Ο αφανής αδελφός του Κοσμά του Αιτωλού και δάσκαλος του Γένους

© Ορθόδοξη Αλήθεια

Ένας διαπρεπής λόγιος και πανεπιστημιακός του δέκατου ένατου αιώνα, ο εκ Πηλίου Φίλιππος Ιωάννου Πάντος, βιογραφώντας τον δάσκαλο του χωριού Μηλιές Γρηγόριο Κωνσταντά, αναφέρει μεταξύ άλλων:

«Ἡ εὐγνωμοσύνη ἀπαιτεῖ νὰ μνημονεύωμεν ταῶν ἀρχαιοτέρων διδασκάλων τοῦ Γένους ἡμῶν καὶ ὠφέλιμον εἶναι νὰ προτιθῆται ἡ ἀρετὴ ἐκείνων καὶ ὁ πρὸς φωτισμὸν τῶν ὁμογενῶν των ζῆλος παράδειγμα μιμήσεως εἰς τοὺς νεωτέρους».

Ένας τέτοιος δάσκαλος του Γένους κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, υπήρξε και ο Χρύσανθος ο Αιτωλός. Αδελφός κατά σάρκα του Αγίου Κοσμά, έμεινε σχεδόν στην αφάνεια, εν αντιθέσει προς τον Ιερομάρτυρα και φωτιστή του Γένους ομομήτριό του. Ωστόσο και η δική του προσφορά στην παιδεία του Γένους δεν είναι καθόλου ευκαταφρόνητη.

Όπως πληροφορούμεθα από τον Διάκονο Διδάκτορα Θεολογίας Κωνσταντίνο Τσίτερ στο εκδοθέν το 1934 βιβλίο του :

«Τρεις μεγάλοι Δάσκαλοι του Γένους, Αναστάσιος Γόρδιος, Χρύσανθος Αιτωλός και Φραγκίσκος Κόκκος», ο Χρύσανθος γεννήθηκε στις αρχές του 18ου αιώνα στο χωριό Ταξιάρχης της κοινότητας Θέρμου της Τριχωνίας στην Αιτωλοακαρνανία .

Όπως ο ίδιος αναφέρει στην διαθήκη του, την εποχή εκείνη η γενέτειρα του ονομαζόταν Αποκούρου και υπαγόταν στην εκκλησιαστική επαρχία (Μητρόπολη, με σημερινούς όρους) Ναυπάκτου και Άρτης. Την επωνυμία Εσωχωρίτης, που θεωρήθηκε από κάποιους ως το επώνυμο των δύο αδελφών (δηλ. του Αγίου Κοσμά και του Χρύσανθου), οφείλεται στην καταγωγή τους από τα «ἔσω Χωρία» της επαρχίας.

Η επαρχία αυτή φημιζόταν για τα σχολεία της, αλλά και για τους σημαντικούς λογίους που ανέδειξε: Χαρακτηριστικά να αναφέρουμε τον Ευγένιο Γιαννούλιο (άγιο Ευγένιο Αιτωλό) από το Μεγάλο Δέντρο και τον σχολάρχη της Αθωνιάδος και της Σχολής του Μεσολογγίου Παναγιώτη Παλαμά.

Πρώτος δάσκαλος του Χρυσάνθου, καθώς και του αδελφού του Κοσμά, ήταν ο Κωνσταντίνος Λύτζικας από την Παρνασσίδα. Και στη συνέχεια, όπως αναφέρει ο Ματθαίος Παρανίκας στο «Σχεδίασμα περὶ τῆς ἐν τῷ Ἑλληνικῷ ἔθνει καταστάσεως τῶν Γραμμάτων ἀπὸ τῆς Ἁλώσεως μέχρι τῆς ἐνεστώσης ἑκατονταετηρίδος», φοίτησε στη Σχολή της Μονής της Γούβας.

Φαίνεται ότι παρακολούθησε στην Κέρκυρα και μαθήματα Φιλοσοφίας και νεωτέρων Μαθηματικών από τον Νικηφόρο Θεοτόκη. Ή, κατά άλλη πηγή, στη Σχολή των Ιωαννίνων και στην Μεγάλη του Γένους Σχολή, με δάσκαλο τον Δωρόθεο τον Λέσβιο.

Όταν ολοκλήρωσε τις θύραθεν σπουδές του, μετέβη, όπως και ο αδελφός του, στο Άγιον Όρος, όπου εκάρη μοναχός. Έχοντας γίνει γνωστός στους κύκλους των Πατριαρχείων, το 1765 καλείται από τον Μεγάλο Δραγουμάνο Νικόλαο Σούτσο για να διδάξει τον γιο του Γεώργιο.

Στη συνέχεια, με σύσταση των Σούτσων, θα προσληφθεί ως Σχολάρχης στην Πατριαρχική Ακαδημία, την οποίαν και διηύθυνε με επιτυχία κατά το διάστημα μεταξύ των ετών 1769-1774, όπου και ο ίδιος δίδασκε ελληνικά και φιλοσοφία.

Κατά την περίοδο εκείνη δέχθηκε την επίσκεψη του αδελφού του Κοσμά.

Η απόφαση του ισαποστόλου να εξέλθει του Όρους

Ο ισαπόστολος εκείνος φωτιστής του Γένους, πληροφόρησε τον αδελφό του ότι, με την ευλογία και προτροπή των Ηγουμένων του, επρόκειτο να εξέλθει από τον Άθωνα, για να διακονήσει το εμπερίστατο Γένος.

Ο Χρύσανθος τον επαίνεσε για την απόφασή του εκείνη και τον συνέστησε στους Πατριάρχες Σεραφείμ Β΄ και Σαμουήλ τον Χατζερή, καθώς και σε πολλούς ακόμη Αρχιερείς, που ενθάρρυναν τον άγιο Κοσμά να αναλάβει το έργο που σχεδίαζε, ενώ του επέδωσαν συστατικές επιστολές για τους αρχιερείς των επαρχιών στις οποίες θα περιόδευε και τον προέπεμψαν με τις ευχές και τις ευλογίες τους.

Η δράση του ως ανάχωμα στις προσηλυτιστικές προσπάθειες ετεροδόξων

Το 1774 ξεσπούν τα Ορλωφικά…Ο Δραγουμάνος Νικόλαος Σούτσος αποκεφαλίζεται, θεωρηθείς προφανώς ρωσόφιλος, και, όπως συνήθως συμβαίνει σε ανάλογες περιστάσεις, οι υπόνοιες κινούνται και προς τους προστατευομένους του, μεταξύ των οποίων ήταν και ο Χρύσανθος.

Ο Δραγουμάνος του Στόλου Νικόλαος Μαυρογένης, με καταγωγή από την Πάρο, ο οποίος σχεδίαζε να ιδρύσει Σχολή στην Νάξο, το μεγαλύτερο κυκλαδίτικο νησί, πείθει τον Χρύσανθο να εγκαταλείψει την επικίνδυνη πλέον γι’ αυτόν Κωνσταντινούπολη για τη Νάξο.

Εκεί, στους οντάδες της Μονής του Αγίου Γεωργίου, που ήταν κτήμα της οικογένειας των Μαυρομματαίων, επρόκειτο να διδάξει μέχρι το 1785, οπότε και εξεδήμησε από τον εφήμερο βίο.

Γνωρίστηκε με τον Άγιο Νικόδημο τον Αγιορείτη, πριν ο τελευταίος αναχωρήσει για το Άγιο Όρος, ενώ βρήκε άμεσο συμπαραστάτη στο δύσκολο έργο του τον νέο Μητροπολίτη Νάξου Νεόφυτο Λαχοβάρη, με τον οποίον συνδεόταν με φιλικούς δεσμούς από την Πατριαρχική Σχολή.

Δίδαξε ενδελεχώς την ελληνική παιδεία στους Κυκλαδίτες σπουδαστές, αποσπώντας τους επαίνους όλων των συγχρόνων του, τόσο για το διδασκαλικό του έργο, όσο και για το ήθος και την αρετή του.

Οι Κυκλάδες την περίοδο εκείνη λυμαίνονταν από την προπαγάνδα των μισσιοναρίων, ιησουιτών και λουθηροκαλβινιστών, που προσπαθούσαν να αποσπάσουν το λαό από την Ορθόδοξη Πίστη και να τον προσηλυτίσουν στις φατρίες τους.

Όπως επισημαίνει η Φιλόλογος-Θεολόγος Ευδοξία Μύρου, η παιδεία βρισκόταν αποκλειστικά στα χέρια των παπικών μοναστικών ταγμάτων, ως την έλευση του Χρύσανθου, ο οποίος θα αποτελέσει σταθμό για την παιδεία στη Νάξο.

Γνήσιος Ορθόδοξος και δάσκαλος μεγάλου κύρους, θα αποτελέσει ανάχωμα στις προσηλυτιστικές προσπάθειες των ετεροδόξων και η Σχολή στον Άγιο Γεώργιο θα καταστεί, χάρη σ’ αυτόν, ένα σπουδαίο πνευματικό κέντρο, που θα προκαλέσει την μήνη του Λατίνου επισκόπου Ιωάννου Κρίσπι, ο οποίος θα αναφέρει σε έκθεσή του: «Οἱ κατηραμένοι (καλόγηροί τινες)… ἐσχημάτισαν εἶδός τι σχολείου, ἔνθα διδάσκουσι τήν νεολαίαν τῶν Ἑλλήνων καί ποτίζουσιν αὐτήν τά φθοροποιά αὐτῶν διδάγματα».

Όπως τον σκιαγραφεί χαρακτηριστικά η Ευδοξία Μύρου, ο Χρύσανθος «υπήρξε παράδειγμα αγίου εκπαιδευτικού και η εκπαίδευση γι’ αυτόν ήταν ιερουργία, μετάγγιση θείων δογμάτων και ναμάτων, πλούτου της θύραθεν σοφίας.

Μεταδοτικός και εσωστρεφής, σιωπηλός και ανεκδήλωτος, πορευόταν στον δρόμο του καθήκοντος τον ίδιο ανήφορο με τον αυτάδελφό του Κοσμά».

Μία δε από τις σημαντικότερες προσφορές του στην παιδεία της Νάξου, ήταν η βιβλιοθήκη του, που υπήρξε ο βασικός συντελεστής για την καλλιέργεια ενός πνευματικού κλίματος στις Κυκλάδες.

Το 1775 θα τον επισκεφθεί ο αδελφός του, Άγιος Κοσμάς, Ήταν η τελευταία τους συνάντηση επί της γης.

Το 1779, λίγο πριν το μαρτυρικό του τέλος, ο Κοσμάς θα του αποστείλει και την τελευταία, οιονεί αποχαιρετιστήρια, επιστολή του.

Το 1785 ο Χρύσανθος Αιτωλός θα αποχωρήσει εκ των προσκαίρων για τα αιώνια. Λίγο μετά την κοίμησή του, η Σχολή έκλεισε.

Το 1782, βλέποντας τις δυνάμεις του να τον εγκαταλείπουν, ο μεγάλος αυτός Δάσκαλος του Γένους συντάσσει τη Διαθήκη του, το μοναδικό γραπτό κείμενό του που περισώθηκε, ένα κείμενο που μαρτυρεί το γνήσιο Ορθόδοξο φρόνημα, την αρετή και την πλήρη αφιλοχρηματία του ανδρός. Μεταξύ άλλων, αναφέρει:

«Ὅσον εἰς τήν ὀρθοδοξίαν, … ἀκλινῶς τε καί ἀμετατρέπτως διέμεινα καί λόγῳ καί διανοίᾳ καί ταύτῃ τῇ ὁμολογίᾳ τῆς πίστεως τῆς ἁγίας καί καθολικῆς μητρός ἡμῶν ἐκκλησίας διάκειμαι μέχρι καί ἐσχάτης μου ἀναπνοῆς καί οὔτε εἰς λατινικόν δόγμα οὔτε εἰς λουτερανικόν καί καλβινικόν διεφθαρμένον τε καί ἐναντίον τῆς καθολικῆς ἐκκλησίας ἐξέκλινα πώποτε. … Συγγενεῖς μου ὁποῖοι ζῶσι δέν ἠξεύρω πλήν ὡς πτωχός δέν ἔχω νά τούς ἀφήσω τίποτες καί ἄς μέ συγχωρήσουν».

Παράδειγμα αρετής, αγάπης, ακτημοσύνης

Ο άλλος μεγάλος διδάσκαλος του Γένους, ο Άγιος Αθανάσιος ο Πάριος, επισημαίνει σοφά ότι: «οἱ διδασκόμενοι πρὸς τὸν βίον τοῦ διδάσκοντος ἀποβλέπουσι. Λοιπὸν πρέπει νὰ εἶναι ἀγάπης καὶ ἀκτημοσύνης καὶ πραότητος καὶ ἀνεξικακίας καὶ ἁπλῶς πάσης ἀρετῆς παράδειγμα, διὰ νὰ μὴ λαλῶσιν εἰς τὸν ἀέρα».

Ένας τέτοιος Δάσκαλος, ήταν αναμφίβολα και ο Σχολάρχης της Νάξου, ο αδελφός του φωτιστή του Γένους αγίου Κοσμά, ο Χρύσανθος Αιτωλός.

Γιάννης Ζαννής

*Το άρθρο δημοσιεύθηκε αρχικά στην εφημερίδα “Ορθόδοξη Αλήθεια”

© Ορθόδοξη Αλήθεια