Ο αδύνατος πνευματικά δεν ανέχεται πάντοτε να τον υπομένουν οι άλλοι

Δεν είπα καθόλου ότι η αρετή ή ότι η υπομονή του πνευματικά δυνατού πρέπει να ξεπεράσει τα όρια

Επεσήμανα ,αντίθετα, ότι οι άσχημες διαθέσεις του αδύνατου αυξάνονται και χειροτερεύουν από την υπομονή του άλλου. Και μάλιστα μέχρι του σημείου που να μην μπορεί πιά κανείς να τον αντέξει. Γιατί τελικά,ένας τέτοιος άνθρωπος, ερμηνεύοντας την υπομονή του αδελφού του ως σημάδι προσβολής και ατίμωσης –η οποία προκαλείται βέβαια, από τη δική του ανυπομονησία και μόνο– θα προτιμήσει να απομακρυνθεί. Κι αυτό, γιατί ο αδύνατος δεν θα αντέξει τελικά να βλέπει τον άλλο, να του συμπεριφέρεται με την ίδια πάντα ανοχή και υπομονή.

῞Οσοι λοιπόν θέλουν να διατηρήσουν αδιάπτωτη τη φιλία τους, οφείλουν, καθώς νομίζω, να εδραιώσουν τη σχέση τους στις εξής βασικές αρχές· Πρώτα – πρώτα, όποιες κι αν είναι οι προσβολές που δέχεται κανείς, θα πρέπει οπωσδήποτε να διαφυλάξει την ειρήνη του, όχι μόνο εξωτερικά, αλλά στο βάθος της καρδιάς του. Θα πρέπει να συγκρατείται κανείς και να τηρεί απόλυτη σιωπή, ακόμα και αν νιώθει την ελάχιστη ταραχή, εφαρμόζοντας αυτό που λέει ο Ψαλμωδός· «Ταράχθηκα κι έμεινα σιωπηλός» (Ψαλμ. 76, 5)· «είπα και απεφάσισα να προσέχω τη συμπεριφορά μου, ώστε να μην αμαρτάνω με τη γλώσσα μου. ῎Εβαλα φραγμό στο στόμα μου, όσο ήταν μπροστά μου ο αμαρτωλός. ῎Εγινα άφωνος και με ταπείνωση πολλή τήρησα σιγή, ακόμα και για καλά πράγματα» (Ψαλμ. 38, 2-3).

Δεν πρέπει επίσης να στέκεται κανείς και να δίνει σημασία σ’ αυτό που συμβαίνει εκείνη τη στιγμή, ούτε να ξεστομίζει ο,τι του φέρνει στα χείλη του ο παροξυσμός του θυμού του και ο,τι του υπαγορεύει η εξοργισμένη καρδιά του. ‘Αντίθετα μάλιστα, θα πρέπει να ξαναφέρει στη μνήμη του τη χάρη της αγάπης που εύφραινε, πριν από τον παροξυσμό, την ψυχή τους ή να στρέψει τα βλέμματά του προς το μέλλον. ‘Εκεί να οραματισθεί την ειρήνη που θα απολαύσουν και πάλι και τη ζωντανή φιλία που θα ξαναζήσουν και θα ξαναχαρούν όπως τότε, πριν δηλαδή από τον πειρασμό. Να μη χάσει κανείς αυτό το όραμα ακόμα και την ώρα που νιώθει ταραγμένος, αλλά να σκέπτεται ότι η ειρήνη και η ομόνοια θα ξανάρθουν πολύ σύντομα.

῎Αν λοιπόν έτσι προετοιμάζει κανείς τον εαυτό του τον καιρό του πειρασμού, τότε προγεύεται τη γλυκύτητα της αγάπης που σύντομα θα βασιλεύσει και πάλι στην καρδιά του και δεν νιώθει καθόλου την πίκρα της διαμάχης. Γι’ αυτό θα προτιμήσει να μιλήσει στον αδελφό του κατά τέτοιο τρόπο, που αργότερα να μη νιώσει ενοχή για τη συμπεριφορά του, ούτε να φέρει τον αδελφό στη θέση να του καταλογίσει συμμετοχή και ευθύνη για ο,τι συνέβη μεταξύ τους. Θα εφαρμόσει έτσι το λόγο του Προφήτη που λέει· «῞Οταν ταραχθεί η ψυχή μου από οργή, ελέησέ με, Κύριε» (‘Αββ. 3, 2).

Αββάς Ιωσήφ

Από το βιβλίο: ΑΒΒΑΣ ΚΑΣΣΙΑΝΟΣ, Συνομιλίες με τους Πατέρες της ερήμου” – Α’ ΣΥΝΟΜΙΛΙΑ ΜΕ ΤΟΝ ΑΒΒΑ ΙΩΣΗΦ