεσίαν του γένους των Ρωμαίων εκ της τυραννικής δουλείας των Οθωμανών αφ’ ενός˙ και αφύπνισε την συνείδησιν λαών και εθνών στερουμένων την εθνικήν αυτών ελευθερίαν και ανεξαρτησίαν αφ’ ετέρου.

Οι υπόδουλοι Έλληνες εμπνεόμενοι από το παράγγελμα του Αποστόλου Παύλου: «τη ελευθερία ούν, η Χριστός ημάς ηλευθέρωσε, στήκετε, και μη πάλιν ζυγώ δουλείας ενέχεσθε», (Γαλ. 5,1), εξηγέρθησαν εναντίον του ανυποίστου Τουρκικού ζυγού «ως ο υπνών Κύριος, ως δυνατός κεκραιπαληκώς εξ οίνου» (Ψλμ. 77,65), ως λέγει ο ψαλμωδός και εκραύγαζον φωνή μεγάλη «Ελευθερία ή Θάνατος». Ο δε επίσκοπος Παλαιών Πατρών Γερμανός εκήρυξε την έναρξιν του απελευθερωτικού αγώνος,

ευλογών και υψώνων το Λάβαρον της Επαναστάσεως, της οποίας το σύνθημα κατά τον «Γέροντα του Μοριά» Θεόδωρον Κολοκοτρώνην ήτο «νυν ο αγών διά την πίστιν του Χριστού την αγίαν και της πατρίδος την Ελευθερίαν».

Το αδιάψευστον τούτο γεγονός αποδεικνύεται και από την εις Ιάσιον τη 24η Φεβρουαρίου του 1821 προκήρυξιν του Αλεξάνδρου Υψηλάντη, εις την οποίαν δηλώνει: «Είναι καιρός να αποτινάξωμεν τον αφόρητον τούτον ζυγόν, να ελευθερώσωμεν την Πατρίδα… να υψώσωμεν το σημείον δι’ ου πάντοτε νικώμεν! Λέγω τον Σταυρόν, και ούτω να εκδικήσωμεν την Πατρίδα και την Ορθόδοξον ημών Πίστιν από την ασεβή των ασεβών καταφρόνησιν».

Το ιδιαίτερον γνώρισμα της Επαναστάσεως του 1821 είναι το γεγονός ότι ανεδείχθησαν ήρωες Πατριωτισμού και μάρτυρες Πίστεως, διό και οι Έλληνες Ρωμηοί αναγνωρίζονται μιμηταί γνήσιοι και αδιαμφισβήτητοι συνεχισταί των προγόνων αυτών, αλλά και φύλακες των ηθικών αξιών και αληθειών της Ελληνοχριστιανικής παραδόσεως.

Όλος ο υπό δουλείαν τελών Ελληνικός τόπος και χώρος μεταβάλλεται εις πεδίον εξεγέρσεως και εχθροπραξιών. Ο ακατανίκητος πλέον πόθος διά την απολύτρωσιν εκ των δεινών της σκλαβιάς, ενίκησε τον φόβον του αλλοεθνούς και αλλοθρήσκου στυγνού κατακτητού.

Αξιοσημείωτον, ότι η σημερινή επέτειος της εθνικής Παλιγγενεσίας του 1821, δεν αφορά μόνον εις τον εορτασμόν της ιστορικής αυτής μνήμης, αλλά κυρίως και πρωτίστως εις την «αρχήν της αισθήσεως» του ηθικού τούτου και μέχρις αίματος θυσιαστικού, εθνικοθρησκευτικού κατορθώματος. «Ευσέβεια εις Θεόν αρχή αισθήσεως… οι δε άφρονες, της ύβρεως όντες επιθυμηταί, ασεβείς γενόμενοι εμίσησαν αίσθησιν», (Παροιμ. 1,7,22), λέγει ο σοφός Σολομών.

Λέγομεν τούτο, διότι η Επανάστασις του 1821 παραμένει αείποτε φως καταλάμπον, εις τον σύγχρονον ημίν κόσμον της συγχύσεως, της αφροσύνης και των επιθυμιών της ύβρεως των κοινών πανανθρωπίνων ηθικών αξιών, εξαιρέτως της εθνικής ελευθερίας «απ’ τα κόκκαλα βγαλμένης των Ελλήνων τα ιερά» κατά τον μέγαν ποιητήν Διονύσιον Σολωμόν.

Η δε συμβολή της Εκκλησίας εις τον υπέρ πάντων εθνικόν αγώνα, υπήρξεν καθολική και καθοριστική διά της ενεργούς συμμετοχής του ιερού αυτής κλήρου συμπεριλαμβανομένων και μελών της Αγιοταφιτικής ημών Αδελφότητος. Αναρίθμητοι Ιεράρχαι, ως ο Παλαιών Πατρών Γερμανός, οι Επίσκοποι Σαλώνων Ησαίας και Ρωγών Ιωσήφ, ο Αρχιεπίσκοπος Κυπριανός εις Κύπρον και Ιερείς ως ο Άγιος ιερομάρτυς Κοσμάς ο Αιτωλός και απλοί μοναχοί, επότισαν το δένδρον της ελευθερίας με το αίμα του μαρτυρίου αυτών.

Η Γεραρά ημών των Αγιοταφιτών Αδελφότης ευγνωμόνως τιμώσα και καθηκόντως συμμετέχουσα εις την ιεράν μνήμην της Παλιγγενεσίας του ευσεβούς των Ρωμαίων γένους και έθνους ημών, κατήλθεν εις τον Πανίερον Ναόν της Αναστάσεως του Σωτήρος ημών Χριστού, ένθα ανεπέμψαμεν ευχαριστήριον αίνον και δοξολογίαν τω Αγίω Τριαδικώ Θεώ. Προσέτι δε ικετηρίους εντεύξεις και δεήσεις προσηνέγκαμεν υπέρ αιωνίου αναπαύσεως εν χώρα ζώντων των μακαρίων ψυχών των υπέρ Πίστεως και Πατρίδος ηρωικώς αγωνισαμένων και ενδόξως πεσόντων, εν τοις ιεροίς του γένους ημών αγώσιν.

Επί δε τούτοις επιτρέψατε Ημίν, όπως υψώσωμεν το ποτήριον ημών και αξιοχρέως αναφωνήσωμεν:

Ζήτω η 25η Μαρτίου του 1821!

Ζήτω το ευσεβές και Βασιλικόν γένος των Ρωμαίων Ορθοδόξων!

Ζήτω η Ελλάς!

Ζήτω η Αγιοταφιτική ημών Αδελφότης!».

Ηκολούθησεν η προσφώνησις του Γενικού Προξένου της Ελλάδος ως έπεται:

“Μακαριώτατε,

Σεβασμιώτατοι,

Εξοχώτατε κύριε Αντιπρόσωπε της Κύπρου στην Παλαιστίνη,

Εξοχώτατε κύριε Αντιπρόσωπε της Ιρλανδίας στην Παλαιστινιακή Αρχή,

Σεβαστοί πατέρες και μέλη της Αγιοταφιτικής Αδελφότητος,

Αξιότιμοι συμπατριώτες και φίλοι,

Είναι εύκολο σήμερα, 200 και 3 χρόνια από την Εθνεγερσία του 1821, η Επανάσταση και το αίσιο αποτέλεσμά της να θεωρούνται συχνά μία αναπόδραστη εξέλιξη, η οποία οπωσδήποτε θα επερχόταν, ώστε να συντελεσθεί η απελευθέρωση των Ελλήνων και η πλήρωση του πόθου τους για ανεξαρτησία. Η βεβαιότητα αυτή αποτελεί, από μια άποψη, μέτρο της επιτυχίας της πατρίδας μας, που έχει κατορθώσει, στο διάβα των δύο αιώνων που έχουν μεσολαβήσει, να εξασφαλίσει τη σταθερότητα που επιτρέπει να κοιτάζουμε προς το μέλλον, πατώντας σε στερεά θεμέλια.

Ωστόσο, δύο αιώνες πριν, τίποτε από αυτά δεν ήταν δεδομένο. Ούτε η Επανάσταση, ούτε πολύ περισσότερο η έκβασή της, αποτελούσαν μία αναγκαιότητα επιβαλλόμενη από τη ροή της Ιστορίας. Ο ευγενής Αγώνας του Έθνους μας για ελευθερία ανελήφθη μέσα σε ένα διεθνές περιβάλλον αντίξοο. Η συνεννόηση μεταξύ των Μεγάλων Δυνάμεων της εποχής, στην βάση του Συνεδρίου της Βιέννης, η Ιερά Συμμαχία, απέβλεπε στην διατήρηση της καθεστηκυίας, απολυταρχικής τάξης πραγμάτων, μετά την εμπειρία της Γαλλικής Επανάστασης και των Ναπολεοντείων Πολέμων. Κάθε επαναστατικό κίνημα, οιαδήποτε και αν ήσαν τα κίνητρά του, αποτελούσε απειλή και έπρεπε να καταπνίγεται.

Δυσμενείς ήταν επίσης οι περιστάσεις του Έθνους μας, το οποίο, επί τέσσερεις αιώνες σκληρής τυραννίας, αγωνιζόταν να διαφυλάξει την ταυτότητά του, την πίστη του και τις αξίες του, την ίδια τη γλώσσα του και την ιστορική του συνείδηση. Το έργο της Εκκλησίας προς τούτο ήταν αποφασιστικής σημασίας και της οφείλεται η ευγνωμοσύνη του Ελληνισμού. Όπως και το έργο πολυάριθμων λογίων προσωπικοτήτων, εντός και εκτός του ελλαδικού χώρου, και όλων όσων με υπομονή και αυταπάρνηση αφιερώθηκαν στην αναγέννηση των ελληνικών γραμμάτων και διανόησης και στο κίνημα του ελληνικού Διαφωτισμού.

Ισχνοί ήσαν και οι διαθέσιμοι πόροι, κατά την έναρξη της Επανάστασης. Eλάχιστα χρήματα, εξοπλισμός και προμήθειες, απέναντι στις δυνάμεις μιας αυτοκρατορίας. Το αντιστάθμισμα στις ελλείψεις αυτές ήταν η υπομονετική προετοιμασία της Επανάστασης, η πολεμική εμπειρία λίγων αλλά ικανών ανδρών, η προσεκτική αξιοποίηση κάθε ευκαιρίας που προσέφερε η διεθνής συγκυρία και κυρίως η κινητοποίηση όλων των δυνάμεων του Έθνους, στην επανασταστημένη χώρα και στο εξωτερικό, για την πραγμάτωση του οράματος της ελευθερίας. Και η τόλμη, με ακλόνητη πίστη στο δίκαιο αυτού του οράματος.

Υπό αυτές τις συνθήκες άρχισε ο Αγώνας, το 1821. Οι απροσδόκητες πολεμικές επιτυχίες του κλόνισαν την βεβαιότητα ότι θα κατεπνίγετο. Με τη συστράτευση των δυνάμεων της ελληνικής διασποράς και φιλελλήνων που πίστευαν στις αρχές της ελευθερίας, οι εξελίξεις στα πεδία των μαχών σταδιακά θεμελίωσαν την προοπτική της ευόδωσής του. Η Εκκλησία συνεισέφερε τα μέγιστα στην υποστήριξή του Αγώνα, σε υλικό και πνευματικό επίπεδο, καθώς και προσωπικότητες που πρωταγωνίστησαν για την επιτυχία του. Οι θυσίες της ήταν ανάλογες, από το μαρτυρικό θάνατο του Πατριάρχη Γρηγορίου Ε’, έως και στα πεδία των μαχών.

Πρόκειται για τη λαμπρότερη εποποιία της νεότερης Ιστορίας μας, η οποία θεμελίωσε τη σύγχρονη Ελλάδα. Ταυτόχρονα με τον πόλεμο σε ξηρά και θάλασσα, γεννιόνταν σύγχρονοι πολιτικοί θεσμοί, σε μια εποχή που κυριαρχούσε η απολυταρχία. Από τον πρώτο ήδη χρόνο της Επανάστασης, οι εξεγερμένοι Έλληνες κατήρτιζαν Συντάγματα, που θέσπιζαν πολίτευμα δημοκρατικό, με διατάξεις για διάκριση των εξουσιών, ατομικά και πολιτικά δικαιώματα, απόλυτη κατάργηση της δουλείας στην ελληνική επικράτεια, και για αλλοδαπούς που θα κατέφευγαν σε αυτή. Ο αγώνας των Ελλήνων για την ελευθερία τους συνταυτιζόταν εξ αρχής με αξίες πανανθρώπινες, που διαχρονικά καθόρισαν την ταυτότητα του Ελληνισμού.

Ας μη λησμονούμε όμως ότι ήταν ένας αγώνας αμφίρροπος μέχρι τέλους, μακρύς, σκληρός και πολυαίμακτος. Ελληνικοί πληθυσμοί στον ελλαδικό χώρο, τα μικρασιατικά παράλια, την Κύπρο και αλλού υπέστησαν σφαγές ως αντίποινα για την Επανάσταση. Και εδώ, στους Αγίους Τόπους, Έλληνες, Χριστιανοί και η Αγιοταφιτική Αδελφότητα κατέβαλαν το δικό τους τίμημα διώξεων.

Οφείλουμε επίσης να μην παραβλέπουμε ότι ο επαναστατικός αγώνας δεν έχει μόνο λαμπρές σελίδες, αλλά και οδυνηρά, σκοτεινά κεφάλαια. Η διχόνοια έσπειρε τον ολέθριο σπόρο της και κατά την διάρκεια της Επανάστασης, η οποία γνώρισε ως και εμφύλιες συγκρούσεις, ενώ η επιβίωσή της κρεμόταν από μια κλωστή. Κατά πρόσωπο ας κοιτάζουμε και τα λάθη αυτά, αντλώντας με νηφαλιότητα τα διδάγματά τους.

Η μακρά πάλη του Ελληνισμού τελεσφόρησε. Το όραμα της ελευθερίας εκπληρώθηκε και το 1830 η Ελλάδα έλαβε επισήμως την θέση της μεταξύ των κυρίαρχων κρατών. Μετά εννέα χρόνια πολέμου, η χώρα ήταν κατεστραμμένη, με χήρες, ορφανά, αστέγους και αναπήρους να χρειάζονται άμεση φροντίδα. Μέσα σε ασφυκτικά σύνορα, με τα ¾ των Ελλήνων να έχουν μείνει έξω από αυτά. Μικρό, πτωχό και καθημαγμένο άρχιζε την πορεία του στην Ιστορία το νέο ελληνικό κράτος.

Όμως, είχε γεννηθεί. Στους δύο αιώνες που ακολούθησαν, εποχή πυκνών εξελίξεων για όλη την ανθρωπότητα, η Ελλάδα, με την ίδια αφοσίωση των πολιτών της που χαρακτήριζε τους αγωνιστές της Παλιγγενεσίας, κατόρθωσε να προκόψει, να μεγαλώσει και να αναπτυχθεί, να ανταπεξέλθει σε πολλές άλλες προκλήσεις και να εξέλθει ισχυρότερη.

Σήμερα, χαίρει διεθνούς σεβασμού για την θέση της στον κόσμο, με ισχυρές φιλίες και συμμαχίες. Προοδεύει διαφυλάσσοντας τις παραδόσεις της και τις αξίες της. Η πορεία της αποτελεί την καλύτερη δικαίωση των μόχθων και του αίματος των προγόνων μας, που το 1821, ενάντια σε κάθε πρόβλεψη, επεχείρησαν το θεωρούμενο ως αδύνατο.

Η Ελλάδα μπορεί να κοιτάζει το μέλλον με αυτοπεποίθηση, ίση με την υπερηφάνεια με την οποία αναλογίζεται το παρελθόν της. Με την ίδια νηφάλια αυτοπεποίθηση είναι σε θέση να εργάζεται για την προώθηση των αξιών του Ελληνισμού στον κόσμο και την προάσπιση των διαχρονικών προτεραιοτήτων και ενδιαφερόντων του. Μεταξύ αυτών, Μακαριώτατε, παραμένει η διαφύλαξη της χριστιανικής παρουσίας και κληρονομιάς στους Αγίους Τόπους και τα δίκαια του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων.

Καθώς εορτάζουμε σήμερα την εθνική μας επέτειο, ας ευχηθούμε την έλευση της Ειρήνης στην Αγία Γη. Οι πολεμικές συνθήκες στην περιοχή μας και ο σεβασμος στον ανθρώπινο πόνο, ιδίως των αδυνάτων, δεν επιτρέπουν πανηγυρικές εορταστικές εκδηλώσεις. Μας προτρέπουν όμως να αναλογισθούμε τις ιστορικές εμπειρίες της δικής μας χώρας. Από τις οποίες πηγάζει η σταθερή υποστήριξή της στην ειρήνη και στην δικαιοσύνη μεταξύ των εθνών.

Χρόνια πολλά. Ζήτω η Ελλάδα”.

Άμα τη υποδοχή εις το Πατριαρχείον, ο Πατριάρχης εδέχθη τον αντιπρόσωπον του Πατριάρχου Μόσχας κ.κ. Κυρίλλου Αρχιεπίσκοπον Istra Σεραφείμ, φέροντα ως δώρον προς Αυτόν ωραιοτάτην κανδήλαν.

Ο Πατριάρχης είπε προς τον Σεβασμιώτατον Σεραφείμ:

«Είμεθα περιχαρείς δεχόμενοι την υμετέραν Σεβασμιότητα, τον Αρχιεπίσκοπον Σεραφείμ, ως εκπρόσωπον του αγαπητού εν Χριστώ αδελφού Ημών Πατριάρχου Μόσχας κ.κ. Κυρίλλου, βεβαρυμένοι δε εκ της τρομοκρατικής επιθέσεως εις το προάστιον της Μόσχας Κρασνογκόρσκ, επισυμβάσης πρότριτα και προκαλεσάσης πολυάριθμα θύματα εις τεθανατωμένους και τραυματίας μεταφέρομεν τα βαθύτατα Ημών συλλυπητήρια και την συμπαράστασιν Ημών εις το Ποιμαντικόν Αυτού έργον.

Παρά την τρομοκρατικήν επίθεσιν ταύτην και παρά τον εις την Αγίαν Γην μαινόμενον πόλεμον δεν απολλύομεν την ελπίδα, αλλά προσευχόμεθα επ’ ελπίδι και προσβλέπομεν εις το επόμενον Πάσχα να δεχθώμεν προσκυνητάς εκ της Ρωσίας και εξ άλλων Ορθοδόξων χωρών».

Επί τη επισκέψει ταύτη ο Πατριάρχης απένειμεν εις τον Αρχιεπίσκοπον Σεραφείμ ως δώρον αρχιερατικόν εγκόλπιον.