Ο λόγιος Γέροντας και πρωτεπιστάτης της αναγέννησης του κοινοβιακού μοναχισμού

Ο μοναχός Θεόκλητος Διονυσιάτης γεννήθηκε στη Ναύπακτο το 1916 και λεγόταν Θεόδωρος. Οταν ξέσπασε ο πόλεμος του ’40, βρέθηκε να πολεμά στην πρώτη γραμμή. Όταν κινδύνευσε ζήτησε τη βοήθεια της Παναγιάς, Εκείνη τον έσωσε από τους βομβαρδισμούς και έτσι αναχώρησε για την Αθωνική Πολιτεία

 

Στις 7 Ιανουαρίου (20 με το Νέο Ημερολόγιο) του 2006, στην Ιερά Μονή Διονυσίου του Αγίου Όρους, ετελείτο η καθιερωμένη πανηγυρική Ακολουθία στη μνήμη του προστάτου της Τιμίου Προδρόμου.

Ανάμεσα στους άλλους Διονυσιάτες μοναχούς, βρίσκεται και ο Γέροντας Θεόκλητος, καταπονημένος από το βαθύ γήρας και τις ασθένειες, αλλά πάντα ακμαίος στο πνεύμα και το φρόνημα. Την ώρα που οι χοροί έψαλαν τον πολυέλαιο του Τιμίου Προδρόμου, ο Γέροντας παρέδιδε την μακαρία του ψυχή στα χέρια του Θεού.

Ο Διονυσιάτης Μοναχός Ιωσήφ τον χαρακτηρίζει «καύχημα ολοκλήρου του Αγιορειτικού κόσμου» και δεν υπερβάλλει.

Γεννήθηκε στην Ναύπακτο το 1916 και το λαϊκό του όνομα ήταν Θεόδωρος. Δεν είχε σκεφτεί να γίνει μοναχός. Όταν ξέσπασε ο πόλεμος του ’40, ο Γέροντας βρέθηκε να πολεμά στην πρώτη γραμμή. Επιστρέφοντας τραυματίας από τον πόλεμο, τα γερμανικά αεροπλάνα άρχισαν να βομβαρδίζουν. «Τότε», εκμυστηρεύθηκε στον π. Δαμασκηνό Γρηγοριάτη, «έπεσα κάτω από μία πέτρα και είπα: ΄΄Παναγιά μου, σώσε με και θα γίνω μοναχός΄΄». Πράγματι, διασώθηκε. Και αναχώρησε για το Περιβόλι της Παναγίας

Ι. Μ. Διονυσίου

Τις πρώτες σαράντα ημέρες ο π. Θεόκλητος αναζητούσε τον τόπο που θα τον ανέπαυε περισσότερο. Εν τέλει, πληροφορήθηκε εσωτερικά ότι ο τόπος αυτός της μετανοίας του ήταν η Ι.Μ. Διονυσίου. Ο Ηγούμενος Γέρων Γαβριήλ, η κορυφαία αυτή μορφή του σύγχρονου Αγιορείτικου Μοναχισμού, διέκρινε τα χαρίσματα του νεαρού δόκιμου και τον έκειρε Μεγαλόσχημο Μοναχό, σε ηλικία 27 ετών.

Ως υποτακτικός ο Μοναχός Θεόκλητος διακόνησε στο μαγειρείο, στο αρχονταρίκι, στην τράπεζα, στο μετόχι του Μονοξυλίτη και σε άλλα διακονήματα. Ο Γέροντάς του Γαβριήλ, αντιληφθείς το συγγραφικό τάλαντο του νέου Μοναχού, τον προχειρίζει με τη σύμφωνη γνώμη και απόφαση της Ιεράς Συνάξεως σε προϊστάμενο και κατόπιν αντιπρόσωπο του μοναστηριού «παρὰ τῇ Ἱερᾷ Κοινότητι».

Η περίοδος εκείνη ήταν και για το Άγιον Όρος αλλά και για όλη την Ελλάδα ιδιαίτερα δύσκολη. Όπως αναφέρει ο Μοναχός Ιωσήφ Διονυσιάτης, «… ο επώδυνος εκείνος πόλεμος του ’40, αποφέροντας γενικήν παρακμήν της πατρίδος δεν άφησεν ανεπηρέαστον και το Άγιον Όρος. Αρκεί μόνον να αναφέρουμε ότι εννέα από τις είκοσι Μονές ακολουθούσαν ιδιόρρυθμο σύστημα, δείγμα σοβαρής παρακμής οργανωμένου μοναχισμού, παρόλο ότι και σ’ αυτά τα ιδιόρρυθμα διέπρεψε μεμονωμένα πλήθος μοναχών…».

Πρώτο Πόνημα

Υπό τις ζοφερές εκείνες συνθήκες, κυκλοφορεί ένα βιβλίο που θα τάραζε τα λιμνάζοντα νερά. Επρόκειτο για το βιβλίο «Μεταξύ Ουρανού και Γης», που με λογοτεχνικό ύφος εξόχως γλαφυρό, αλλά και ιδιαίτερα πνευματικό, αποκαλύπτει τα μυρίπνοα άνθη του Αγιορειτικού Μοναχισμού, και γίνεται η απαρχή της αλλαγής της κακής εικόνας που είχε τεχνηέντως καλλιεργηθεί στον κόσμο. Συγγραφέας του έργου αυτού, ήταν ο Μοναχός Θεόκλητος Διονυσιάτης.

Ο π. Θεόκλητος προχώρησε στη συγγραφή του βιβλίου αυτού με την παρότρυνση και την ευλογία του Γέροντά του Γαβριήλ. Το βιβλίο βραβεύθηκε από την Ακαδημία Αθηνών. Είχε πει στον Μητροπολίτη Ναυπάκτου κ. Ιερόθεο, όπως ο ίδιος ο Σεβασμιώτατος αναφέρει, ότι «… αυτό το βιβλίο είναι γραμμένο για τους ανθρώπους που βρίσκονται έξω από το Άγιον Όρος και έχουν κακή ιδέα περί του μοναχισμού ή τον ταυτίζουν με διάφορες ασκητικές αρχαιοελληνικές και βουδιστικές παραδόσεις, και αποβλέπει να τους κάνει να στρέψουν την προσοχή τους στον ορθόδοξο μοναχισμό ως την αληθινή ευαγγελική ζωή. Έλαβε αφορμή από διάφορα βιβλία και κείμενα που εγράφησαν για τον Μοναχισμό και το Άγιον Όρος που αγνοούσαν το «πνεύμα» του Μοναχισμού και του Αγίου Ορους».

Πλήθος βιβλίων και άρθρων

Ο Γέροντας Θεόκλητος, μετά την απήχηση του έργου αυτού, θα γράψει πλήθος βιβλίων και άρθρων, ενώ συχνά προσκαλείται για προφορικές διαλέξεις από πολλούς επίσημους φορείς. Κερδίζει την εκτίμηση και των ακαδημαϊκών θεολόγων, μάλιστα ο καθηγητής Τωμαδάκης τον προσκάλεσε να μιλήσει για τον Άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά στο Πανεπιστήμιο. Οταν η Ιερά Κοινότης βρέθηκε στην ανάγκη να υπερασπίσει την Ορθόδοξη Νηπτική Θεολογία του Ακτίστου Φωτός από τις κακοδοξίες κάποιων διακεκριμένων θεολόγων (που όμως είχαν υποστεί επιδράσεις των προτεσταντικών Σχολών στις οποίες μετεκπαιδεύτηκαν), πάλι ο Γέροντας Θεόκλητος θα αναλάβει τη σύνταξη των κειμένων που υπεράσπιζαν την Ορθοδοξία.

Τα κρίσιμα χρόνια για την Ορθοδοξία και ο διμέτωπος αγώνας που ξεκίνησε η Ιερά Κοινότητα με πρωτοβουλία του

Όπως σημειώνει ο Μοναχός Ιωσήφ, η πλέον αξιόλογη προσφορά του Γέροντα Θεοκλήτου ήταν στην Ιερά Κοινότητα, όπου διακόνησε ως αντιπρόσωπος και Πρωτεπιστάτης επί σειρά ετών, ιδιαίτερα κρίσιμων για την Ορθοδοξία.

Ιδιαίτερα η περίοδος μεταξύ των ετών 1965-1973, επρόκειτο να ταλανίσει την Αθωνική Πολιτεία, αλλά και όλο τον Ορθόδοξο κόσμο εξαιτίας των κινήσεων του Πατριάρχη Αθηναγόρα. Ορισμένες διακηρύξεις του (Κύριος οίδε αν έγιναν για λόγους «διπλωματικούς» ή αν όντως τα εννοούσε), οδήγησαν πολλούς Αγιορείτες στην διακοπή του μνημοσύνου του και κάποιοι παρασύρθηκαν στον ζηλωτισμό. Ωστόσο η επίσημη εκπροσώπηση του Αγίου Όρους είναι η Ιερά Κοινότης και, όπως παρατηρεί ο Μοναχός Ιωσήφ Διονυσιάτης, «Όμως η θεία πρόνοια οικονόμησε να σταλεί αντιπρόσωπος από την Ιεράν Μονήν Διονυσίου ο Μοναχός Θεόκλητος. Εκείνην την εποχήν Ιερά Κοινότης και Θεόκλητος εταυτίζοντο».

Θέματα Πίστης

Ο Γέροντας ήταν ιδιαίτερα ευαίσθητος σε θέματα πίστεως. Έτσι, με δική του πρωτοβουλία η Ιερά Κοινότης ξεκίνησε έναν διμέτωπο θα λέγαμε αγώνα. Από τη μια, με δηλώσεις και επιστολές που συνέτασσε ο ίδιος ο π. Θεόκλητος, διαμαρτυρόταν και έλεγχε τις κάθε είδους παρεκτροπές.

Από την άλλη, εξηγούσε στους απλουστέρους εκ των ευλαβών μοναχών ότι η Εκκλησία ούτε χάθηκε, όπως έλεγαν αδιάκριτα πολλοί ζηλωτές, προβάλλοντας μάλιστα πρόβλημα συνειδήσεως για την παραμονή στην Εκκλησία, ούτε θα χαθεί ποτέ στον αιώνα, αφού, κατά τον αψευδή λόγο του Ιδρυτού της, «πύλαι Ἅδου οὐ κατισχύσουσιν αὐτῆς», διαχωρίζοντας τον θεσμό από τα πρόσωπα. Πρωτοστάτης σ’ αυτόν τον τεράστιο αγώνα υπήρξε ο Γέροντας Θεόκλητος.

Και η πορεία των γεγονότων δικαίωσε την Ιερά Κοινότητα: Τον Αθηναγόρα διαδέχθηκε στον θρόνο ο μακαριστός Δημήτριος. Ο Πατριάρχης της σιωπής και της ταπείνωσης, που επρόκειτο να κατασιγάσει τα πάθη και να κατευνάσει τους Μοναχούς.

Κλυδωνισμοί

Δεύτερος ισχυρός κλυδωνισμός έγινε το 1970, όταν το Πατριαρχείο της Μόσχας αποφάσισε την μετάδοση των Θείων Μυστηρίων στους Καθολικούς. Αστραπιαία υπήρξε η αντίδραση του π. Θεοκλήτου και του Γέροντά του Γαβριήλ, με την προτροπή των οποίων η Ιερά Κοινότης διαμαρτυρήθηκε προφορικώς και εγγράφως.

Ο Μοναχός Ιωσήφ μάλιστα μας δίνει την πληροφορία ότι, κατά την επίσκεψη του Ρώσου Πατριάρχη Ποιμένος στο Άγιο Όρος μετά τη λήψη αυτής της αποφάσεως, ο Γέροντας Θεόκλητος στην επίσημη προσφώνησή του δεν δίστασε να μεμφθεί την ενέργεια αυτή. Η αντίδραση των Αγιορειτών οδήγησε το Ρωσικό Πατριαρχείο στην ανάκληση της αποφάσεως εκείνης.

Η σημαντικότερη όμως συνεισφορά του, ήταν η επάνδρωση και κοινοβιοποίηση των ιδιορρύθμων Μονών του Όρους, που τότε αποτελούσαν την πλειοψηφία.

Όταν το 1984-85 ανέλαβε και πάλι την Πρωτεπιστασία, συνεκάλεσε εξαρχία για το Βατοπαίδι και την απόφασή του αυτή εμπιστεύθηκε κατ’ αρχήν στον Μοναχό Ιωσήφ. Στην παρατήρηση του τελευταίου για τις ανυπέρβλητες δυσκολίες ενός τέτοιου εγχειρήματος, ο π. Θεόκλητος απάντησε με ακλόνητη βεβαιότητα: «Επειδή το θέλει η Παναγία μας, θα συνεργήσει».

«Πράγματι», συνεχίζει ο π. Ιωσήφ, «μόνον ένα τεράστιον θαύμα μπορεί να χαρακτηριστεί, πώς η ισχυρή αλλά παρηκμασμένη Μονή Βατοπαιδίου μετετράπη σε πρότυπον κοινοβιακήν Μονήν. Και το έργον αυτό ανθρωπίνως κατά πρώτον λόγον ανήκει στον Μοναχόν Θεόκλητον».

Συγγραφικό έργο

Σε περισσότερα από 70 ανέρχονται τα συγγράμματά του π. Θεοκλήτου, χωρίς να συμπεριλαμβάνουμε τις διαλέξεις, τα άρθρα και τις επιστολές του. Τα «Μαρία Μητέρα του Θεού», «Γρηγόριος Παλαμάς», «Αθανάσιος ο Ιβηρίτης», «Αγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης», «Μεταξύ ουρανού και γής», είναι κάποια από τα πλέον χαρακτηριστικά. Μολονότι είχε έντονο λογοτεχνικό χάρισμα, έλεγε, κατά τη μαρτυρία του Μητροπολίτου Ναυπάκτου: «Τί εἶναι ὁ λογοτέχνης, τί εἶναι ὁ ποιητής;

Ο καθένας μπορεῖ νά εἶναι ποιητής». Και υπογράμμιζε με ταπείνωση: «Τώρα που έφθασα στα 80 και διαβάζω τα πρωτόλειά μου, σκέπτομαι αν δεν θα ήταν καλύτερα να ανέβαλλα για μια εικοσαετία την συγγραφή, ώστε να γράφωνται με μεγαλυτέραν εύροιαν, με πλείονα φωτισμόν και με εντονώτερη μέθεξη; Δεν σου κάνει εντύπωση ότι ένας μέγας Σωφρόνιος έγραψε ελάχιστα βιβλία; (σ.σ. αναφερόταν στον Άγιο Σωφρόνιο Σαχάρωφ, προς τον οποίον έτρεφε ιδιαίτερη αγάπη και σεβασμό). Ας είναι. Ο Θεός βλέπει τις καρδιές και ανταποδίδει κατά την προαίρεση εκάστου».

Στον Γρηγοριάτη Μοναχό Δαμασκηνό, είχε πει ότι ήταν χαρούμενος και ευχαριστημένος από την κατάσταση στο Άγιον Όρος, διότι είχε αποκατασταθεί η τάξη με τη μετατροπή των ιδιορρύθμων Μονών σε Κοινόβια, κατά την αρχαία τάξη της Εκκλησίας μας και τα τελευταία χρόνια έγινε μία θαυμαστή επάνδρωση με οργανωμένες Αδελφότητες, στις οποίες ήλθαν και νέοι μοναχοί και σήμερα βλέπουμε μία θαυμαστή κατάσταση στο Άγιον Όρος.

Η ησυχία ως προϋπόθεση γνώσης του Θεού

Αντί άλλου επιλόγου, παραθέτουμε τα λόγια του Μητροπολίτου Ναυπάκτου για τον μακαριστό Γέροντα: «Ο Γέρων Θεόκλητος Μοναχός Διονυσιάτης έγραφε συνεχώς για την ησυχία, ως προϋπόθεση γνώσεως του Θεού που είναι η πραγματική άγνοια, η υπερτέρα της ανθρωπίνης γνώσεως. Και τώρα νομίζουμε ότι απολαμβάνει την ησυχία αυτήν που ο ίδιος δίδαξε, έζησε και εξέφρασε. Πιστεύουμε ότι εισήλθε και ζει στον θείο σαββατισμό στην κατάπαυση του Θεού, σύμφωνα με την προς Εβραίους επιστολή του Αποστόλου Παύλου: «σπουδάσωμεν ουν εισελθείν εις εκείνην την κατάπαυσιν» (Εβρ. Δ , 11). Το πραγματικό μνημόσυνο στον Γέροντα Θεόκλητο είναι να ζούμε και εμείς κληρικοί και λαϊκοί, μοναχοί και αγιορείτες, αυτήν την κατάπαυση, την ορθόδοξη ησυχία που είναι η μόνη οδός που οδηγεί στην θεωρία του Θεού και ειρηνεύει ολόκληρη την ύπαρξή μας».

Γιάννης Ζαννής

*Αναδημοσίευση από την εφημερίδα “Ορθόδοξη Αλήθεια”