Ο μοναχός που προέβλεψε τον πολύνεκρο σεισμό στη Χίο το 1881

Ο Οσιος Παρθένιος ήταν ο ιδρυτής και κτίτορας της Ιεράς Μονής του Αγ. Μάρκου. Είχε λάβει πολλά θεία χαρίσματα και ήταν το πνευματικό στήριγμα των κατοίκων του νησιού

Το 1881, στις 22 Μαρτίου, σημειώθηκε στη Χίο ο πιο πολύνεκρος σεισμός των τελευταίων 200 ετών στον ελλαδικό χώρο: 3.550 νεκροί. Τον σεισμό είχε προαναγγείλει με ακρίβεια που θα ζήλευαν πολλοί σεισμολόγοι ένας εγνωσμένης αγιότητας προορατικός Γέροντας, ο ιδρυτής και κτήτορας της Μονής του Αγίου Μάρκου στην κεντρική Χίο, ο Οσιος Παρθένιος.

Η αγιότητά του είχε γίνει αποδεκτή στη συνείδηση του λαού της Χίου ακόμα και όσο ήταν σ’ αυτή τη ζωή, καθώς τα θαυμαστά σημεία που την πρόδιδαν δεν περιορίζονταν στην πρόρρησή του για τον σεισμό.

Ο Όσιος Γέροντας είχε λάβει πολλά χαρίσματα από τον Θεό και ήταν το πνευματικό στήριγμα του νησιού, όπως είχε προείπει γι’ αυτόν, πριν ακόμα από την γέννησή του, ο Άγιος Μακάριος ο Νοταράς.

Οι γονείς του Οσίου Παρθενίου, Αντώνιος Φραγκοσκούφης ή Μενής και Αντωνία το γένος Παντελάρα, κατοικούσαν στον Δαφνώνα της Χίου. Ήταν μεγάλοι σε ηλικία και δεν είχαν αγόρι. Κατέφυγαν στον Άγιο Μακάριο τον Νοταρά, που τότε ασκήτευε στη Χίο, ζητώντας τις προσευχές του.

Ο πρωτοκορυφαίος των Κολλυβάδων τους παρότρυνε να επικαλούνται τον Άγιο Νεομάρτυρα Πολύδωρο, που υπήρξε πνευματικό του τέκνο, διαβεβαιώνοντάς τους ότι θα αποκτήσουν γιο, ο οποίος θα γινόταν στήριγμα πολλών θλιβομένων ψυχών. Τους είπε ακόμη πως ό,τι κι αν έκανε στο ξεκίνημα της ζωής του θα γινόταν μοναχός και θα κατέληγε Άγιος.

Πράγματι, το ζεύγος Φραγκοσκούφη απέκτησε τον γιό που επιθυμούσε και του έδωσαν το όνομα του Αγίου Νεομάρτυρα Πολύδωρου. Ήταν από μικρός πολύ ευσεβής, ενώ η Θεία Χάρη τον επισκέφθηκε ήδη από την απαλή εκείνη ηλικία: προσευχόμενος μπροστά στην εικόνα της Θεοτόκου, έβλεπε θείο Φώς να τον καταυγάζει, όπως διηγείται ο βιογράφος του Αρχιμανδρίτης Ιωακείμ.

ΕΓΙΝΕ ΝΑΥΤΙΚΟΣ

Κατά την σφαγή του 1822 η οικογένεια του Οσίου κατέφυγε στο Ναύπλιο, για να επιστρέψουν στο νησί τους αμέσως μόλις ηρέμησαν τα πράγματα. Ο Πολύδωρος δεν έδειχνε να έχει κλίση στον Μοναχισμό. Αρραβωνιάστηκε με μια κοπέλα και έφυγε για να εργαστεί ως ναυτικός. Επιστρέφοντας όμως από κάποιο ταξίδι, έμαθε ότι η μνηστή του είχε πεθάνει. Μην αντέχοντας τον ξαφνικό αποχωρισμό, πήγε στον τάφο της και τον έσκαψε για να τη δει για τελευταία φορά. Όμως είδε την αποσύνθεση που είχε ήδη αρχίσει και τότε συνειδητοποίησε τη ματαιότητα τον εγκοσμίων και την φθαρτότητα του παρόντος βίου.

ΑΣΚΗΤΙΚΟΣ ΒΙΟΣ

Ο Πολύδωρος μετέβη στη Νέα Μονή ως δόκιμος. Σύντομα κέρδισε την εκτίμηση και τον σεβασμό των συμμοναστών του, χάρη στη σεμνότητα, την ευλάβεια, την πίστη και την κατάνυξή του, μα προπάντων χάρη στην ταπείνωση και την υποδειγματική του υπακοή. Σε σύντομο χρονικό διάστημα εκάρη μοναχός με το όνομα Παρθένιος.

ΤΟΝ ΚΑΤΗΓΓΕΙΛΕ

Καθώς είχε άφεση προς τον ερημητικό βίο, με ευλογία του Γέροντά του αναχώρησε για το όρος Πένθοδος, όπου υπήρχαν τα ερείπια της εκκλησίας του Αγίου Ευαγγελιστού Μάρκου. Σε κάποιο σπήλαιο κοντά στον μισογκρεμισμένο ναό, επιδόθηκε με ζήλο στη νοερά προσευχή και την άσκηση, τρεφόμενος με χόρτα και αναπαύοντας το σώμα του στο χώμα. Αρχισε να ανοικοδομεί μόνος του τον ναό του Αγίου Μάρκου και κάποια κελλιά.

Αλλά η αγία του βιοτή κίνησε τον φθόνο κάποιων που επηρέασαν τον τότε Μητροπολίτη Χίου εναντίον του. Ο Μητροπολίτης, φοβούμενος μήπως δημιουργηθούν υποψίες στην τουρκική διοίκηση ότι τα κτίσματα θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν εναντίον των Τούρκων σε περίπτωση πολέμου, κατήγγειλε τις ενέργειες του Οσίου στον Τούρκο διοικητή. Εκείνος έστειλε έναν ζαπτιέ να οδηγήσει Παρθένιο σε απολογία ενώπιόν του. Ο Άγιος υπάκουσε, ζήτησε μόνον από τον ζαπτιέ να διανυκτερεύσουν στο υπό ανέγερση μοναστήρι και να φύγουν το πρωί, αίτημα που έγινε αποδεκτό. Όμως κατά τη διάρκεια της νύχτας, ο ζαπτιές ξύπνησε και είδε τον Όσιο να προσεύχεται λουσμένος στο φως, υπερυψωμένος από το έδαφος. Έντρομος έφυγε πριν ξημερώσει.

Ο ΔΕΣΠΟΤΗΣ ΠΟΥ ΤΟΥ ΖΗΤΗΣΕ ΓΟΝΑΤΙΣΤΟΣ ΣΥΓΓΝΩΜΗ

Ο διοικητής έμαθε τα σχετικά από τον ζαπτιέ. Είχε ακούσει για τη δύναμη της πίστης των Χριστιανών, αλλά απόρησε και έστειλε δύο ζαπτιέδες για να τον φέρουν. Το ίδιο σκηνικό επαναλήφθηκε. Οι δύο Τούρκοι, βλέποντας τον Αγιο υπερυψωμένο και περιβαλλόμενο από το Άκτιστο Φως, του ζήτησαν την άλλη μέρα με σεβασμό, αν ήθελε να τους ακολουθήσει. Εκείνος τους ακολούθησε πρόθυμα και μετέβη πρώτα στον Μητροπολίτη και μετά στον διοικητή, οι οποίοι είχαν πληροφορηθεί τα όσα συνέβησαν.

Ο Δεσπότης γονάτισε μπροστά του ζητώντας του να τον συγχωρέσει και του υποσχέθηκε να τον συνδράμει στην ολοκλήρωση του έργου που άρχισε. Αλλά και ο Τούρκος διοικητής τον προσκύνησε και τον παρακάλεσε να πάνε στο σπίτι του και να κάνει καλά την παράλυτη γυναίκα του. Πράγματι, πήγαν και πριν ο όσιος Παρθένιος τελειώσει την προσευχή του, η γυναίκα σηκώθηκε υγιής και ζήτησε να γίνει Χριστιανή.

Το Μοναστήρι του Αγίου Μάρκου μετά από αυτά τελείωσε γρήγορα και έγινε πόλος έλξης για τον λαό του Θεού, που κατέφευγε σ’ αυτό για να ζητήσει τις προσευχές και την καθοδήγηση του Αγίου. Σύντομα συγκροτήθηκε μια αξιόλογη αδελφότητα γύρω του, παρόλη την αυστηρότητα της ασκητικής του βιοτής, της οποίας έγιναν μέτοχοι οι νέοι μοναχοί. Χαρακτηριστικό είναι ότι στο παλιό καθολικό της Μονής δεν υπήρχαν στασίδια: στις πολύωρες ακολουθίες οι προσευχόμενοι ήταν ή όρθιοι ή γονατιστοί. Στη Χίο έλεγαν εκείνη την εποχή ότι όλοι όσοι ασκήτεψαν στον Άγιο Μάρκο, είναι Άγιοι.

Η προφητεία έφερε αναστάτωση και τον εξόρισαν στη Σμύρνη αλλά πριν φτάσει τα λόγια του είχαν βγει αληθινά.

«Μετά από αυτό ο λαός τον τιμούσε ακόμα περισσότερο μαζεύοντας ακόμα και το χώμα που πατούσαν τα πόδια του για φυλακτό»

Το παράδειγμα το έδινε πάντα ο ίδιος. Κάποτε ο μοναχός που διακονούσε στο μαγειρείο, είπε στον Γέροντα να στείλει κάποιον μοναχό να φέρει ξύλα. Εκείνος είπε: «Παρθένιε, πήγαινε για ξύλα» και ξεκίνησε για το δάσος. Οταν το αντιλήφθηκαν οι μοναχοί, ξεκίνησαν ομοθυμαδόν όλοι να κόψουν ξύλα και έφεραν τόση ποσότητα που δεν επαρκούσε γι’ αυτά ο καθορισμένος αποθηκευτικός χώρος. Προσπαθώντας πάντα να κυριαρχεί ακόμη και στα αδιάβλητα πάθη του, είχε βάλει στην πόρτα του μοναστηριού ένα σταμνί με νερό και όταν δούλευε στα χωράφια και ο καύσωνας τον ταλαιπωρούσε αλύπητα, πήγαινε στην πόρτα της μονής, έβλεπε το κανάτι κι έλεγε: «Πες πως ήπιες Παρθένιε». Και έφευγε χωρίς να βρέξει τα χείλη του. Είχε επικρατήσει μάλιστα στη Χίο σαν παροιμία η φράση αυτή, για όποιον ήθελε κάτι και δεν μπορούσε να το αποκτήσει: «Πες πως ήπιες Παρθένιε».

Σεβόταν απεριόριστα τους επισκόπους και δεν ανεχόταν να λέει κάποιος κάτι εναντίον τους. Με το προορατικό και το διορατικό του χάρισμα είχε βοηθήσει και στηρίξει πνευματικά πολλούς ανθρώπους. Οι μοναχοί της Νέας Μονής διηγούνταν ότι κάποιο βράδυ, που τελούσαν αγρυπνία είδαν στον Άγιο Μάρκο ένα εκτυφλωτικό φως και στη μέση του έλαμπε η μορφή του Αγίου Παρθενίου. Όταν πληροφόρησαν σχετικά τον Όσιο, τους απάντησε με ταπείνωση ότι το φως δεν ήταν για κείνον αλλά για την εκκλησία του Αγίου Μάρκου.

ΜΕΓΑΛΟ ΚΑΚΟ!

Όπως αναφέρει ο βιογράφος του Αρχιμανδρίτης Ιωακείμ, κάποια μέρα οι μοναχοί του Αγίου Μάρκου είδαν τον Γέροντά τους να ατενίζει εκστατικός τον ουρανό. Κατάλαβαν ότι κάτι έβλεπε. Όταν συνήλθε από την έκσταση, δακρύβρεκτος τους διηγήθηκε ότι είχε δει ένα μαύρο σύννεφο να σκεπάζει την πόλη της Χίου και τα νότια χωριά. Κατάλαβε πως κάποιο μεγάλο κακό θα συνέβαινε.

Λίγες μέρες μετά, ενώ προσευχόταν, άκουσε μια βροντερή φωνή να του λέει: «Παρθένιε, δεν θα σου αποκρύψω ότι η Χίος, η πατρίδα σου, θα καταστραφεί. Θα την συγκλονίσει φοβερός σεισμός. Τίποτα δεν θα μείνει όρθιο και τίποτα δεν αλλάζει την βουλή Μου, που δεν απέκρυψα από τον δούλο Μου». Αρχισε λοιπόν ο Όσιος να ειδοποιεί τους προσκυνητές από τον Σεπτέμβριο του 1880 ότι στις 22 Μαρτίου του 1881, ημέρα Κυριακή και ώρα μία το μεσημέρι, θα γίνει φοβερός σεισμός. Και σας το λέω, τους έλεγε, για να μετανοήσετε και να προσεύχεστε, αλλά και για να προφυλαχθείτε εκείνη τη μέρα.

Προέβλεψε επιπλέον ότι σε λίγες μέρες, εντός του Σεπτεμβρίου, θα γινόταν ένας μικρότερος σεισμός. Όμως, τους είπε, στον πρώτο αυτό σεισμό μη φοβηθείτε. Στον μεγάλο σεισμό του Μάρτη θα κλάψουμε όλοι. Οι κάτοικοι του νησιού είχαν τρομοκρατηθεί από την προφητεία και ο διοικητής, νομίζοντας ότι έτσι θα διασφαλίσει την τάξη, τον εξόρισε στη Σμύρνη. Επιβιβαζόμενος στο πλοίο ο Όσιος είπε στους Χριστιανούς που θρηνούσαν για τον αποχωρισμό ότι γρήγορα θα τον έφερναν πίσω. Πριν το πλοίο φτάσει στη Σμύρνη, έγινε ο πρώτος σεισμός. Ο κόσμος ξεσηκώθηκε ζητώντας την ανάκληση του Αγίου από την εξορία και ο Τούρκος διοικητής αναγκάστηκε να υποχωρήσει και να τον ανακαλέσει.

Πράγματι, τον Μάρτιο η προφητεία επαληθεύτηκε ακριβώς στον χρόνο που προείπε ο όσιος Παρθένιος: 22 Μαρτίου 1881 στη μία το μεσημέρι. Όπως αναφέρθηκε, ήταν ο πιο πολύνεκρος σεισμός των νεότερων χρόνων στον ελλαδικό χώρο. Η πόλη και πολλά νότια χωριά σχεδόν ισοπεδώθηκαν. Ο λαός της Χίου, που ήδη ευλαβείτο τον Παρθένιο ως Άγιο, μετά από αυτό τον τιμούσε ακόμα περισσότερο, μαζεύοντας ακόμα και το χώμα που πατούσαν τα πόδια του για φυλακτό.

«ΑΛΛΑ ΝΑ, ΗΡΘΕ Η ΩΡΑ ΝΑ ΦΥΓΩ»

Το 1883 στις 8 Δεκεμβρίου, ο όσιος Παρθένιος εγκατέλειψε τον μάταιο αυτό κόσμο για να μεταβεί στην αιώνια Βασιλεία. Λίγο πριν την οσιακή του κοίμηση, κάλεσε τους μοναχούς του Αγίου Μάρκου, τους ζήτησε συγχώρεση για ό,τι τυχόν ως άνθρωπος έκανε και τους είχε στεναχωρήσει και τους έδωσε τις τελευταίες του πατρικές συμβουλές. Και τελειώνοντας είπε: «Αλλά να, ήρθε η ώρα να φύγω. Καλώς ήρθαν οι κύριοί μου να με παραλάβουν. Καλώς ήρθατε Όσιοι και Άγιοι Άγγελοι. Παράλαβε εις χείρας Σου το πνεύμα μου Ιησού. Εσένα αγάπησα όταν με δίδαξε ο Τάφος. Εσένα ελάτρευσα, εσένα επόθησα και προς Σε έρχομαι. Τώρα πια εγώ προσδοκώ Ανάστασιν νεκρών».

Και με τα λόγια αυτά έκλεισε τα μάτια του για να τα ανοίξει στην Ανέσπερη Ημέρα. Κατά την εξόδιο ακολουθία του πολλοί ασθενείς που ασπάστηκαν το λείψανό του ανέκτησαν την υγεία τους, ενώ κάποιος Νεαμονίτης μοναχός, τη νύχτα της κοίμησής του Οσίου είδε έναν φωτεινό δρόμο στον ουρανό, από τον Άγιο Μάρκο ως τις ουράνιες αψίδες, με αγγέλους γονατισμένους στη μια και την άλλη του άκρη και στο μέσον να περνάει ο όσιος Παρθένιος, συνοδευόμενος από τον χορό των αρχαίων και νέων ασκητών.