Ο ιερομάρτυρας που συνέβαλε στην εκπαιδευτική αναγέννηση του Εθνους

Γεννημένος στη Χίο, ο Μητροπολίτης Δωρόθεος Πρώιος, ήταν ένας από τους σημαντικότερους λόγιους Ιεράρχες της εποχής και σοφός δάσκαλος Αντιμετώπισε με θάρρος την αγχόνη, ακλόνητος στην πίστη και στην αγάπη για το υπόδουλο Γένος

Οταν εξερράγη η Ελληνική Επανάσταση στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες, η Υψηλή Πύλη, ανάμεσα στα άλλα κατασταλτικά μέτρα που έλαβε, διέταξε και την κράτηση, ως εγγύηση, επτά εκ των Αρχιερέων του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Ανάμεσά τους ήταν και ο Ανδριανουπόλεως Δωρόθεος Πρώιος, ένας από τους σημαντικότερους λόγιους Ιεράρχες της εποχής, ένας σοφός δάσκαλος του Γένους.

Ο κατά κόσμον Δημήτριος Πρώιος, γόνος ευσεβών γονέων που του μετέδωσαν εξ απαλών ονύχων τα νάματα της Ορθοδοξίας, γεννήθηκε στη Χίο (πιθανότατα το 1765), όπου και έμαθε τα πρώτα του γράμματα. Στη συνέχεια σπούδασε στην Πατμιάδα Σχολή, με δάσκαλο τον ονομαστό Δανιήλ Κεραμέα, ενώ το 1786 χειροτονήθηκε Διάκονος. Κατά την περίοδο αυτή γνωρίστηκε με τον Βενιαμίν Λέσβιο, διαπρεπή λόγιο και εκπρόσωπο του λεγόμενου Νεοελληνικού Διαφωτισμού, με τον οποίον συνδέθηκε με στενή φιλία, λόγω των κοινών τους ενδιαφερόντων για την Παιδεία του υποδούλου Γένους. Ευφυής και φιλομαθής, συνέχισε τις σπουδές του στη Γαλλία και την Ιταλία.

Το 1793 ο Δωρόθεος Πρώιος επιστρέφει στη γενέτειρά του Χίο. Η περίφημη Σχολή του νησιού λαμπρυνόταν την περίοδο εκείνη με την σχολαρχία του Αγίου Αθανασίου του Παρίου. Εκεί ανέλαβε διδασκαλικά καθήκοντα και ο Δωρόθεος, διδάσκοντας Φιλοσοφία και επιστήμες.
Η παραμονή του στη Χίο επρόκειτο να διαρκέσει ως το 1796, όταν ο δραγουμάνος του οθωμανικού στόλου Κωνσταντίνος Χαντζερής τον προσκαλεί στην Κωνσταντινούπολη, για να αναλάβει την διδασκαλία των παιδιών του.

Θα ακολουθήσει τον δραγουμάνο του στόλου και στη Βλαχία, όπου ο Χαντζερής διορίστηκε ηγεμόνας από τον σουλτάνο. Ωστόσο το 1799 ο Χαντζερής θα πέσει στη δυσμένεια του σουλτάνου και θα καταδικαστεί σε θάνατο. Ο Δωρόθεος θα επιστρέψει στην Κωνσταντινούπολη, όπου το Πατριαρχείο, διακρίνοντας τις γνώσεις και τα χαρίσματά του, τον ονομάζει ιεροκήρυκα της Μεγάλης Εκκλησίας και τον προχειρίζει Αρχιμανδρίτη.

Το 1804, ιδρύεται από τον Δημήτριο Μουρούζη στο Κουρούτσεσμε (Ξηροκρήνη) η Νέα Μεγάλη Σχολή του Γένους. Όπως αναφέρει η Πόπη Χαλκιά –Στεφάνου στο βιβλίο της «Οι Άγιοι της Χίου», η διεύθυνση της Νέας αυτής Σχολής ανατέθηκε αριστίνδην στον Δωρόθεο Πρώιο, με πατριαρχικό σιγίλιο που υπέγραψε τον Ιούνιο του ιδίου έτους ο Πατριάρχης Καλλίνικος. Σε έγγραφο των επιτρόπων της Σχολής, αναφέρεται ότι «ἐξελέγξαντο σχολάρχην καὶ φιλόσοφον τὸν Ἀρχιμανδρίτην Δωρόθεον τὸν Πρώιον, Χῖον, ἄνδρα περιώνυμον καὶ μέγα ὄνομα, σοφίαν ἔχοντα, κλεϊζόμενον καὶ ἀπὸ τῆς ἐν Χίῳ Σχολαρχίας του».

Ο Δωρόθεος παρέμεινε στη διεύθυνση της Σχολής ως το 1807, έχοντας εν τω μεταξύ εκλεγεί και Μητροπολίτης Φιλαδελφείας (με τη δέσμευση να συνεχίσει να διδάσκει στη Σχολή). Δίδαξε Φυσική, Μαθηματικά, Γεωμετρία, Φιλοσοφία και Λογική. Όπως αναφέρει ο αείμνηστος νεώτερος Δάσκαλος του Γένους, ο π. Γεώργιος Μεταλληνός, η άρτια συγκρότηση του Δωροθέου αποτυπώνεται στα χειρόγραφα βοηθήματα με τα οποία εφοδίαζε τους μαθητές του. Διακρίνεται όμως στα κείμενα αυτά και η διοικητική του ικανότητα, ενώ, ως Σχολάρχης, διατηρούσε συχνή αλληλογραφία με διακεκριμένους Έλληνες του εξωτερικού, από τους οποίους ζητούσε οικονομική στήριξη για τη λειτουργία της Σχολής.

ΚΙΒΩΤΟΣ

Ένα από τα πλέον μνημειώδη για την Παιδεία του Γένους έργο, στο οποίο ο Πρώιος συνέβαλε καθοριστικά, υπήρξε και η σύνταξη του Μεγάλου Λεξικού της Ελληνικής Γλώσσας με τον τίτλο Κιβωτός. Το κορυφαίο αυτό έργο υλοποιήθηκε με την οικονομική συνδρομή των Ζωσιμάδων, ενώ στενοί συνεργάτες του Δωροθέου ήταν ο Νικόλαος Λογάδης και ο Νεόφυτος Βάμβας. Ο πρώτος τόμος της Κιβωτού τυπώθηκε το 1819. Κατά το διάστημα της Σχολαρχίας του, ενώ ήταν ήδη και Μητροπολίτης Φιλαδελφείας, ο Δωρόθεος υπέγραφε ως: Ὁ Φιλαδελφείας Δωρόθεος, ὁ καὶ Σχολάρχης.

Ωστόσο οι ανάγκες της Μητροπόλεώς του τον υποχρέωσαν να αποχωρήσει από τη Σχολή και να εγκατασταθεί στην Φιλαδέλφεια, αφήνοντας διάδοχό του στη Σχολαρχία τον συμπατριώτη του Πανταλέοντα Φραγκιάδη, τον μετέπειτα Εθνομάρτυρα Μητροπολίτη Χίου Πλάτωνα.

Οι άοκνες προσπάθειες όταν ανέλαβε τα ηνία της Μητρόπολης Ανδριανουπόλεως

Το 1813 το Πατριαρχείο μεταθέτει τον Δωρόθεο Πρώιο στη Μητρόπολη της Ανδριανουπόλεως. Hταν προσωπικό αίτημα του Πατριάρχη Κυρίλλου, ο οποίος εκτιμούσε ιδιαίτερα τον Δωρόθεο. Εκείνος, θα συνεχίσει και στη νέα του Μητρόπολη άοκνα τις προσπάθειές του για την Παιδεία του Γένους.

Η προσπάθειά του για ίδρυση Ιερατικής Σχολής στην περιφέρειά του δεν ευοδώθηκε. Ξανάκτισε τον Μητροπολιτικό ναό της Ανδριανουπόλεως, πάνω στον οποίον αναγράφηκε σε αναμνηστική πλάκα: «Ὁ Ἀνδριανουπόλεως Δωρόθεος ἀνέκτησε». Αναδιοργάνωσε επίσης την Αστική Σχολή της Ανδριανουπόλεως καθώς και τη Βιβλιοθήκη, έχοντας συμπαραστάτη στο έργο του τον εύπορο Ανδριανουπολίτη έμπορο Γ. Σακελλαρίου, έναν από τους πλουσιότερους εμπόρους της Αυστρίας. Ο ίδιος ο Δωρόθεος διακόνησε την Σχολή διδάσκοντας Θεολογία, Φιλοσοφία και Επιστήμες, ενώ Σχολάρχης της διορίστηκε ο Στέφανος Καραθεοδωρής.

1820: Οι κρυφοί άνεμοι «αρκέψαν τζι εφυσούσαν», κατά τον στίχο του Κύπριου ποιητή Βασίλη Μιχαηλίδη. Ο Μητροπολίτης Ανδριανουπόλεως καλείται από το Πατριαρχείο ως συνοδικός να μεταβεί στην Κωνσταντινούπολη. Τον Φεβρουάριο του 1821 ξεσπά η Επανάσταση, αρχικά στις Παραδουνάβιες ηγεμονίες, υπό τον Αλέξανδρο Υψηλάντη και σύντομα οι φλόγες μεταφέρονται στο Μοριά. Τον Απρίλιο οι οθωμανικές αρχές συλλαμβάνουν τον Οικουμενικό Πατριάρχη Γρηγόριο τον Ε΄ και άλλους επτά συνοδικούς Μητροπολίτες. Πρόκειται για τους Δέρκων Γρηγόριο, Θεσσαλονίκης Ιωσήφ, Νικομηδείας Αθανάσιο, Αγχιάλου Ευγένιο, Εφέσου Διονύσιο, Τυρνόβου Ιωαννίκιο και Ανδριανουπόλεως Δωρόθεο. Οι Αρχιερείς οδηγήθηκαν στις φυλακές του Μποσταντζή.

Το μαρτυρικό τέλος και τα εγκώμια για το έργο του από κορυφαία πρόσωπα

Την Κυριακή του Πάσχα, 10 Απριλίου 1821, απαγχονίζεται ο Πατριάρχης και μαζί του τρεις από τους Επισκόπους: ο Εφέσου Διονύσιος, ο Νικομηδείας Αθανάσιος και ο Αγχιάλου Ευγένιος. Στις 17 Απριλίου οδηγείται στην αγχόνη ο εφησυχάζων Πατριάρχης Κύριλλος.

Σε διάστημα λιγότερο των δύο μηνών αργότερα, στις τρεις Ιουνίου, οι τέσσερις εναπομείναντες από τους φυλακισμένους Αρχιερείς, θα ακολουθήσουν τους αδελφούς και συλλειτουργούς τους στην οδό του Μαρτυρίου. Αφορμή στάθηκε η πυρπόληση ενός τουρκικού δίκροτου στην Ερεσσό από τον Ψαριανό πυρπολητή Δημήτριο Παπανικολή, με απόφαση των αρχηγών του Ελληνικού στόλου. Μέσα στο ήδη τεταμένο κλίμα, οι Τούρκοι προχωρούν σε αντίποινα. Έτσι, οι όμηροι Αρχιερείς οδηγούνται στην αγχόνη. Την ίδια μέρα, 3 Ιουνίου 1821, απαγχονίζονται στο Νεοχώρι ο Θεσσαλονίκης Ιωσήφ, στο Αρναούτκιοϊ ο Τυρνόβου Ιωσήφ, στα Θεραπειά ο Δέρκων Γρηγόριος. Και στο Μέγα Ρεύμα ο Ανδριανουπόλεως Δωρόθεος ο Πρώιος.

Αναμφισβήτητα, ο μαρτυρικός Μητροπολίτης Ανδριανουπόλεως υπήρξε ένας από τους κορυφαίους διδασκάλους του Γένους, που συνετέλεσε όσο λίγοι στην εκπαιδευτική του αναγέννηση. Όπως υπογραμμίζει ο π. Γεώργιος Μεταλληνός, ο Δωρόθεος ανήκει στους μεγάλους διδασκάλους του Γένους κατά την ύστερη περίοδο της Τουρκοκρατίας και συνέβαλε, κατά την διατύπωση του π. Γεωργίου, «στον ελληνοκεντρικό διαφωτισμό του, στη μύηση δηλαδή στις επιστήμες, αλλά μέσα στα πλαίσια της παράδοσής του».

Δεν φείδονται εγκωμίων για το πρόσωπο και το έργο του, κορυφαίες προσωπικότητες εκ των συγχρόνων του, παρά τις διαφορετικές οπτικές υπό τις οποίες αντιλαμβανόταν ο καθένας τους τον προσανατολισμό του Νέου Ελληνισμού. Έτσι, τον εγκωμιάζουν και ο Κοραής, και ο Κωνσταντίνος Οικονόμος ο εξ Οικονόμων. Και ο Κ. Κούμας, και ο Μητροπολίτης Ουγγροβλαχίας Ιγνάτιος, ο οποίος αναφέρει γι’ αυτόν ότι κατατάσσεται μεταξύ των ενδόξων ανδρών που λάμπρυναν την Ελλάδα.

ΣΥΓΓΡΑΜΜΑΤΑ

Μολονότι δεν επεχείρησε δημοσίευση των επιστημονικών του μελετών, παρά περιορίστηκε στη σύνταξη βοηθημάτων για τους μαθητές του, τα συγγράμματά του αποτέλεσαν σημαντικότατο βοήθημα για τους τελευταίους, ενώ τα αντίγραφά τους, που σώζονται σε διάφορες βιβλιοθήκες, βεβαιώνουν και πιστοποιούν το γεγονός της μεγάλης αναγνώρισης της αξίας του ως διδασκάλου. Ανάμεσα στα σωζόμενα χειρόγραφα περιλαμβάνονται παραδόσεις αριθμητικής, άλγεβρας, γεωμετρίας και Λογικής. Όπως αναφέρει επίσης ο π. Γεώργιος, σύμφωνα με πληροφορία του C. Iken (Leucothea, Ι. Λειψία 1825, σ. 240/241) ο Δωρόθεος Πρώιος συνέγραψε και Εκκλησιαστική Ιστορία, που όμως δεν εκδόθηκε. Επίσης επιμελήθηκε την πρώτη έκδοση του Πηδαλίου του Αγίου Νικοδήμου, του 1800.

Η ΘΥΣΙΑ ΤΟΥ

Ωστόσο, το μεγαλύτερο στεφάνι και η υψηλότερη διάκριση του Δωροθέου Πρωίου, ήταν το μαρτυρικό του τέλος, η θυσία του, μαζί με τον Πατριάρχη και τους συνεπισκόπους του, για την Πίστη και το Γένος. Αντιμετώπισε με θάρρος την αγχόνη, ακλόνητος στην Πίστη του Χριστού και στην αγάπη του για το υπόδουλο Γένος του. Και έλαβε το στέφανο του Μαρτυρίου. Η Εκκλησία τον ενέγραψε επίσημα στα αγιολογικά της Δίπτυχα, όπως και τους άλλους έξι επισκόπους που μαρτύρησαν μαζί του. Η μνήμη του τιμάται στις 3 Ιουνίου, την ημέρα του Μαρτυρίου του.

Γιάννης Ζάννης

*Αναδημοσίευση από την εφημερίδα “Ορθόδοξη Αλήθεια”