Ο Πατριάρχης ομολογητής που υπερασπίστηκε την Ορθοδοξία σε καιρούς χαλεπούς

Στις 13 Μαρτίου η Εκκλησία τιμά την ανακομιδή του ιερού Λειψάνου του Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως Αγίου Νικηφόρου του Ομολογητού.

Ο Άγιος έζησε στην δύσκολη περίοδο της Εικονομαχίας και υπήρξε ο πνευματικός ηγέτης του Ορθοδόξου λαού, που έβλεπε για δεύτερη φορά, μετά από μια μικρή περίοδο γαλήνης, να αθετείται και πάλι η Ορθόδοξη Πίστη και να καθυβρίζονται οι Άγιες Εικόνες. Υπερασπίστηκε σθεναρά την Ορθοδοξία, όπως και οι εν Αγίοις προκάτοχοί του Γερμανός και Ταράσιος και πέθανε εν τέλει στην εξορία.

Ο Όσιος Νικηφόρος καταγόταν από ευγενή οικογένεια Ορθοδόξων. Ήταν γιος του ασηκρήτη (γραμματέα εξ απορρήτων) Θεοδώρου και της Ευδοκίας. Ο πατέρας του σύντομα έπεσε στη δυσμένεια του Κωνσταντίνου Ε΄ του επονομαζόμενου Κοπρώνυμου, εξαιτίας των Ορθοδόξων φρονημάτων του. Να σημειωθεί ότι ο Κοπρώνυμος υπήρξε ίσως ο πιο φοβερός διώκτης των Αγίων Εικόνων, υπερβαίνοντας σε ωμότητα όλους τους προκατόχους του αλλά και τους μεταγενέστερους εικονομάχους αυτοκράτορες.

Κάτοχος υψηλής παιδείας, χάρη στην φροντίδα της μητέρας του, μετά την άνοδο της Ειρήνης της Αθηναίας στον θρόνο διαδέχθηκε τον πατέρα του στη θέση του ασηκρήτη. Κατά την συνεδρίαση της Αγίας Εβδόμης Οικουμενικής Συνόδου (που συγκλήθηκε στις 24 Σεπτεμβρίου του 787 και οι εργασίες της διήρκεσαν ως τις 13 Οκτωβρίου του ιδίου έτους), με την ιδιότητα του ασηκρήτη ανάγνωσε στα ελληνικά την επιστολή του πάπα Αδριανού προς τον αυτοκράτορα Κωνσταντίνο ΣΤ΄ και την μητέρα του Αυγούστα Ειρήνη που τον επιτρόπευε και κατ’ ουσίαν ασκούσε την εξουσία. Ανέγνωσε επίσης τον Όρο της Συνόδου. Στη συνέχεια αποσύρθηκε σε κάποιο κτήμα της οικογένειάς του στον Βόσπορο και αφοσιώθηκε στη μελέτη και την προσευχή.
Ωστόσο οι αυτοκράτορες τον ανακάλεσαν, ζητώντας του να αναλάβει την διεύθυνση του Πτωχοκομείου της Πόλεως, μια θέση περίοπτη για ένα κράτος που έδινε ιδιαίτερη έμφαση στην κοινωνική του πολιτική, όπως ήταν το Βυζάντιο.

Στις 25 Φεβρουαρίου του 806 μ. Χ. εκοιμήθη εν Κυρίω ο αγιώτατος Πατριάρχης Ταράσιος, υπό την πρωτοκαθεδρία του οποίου είχε συγκληθεί η Ζ΄ Οικουμενική Σύνοδος. Τότε, με την ψήφο όλου του λαού και του κλήρου, καθώς και με τη σύμφωνη γνώμη του αυτοκράτορα Νικηφόρου Α΄, εξελέγη ο Πρωτοασηκρήτης Νικηφόρος να αναλάβει το υπέρτατο αυτό εκκλησιαστικό αξίωμα, μολονότι ήταν λαϊκός. Το γεγονός προκάλεσε την αντίδραση των μοναχών της Στουδίου, η οποία παρατάθηκε ως τη βασιλεία του Μιχαήλ Α΄ Ραγκαβέ, εν τέλει όμως τα πράγματα ηρέμησαν.

Έτσι, στις 5 Απριλίου εκάρη μοναχός, στις 9 Απριλίου χειροτονήθηκε διάκονος, μετά πρεσβύτερος και τέλος επίσκοπος και Πατριάρχης, στις 12 Απριλίου, Δευτέρα της Διακαινισίμου του 806 μ. Χ.

Ο αυτοκράτορας Νικηφόρος Α΄ είχε μία πολύ σκληρή φορολογική πολιτική, η οποία προκάλεσε την δυσφορία των υπηκόων του. Στην ίδια γραμμή κινήθηκε και ο διάδοχός του Σταυράκιος, τον οποίον εις μάτην ο Πατριάρχης Νικηφόρος προσπάθησε να τον πείσει να αποκαταστήσει τις αδικίες που είχε διαπράξει ο πατέρας του. Εν τέλει, ο Σταυράκιος ανατράπηκε και στις 2 Οκτωβρίου του 812 ανακηρύχθηκε αυτοκράτορας ο κουροπαλάτης Μιχαήλ Α΄ Ραγκαβές, τον οποίον ο όσιος Θεοφάνης στην Χρονογραφία του χαρακτηρίζει ως ευσεβέστατο: «Τούτῳ τῶ ἔτει μηνὶ Ὀκτωβρίῳ β΄… Μιχαὴλ ὁ εὐσεβέστατος κουροπαλάτης ἀνηγορεύθη βασιλεὺς τῶν Ῥωμαίων». Είναι χαρακτηριστικό ότι ο Πατριάρχης Νικηφόρος ζήτησε από τον νέο αυτοκράτορα να υπογράψει ιδιόχειρο έγγραφο, στο οποίο να εγγυάται ότι ομολογεί την ορθή πίστη και δεν θα έχυνε ποτέ χριστιανικό αίμα, ούτε θα έπληττε τον κλήρο και τους μοναχούς: «Νικηφόρος δὲ ὁ πατριάρχης ἔγγραφον ἐξ ἰδιοχείρου παρὰ Μιχαὴλ ἠπαίτησε περὶ τῆς ὀρθῆς πίστεως καὶ τοῦ ἀναιμάτους φυλάξαι τὰς χεῖρας ἀπὸ Χριστιανῶν, καὶ περὶ ἱερατικῶν ἀνθρώπων ἢ μοναχῶν καὶ ὅλως τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ καταλόγου τοῦ μὴ τύπτεσθαι παρ’ αὐτοῦ».

Όπως μας πληροφορεί η Χρονογραφία του Θεοφάνους, ο αυτοκράτορας και ο Πατριάρχης συνεργάστηκαν για την αντιμετώπιση του προβλήματος των προσφύγων από τη Συρία και την Παλαιστίνη, οι οποίοι λόγω των καταστροφών που υπέστησαν από τους Άραβες κατακτητές κατέφυγαν στις γειτονικές βυζαντινές επαρχίες και μάλιστα στην Κύπρο. Επιπλέον ο Πατριάρχης εδραίωσε την εκκλησιαστική τάξη κατά τους Ιερούς Κανόνες.

Η γαλήνη όμως δεν θα διαρκούσε επί μακρόν. Ο Μιχαήλ Ραγκαβές ανατράπηκε από τον μέχρι τότε φίλο του στρατηγό Λέοντα, ο οποίος ανήλθε στον θρόνο ως Λέων Ε΄ ο Αρμένιος. Επρόκειτο για ικανότατο στρατιωτικό, ο οποίος δεν στερείτο και πολιτικών αρετών. Ωστόσο οι άνθρωποι του στενού του περιβάλλοντος ήταν εικονομάχοι. Ο Λέων τους ακολούθησε στην ασέβειά τους και επρόκειτο να αναδειχθεί σε φοβερό διώκτη των Αγίων εικόνων. Έτσι, το περιβάλλον του παρουσίασε ένα υπόμνημα των εικονομαχικών θέσεων της εικονομαχικής ψευδοσυνόδου της Ιερείας και ο αυτοκράτορας το παρουσίασε στον Άγιο Νικηφόρο. Ο Πατριάρχης συγκάλεσε την Ενδημούσα Σύνοδο του Πατριαρχείου, η οποία μελέτησε τις θέσεις και τις έκρινε, όπως ήταν φυσικό, αιρετικές και κακόδοξες και τις απέρριψε. Η δεύτερη φάση της Εικονομαχίας, άρχιζε.

*Αναδημοσίευση από Εφημερίδα “Ορθόδοξη Αλήθεια”