Οι ιεροί θησαυροί του Προφήτη Ηλία στην Πυλαία

Ανεκτίμητης ιστορικής αξίας εικόνες, θρησκευτικά κειμήλια και άλλα εκθέματα

Σπάνιες εικόνες ανεκτίμητης ιστορικής και συναισθηματικής αξίας, ιερά κειμήλια και άλλα εκθέματα φιλοξενούνται στο κειμηλιαρχείο του Ιερού Ναού Προφήτη Ηλία Πυλαίας Θεσσαλονίκης.

Ο πρώτος ναός του Προφήτη Ηλία βρισκόταν στην περιοχή του Κρυονερίου, στην Άνω Τούμπα, περιοχή την οποία εγκατέλειψαν οι κάτοικοι λόγω φιδιών και μετακινήθηκαν στην περιοχή της Νέας Παναγίας, στο κέντρο της Θεσσαλονίκης. Για αρκετά χρόνια τιμούσαν εκεί τον Προφήτη Ηλία, έχοντας μεταφέρει, μεταξύ των άλλων, και τη μεγάλη και ιστορική εικόνα του αγίου, η οποία μέχρι σήμερα φυλάσσεται εκεί.

Στις αρχές του 19ου αιώνα, στη θέση όπου βρίσκεται και σήμερα ο Ιερός Ναός, χτίστηκε ο πρώτος μικρότερος ναός του Προφήτη Ηλία. Λόγω της ραγδαίας πληθυσμιακής αύξησης της περιοχής, κρίθηκε αναγκαίο να κατεδαφιστεί και στη θέση του χτίστηκε ο σημερινός ναός. Η θεμελίωση έγινε το 1926 και εγκαινιάστηκε από τον μακαριστό Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης κυρό Γεννάδιο στις 28 Νοεμβρίου του 1935. Από τον παλαιό ναό διατηρήθηκε μόνο το κωδωνοστάσιο, χτίσμα του 1854, το οποίο έχει χαρακτηριστεί ως διατηρητέο μνημείο από την αρχαιολογική υπηρεσία.

Ακριβώς δίπλα, σε δύο μεγάλες αίθουσες «φυλάσσονται» οι μνήμες και η ιστορία χιλιάδων ανθρώπων. Σε κάθε γωνιά τους βλέπεις να εμφανίζονται από το παρελθόν μορφές Ιεραρχών που ανέπεμψαν δεήσεις πάνω σε έναν χρυσό αρχιερατικό θρόνο και ευλόγησαν τον λαό που μόλις είχε απελευθερωθεί από τον τουρκικό ζυγό. Το ιστορικό αντιμνήσιο, όπου άπειρες φορές προσφέρθηκε η αναίμακτος μυσταγωγία, και ο ρωσικής τεχνοτροπίας επιτάφιος που οι πιστοί περιέφεραν στα χρόνια της σκλαβιάς περιμένοντας την Ανάσταση του Χριστού και της Θεσσαλονίκης, κάνουν κάθε επισκέπτη κοινωνό της ιστορίας του γένους και της παράδοσης της Εκκλησίας.

ΣΥΝΤΗΡΗΣΗ

«Μόλις ανέλαβα στον ναό διαπίστωσα ότι είχε μια σπουδαία ιστορία και υπήρχαν πολλά ιερά κειμήλια -κυρίως εικόνες- που ήταν διασκορπισμένα σε διάφορα μέρη», αναφέρει στην «Ορθόδοξη Αλήθεια» ο προϊστάμενος του ναού, Αρχιμανδρίτης Δημήτριος Τζιαφάς. Και συνεχίζει: «Αμέσως γεννήθηκε η ιδέα να δημιουργήσουμε ένα μικρό μουσείο, ένα κειμηλιαρχείο, για να φιλοξενούνται, να φυλάσσονται, να προστατεύονται και βέβαια να είναι διαθέσιμα, ώστε να τα επισκέπτονται οι ενορίτες μας, αλλά και όποιος το επιθυμεί. Ο πρώτος πυρήνας του μουσείου άρχισε το 2005, όταν σιγά – σιγά συγκεντρώσαμε όλα τα κειμήλια και τα συντηρήσαμε. Η διαδικασία αυτή είναι αντικειμενικά χρονοβόρα. Υστερα από περίπου δέκα χρόνια, το 2014, ήμασταν έτοιμοι να ανοίξουμε τις θύρες του Μουσείου και να υποδεχθούμε τους επισκέπτες, ενώ είχαμε την ευλογία να το εγκαινιάσει ο ποιμενάρχης μας. Υπάρχουν δύο αίθουσες: στη μεγάλη φυλάσσονται τα παλαιότερα αντικείμενα, ενώ στη δεύτερη -που είναι λίγο μικρότερη- τα νεότερα».

Ο ΘΡΟΝΟΣ ΤΟΥ «1837», Ο ΕΠΙΤΑΦΙΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΑΝΤΙΜΝΗΣΙΟ ΤΟΥ 1854

Ο π. Δημήτριος κάνει γνωστό ότι κατά κύριο λόγο φυλάσσονται παλαιές εικόνες, οι οποίες προέρχονται από τον προηγούμενο ναό. Βέβαια, υπάρχει μία εικόνα πολύ σπάνια, η οποία προέρχεται από τον πρώτο ναό της περιοχής που βρισκόταν βορειότερα από το σημείο όπου βρίσκεται ο ναός σήμερα. Κάποια από τα σημαντικότερα εκθέματα του μουσείου είναι ένας παλαιός θρόνος που φέρει την ημερομηνία «1837», καθώς και ένας εξαιρετικός επιτάφιος, ρωσικής τεχνοτροπίας, όπως, επίσης, και ένα αντιμνήσιο του 1854. Ο π. Δημήτριος αναφέρει ότι υπάρχουν, ακόμη, αρκετά παλαίτυπα, παλαιά βιβλία τα οποία ήταν σε λειτουργική χρήση από τον προηγούμενο ναό, αλλά και παλαιά σκεύη, δηλαδή ιερό Ευαγγέλιο, ιερό δισκοπότηρο και παλαιά ασημένια στέφανα που χρησιμοποιούσαν τον καιρό εκείνο σε γάμους. Στέφανα, στα οποία χιλιάδες ζευγάρια εναπόθεσαν τα όνειρά τους και τις ελπίδες τους.

ΒΟΥΡΚΩΝΟΥΝ ΟΤΑΝ ΑΝΤΙΚΡΥΖΟΥΝ  – ΔΩΡΕΕΣ ΤΩΝ ΠΡΟΠΑΠΠΟΥΔΩΝ ΤΟΥΣ

«Πρόκειται κυρίως για ιερά αντικείμενα των προηγούμενων ναών», τονίζει ο προϊστάμενος του ναού και εξηγεί ότι η συντήρηση κάποιων αντικειμένων ήταν πολύ δύσκολη, διότι είχαν πάρα πολλές φθορές. Για παράδειγμα, όπως λέει, «ένα παλαιό και πολύ φθαρμένο προσκυνητάρι χρειάστηκε περισσότερους από έξι μήνες για να συντηρηθεί». Ο ίδιος προσθέτει: «Ιδιαίτερα συγκινητικό είναι το γεγονός ότι πολλοί επισκέπτες ηλικιωμένοι θυμούνται από τα παιδικά τους χρόνια τις εικόνες, όταν αυτές βρίσκονταν στον παλιό ναό ή βουρκώνουν όταν βλέπουν ότι κάποιο από τα ιερά αντικείμενα το είχε δωρίσει στην ενορία κάποιος προπάππους τους», υπογραμμίζει ο π. Δημήτριος.

ΞΕΝΑΓΗΣΕΙΣ  ΜΑΘΗΤΩΝ

Το μουσείο είναι ανοιχτό τις ώρες που είναι ανοιχτός και ο ναός, ενώ πολλά είναι τα σχολεία και οι φοιτητές -κυρίως Αρχαιολογίας- που προγραμματίζουν εκπαιδευτικές επισκέψεις, για να ξεναγηθούν και να μελετήσουν τα ιερά αυτά κειμήλια που «αναβλύζουν» μνήμες και ιστορία. Μάλιστα, διπλωματική διατριβή σχετικά με το μουσείο εκπονήθηκε από φοιτητή του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου της Θεσσαλονίκης.