Ο μεγάλος διδάσκαλος της νοεράς προσευχής παπά-Χαράλαμπος Διονυσιάτης

Ένας σπουδαίος νηπτικός της εποχής μας και εκ των αναβιωτών του Ορθόδοξου, μοναχισμού, ο μακαριστός Ηγούμενος της Ι. Μ. Διονυσίου ακολούθησε τα χνάρια του αναδόχου του Αγίου Ιωσήφ του Ησυχαστού

Είναι γνωστό ότι η συνοδεία του εν Αγίοις και συνοδικώς πλέον Γέροντος Ιωσήφ του Ησυχαστή, άξιοι μαθητές και μιμητές του δασκάλου και πατέρα τους, αναβίωσαν τον Μοναχισμό στο Περιβόλι της Παναγίας, αλλά και έως περάτου της γης, χωρίς υπερβολή.

Ο παπα Χαράλαμπος και ο παραδελφός του Γέροντας Ιωσήφ ο Βατοπαιδινός

Τα μοναστήρια που ίδρυσε ο μακάριος Γέροντας Εφραίμ στην Αμερική και στον Καναδά, οι μονές του Αγίου Όρους που αναγεννήθηκαν από τους μαθητές του Αγίου Ιωσήφ, τον Γέροντα Ιωσήφ τον Βατοπαιδινό και τον προρρηθέντα Γέροντα Εφραίμ τον Φιλοθεΐτη, και η αναβίωση του Μοναχισμού στην Κύπρο που εγκαινιάστηκε από τα πνευματικά τέκνα του Γέροντα Ιωσήφ, δείχνουν σε κάποιο βαθμό το έργο που επιτελέστηκε στον Αμπελώνα του Κυρίου.

Ανάμεσα στους αναβιωτές αυτούς του Ορθόδοξου μοναχισμού, ξεχωριστή θέση κατέχει ο μακαριστός Ηγούμενος της Ιεράς Μονής Διονυσίου ο παπα-Χαράλαμπος Διονυσιάτης, όπως είθισται πλέον να αποκαλείται, «ο απλοϊκός ηγούμενος και διδάσκαλος της νοεράς προσευχής», όπως τον χαρακτηρίζει ο βιογράφος και υποτακτικός του Μοναχός Ιωσήφ Διονυσιάτης.

ΟΙ ΡΙΖΕΣ ΤΟΥ

Η οικογένειά του ήταν από τον Πόντο. Ο πατέρας του ονομαζόταν Λεωνίδας και η μητέρα του Δέσποινα. Δύο από τα αδέλφια του πατέρα του ακολούθησαν τον μοναχικό βίο: η αδελφή του Παρθένα, που έλαβε το μοναχικό όνομα Ευπραξία, και ο αδελφός του Αναστάσιος, ο μετέπειτα Μοναχός Αρσένιος, ο διακεκριμένος συνασκητής του Αγίου Ιωσήφ του Ησυχαστού. Ο τελευταίος ήθελε, πριν αναχωρήσει για την μοναχική ζωή, να βαπτίσει ένα ανιψάκι του, γιατί οι Πόντιοι θεωρούσαν μεγάλη ευλογία την πνευματική αναδοχή.

Έλεγαν μάλιστα ότι «αν δεν βαπτίσεις ένα παιδί, ο Χριστός στην άλλη ζωή θα σου βάλει μια πέτρα στην αγκαλιά». Και το ανιψάκι εκείνο ήταν ο Χαράλαμπος, που επρόκειτο να ακολουθήσει τα χνάρια του αναδόχου του. Η οικογένεια Γαλανοπούλου έζησε την περιπέτεια του Ποντιακού Ελληνισμού, αφού αναγκάστηκε να καταφύγει αρχικά στην Ρωσία, το 1880 και αργότερα, εξαιτίας των διωγμών των Μπολσεβίκων, να εγκατασταθεί στην Ελλάδα, στο χωριό Αρκαδικό της Δράμας το 1920.

ΘΑΥΜΑΣΤΗ ΕΠΕΜΒΑΣΗ

Ο παπα-Χαράλαμπος γεννήθηκε στη Ρωσία το 1910, όπου έζησε περίπου 10 χρόνια. Στο Αρκαδικό της Δράμας τελείωσε αριστούχος το Δημοτικό και συνέχισε τις γυμνασιακές του σπουδές με την ίδια άριστη επίδοση. Στο δεύτερο έτος αναγκάστηκε να διακόψει για να εργαστεί στα καπνά μαζί με τον πατέρα του και στη συνέχεια σε διάφορες άλλες εργασίες.

Ευλαβέστατος, από νωρίς άρχισε να στρέφεται προς τον μοναχισμό, μολονότι πολλοί από το περιβάλλον του τον προέτρεπαν να γίνει έγγαμος κληρικός. Ενώ κατέληξε στην τελευταία αυτή απόφαση, ξέσπασε ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος και η βουλγαρική κατοχή.

Συνελήφθη τότε, χωρίς συγκεκριμένη αιτία, από τους κομιτατζήδες μαζί με άλλους συγχωριανούς του και οδηγήθηκαν σε ένα στρατόπεδο έξω από τη Δράμα. Οι κακουχίες που υπέστησαν κατά το διάστημα της κράτησής τους, έκαναν τον Χαράλαμπο να αναλογιστεί τη ματαιότητα και την ρευστότητα του παρόντος βίου.

Παρακάλεσε τότε τον Αγιο Γεώργιο να τους σώσει από τους κομιτατζήδες, υποσχόμενος να αφιερώσει τη ζωή του στον Θεό. Σύμφωνα με τη διήγηση του ιδίου, όπως την παραθέτει ο Μοναχός Ιωσήφ Διονυσιάτης, «Μόλις τελειώνω την προσευχήν, να και ακούω έναν κρότον από πάνω μας, γκλάκ-γκλακ. Καλπασμός αλόγου. Στρέφω ψηλά το βλέμμα. Ένα άλογο εκάλπαζε στον αέρα από πάνω μας, καβαλάρη όμως δεν είδα. Κατάλαβα όμως. Βρε, λέγω, ο Αη Γιώργης είναι σίγουρα, μόνο που είμαι ανάξιος να δω τον ίδιον. Ας είναι και το άλογο. Σημαίνει ότι μας άκουσε».

ΣΩΘΗΚΑΝ!

Πήρε αμέσως θάρρος και ενθάρρυνε και τους συγκρατουμένους του, διαβεβαιώνοντάς τους για τη σωτηρία τους από τον Αγιο. Το πρωί οι κομιτατζήδες όρμησαν στη φυλακή με σκοπό να αποτελειώσουν τους κρατούμενους, αλλά τότε ένας γεροδεμένος νέος μπήκε με άγριες φωνές διατάζοντας τους κομιτατζήδες να αφήσουν αμέσως ελεύθερους τους αθώους ανθρώπους. Αλλιώς, τους απείλησε, θα σας σκοτώσω όλους.

Εν ριπή οφθαλμού, εδιηγείτο ο παπα-Χαράλαμπος, άλλαξε το σκηνικό. Αμέσως εξαφανίστηκαν από μπροστά τους οι κομιτατζήδες. Αλλά μαζί τους χάθηκε και ο νέος που τους έσωσε και που πλέον κανείς τους δεν είχε αμφιβολία για την ταυτότητά του! Λίγο μετά άνοιξαν οι πύλες της φυλακής και τους ανακοινώθηκε ότι τους δόθηκε χάρη από τον Βούλγαρο βασιλιά, επειδή είχε μόλις γεννηθεί ο διάδοχος του θρόνου.

ΜΟΝΑΧΟΣ ΣΤΗ ΜΙΚΡΑ ΑΓΙΑ ΑΝΝΑ

Το 1950, έχοντας τακτοποιήσει τις υποχρεώσεις του, ο Χαράλαμπος έρχεται στην Σκήτη της Μικράς Αγίας Άννας, όπου ήδη ασκήτευε ο ανάδοχος και θείος του Γέρων Αρσένιος, μαζί με τον Άγιο Ιωσήφ τον Ησυχαστή. Ο Αγιος τον ρώτησε αν μπορεί να ζήσει όπως ζούσαν εκείνοι και κείνος με σεμνότητα του απάντησε «να δοκιμάσω Γέροντα».

Και έκανε μαζί τους τρεις χιλιάδες μετάνοιες. Στο τέλος, όταν τον ρώτησε ο Άγιος Ιωσήφ πως τα βλέπει τα πράγματα, εκείνος πάλι με σεμνότητα απάντησε ότι, κατ’ αρχήν, δεν δυσκολεύτηκε. Να δω στο μέλλον, κατέληξε. Και παρά τη σχετικά μεγάλη του ηλικία (ήταν ήδη 40 ετών, ηλικία μάλλον αποτρεπτική για να προσέλθει κανείς στον Μοναχισμό, όπως και στον γάμο, άλλωστε, σύμφωνα με τη σοφή παροιμία), ο παπα-Χαράλαμπος αναδείχθηκε κατά πάντα τέλειος μοναχός. Διακρίνοντας τις αρετές του και διαβλέποντας την πνευματική του πορεία, ο Γέροντας τον έκανε μεγαλόσχημο μοναχό και ιερέα για τις λειτουργικές ανάγκες της συνοδείας.

Η απόλυτη υπακοή, το αγωνιστικό φρόνημα και το οσιακό τέλος του

Η Ιερά Μονή Διονυσίου

Ως ιερουργός, όπως μαρτυρεί ο βιογράφος του Μοναχός Ιωσήφ, από την χειροτονία του και μετά δεν παρέλειψε ούτε μία ημέρα τη Θεία Λειτουργία και αργότερα, ως ηγούμενος της Ι. Μονής Διονυσίου, λειτουργούσε καθημερινά σε κάποιο από τα παρεκκλήσια. Αλλά και στους ασκητικούς του αγώνες αποδείχθηκε ισοστάσιος των Γερόντων του: Υπόδειγμα υπακοής, επιδέξιος σε κάθε διακόνημα, ακατάβλητος στη νηστεία και στην αγρυπνία: επί έξι ώρες όρθιος και με αμέτρητες γονυκλισίες, συνέχιζε δύο ώρες με τη Θεία Λειτουργία ως επισφράγισμα, βιωματικά: στις εκφωνήσεις της αναφοράς, λέει ο βιογράφος του, έβλεπε νοερώς τα Χερουβίμ και τα Σεραφίμ να τον περιστοιχίζουν, ενώ συχνά οι εκφωνήσεις του διακόπτονταν από πλήθος δακρύων και μαζί του όλη η ιερή εκείνη συνοδεία βίωνε τις παραδείσιες καταστάσεις.

Η απόλυτη υπακοή και το αγωνιστικό φρόνημα, δυο στοιχεία στα οποία έδινε βασική σημασία ο Γέροντάς του, εκοσμούσαν τον αθλητή του Χριστού σε τέτοιο βαθμό, ώστε οι δαίμονες να φρίττουν. Κάποτε μάλιστα ο δαίμων της ακηδίας του αποκάλυψε ότι εκείνος ήταν που αποκοιμίζει τους μοναχούς στην προσευχή. « Εσύ όμως με ξετίναξες», ομολόγησε, «δεν σε αντέχω και φεύγω».

ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΙΕΡΟΨΑΛΤΩΝ

Ο Οσιος Ιωσήφ αναχωρώντας από τη ζωή, άφησε οδηγία στους υποτακτικούς του να μη μείνουν μαζί, αλλά ο καθένας να πάει αλλού. Διότι έβλεπε και είχε προείπει άλλωστε, ότι οι υποτακτικοί του θα αναγεννούσαν τον Μοναχισμό και θα γέμιζαν τα μοναστήρια στο Άγιον Όρος, μια πρόρρηση που επαληθεύτηκε. Έτσι, ο παπα-Χαράλαμπος παρέμεινε στη Νέα Σκήτη ως το 1967, αποκτώντας φήμη μεγάλου Πνευματικού.

Ηγούμενος της Ι.Μ. Διονυσίου

Πλήθη λαϊκών και μοναχών κατέφευγαν στο πετραχήλι του και σύντομα συγκροτήθηκε γύρω του μία μοναστική αδελφότητα, την οποίαν η ανάγκη ευρύτερου χώρου οδήγησε στο Χιλλανδαρινό Κελλί Μπουραζέρι. Εγινε μάλιστα ο πνευματικός των ιεροσπουδαστών της Αθωνιάδος. Οι καθημερινές αγρυπνίες και η Θεία Λειτουργία συνεχίζονταν αδιάλειπτα, το ίδιο και η εξομολόγηση. Όπως λέει ο Μοναχός Ιωσήφ Διονυσιάτης, οι διδαχές του δεν ήταν στεγνά λόγια, αλλά απαύγασμα των προσωπικών του βιωμάτων γι’ αυτό και δικαίως ονομάστηκε διδάσκαλος της νοεράς προσευχής.

Όπως διαβεβαιώνει ως αυτόπτης μάρτυρας ο π. Ιωσήφ, πολλοί από τους επισκέπτες που έρχονταν κοντά του να εξομολογηθούν, έστω και για πρώτη φορά, και διδάσκονταν από τον Γέροντα την επιστήμη της νοεράς προσευχής, ακολουθούσαν το πρόγραμμα της νυκτερινής αγρυπνίας και της Θ. Λειτουργίας από την πρώτη κιόλας νύχτα. Μια ακόμα αρετή που χαρακτήριζε τον παπα Χαράλαμπο, ήταν η ελεημοσύνη. Πλήθη απόρων ανθρώπων περνούσαν από το Μπουραζέρι και λάμβαναν από τον Γέροντα αυτά που χρειάζονταν.

Το 1979, μετά από ασφυκτικές πιέσεις, ο παπα-Χαράλαμπος με τη συνοδεία του θα επανδρώσουν την Ιερά Μονή Διονυσίου. Ο βιογράφος του αναφέρει ότι του είχε προσωπικώς εκμυστηρευθεί πως, λίγο πριν την εκεί μετάβαση της αδελφότητας, ο Κύριος του φανέρωσε εν οράματι την μελλοντική πορεία των πραγμάτων, μετά την ανάληψη των ηγουμενικών του καθηκόντων. Μαρτυρεί επίσης ο π. Ιωσήφ ότι οι πατέρες που εγκαταβίωναν στην Διονυσίου, με πρώτο τον αείμνηστο Ηγούμενο Γαβριήλ, επέδειξαν τον ενδεδειγμένο σεβασμό στον νέο Ηγούμενο. Ο παπα-Χαράλαμπος παρέμεινε δέκα χρόνια ως Ηγούμενος και εν συνεχεία, ως το τέλος της ζωής του, ως εφησυχάζων Προηγούμενος και πατέρας όλης της αδελφότητας.

Τα τελευταία χρόνια αντιμετώπιζε σοβαρά προβλήματα υγείας που τον υποχρέωσαν να μεταβεί για νοσηλεία στο στρατιωτικό νοσοκομείο Θεσσαλονίκης. Ο Μοναχός Γεώργιος, από την πρώτη πεντάδα της συνοδείας του Γέροντα στη Νέα Σκήτη, αξιώθηκε να παρακολουθήσει το οσιακό του τέλος: το βράδυ της 1ης Ιανουαρίου του 2001, ενώ ο Γέροντας καθόταν ειρηνικά στο κρεβάτι του, ο π. Γεώργιος αντιλήφθηκε ότι κάπου προσηλώθηκε και απορροφήθηκε.

«Στη συνέχεια», διηγείται ο π. Γεώργιος, «χωρίς να γνωρίζω τι ακριβώς είδε, τον βλέπω ότι σκίρτησε από χαρά. Σηκώθηκε από το κρεββάτι και ανοίγει τα χέρια σαν να επιχειρεί να εναγκαλιστεί κάποιον. Εκείνη ακριβώς τη στιγμή, με μια χαρούμενη κραυγή, η ψυχή του πέταξε στα ουράνια».

«Ο ΝΟΥΣ ΜΟΥ ΜΠΗΚΕ ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ ΜΟΥ»

Ο ίδιος ο παπα-Χαράλαμπος, διηγήθηκε κάποτε το εξής περιστατικό: «Κάνοντας καρδιακή προσευχή, κάποτε μου συνέβη κάτι καταπληκτικό. Μου ήρθε δηλαδή μία κατάστασης ευχής, προσευχής, που δεν μπορώ να βρω λόγια να την περιγράψω. Ξαφνικά ο νους μου μπήκε μέσα στην καρδιά μου, και νους – καρδία και ευχή έγιναν ένα! Εγώ δεν αισθανόμουν που βρίσκομαι.

Ο Άγιος Ιωσήφ και η συνοδεία του. Ο παπα-Χαράλαμπος πρώτος από δεξιά

Μόνον η ευχή ελέγετο εις την καρδιά, και πολύ γλυκύτητα, ανέκφραστων μακαριότητα αισθανόμουν. Δεν ξέρω πόση ώρα κράτησε αυτό. Οταν συνήλθα, αισθανόμουν ανέκφραστων ειρήνη και γλυκύτητα και είχα πολλά δάκρυα. Πηγαίνω στον Γέροντα. «Κάτι έπαθα Γέροντα» λέγω. «Τι έπαθες;». «Εκεί που προσευχόμουν, ξαφνικά ο νους μου κλείσθηκε μέσα στην καρδιά μου. Δεν ήξερα αν υπάρχει άλλος κόσμος, αν υπάρχει άλλο τίποτε», και του περιέγραψα την κατάσταση αυτήν της χάριτος. Τότε μου λέγει ο Γέροντας: «Αυτό είναι, απ’ εδώ γίνεται και η αρπαγή του νοός. Μετά την κατάστασιν αυτήν, κατά την διάρκεια της καταστάσεως αυτής, φεύγει ο νους. Αυτό κι εγώ, όταν το αισθάνθηκα, πήγα και έμεινα σ’ ένα κελλάκι τόσον στενό, που μόλις χωρούσα έμεινα ένα χρόνο μέσα. Ήταν τόσο στενό, που κινδύνευσα να πάθω ασφυξία. Αυτό που αισθάνθηκες, αυτό που έζησες, προσπάθησε να το κράτησης, να μη το χάσης».

Και ο παπα- Χαράλαμπος, κράτησε έως τέλους την Χάρη που έλαβε. Και πολλαπλασίασε το τάλαντο, για να ακούσει την φωνή του Δεσπότου Χριστού: εὖ, δοῦλε ἀγαθὲ καὶ πιστέ! ἐπὶ ὀλίγα ἦς πιστός, ἐπὶ πολλῶν σε καταστήσω· εἴσελθε εἰς τὴν χαρὰν τοῦ κυρίου σου.

Γιάννης Ζάννης

*Αναδημοσίευση από την εφημερίδα “Ορθόδοξη Αλήθεια”