Ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής για τα πάθη, τον Σταυρό και την Ανάσταση του Χριστού

Του Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου κ. Ιεροθέου

Λίγες μέρες απομένουν από πλευράς εορτολογικής για να φθάσουμε στην ευλογημένη αυτήν περίοδο της Μεγάλης Εβδομάδος στην οποία θα εκτυλιχθούν μπροστά μας, με τις ιερές Ακολουθίες, τους ύμνους, τις Λει­τουργίες και όλο το καταπληκτικό τυπικό, τα γεγονότα της συλλήψεως, του Πάθους, της Σταυρώσεως και της Αναστάσεως του Χριστού. Εάν η Μεγάλη Τεσσαρακοστή είναι η καρδιά του εκκλησιαστικού έτους, νομίζω ότι αυτή η περίοδος της Μεγάλης Εβδομάδος είναι η καρδιά της καρδιάς.

Η Εκκλησία μας για να αντιμετωπίση το μεγάλο πρόβλημα της λήθης που έχει ο άνθρωπος, να ξεχνά δηλαδή γεγονότα τα οποία γίνονται στην ζωή του, εισάγει την μνήμη και υπενθυμίζει τα γεγονότα που εκτυλίχθηκαν στο τέλος της ζωής του Χριστού στην γη, και μας καλεί με την νηστεία, την προσευχή, τις ιερές ακολουθίες και όλα τα άλλα τα οποία διαθέτει, να τα ζήσουμε στην ζωή μας.

Στην συνέχεια θα αναφερθώ στο τι γράφει ο άγιος Μάξιμος ο Ομο­λογητής, ένας μεγάλος Πατέρας του 7ου αιώνος μ.Χ. για τον Σταυρό και την Ανάσταση του Χριστού, ώστε και αυτό να ενταχθεί στην προοπτική της πνευματικής μας προετοιμασίας για το Σταυρο­αναστάσιμο Πάσχα.

1. Το τελευταίο Πάσχα του Χριστού

Λίγο πριν συλλάβουν τον Χριστό, το βράδυ της Μεγάλης Πέμπτης, ο Χριστός έκανε το τελευταίο Πάσχα, το τελευταίο δείπνο, όπως έκαναν οι Εβραίοι κατά την εορτή του Πάσχα. Το έτος εκείνο οι Εβραίοι θα έκαναν Πάσχα την Παρασκευή το απόγευμα, γι’ αυτό δεν εισήλθαν στο πραι­τώριο, «ίνα μη μιανθώσι αλλ’ ίνα φάγωσι το Πάσχα» (Ιω. ιηʹ, 28). Δηλαδή, αφού σταύ­ρωσαν τον Χριστό την Παρασκευή το πρωί, στην συνέχεια το από­γευμα της Παρασκευής, ξημερώνοντας προς το Σάββατο, θα έκαναν το δικό τους Πάσχα. Ο Χριστός, λοιπόν, το Πάσχα το έκανε την Μεγάλη Πέμπτη.

Μερικές ημέρες πριν από αυτό οι Μαθητές ρώτησαν τον Χριστό, που θα ήθελε να ετοιμάσουν το Πάσχα. Εκείνος έστειλε δύο Μαθητές στην πόλη και τους είπε ότι θα συναντήσουν έναν άνθρωπο που θα βαστάζει ένα «κεράμιον ύδατος», δηλαδή μια στάμνα μέσα στην οποία θα υπάρχη νερό. Θα τον ακολουθήσουν και σε όποιο σπίτι εισέλθει αυτός, εκεί θα πουν στον οικοδεσπότη ότι ο Διδάσκαλος θέλει να κάνη το Πάσχα μαζί με τους Μαθητές Του στο σπίτι του. Τότε ο οικοδεσπότης θα τους δείξει ένα δωμά­τιο στον τελευταίο όροφο, θα λέγαμε ένα ρετιρέ, ένα πολύ μεγάλο δωμάτιο «μέγα εστρωμένον» και εκεί θα ετοιμάσουν το Πάσχα (Μαρκ. ιδ΄, 12-15).

Αυτό έγινε την Μεγάλη Πέμπτη. Πως το ερμηνεύει αυτό ο άγιος Μάξιμος; Δίνει δύο ερμηνείες. Η μία αναφέρεται στον κόσμο και έχει σχέση με την ανακαίνιση του κόσμου και η άλλη αναφέρεται στον κάθε άνθρωπο. Γράφει:

«Κατά μία πρώτη ερμηνεία, υποθέτω ότι με την πόλη δηλώνεται ο αισθητός κόσμος και με τον άνθρωπο στο σύνολό του το γένος των ανθρώπων στο οποίο αποστέλλονται, ως μαθητές του Θεού και Λόγου και πρόδρομοί Του για να ετοιμάσουν την μυστική ευωχία του με την φύση των ανθρώπων, οι δύο νόμοι, ο νόμος της πρώτης διαθήκης και ο νόμος της Καινής, ο ένας αποκαθαίροντας την φύση μας με την πρακτική φιλοσοφία από κάθε μολυσμό, και ο άλλος ανυψώνοντας με την θεωρητική μυσταγωγία από τα σωματικά τον νού με την γνώση στα συγγενή του νοητά θεάματα. Απόδειξη γι’ αυτό είναι το γεγονός ότι οι μαθητές που στάλθηκαν ήταν ο Πέτρος και ο Ιωάννης. Γιατί ως γνωστόν ο Πέτρος είναι σύμβολο της πράξης και ο Ιωάννης της θεωρίας.

Γι’ αυτό τους συναντά πρώτος όπως πρέπει αυτός που κρατεί το κανάτι με το νερό, σημαίνοντας με τον εαυτό του όλους όσοι βαστάζουν κατά την πρακτική φιλοσοφία των αρετών στους ώμους τους, όπως μέσα στο κανάτι, με την νέκρωση των επίγειων μελών του σώματος την Χάρη του Πνεύματος που με την πίστη τους καθαίρει από τους μολυσμούς. Έπειτα από αυτόν, δεύτερος, ο οικοδεσπότης που παρουσιάζει το στρωμένο ανώγαιο, διδάσκοντας επίσης με τον εαυτό του όλους όσοι έχουν στρώσει με γνωστικά νοήματα και δόγματα το θεωρητικό ύψος της καθαρής και μεγαλόπλαστης διάνοιάς τους, όμοια με ανώγαιο, για να υποδεχθούν θεοπρεπώς τον μεγάλο Λόγο. Το σπίτι πάλι είναι η απόκτηση της ευσέβειας, προς την οποία ο πρακτικός νους πορεύεται επιδιώκοντας την αρετή και της οποίας ευσέβειας αυτός είναι Κύριος και την έχει αποκτήσει ως δική του κατά φύση, ο νους που καταλάμπεται από το θείο φως της μυστικής γνώσης και γι’ αυτό μαζί με τον πρακτικό αξιώνεται την υπερφυή παρουσία και ευωχία του Σωτήρα Λόγου».

Με την ερμηνεία αυτή που κάνει ο άγιος Μάξιμος παρουσιάζει όλη την ιστορία του ανθρωπίνου γένους. Ο Θεός βλέποντας τον άνθρωπο στην κατάσταση της πτώσεως έστειλε Προφήτες και έπειτα τους Μαθητές Του στον κόσμο, ώστε να διδάξει στους αν­θρώ­πους με τους δύο νόμους, τον νόμο της Παλαιάς Διαθήκης και τον νόμο της Καινής Διαθήκης, για να αρχίσει η κάθαρση της καρδιάς, η λεγόμενη πρακτική φιλοσοφία και η θεωρητική μυσταγωγία.

Ο άνθρωπος που βαστάζει το «κεράμιον ύδατος» είναι εκείνος που κρατά την Χάρη του Αγίου Πνεύματος με την νέκρωση των μελών. Η στάμνα είναι πηλός, τον οποίο βάζουν στην φωτιά να ψηθεί και αποκτά μια σταθερότητα και επειδή είναι σταθερός, κρατά μέσα το νερό. Επομένως, είναι οι άνθρωποι εκείνοι που με τις αρετές και τον αγώνα που κάνουν, την σταθερότητα στην πνευματική τους ζωή κρατούν την Χάρη του Θεού. Αυτοί είναι εκείνοι που βαστάζουν την στάμνα.

Στην συνέχεια, όσοι καθαρίσθηκαν από τα πάθη και προσπαθούν να κρατήσουν την Χάρη του Θεού με τον αγώνα που κάνουν για να απο­κτήσουν τις αρετές οδηγούνται στην Εκκλησία, που είναι το ανώγειο το εστρωμένο, όπου ο νους θα ελλαμφθεί από την Χάρη του Θεού και θα ενωθή με τον Χριστό.

Η δεύτερη ερμηνεία αυτού του γεγονότος, την οποία κάνει ο άγιος Μάξιμος, αναφέρεται σε κάθε άνθρωπο που αγωνίζεται να ζήση την εν Χριστώ ζωή, δηλαδή από την κάθαρση της καρδιάς να οδηγηθεί στον φω­τισμό του νου και την θέωση. Γράφει ο άγιος Μάξιμος:

«Αν όμως θέλει κάποιος να εφαρμόσει όσα ειπώθηκαν και στον καθένα άνθρωπο, δεν απομακρύνεται από την αλήθεια. Πόλη δηλαδή είναι η ψυχή του καθενός, στην οποία αποστέλλονται πάντοτε, σαν μαθητές του Θεού και Λόγου, οι λόγοι περί αρετής και γνώσης. Αυτός που κρατεί το κανάτι με το νερό είναι ο καρτερικός τρόπος και λογισμός που σηκώνει στους ώμους της εγκράτειας χωρίς να την πετάξει κάτω την χάρη της πίστης που του δόθηκε στο βάπτισμα. Το σπίτι δε είναι η κατάσταση και η απόκτηση των αρετών που οικοδομήθηκε, σαν από πέτρες, από πολλά σταθερά και ανδρικά ήθη και λογισμούς. Το ανώγαιο είναι η πλατιά και ευρύχωρη διάνοια και η ικανότητα για γνώση που έχει κατακοσμηθεί από τα θεϊκά θεάματα των μυστικών κι απόρρητων δογμάτων. Ο οικοδεσπότης είναι ο νους που διαπλατύνεται με το λαμπρό ύψος, το κάλλος και μέγεθος της γνώσης του σπιτιού που έφτιαξε η αρετή∙ στον οικοδεσπότη μαζί με τους μαθητές του, δηλαδή με τα πρώτα πνευματικά νοήματα περί φύσεως και χρόνου ενδη­μώντας ο Λόγος μεταδίδει τον εαυτό Του».

Με την ερμηνεία αυτή ο άγιος Μάξιμος δείχνει την πορεία της πνευ­ματικής ζωής κάθε Χριστιανού. Η πνευματική ζωή είναι μια πορεία από το Βάπτισμα και το Χρίσμα προς το ανώγαιον το εστρωμένον, όπου ο καθαρός νους θα συναντήσει τον Θεό. Δηλαδή, ο άνθρωπος αρχίζει από την κάθαρση της καρδιάς, την πρακτική φιλο­σοφία, για να φθάσει στον φωτισμό του νου, που είναι η προσευχή, και εκεί ο νους ο οποίος είναι φωτισμένος θα δεχθεί τον Λόγο, τον Χριστό, και θα ζήση την αναστάσιμη ζωή.

2. Η συμμαχία μεταξύ Πιλάτου, Ηρώδου και Ιουδαίων

Ο Ιουδαίοι παρακινούμενοι από τους Γραμματείς και τους Φαρι­σαίους ζητούσαν να σταυρωθεί ο Χριστός. Ο Χριστός οδηγήθηκε στον Ηρώδη και στον Πιλάτο. Άρα υπάρχει μια συνεργασία μεταξύ των Ιουδαίων, του Ηρώδου και του Πιλάτου και αυτοί συνετέλεσαν στην σταύρωση του Χριστού. Γράφει ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής:

«Ο Ηρώδης σημαίνει το φρόνημα της σάρκας. Ο Πιλάτος σημαίνει την αίσθηση, επειδή είχε την εξουσία. Ο Καίσαρ συμβολίζει τα αισθητά». Είναι δηλαδή η σάρκα, είναι τα αισθητά που είναι όλος ο κόσμος και είναι η αίσθηση, η αγάπη προς τα αισθητά. «Οι Ιουδαίοι συμβολίζουν τους ψυχικούς λογισμούς. Όταν, λοιπόν, η ψυχή συνδεθεί από άγνοια με τα αισθητά, τότε παραδίδει τον λόγο στην αίσθηση για να θανατωθεί, επικυ­ρώνοντας σε βάρος της, με την ομολογία της την βασιλεία των φθαρτών. Γιατί οι Ιουδαίοι λένε δεν έχουμε άλλον βασιλιά παρά μόνον τον Καίσαρα».

Σύμφωνα, λοιπόν, με την ερμηνεία αυτή την οποία κάνει ο άγιος Μάξιμος -όπως φαίνεται και σε άλλα κείμενά του- δείχνει την εξέλιξη της αμαρτίας. Πρώτα έρχονται οι λογισμοί, οι απλοί λογισμοί που γίνονται σύνθετοι, μετά αρχίζει η αίσθηση, δηλαδή αρχί­ζουμε και αγαπάμε κάτι και κολλάμε στην συνέχεια στα αισθητά. Και αφού θέλουμε και επιθυμούμε αυτά που είναι έξω από τον Θεό και παρά το θέλημα του Θεού, τότε διαπράττεται η αμαρτία. Και όταν η αμαρτία επαναλαμβάνεται, τότε γίνεται πάθος. Η αμαρτία, λοιπόν, αρχίζει πρώτα από τους λογισμούς, γίνεται η επιθυμία, έπειτα διαπράττεται η αμαρτία και η αμαρτία επαναλαμβα­νο­μενη γίνεται πάθος.

Οπότε, εδώ τι φαίνεται; Οι Ιουδαίοι συμβολίζουν τους λογισμούς που έρχονται μέσα στον άνθρωπο. Είμαστε πνιγμένοι από τους λογισμούς. Πόσες φορές την ημέρα και πόσοι λογισμοί δεν έρχονται και δεν μπορούμε να απαλλαγούμε από αυτούς! Λένε πολλοί ότι ήλθε μια σκέψη μέσα τους και δεν μπόρεσαν να κοιμηθούν το βράδυ. Αυτοί είναι οι λογισμοί, πολλοί και διάφοροι λογισμοί για διάφορα πράγματα, σαν τους Ιουδαίους που θέλουν να σταματήσουν τον Χριστό. Ο Πιλάτος είναι η αίσθηση που έχει σχέση με τα αισθητά, και ο Ηρώδης είναι το φρόνημα της σάρκας, αφού διήγε βίο σαρκικό.

Αυτό σημαίνει ότι η ψυχή με τους λογισμούς και την αίσθηση παραδίδεται στα αισθητά, υποδουλώνεται σε αυτά, δεν κάνει καλή χρήση, αλλά κάνει κατάχρηση των αισθητών. Βέβαια, όλος ο κόσμος, όλα τα αισθητά δεν είναι κακά, αυτά βοηθούν να ζήσουμε στην ζωή, αλλά, όταν υπο­δουλωνόμαστε στα αισθητά, τότε απο­κτάμε σαρκικό φρόνημα και έτσι θανατώνεται η ψυχή, δηλαδή αποβάλλεται η ζωή του Πνεύματος. Και η θεραπεία του ανθρώπου είναι, όταν ο άνθρωπος προ­σπαθεί σιγά-σιγά και αποδεσμεύεται από την μεγάλη εξάρτηση στον κόσμο των αισθητών, αποδεσμεύεται και από τους λογισμούς και αρχίζει μέσα του η αγάπη για τον Θεό και αναπτύσσεται αυτή η εσωτερική ελευθερία.

Σε ένα άλλο σημείο ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής, ομιλώντας γι’ αυτό το θέμα, για το πως συνεργάσθηκε ο Πιλάτος με τους Ιουδαίους για να θανατώσουν, να σταυρώσουν τον Χριστό γράφει:

«Ο Πιλάτος είναι τύπος του φυσικού νόμου, ενώ του γραπτού νόμου τύπος είναι το πλήθος των Ιουδαίων. Αυτός που σχετικά με την πίστη δεν ξεπέρασε τους δύο νόμους δεν είναι ικανός να δεχθεί την υπερφυσική και υπέρλογη αλήθεια, αλλά οπωσδήποτε σταυ­ρώνει τον Λόγο Χριστό θεω­ρώντας το Ευαγγέλιο είτε σκάνδαλο ως Ιουδαίος είτε μωρία ως Έλληνας».

Για να γίνει αντιληπτό αυτό το χωρίο του αγίου Μαξίμου θέλω να τονίσω την γενικότερη θεωρία την οποία έχει πάνω στο θέμα αυτό. Λέει ότι υπάρχουν τρεις νόμοι. Είναι ο νόμος της συνειδήσεως, τον οποίο νόμο έχουν όλοι οι άνθρωποι, και οι ειδωλολάτρες και οι άθεοι. Μετά είναι ο δεύτερος νόμος. Ο Θεός που έβαλε μέσα στον άνθρωπο τον πρώτο νόμο της συνειδήσεως, δίνει και τον δεύτερο νόμο, που είναι ανώτερος από τον νόμο της συνειδήσεως και είναι ο νόμος του Μωϋσέως, που τον έδωσε στο όρος Σινά. Και αυτός δεν ήταν τέλειος νόμος. Μετά έρχεται ο Χριστός και δίνει τον νόμο του Ευαγγελίου, τον νόμο της θείας Χάριτος.

Ο κάθε άνθρωπος θα πρέπει να περνά διαδοχικά αυτούς τους νόμους. Ξεκινά από τον νόμο της συνειδήσεως, αλλά αυτό δεν είναι αρκετό, γιατί πρέπει ο νόμος της συνειδήσεως να εμπνέεται και να καθοδηγήται ή να φωτίζεται από τον νόμο που έδωσε ο Θεός στην Παλαιά Διαθήκη. Οπότε, είναι ένα άλλο σκαλοπάτι ο νόμος της Παλαιάς Διαθήκης με τον οποίο επιτυγχάνεται η κάθαρση του ανθρώπου, έως ότου δεχθεί τον νόμο του Ευαγγελίου, τον νόμο της θείας Χάριτος, Αυτόν τον Ίδιο τον Χριστό.

Οπότε, ο Πιλάτος είναι εκφραστής του νόμου της συνειδήσεως, που τον είχε και αυτός ως ειδωλολάτρης, αλλά ήταν εντελώς διεστραμμένος. Δηλαδή, προτίμησε την εξουσία του παρά να δη το δίκαιο, ότι δεν έπρεπε να σταυρωθεί ο Χριστός. Μετά είναι ο νόμος των Ιουδαίων, οι οποίοι είχαν τον νόμο του Μωϋσέως. Πρέπει, όμως, να υπερβεί κανείς αυτούς τους νόμους, να βιώσει μέσα του την αλήθεια, τον ίδιο τον Χριστό, οπότε δεν σταυρώνει τον Χριστό. Γιατί, όταν κανείς στέκεται μόνον στον νόμο της συνειδήσεως και μόνον στον νόμο της Παλαιάς Διαθήκης, χωρίς να ζει την εν Χριστώ ζωή, ουσιαστικά σταυρώνει τον Χριστό μέσα του.

3. Η τρίγλωσση επιγραφή του Σταυρού

Κατά τον Ευαγγελιστή Ιωάννη ο Πιλάτος, που έδωσε την εντολή να σταυρωθεί ο Χριστός, «έγραψε τίτλον και έθηκεν επί του Σταυρού. Ην δε γεγραμμένον· Ιησούς ο Ναζωραίος ο Βασιλεύς των Ιουδαίων. Τούτον τον τίτλον πολλοί ανέγνωσαν των Ιουδαίων ότι εγγύς ην της πόλεως ο τόπος όπου εσταυρώθη ο Ιησούς. Και ην γεγραμμένον εβραιστί, ελληνιστί, ρωμαι­στι» (Ιω. ιθ΄, 19-20).

Ο Πιλάτος έδωσε εντολή να γραφή ένας τίτλος στον Σταυρό, με ειρωνικό τρόπο ότι Αυτός είναι ο βασιλεύς των Ιουδαίων. Και έγραψαν τον τίτλο στον Σταυρό σε τρεις γλώσσες: στα λατινικά-ρωμαικά, στα ιουδαικά και στα ελληνικά. Αυτό, βέβαια, έγινε, επειδή ήταν πολύκοσμη πόλη τα Ιεροσόλυμα και όσοι παρευρίσκονταν εκεί είτε ήταν Ρωμαίοι, που γνώριζαν τα λατινικά, είτε ήταν Έλληνες που γνώριζαν τα ελληνικά, είτε ήταν Ιουδαίοι, και έπρεπε να ξέρουν γιατί σταυρώθηκε ο Χριστός.

Αυτό προφητικά δείχνει την παγκοσμιότητα του Χριστού. Δηλαδή, με το ότι έδωσε εντολή ο Πιλάτος να γραφή αυτή η επιγραφή με τρεις γλώσσες δείχνει ότι ο Χριστός θα γίνει παγκόσμιος βασιλεύς και θα δοξάζεται από όλη την ανθρωπότητα και από όλες τις γλώσσες.

Όμως, ο άγιος Μάξιμος, σύμφωνα με την όλη θεωρία του προχωρεί για να δώσει μια αναγωγική ερμηνεία της τρίγλωσσης αυτής επιγραφής. Γράφει:

«Η κατηγορία του Σωτήρα, που είχαν γράψει στην επιγραφή, έδειξε καθαρά ότι αυτός που σταυρώθηκε ήταν βασιλέας και κύριος της πρα­κτικής, της φυσικής και της θεολογικής φιλοσοφίας. Γιατί λένε ότι η αιτία της καταδίκης ήταν γραμμένη ρωμαϊκά, ελληνικά και εβραϊκά. Με την ρωμαϊκή γραφή εννοώ την πρακτική φιλοσοφία, την κάθαρση της καρδιάς. Τούτο γιατί η ρωμαϊκή βασιλεία κατά τον λόγο του Δανιήλ ορίστηκε να είναι η πιο αντρειωμένη από τις βασιλείες της γης. Και βέβαια χαρακτηριστικό της πρακτικής πιο πολύ από κάθε τι είναι η ανδρεία. Με την ελληνική γραφή εννοώ την φυσική θεωρία, επειδή το ελληνικό έθνος περισσότερο από κάθε άλλο επιδόθηκε στην φυσική θεωρία (φιλοσοφία). Και με την εβραϊκή γλώσσα εννοώ την θεολογική μυστα­γωγία, , επειδή ο εβραϊκός λαός πανθο­μολογουμένως ανέκαθεν ανέθεσαν τους Πατέρας στον Θεό».

Και εδώ φαίνεται η βασική διδασκαλία του αγίου Μαξί­μου του Ομολο­γητού για την πρακτική φιλοσοφία (κάθαρση), την φυσική θεωρία (φωτισμός) και την μυστική θεολογία (θεωρία-θεοπτία). Με την ερμηνεία αυτή ουσιαστικά δείχνει ότι η τρίγλωσση επιγραφή φανερώνει τις τρεις κατηγορίες των ανθρώπων που συνδέονται με τον Χριστό.

Η πρώτη κατηγορία των Χριστιανών, που σταυρώνονται μαζί με τον Χριστό, ομοιάζουν με τους Ρωμαίους, οι οποίοι είχαν δύναμη, είχαν ανδρεία και ρώμη, είναι αυτοί που αγωνίζονται με πολύ μεγάλη δύναμη, με όρεξη, με σθένος, στο στάδιο της πρακτικής φιλο­σοφίας, εναντίον των παθών, για να καθαρισθεί η καρδιά τους από τα πάθη. Αυτοί ομοιάζουν με τους Ρωμαίους.

Η δεύτερη κατηγορία των Χριστιανών είναι εκείνοι που ανεβαίνουν ψηλότερα και ομοιάζουν με τους Έλληνες, οι οποίοι είχαν την φιλοσοφία και φιλοσοφούσαν. Βεβαίως, οι Έλληνες, φιλοσοφούσαν φανταστικώς, αλλά, πάντως, ήταν πιο πάνω από τους Ρωμαίους που στέκονταν στον στρατό και στους πολέμους. Στην κατηγορία αυτή ανήκουν εκείνοι που ανυψώνονται πάνω από τα αισθητά με τον φωτισμό του νου, με την νοερά προσευχή.

Στην τρίτη κατηγορία των Χριστιανών είναι εκείνοι που ομοιάζουν με τους Εβραίους που είχαν Προφήτες, οι οποίοι έβλεπαν τον άσαρκο Λόγο στην Παλαιά Διαθήκη, είχαν εμπειρία, ήταν δηλαδή οι πραγματικοί θεολόγοι, και αυτούς δηλώνει η εβραϊκή γραφή που γράφτηκε πάνω στον Σταυρό.

Σε όλες αυτές τις κατηγορίες ο Χριστός είναι βασιλεύς. Με την δύναμή Του οι Χριστιανοί καθαρίζονται από τα πάθη, με την δύναμή Του προσεύ­χονται, με την δύναμή Του θεολογούν, δηλαδή με την δύναμη του Χριστού γίνονται τα πάντα. Η Χάρη ενεργεί ανάλογα σε κάθε άνθρωπο. Όταν ο άνθρωπος αγωνίζεται για να καθαρισθεί από τα πάθη, τότε η Χάρη λέγεται καθαρτική, που καθαρίζει. Όταν ο άνθρωπος προσεύχεται νοερά, τότε η ίδια η Χάρη λέγεται φωτιστική, που φωτίζει. Και όταν ανεβαίνει πνευματικά, όπως βλέπουμε τους αγίους μας που φθάνουν στην θεοπτία, τότε η ίδια Χάρη λέγεται θεοπτική, που θεώνει.

Όσοι ανήκουν στις τρεις αυτές κατηγορίες είτε στο δημοτικό σχολείο της πνευμα­τικής ζωής είτε στην μέση εκπαίδευση, είτε στην ανώτερη εκπαίδευση είναι συσταυρω­μένοι με τον Χριστό και ο Χριστός είναι ο βα­σιλιάς τους. Όσοι δεν ανήκουν σε κάποια από τις τρεις αυτές κατη­γορίες σταυρώνουν τον Χριστό στην ζωή τους.

4. Σταύρωση, Ταφή, Ανάσταση του Χριστού

Ο Χριστός πρώτα σταυρώθηκε, έπειτα ενταφιάσθηκε και στην συνέ­χεια αναστήθηκε. Αυτό πρέπει να γίνεται και στους Χριστιανούς για να ανήκουν στον Χριστό. Πρώτα πρέπει να σταυρώνωνται, μετά να ενταφιάζωνται πνευ­ματικά και αφού ενταφιασθούν, μετά γίνεται η δική τους ανά­σταση. Γράφει ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής:

«Όλα τα φαινόμενα (τα ορατά), πρέπει να σταυρωθούν. Και όλα τα νοούμενα (νοητά), χρειάζεται να ταφούν. Και έπειτα μόνος ο λόγος αυτού­παρκτος αναφαίνεται, ωσάν να είναι εγηγερμένος από τους νε­κρούς».

Και στο χωρίο αυτό φαίνεται πάλι η θεωρία που ανέφερα προηγουμένως για την πρακτική φιλοσοφία, την φυσική θεωρία και την μυστική θεολογία. Ποια είναι τα ορατά; Είναι όλη η κτίση που είναι ευλογία Θεού, είναι δώρο του Θεού, αλλά πρέπει να κάνουμε καλή χρήση, και διά της κτίσεως να οδηγούμαστε στον Θεό. Όμως, όταν είμαστε υποδου­λωμένοι στην κτίση, πρέπει να γίνη η απελευθέρωσή μας από αυτήν, τόσο από τα υλικά αγαθά, όσο και από τις ηδονές που έχουν σχέση με τα υλικά αγαθά. Γι’ αυτό γράφει ότι τα φαινόμενα, αυτά που φαί­νονται, πρέπει να σταυρωθούν.

Στην συνέχεια τα νοούμενα, εκείνα που γίνονται μέσα στον μυαλό, οι λογισμοί δηλαδή, πρέπει να ενταφιασθούν. «Τα φαινόμενα πάντα δείται σταυρού και τα νοούμενα χρήζει ταφής». Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να απαλλαγή κανείς από την πληθώρα των λογισμών, και, κυρίως, των λογι­σμων που έχουν σχέση με τα πάθη, τους λεγόμενους «σύνθετους λογι­σμούς», αλλά μερικές φορές πρέπει να απαλλαγή και από τους απλούς λογισμούς, γιατί μπορεί να υπάρχει και ένας απλός λογισμός που δεν αφήνει να αναπτυχθεί η μονολόγιστη νοερά προσευχή, η οποία λέγεται μονολόγιστη, γιατί γίνεται μόνον με έναν λόγο. Άρα, τα ορατά, τα φαινό­μενα, πρέπει να σταυρωθούν, τα νοούμενα πρέπει να ενταφιασθούν και τότε ανασταίνεται ο Λόγος μέσα στην καρδιά.

Μέσα σε όλη την κτίση υπάρχει η ενέργεια του Θεού. Ο άγιος Μά­ξιμος κάνει λόγο για τους «λόγους των όντων». Μέσα στα πουλιά, στα δένδρα, τα φυτά, την κτίση, υπάρχει η ενέργεια του Θεού. Πρέπει κανείς να έχει φωτισμένο νου για να βλέπει την άκτιστη ενέργεια του Θεού στην κτίση, τους «λόγους των όντων», και να μη παραμένει στα εξωτερικά.

Έπειτα και μέσα στον άνθρωπο από την δημιουργία του υπάρχει η ενέργεια του Θεού. Στην συνέχεια με το άγιο Βάπτισμα και το Χρίσμα που δεχθήκαμε εισήλθε η Χάρη του Θεού στο βάθος της καρδιάς και δεν φεύγει ποτέ από εκεί, αλλά απλώς με τα πάθη τα οποία αποκτάμε στην ζωή μας, αυτό το βάθος της καρδιάς, όπου βρίσκεται η Χάρη του Βαπτίσματος και του Χρίσματος, σκεπάζεται από τα πάθη. Είναι όπως υπάρχει ένα κτίσμα παλαιό, ένας ναός, και έγιναν διάφορες προσχώσεις και καλύφθηκε, οπότε οι αρχαιολόγοι κάνουν ανασκαφές για να βρουν τον ναό αυτόν, ο οποίος υπάρχει στο βάθος της γης.

Μέσα μας έχουμε την Χάρη του Θεού. Αυτή η Χάρη καλύπτεται από τα πάθη. Πρέπει να αναστηθεί αυτός ο λόγος που υπάρχει μέσα στην καρδιά και να αρχίση να αναζωπυρώνεται αυτή η Χάρη που υπάρχει εκεί.

Ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, ερμηνεύοντας την διδασκαλία του αγίου Διαδόχου Φωτικής, χρησι­μοποιεί ένα άλλο παράδειγμα. Αφού καούν τα ξύλα από την φωτιά, γίνεται στάχτη, αλλά μέσα στην στάχτη υπάρχει μια σπίθα. Εμείς, που θέ­λου­με να ανάψουμε την φωτιά, απομακρύνουμε τις στάχτες, βρίσκουμε την σπίθα, βάζουμε ένα προσάναμμα, και αναζωπυρώνεται η φωτιά. Αυτό γίνεται και με την πνευματική ζωή.

Κάθε φορά, δηλαδή, που ένας από μας αισθάνεται την αμαρτωλότητά του, κλαίει και χύνει δάκρυα μετανοίας και εξομο­λο­γήσεως, τότε ενεργοποιείται η Χάρη του Βαπτίσματος και του Χρίσματος που έχουμε λάβει στην μικρή μας ηλικία. Αυτή η μετάνοια δεν είναι ανθρωπίνης ενεργείας, αλλά η Χάρη του Θεού με την δική μας συμμετοχή ανασταίνει τον εσωτερικό κόσμο.

Έτσι, όλα τα φαινόμενα (τα ορατά), πρέπει να σταυρωθούν. Να αρχίσουμε σιγά-σιγά να απεξαρτώμαστε από τα υλικά αγαθά και από την σχέση με το περιβάλλον. Στην συνέχεια πρέπει να απαλλαγούμε από την δουλεία στους λογισμούς (νοούμενα). Όταν γίνει αυτό, σταυρώνονται τα ορατά, ενταφιάζονται τα νοούμενα (οι λογισμοί), οπότε ανασταίνεται μέσα από την καρδιά αυτή η Χάρη, που υπάρχει εκεί και έτσι ζούμε την πραγματική ανάσταση του Χριστού μέσα μας.

5. Το Δεσποτικό μνημείο

Μετά τον θάνατο του Χριστού στον Σταυρό Τον αποκαθήλωσαν και Τον τοποθέ­τησαν σε ένα μνημείο καινούργιο. Τον τύλιξαν, όπως ήταν τότε η συνήθεια στους Ιου­δαίους να ενταφιάζουν τους νεκρούς, όπως έκαναν παλιότερα τα βρέφη βάζοντας λωρίδες -τα φάσκιωναν, τα σπαργάνωναν, όπως έλεγαν- γύρω γύρω από το σώμα από κάτω από τα πόδια, μέχρι στον λαιμό. Αυτές οι λωρίδες λέγονται οθόνια, εντάφια σπάργανα. Έτσι έκαναν και τον Χριστό. Έβαλαν τα οθόνια, τα εντάφια σπάργανα, τις λωρίδες μέχρι τον λαιμό. Και στο κεφάλι έβαλαν ένα ύφασμα, το σουδάριο, και κάλυψαν την κεφαλή. Ήταν, λοιπόν, τα εντάφια σπάργανα σε όλο το σώμα και το σουδάριο στην κεφαλή.

Οι δύο Μαθητές του Χριστού, ο Πέτρος και ο Ιωάννης, όταν πληρο­φορήθηκαν από τις μυροφόρες γυναίκες την Ανάστασή Του, πήγαν στο μνημείο, έτρεχαν και οι δύο μαζί, αλλά έτρεχε πιο γρήγορα ο Ιωάννης ως νεώτερος, όμως, πρώτος μπήκε ο Πέτρος μέσα στο μνημείο. Δεν είδε τον Χριστό, αφού είχε αναστηθεί, αλλά είδε τα οθόνια κείμενα. Ο Χριστός βγήκε από τα οθόνια και αυτά παρέ­μειναν άθικτα, ενώ το σουδάριο, το ύφασμα το οποίο ήταν στην κεφαλή, με το οποίο είχαν δέσει το κεφάλι του Χριστού, δεν ήταν μαζί με τα οθόνια, αλλά, όπως λέγει ο Ευαγγελιστής Ιωάννης, ήταν χωρίς τα οθόνια, «εντετυ­λιγμένον εις ένα τόπον». Δηλαδή, το σουδάριο ήταν πιο πέρα από τα οθόνια και ήταν τυλιγμένο. Αυτό σημαίνει ότι, όταν ο Χριστός αναστήθηκε, βγήκε από μέσα από τα οθόνια, τα οποία άφησε άθικτα, και το σουδάριο το τύλιξε και το άφησε σε ένα σημείο. Γράφει ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής:

«Μνημείον του Κυρίου μας είναι ή αυτός ο κόσμος ή η καρδιά κάθε πιστού. Και οθόνια είναι οι λόγοι των αισθητών μαζί με τους τρόπους της αρετής. Το δε σουδάριο είναι η απλή και αποίκιλη γνώση των νοητών με την ενδεχόμενη θεολογία, διά των οποίων γινόταν γνωστός προηγουμένως ο Λόγος και που χωρίς αυτά ήταν εντελώς ακατανόητη για μας η πάνω από αυτά κατανόησή του».

Διδάσκει ο άγιος Μάξιμος ότι αυτό που συνέβη με τον Χριστό, συμβαίνει και με τον άνθρωπο που ζει μαζί με τον Χριστό, που ζει την εν Χριστώ ζωή. Τα οθόνια είναι αυτά που μας περιβάλλουν, όλα τα αισθητά, όλος ο κόσμος, και μας δένουν κατά κάποιον τρόπο, μαζί με την αρετή. Όμως, χρειάζεται και το σουδάριο, το ύφασμα στην κεφαλή, που είναι η θεολογία, γιατί χωρίς αυτήν είναι ακατανόητος ο λόγος. Δεν φθάνει, δηλαδή, απλώς να μην είμαστε συνδεδεμένοι με τον κόσμο και να έχουμε αρετές, αλλά πρέπει να έχουμε και το σουδάριο στην κεφαλή, δηλαδή την εμπειρική θεολογία, την θεοπτία.

Αυτό σημαίνει ότι για να γνωρίσει κανείς την Ανάσταση του Χριστού, θα πρέπει πρώτα να υπερβεί τον περιβάλλοντα κόσμο, τα αισθητά και τους λόγους των αισθητών, αλλά θα πρέπει να υπερβεί ακόμη και την γνώση των νοητών, δηλαδή να υπερβεί και τις σκέψεις, τους λογισμούς. Γιατί, όταν φθάνει κανείς στην όραση του Θεού, τότε αυτή η όραση γίνεται «υπέρ την αίσθησιν και υπέρ την νόησιν». Ο θεούμενος βλέπει το Φως μέσα από την καρδιά, μεταμορφώνεται όλος ο άνθρωπος, έσωθεν γίνεται αυτή η γνώση του Θεού, διά της καρδίας, αλλά και το σώμα μεταμορφώνεται. Όμως αυτή η γνώση, αυτή η εμπειρία, αυτή η θέα είναι «υπέρ την αίσθησιν και υπέρ την νόησιν» χωρίς να αποδε­σμεύεται ο νους από το σώμα.

Διαφορετικά, όταν κανείς δεν ζει κατ’ αυτόν τον τρόπο, όταν δεν σταυρώνεται πρώτα, δεν ενταφιάζεται και προσπαθεί ασταύρωτος να θεολογήσει, τότε «θεολογεί» μέσα από τα πάθη και αναπτύσσει την «θεολογία» των παθών. Μια θεολογία που δεν έχει σχέση με τον Σταυρό του Χριστού και με τον ενταφιασμό του Χριστού, είναι δαιμονική θεολογία. Γράφει: «Δαιμόνων εστί θεολογία η δίχα πράξεως γνώσις». Η γνώση χωρίς την πράξη είναι δαιμονική θεολογία.

Σε άλλο σημείο πάλι για το θέμα αυτό γράφει ο άγιος Μάξιμος:

«Όποιοι ενταφιάζουν με τιμές τον Κύριο, μέσα στην καρδιά τους, θα δουν και να ανασταίνεται όλος δόξα, ενώ θα είναι αθέατος για όσους δεν είναι σαν αυτούς. Γιατί δεν είναι πιά δυνατόν να πιαστεί από τους εχθρούς του, επειδή δεν έχει τα εξωτερικά προκαλύμματα μέσω των οποίων φαι­νόταν ότι θα πιανόταν με το θέλημά Του από όποιους ήθελαν κι ότι θα ανεχόταν να πάθει για την κοινή σωτηρία όλων».

Θα πρέπει, λέγει, να ενταφιάζουμε εντίμως τον Κύριο μέσα στην καρδιά μας. «Μνημείον Δεσποτικόν είναι η εκάστου των πιστών καρδία». Η πνευματική καρδιά, το κέντρο της υπάρξεως του ανθρώπου, είναι ένα μνημείο Δεσποτικό, εκεί πρέπει να ενταφιάσουμε τον Χριστό, να Τον έχουμε μέσα εκεί εντίμως, δηλαδή με τιμές. Εκείνος που ενταφιάζει εντίμως τον Χριστό μέσα του, με το άγιο Βάπτισμα, με την προσευχή, και μάλιστα την προσευχή την εσωτερική, την νοερά, την καρδιακή προσευχή, εκείνος αισθάνεται να κατοικεί μέσα στην καρδιά του ο Χριστός.

Υπάρχουν πάρα πολλά χωρία από την Αγία Γραφή, τα οποία θα μπορούσα να καταγράψω που συντονίζονται με αυτήν την αλήθεια. Για παράδειγμα ο Απόστολος Παύλος γράφει: «Κατοικήσαι τον Χριστόν διά της πίστεως εν ταίς καρδίαις υμών» (Εφ. γ΄, 17), δηλαδή, σκοπός του ανθρώπου είναι το πως θα κατοικεί μέσα στην καρδιά του διά της πίστεως ο ίδιος ο Χριστός και πως θα γίνει η καρδιά ναός του Παναγίου Πνεύματος. Εάν διαβάσει κανείς τους Φιλοκαλικούς Πατέρες και πολλούς άλλους Πατέρες της Εκκλησίας, θα δη αυτό που λέει και ο Απόστολος Παύλος ότι το σώμα του ανθρώπου, που βαπτίζεται και είναι μέλος της Εκκλησίας, είναι ναός του Αγίου Πνεύματος.

Ας λάβουμε ως παράδειγμα τον Ναό. Υπάρχει ο κεντρικός Ναός, σε αυτόν είναι το Ιερό Βήμα, η Αγία Τράπεζα, και εκεί εισέρ­χεται ο Αρχιερεύς ή ο Ιερεύς για να τελέσει το Μυστήριο της θείας Ευχαριστίας. Οι Πατέρες λένε ότι το σώμα του ανθρώπου είναι ένας ναός του Θεού. Ο τρούλλος είναι η κεφαλή, και οι θύρες είναι οι αισθήσεις. Ο νους του ανθρώπου, που με την πτώση είναι δεμένος και κολλημένος με την κτίση, όταν ξεκολλάει από την υποδούλωση στα αισθητά, όπως το γράφει ο άγιος Μάξιμος στην «Μυσταγωγία» του, εισέρχεται μέσα στον ναό και έπειτα εισέρχεται στην καρδιά. Η καρδιά είναι το θυσιαστήριο, το Ιερό Βήμα, η Αγία Τράπεζα. Εκεί στο βάθος και το κέντρο της καρδιάς εισέρχεται ο νους, και εκεί γίνεται μια θεία λειτουργία.

Αυτή είναι η εσωτερική λειτουργία. Είναι αυτό που γράφει ο Από­στολος Παύλος: «Λαλούντες εαυτοίς ψαλμοίς και ύμνοις και ωδαίς πνευμα­τικαίς, αδοντες και ψάλλοντες εν τη καρδία υμών τω Κυρίω» (Εφ. ε΄, 19). Είναι η εσωτερική θεία λειτουργία που γίνεται στο βάθος της καρδιάς. Είναι οι ύμνοι και οι ψαλμοί που γίνονται μέσα στην καρδιά. «Άδοντες και ψάλλοντες τω Κυρίω». Γίνεται η εξωτερική Λειτουργία στον Ναό, αλλά πρέπει να γίνεται και εσωτερικά η λειτουργία αυτή. Αυτό σημαίνει ότι όλος ο άνθρωπος είναι ναός του Αγίου Πνεύματος και η καρδιά γίνεται το ιερό Θυσιαστήριο. Το λέει ο Απόστολος Πέτρος: «Κύριον δε τον Θεόν αγιάσατε εν ταίς καρδίαις υμών» (Α΄ Πετρ. γ΄, 15).

Μέσα στην καρδιά, λοιπόν, είναι το Ιερό Βήμα, μέσα στο οποίο γίνεται -γι’ αυτούς που ζουν εν Χριστώ- αδιάλειπτη θεία Λειτουργία. Εκεί είναι ένα εκκλησάκι ολόλαμπρο και μερικοί αξιώθηκαν να το δουν αυτό το εκκλησάκι μέσα στο βάθος της καρδιάς τους. Αυτό είναι το Δεσποτικό Μνημείο που έχει το σώμα του Χριστού και από εκεί ανασταίνεται ο Χριστός. Έτσι λειτουργεί κανείς εσωτερικά με την νοερά καρδιακή προσευχή και ζει τον Σταυρό, την Ταφή και την Ανάσταση του Χριστού.

6. Πάσχα, η διάβαση του Λόγου στον νου

Η λέξη Πάσχα είναι εβραϊκή και σημαίνει διάβαση, πέρασμα. Δηλαδή, οι Εβραίοι ήταν στην Αίγυπτο, ο Μωυσής τους οδήγησε και τους πέρα­σε μέσα από την Ερυθρά Θάλασσα με θαύμα. Αυτό το πέρασμα από την Ερυθρά θάλασσα -όταν έφυγαν από την γη της Αιγύπτου και πέρασαν στην γη της ερήμου για να πορευθούν στην γη της Επαγγελίας- αυτή η διάβαση λέγεται Πάσχα.

Και εμείς οι Χριστιανοί έχουμε το δικό μας Πάσχα, γι’ αυτό και ψάλλουμε: «Αναστάσεως ημέρα λαμπρυνθώμεν λαοί, Πάσχα Κυρίου Πάσχα, εκ γαρ θανάτου προς ζωήν και εκ γης προς ουρανόν Χριστός ο Θεός ημάς διεβίβασεν». Εμείς εορτάζουμε την διάβαση από τον θάνατο στην ζωή, από την γη στον ουρανό. Άλλο είναι το Πάσχα των Ιουδαίων, άλλο είναι το Πάσχα των Χριστιανών. Γράφει ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής: «Πάσχα αληθώς εστιν η προς τον ανθρώπινον νούν του Λόγου διάβασις».

Αληθινό Πάσχα είναι η διάβαση του Λόγου, του αναστημένου Χρι­στού, στον ανθρώπινο νου. Όταν, δηλαδή, ο Χριστός εισέλθει μέσα στον νου του ανθρώπου, όταν ο νους του ανθρώπου φωτίζεται, τότε αυτό λέγεται Πάσχα.

Όταν ομιλεί ο άγιος Μάξιμος για τον νου, δεν εννοεί την λογική, γιατί άλλο είναι η λογική και άλλο ο νους. Πολλές φορές συναντάμε κάποιον στον δρόμο και τον χαιρετάμε, χωρίς να τον προσέξουμε. Τον βλέπουμε εξωτερικά, αλλά ο νους μας ήταν αλλού. Ακόμη, κάνουμε κάποια εργασία και θυμόμαστε έναν αγαπητό μας άνθρωπο που υποφέρει. Τότε κάνουμε την εργασία, αλλά ο νους μας είναι αλλού. Έτσι καταλαβαίνουμε την διάκριση μεταξύ νου και λογικής. Οπότε, οι Πατέρες μας που έχουν ζήσει αυτήν την εμπειρία λένε ότι μπορεί ο άνθρωπος με την λογική του να είναι μέσα στον κόσμο, να περπατά στον δρόμο, αλλά με τον νου του να προσεύχεται. Γίνεται αυτός ο διαχωρισμός μεταξύ νου και λογικής.

Έτσι, όταν ο Χριστός εισέλθει μέσα στον νου του ανθρώπου και ο νους φωτίζεται και προσεύχεται και είναι αναστημένος, τότε αυτό λέγεται και είναι Πάσχα.

Συμπέρασμα

Ύστερα από τα λίγα αυτά ερμηνευτικά σχόλια, φαίνεται ότι ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής δίνει μια μυστική και ουσιαστική ερμη­νεία της πνευματικής ζωής, για το τι είναι η εν Χριστώ ζωή.

Τα γεγονότα, επομένως, που θα εορτάσουμε από την Κυριακή των Βαίων, δεν είναι εξωτερικά και τυπικά γεγονότα, ούτε συναισθηματικά, αλλά είναι θεολογικά και σωτηριολογικά. Είναι μέθεξη του μυστηρίου του Σταυρού και της Αναστάσεως του Χριστού. Μέθεξη του Σταυρού είναι η υπέρβαση της ηδονής και της οδύνης, είναι η μεταμόρφωση των παθών. Όλες αυτές οι δυνάμεις της ψυχής πρέπει να δοθούν στον Θεό. Και μέθεξη του μυστηρίου της Αναστάσεως είναι η υπέρβαση της λήθης και της άγνοιας.

Σε όλη την διδασκαλία του αγίου Μαξίμου του Ομολογητού φαίνεται ότι η ηδονή και η οδύνη είναι δύο μεγάλα θηρία. Η κάθε ηδονή φέρει οδύνη, κάθε ευχαρίστηση έχει και οδύνη. Και όταν προσπαθούμε να υπερ­βούμε την οδύνη με νέα ηδονή, τότε δημιουργείται νέα οδύνη. Το βλέπου­με σε αυτούς που παίρνουν ναρκωτικά. Επειδή περνούν πολλές δυσκολίες, παίρνουν το ναρκωτικό και ζουν τον ιδεατό προσωρινό «παράδεισο». Όταν, όμως, τελειώνει η δράση του ναρκωτικού, επανέρχονται πάλι στα τραγικά γεγονότα της ζωής τους και θέλουν να λάβουν μεγαλύτερη δόση ναρκωτικού. Έτσι γίνεται ένας φαύλος κύκλος μεταξύ ηδονής και οδύνης.

Επίσης, άλλα δύο μεγάλα θηρία είναι η λήθη και η άγνοια του Θεού, το να μην έχουμε μνήμη του Θεού και να μην γνωρίζουμε τον Θεό. Οπότε, από την υπέρβαση της λήθης και της άγνοιας, που σημαίνει μνήμη του Θεού και γνώση του Θεού, αρχίζει η βίωση της Αναστάσεως του Χριστού.

Αυτό σημαίνει ότι σταυρωνόμαστε εν Χριστώ μέσα μας, όχι μόνον την Μεγάλη Εβδομάδα, αλλά καθ’ όλη την διάρκεια της ζωής μας και συνανασται­νόμαστε με τον Χριστό. Αν δεν συσταυρωθεί κανείς μέσα στην καρδιά του και δεν συναναστηθεί με τον Χριστό, τότε στην πραγματικότητα σταυρώνει τον Χριστό. Ο άγιος Μάξιμος σε όλη την θεολογία του παρουσιάζει αυτό το δίλημμα: Ή θα συσταυρωθούμε μαζί με τον Χριστό ή θα σταυρώσουμε τον Χριστό. Άλλη τρίτη οδός δεν υπάρχει.

Η Μεγάλη Εβδομάδα και το Πάσχα δεν είναι απλώς εξωτε­ρικά έθιμα και παραδόσεις, αλλά παραπέμπουν στην εσωτερική ζωή, είναι συ­σταύρω­ση και συνανά­σταση με τον Χριστό. Η βίωση της Αναστάσεως του Χριστού γίνε­ται στον βαθμό της βιώσεως του Σταυρού του Χριστού και αυτό γίνε­ται με την μέθεξη της καθαρτικής, φωτιστικής και θεοποιού ενεργείας του Θεού, ήτοι την πρακτική φιλοσοφία, την φυσική θεωρία και την μυστική θεολογία, δηλαδή την κάθαρση, τον φωτισμό και την θέωση, γενικά την πράξη και την θεωρία. Αυτό είναι το μυστικό σταυροαναστάσιμο Πάσχα.