Μοναχός Γερμανός Σκορδιάς (πρ. Εφέτης) μια κρυμμένη αγιότητα

Του Μητροπολίτου Μάνης κ. Χρυσοστόμου Γ’

Συνεπληρώθηκε μία δεκαετία από την οσιακή κοίμηση (4-Φεβρουαρίου 2010), του μοναχού π. Γερμανού, του Ιερού Ησυχαστηρίου Κεχαριτωμένης Τροιζήνος. Ο εν λόγω μοναχός, υπήρξε σπουδαία πνευματική προσωπικότητα.

Ο κατά κόσμον Βασίλειος Σκορδιάς, γεννήθηκε στην Καλαμάτα το έτος 1933. Οι γονείς του ονομάζονταν Κωνσταντίνος και Γεωργία (το γένος Ξανθάκη) και ο πατέρας του είχε εργαστήριο παρασκευής γλυκών του κουταλιού στην Καλαμάτα. Το έτος 1950 τελείωσε το Γυμνάσιο Αρρένων Καλαμάτας και σπούδασε στην Παιδαγωγική Ακαδημία Τριπόλεως διορισθείς κατόπιν διδάσκαλος σε Ιδιωτικό Σχολείο Καλαμάτας, όπου ήταν διευθυντής ο παππούς του επί τιμή Αντιπροέδρου του Αρείου Πάγου κ. Θεοδώρου Λαφαζάνου, εξ Αρφαρών Μεσσηνίας, με τον οποίο είχε συνδεθεί πνευματικώς μαζί του και παρακολουθούσαν τις χριστιανικές ομιλίες στην Χριστιανική Ένωση Καλαμάτας.

Πρωτοστατούσε δε σε χριστιανικές εορταστικές εκδηλώσεις και μάλιστα κάποτε είχε φτιάξει ο ίδιος ένα χάρτη της Ελλάδος με λαμπάκια, που άναβαν όταν ο ομιλητής μιλούσε για την χριστιανική ζωή της πατρίδος σε διάφορες πόλεις, ιερές μονές και προσκυνήματα. Το έτος 1954 εισήλθε στην Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και διέμενε σε χριστιανικό οικοτροφείο. Οι συνάδελφοι συνοικότροφοι τον εκτιμούσαν και εκείνος συμπεριφερόταν πολύ ευγενικά. Κάποτε, σε περίοδο διακοπών, του έδωσαν εισιτήριο του τραίνου δωρεάν για την Καλαμάτα και εκείνος το πρόσφερε σ’ άλλον Μεσσήνιο φοιτητή. Μετά το πτυχίο του δι’ ολίγα χρόνια ήσκησε την δικηγορία.

Το έτος 1966 κατόπιν εξετάσεων εισήλθε στο Δικαστικό Σώμα και το επόμενο έτος διορίστηκε ως πάρεδρος στο Πρωτοδικείο της Φλώρινας. Εκεί γνωρίστηκε και με τον αείμνηστο Μητροπολίτη κυρό Αυγουστίνο. Τα επόμενα δικαστικά χρόνια ως Πρωτοδίκης, τα διήλθε στην Αθήνα και αργότερα ως Πρόεδρος Πρωτοδικών υπηρέτησε στην Κεφαλλονιά. Εκεί συνέβαλε τα μέγιστα στην ορθή τακτοποίηση του ζητήματος, το οποίο είχε προκύψει με τον αείμνηστο Μητροπολίτη Κεφαλληνίας Προκόπιο (†2003).

Ως Εφέτης διορίστηκε στην Κέρκυρα και κατόπιν επανερχόμενος στην Αθήνα παρέμεινε στο Δικαστικό Σώμα μέχρι το έτος 1984, ότε με την τότε εφαρμογή της εθελουσίας εξόδου, απεχώρησε από το Σώμα με αποκλειστικό σκοπό να γίνει μοναχός. Όλο βέβαια αυτό το χρονικό διάστημα είχε στενοτάτη επικοινωνία με τον διακεκριμένο πνευματικό, τον αείμνηστο λόγιο π. Επιφάνιο Θεοδωρόπουλο (†1989), αλλά και με τον Άγιο Πορφύριον, τον οποίον επισκεπτόταν στο ησυχαστήριό του στα Καλλίσια της Πεντέλης. Είχε δε και σπουδαία συνεργασία σε έργα φιλανθρωπίας και ελεημοσύνης και με τον αείμνηστο Μητροπολίτη Κερκύρας κυρό Πολύκαρπο (†1984).Προσέτι προσκληθείς από την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος σε μία περίοδο προστριβών με την Πολιτεία, διετέλεσε νομικός σύμβουλος της Εκκλησίας όπου και προσέφερε πολυτίμους υπηρεσίας.

*

Ως Δικαστής, όπου υπηρέτησε διεκρίθη για την άριστη νομική του κατάρτιση, την ευθυκρισία, την ορθή διατύπωση των δικαστικών αποφάσεών του, την αμεροληψία του και την ορθή ερμηνεία των νόμων. Αρκετές αποφάσεις του απετέλεσαν νομολογία για την ελληνική δικαιοσύνη. Πολλοί συνάδελφοι επιθυμούσαν να τον έχουν Πρόεδρο στις συνθέσεις των Δικαστηρίων αφ’ ενός μεν, για την άριστη δικαστική κρίση του, αφ’ ετέρου δε, για την όλη του ευγενεστάτη συμπεριφορά. Ολόκληρο το δικαστικό σώμα ειλικρινώς τον εσέβετο. Το δε ανωτάτου πνευματικού επιπέδου ήθος του, είχε διαποτίσει και άλλους δικαστικούς λειτουργούς – συναδέλφους του, όπως ήταν οι αείμνηστοι ανώτατοι δικαστές: Ευ. Κρουσταλάκης, Δημ. Τζούμας (μετέπειτα κληρικός), Πετρ. Κακκαλής, Αθ. Γκόλτσης, Ανδρ. Κατράκης, Εμμ. Χαριτάκης, Γ. Καμπέρης, Γ. Τζανετής, κ.α.

Στις 15-6-1985 εκάρη μοναχός στην παραπάνω Ιερά Μονή, την οποία είχε ιδρύσει, ο γέροντας και πνευματικός του π. Επιφάνιος. Έλαβε το όνομα Γερμανός προς τιμήν του σπουδαίου Επισκόπου Συνάδων Γερμανού του Ψαλιδάκη (†1989), ο οποίος εγκαταβίωσε στην εν λόγω Ιερά Μονή. Έγραψε μετά από λίγες ημέρες η εφ. «Ελευθεροτυπία» ένα σχόλιο με τον τίτλο «Σπάνιο…»: «Μια τελετή ασυνήθιστη – κυρίως λόγω προσώπου και των παρισταμένων – έγινε πριν λίγες μέρες στη Μονή της Θεοτόκου Κεχαριτωμένης, στην Τροιζηνία. Ένας Εφέτης, που αποχώρησε με την εθελούσια έξοδο από το Σώμα των Δικαστών, απαρνήθηκε τα εγκόσμια. Κι έγινε μοναχός…

Πρόκειται για τον Εφέτη Βασίλη Σκορδιά, που μετά τη ρασοφορία και κουρά του έγινε ο «μεγαλόσχημος» μοναχός Γερμανός. Στους μήνες που μεσολάβησαν, αφ’ ότου εγκατέλειψε την Δικαιοσύνη, ήταν ο τραπεζοκόμος της Μονής. Πρόσφερε, κατά το μοναχικό τυπικό, εκεί τη διακονία του σαν δόκιμος. Παρόντες, στη σχετική τελετή, ένας Αρεοπαγίτης, ένας Πρόεδρος Εφετών, δέκα Εφέτες και δεκάδες Πρόεδροι Πρωτοδικών και Πρωτοδίκες – όλοι φίλοι του δικαστή και συνάδελφοι, που συυπηρέτησαν μαζί του σε διάφορες πόλεις. Σπάνιο, οπωσδήποτε, αν όχι μοναδικό το γεγονός…» («ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ» 21-6-85).

Όταν δε προσήλθε στην μοναστική πολιτεία την δεκαετία του ’80, το γεγονός αυτό είχε κάμνει μεγάλη και ευμενή εντύπωση σ’ ολόκληρο τον δικαστικό κλάδο. Πολλοί συνάδελφοί του βοηθήθηκαν πνευματικώς από την κουρά του συναδέλφου τους, άλλοι προβληματίστηκαν, άλλοι εξομολογήθηκαν για πρώτη φορά στη ζωή τους και άλλοι έγιναν πιο συνειδητοί πιστοί χριστιανοί, ενώ άλλοι τον επισκέπτονταν στην Ι. Μονή για να τον συμβουλευτούν και να συζητήσουν μαζί του. Ειρήσθω εν παρόδω, ότι διά την δικαστική αλλά και μοναστική ιστορία αξίζει να αναφέρουμε ότι από την ίδια δικαστική, όπως λέγεται, σειρά, εκάρη μοναχός στην Ι. Μονή Σταυρονίκητα του Αγίου Όρους το 1987 και ο δικαστής π. Δαμασκηνός (κατά κόσμον Στέφανος Κόκκινος) ο οποίος εκοιμήθη το έτος 2013.

*

Ο μοναχός π. Γερμανός στην Ιερά αυτή Μονή της Κεχαριτωμένης Τροιζήνος της Ιεράς Μητροπόλεως Ύδρας διακρινόταν για την ταπεινοφροσύνη του, την απλότητα, τον ένθεο ζήλο του για την αφιέρωση στο Θεό. Διηκόνησε ως Αρχοντάρης της Ι. Μονής και το διακόνημα αυτό, το επιτελούσε μετά δικαιοσύνης, ακριβείας, ευγενείας, και πολλής αγάπης. Ποτέ δεν διεμαρτύρετο για κανένα ζήτημα και σ’ όλους ήταν αγαπητός και επιεικής.

Διακονούσε όλους, αδελφούς της Μονής και προσκυνητές, μετά πολλής συνέσεως, διακρίσεως και αυταπαρνήσεως. Κάποτε από την Καλαμάτα τον επεσκέφθη εκεί στη Μονή, επιστήμων, παλαιός γνωστός του με όλη του την οικογένεια και ο π. Γερμανός με όλη την απλότητα, την αβροφροσύνη και την ταπεινοφροσύνη του φορώντας την ποδιά κουβαλούσε τον δίσκο με το φαγητό για όλους στον έξωθι χώρο της Μονής λόγω του αβά του. Τα λόγια του ολίγα, «άλατι ηρτυμένα» και πάντοτε χριστοκεντρικά. Αυτό τον ενδιέφερε: Πως να ευαρεστήσει τον Χριστό και να εισέλθει στη Βασιλεία των Ουρανών!

*

Σταχυολογούμε μερικά απλά μεν, αλλά σημαντικά εξ’ επόψεως ευσυνείδητου αγιοπνευματικής ζωής περιστατικά από τον βίο του, τα περισσότερα των οποίων έδωσε ο Αρεοπαγίτης ε.τ. και επί 25 χρόνια καθηγητής στην Εθνική Σχολή Δικαστικών Λειτουργών κ. Κωνσταντίνος Τσόλας, ο οποίος τον έζησε από κοντά και πολύ χαρακτηριστικά λέγει ότι πράγματι «Απ’ όλους μας ο Πρόεδρος απολάμβανε μεγάλο σεβασμό» και «ήταν μία κινητή βιβλιοθήκη», και συνεχίζει, «είχε όλες τις αρετές που πρέπει να κοσμούν τον Δικαστή καθώς και άλλα χαρίσματα.

Κάποτε είχε έρθει στην Κεφαλλονιά, όπου συνυπηρετήσαμε επί τριετία, ως Επιθεωρητής, ένας Εισαγγελέας Εφετών, ο οποίος, όπως διαπιστώσαμε από τη σχετική συζήτηση στο βραδυνό δείπνο που παραθέσαμε προς τιμήν του, ήταν αδιάφορος περί τα θρησκευτικά. Την άλλη ημέρα το πρωί που θα έφευγε τον συνοδεύσαμε μέχρι το λιμάνι της Σάμης, από όπου θα αναχωρούσε το πλοίο για την Πάτρα.

Τότε ο Πρόεδρος του δώρισε μία εικόνα του Αγίου Γερασίμου, λέγοντάς του: «Να τη δώσετε στη σύζυγό σας, θα σας τη ζητήσει». Είπε τα λόγια αυτά χωρίς ουδόλως να γνωρίζει ή να έχει μιλήσει με την σύζυγο του Επιθεωρητή. Εκείνος παράξενα τον κοίταξε και την πήρε χωρίς να δείξει ιδιαίτερη χαρά. Συγκινημένος ο Εισαγγελέας τον πήρε τηλέφωνο το απόγευμα στο γραφείο και του ανέφερε ότι πράγματι η σύζυγός του, με την είσοδό του στο σπίτι τον ρώτησε: «Μου έφερες εικόνα του Αγίου Γερασίμου από την Κεφαλλονιά;».

Επίσης ο κ. Τσόλας στο βιβλίο του «Ένα ασυνήθιστο για δικαστή ταξίδι» κάνει αναφορά στους μαθητές του στη Σχολή Δικαστικών Λειτουργών για τον π. Γερμανό, τον Πρόεδρό του:

«Παιδιά, και εμένα με βοηθήσανε πολύ στη δικαστική μου καριέρα εκλεκτοί συνάδελφοι και αυτό δεν το ξέχασα ποτέ και θέλησα και εγώ να κάνω το ίδιο.

Δε θα ξεχάσω ποτέ τον μακαριστό ήδη Βασίλη Σκορδιά, αυτόν τον «τεράστιο« Πρόεδρο Πρωτοδικών, μετέπειτα Μοναχό Γερμανό, που όταν με είδε πελαγωμένο, ήρθε στο σπίτι μου και με βοήθησε να γράψω τις πρώτες πέντε πολιτικές αποφάσεις ως πρωτοδίκης και στάθηκε δίπλα μου όλη την τριετία, που συνυπηρετήσαμε στην Κεφαλλονιά. Του οφείλω πολλά και η φράση του: «Κωνσταντίνε, αν θέλεις να γίνεις καλός δικαστής να σκέφτεσαι κάθε βήμα που θα κάνεις αν θα αρέσει στο Θεό και όχι στους ανθρώπους» χαράχθηκε στο μυαλό μου και με συνόδευσε μέχρι την αποχώρησή μου από το Ανώτατο Δικαστήριο».

*

Άλλοι δικαστές λέγουν για τον αείμνηστο γέροντα. Όταν έβλεπε νεότερους συναδέλφους του να δυσκολεύονται στο γράψιμο των αποφάσεων, (σκεπτικό – διατακτικό), τότε εκείνος τους βοηθούσε πως να συνταχθεί και άλλοτε με πολύ διάκριση διόρθωνε το σχέδιο των αποφάσεων με μολύβι και τους έλεγε μετά να το γράψουν αυτοί με στυλό. Αυτό το έκαμνε για να μη υποτιμηθούν από τυχόν βλέμματα άλλων.

Όταν πλησίαζε δε το «δίμηνο» που ήταν τότε προς έκδοσιν των αποφάσεων, εκείνος παρ’ ότι είχε γράψει την απόφαση, τις έδινε προς έκδοσιν τελευταίος για να δώσει θάρρος και ενίσχυση στους συναδέλφους του, οι οποίοι πραγματικά δυσκολευόντουσαν με την τήρηση του «διμήνου».

Έπειτα, ως διηγούνται συνάδελφοί του, το καλοκαίρι ο ίδιος δεν έπαιρνε άδεια διακοπών για να την πάρουν άλλοι δικαστές οι οποίοι ως έγγαμοι την είχαν περισσότερο ανάγκη. Επί πλέον διηγούνται, ότι έδειχνε αμέριστο ενδιαφέρον προς επίλυσιν διαφόρων οικογενειακών προβλημάτων ως ακόμη και έδινε πρακτικές συμβουλές, όπως π.χ. να φορούν δύο πουλόβερ για να μη κρυώνουν το χειμώνα, όταν οι καιρικές συνθήκες ήταν άσχημες. Επίσης ήταν χαρακτηριστικό ότι, ως ανέφερε συνάδελφός του, κατά το υπηρεσιακό μέτρο που του επιτρεπόταν απέφευγε την συμμετοχή του σε δίκες διαζυγίων.

Επίσης έκαμνε πολλές φιλανθρωπίες κρυφά. Πολλές φορές αγόραζε, βάσει του εγγράφου των απόρων που υπήρχε, φάρμακα από τα φαρμακεία και στη συνέχεια τους τα μοίραζε.

Όταν ήταν ήδη μοναχός και τον επεσκέφθη στο Μοναστήρι ένας δικαστής που είχε προαχθεί σε ανώτερο βαθμό του είπε ο π. Γερμανός: «Ο Δεσπότης Χριστός, δεν βλέπεις, έχει βγεί στην Ωραία Πύλη και μοιράζει στεφάνια! Πρόσεξε ν’ αρπάξεις κανένα και εσύ. Τάλλα είναι κοσμικά».

Κάποτε ως λαικός που ήταν, τον είδε κάποιος συνάδελφός του κατά την διάρκεια της Θ. Λειτουργίας πίσω από μία κολώνα του Ναού να είναι δακρυσμένος. Τότε τον ρώτησε: «Συνάδελφε τι σου συμβαίνει; Έχεις ανάγκη από κάποια βοήθεια;». Και ο Σκορδιάς απήντησε: «Να ξέραμε τώρα τι συμβαίνει επάνω στην Αγία Τράπεζα…!». Στο μοναστήρι ποτέ δεν ήθελε τις γνώσεις του πάνω από την υπακοή. Ήταν πολύ ευγενής και χαριτωμένος. Ακόμη και στα μικρά παιδιά μίλαγε στον πληθυντικό και με λόγια γλώσσα.

Παρακάτω παραθέτουμε ένα δείγμα επιστολής του, που απέστειλε σε συνάδελφό του, ο οποίος είχε μικρό βαθμό στο δικαστικό σώμα. Έγραφε:

Εν Τροιζήνι τη 19η Δεκεμβρίου 1985

Αγαπητέ εν Χριστώ αδελφέ κύριε….

Χαίρετε πάντοτε.

Επί τοις Ονομαστηρίοις εύχομαι εκ βάθους καρδίας, όπως ο δοτήρ παντός αγαθού Κύριος και Θεός ημών χαρίζη εις Υμάς και εις άπαντα τα μέλη της οικογενείας Σας έτη πολλά, ευτυχίαν, υγείαν, χαράν, προκοπήν βίου, αρίστευσιν εν παντί και απόκτησιν των αιωνίων αγαθών. Να εισέλθωμεν εις τον Παράδεισον.

Συγχωρήσατε, παρακαλώ, την αργοπορία μου, η οποία οφείλετε κυρίως εις αμέλειάν μου.

Ιδιαιτέραν χαράν προεκάλεσαν εις εμέ η επιστολή Σας και αι μεσταί υψηλών νοημάτων και εννοιών ευχαί Σας. Ευχαριστώ θερμότατα δι’ όλα. Επιθυμώ δε, όπως προσεύχεσθε εις τον Κύριον να με στηρίξη και ενισχύη.

Κατά τας Αγίας ταύτας ημέρας των Χριστουγέννων ας ανυμνώμεν εν ευφροσύνη.

«Χριστός γεννάται˙ δοξάσατε.

Χριστός εξ ουρανών˙ απαντήσατε.

Χριστός επί γης˙ υψώθητε….»

Αισθάνομαι την ανάγκην να επαναφέρω εις την μνήμην Σας τμήματα της εις την γενέθλιον ημέραν του Σωτήρος αναφερομένης ομιλίας του Ιερού Χρυσοστόμου: «Δεύτε ούν, εορτάσωμεν, δεύτε πανυγηρίσωμεν…Σήμερον γαρ ο χρόνιος ελύθη δεσμός, ο διάβολος ησχύνθη, οι δαίμονες εδραπέτευσαν, ο θάνατος ελύθη, παράδεισος ηνεώχθη, η κατάρα ηφανίσθη, η αμαρτία εκποδών γέγονεν, η πλάνη απηλάθη, η αλήθεια επανήλθε, και της ευσεβείας ο λόγος πανταχού διεσπάρη και έδραμεν˙ η των άνω πολιτεία εν τη γη εφυτεύθη, άγγελοι μετά ανθρώπων κοινωνούσι, και άνθρωποι μετά αγγέλων αδεώς διαλέγονται. Διά τι; Επειδή Θεός επί γης ήλθε, και άνθρωπος εν ουρανώ˙ πάντα αναμίξ γέγονε. Ήλθε γαρ επί της γης, όλος ων εν ουρανοίς… Θεός ων, γέγονεν άνθρωπος, ουκ αρνησάμενος το είναι Θεός… Είδες πλούτον εν πενία πολλή; πως πλούσιος ων δι’ ημάς επτώχευσε; πως ούτε κλίνην, ούτε στρωμνήν είχεν, αλλ’ επί ξηράς έρριπτο φάτνης; Ω πενία πλούτου πηγή˙ ω πλούτε άμετρε, πενίας πρόσχωμα φέρων. Εν φάτνη κείται και την οικουμένην σαλεύει˙ εν σπαργάνοις εμπλέκεται, και τα της αμαρτίας διαρρήσσει δεσμά….Τι είπω, ή τι λαλήσω;»

Μεγίστην χαράν θα προσφέρη εις τους Πατέρας και εμέ η επίσκεψή Σας.

Εάν δεν επελύθη εισέτι το θέμα σας, θα με ηυχαρίστη να γνωρίσω διά να καταβληθή προσπάθεια προς επιτυχή έκβασιν.

Μετ’ απείρου εκτιμήσεως χαιρετώ

Μοναχός Γεράσιμος Σκορδιάς».

*

Όπως επί πλέον πληροφορηθήκαμε από έγκυρη πηγή της Μονής της μετανοίας του, ο π. Γερμανός ήταν: «Συνεπέσταστος ως δικαστής. Ακριβέστατος ως Μοναχός. Προσήλθε στην Μονή σε ηλικία 52 ετών. Προχωρημένη ηλικία για έναρξη μοναχικού βίου. Κι όμως ο π. Γερμανός απετέλεσε την εξαίρεση του κανόνα. Διότι ξεκίνησε με φρόνημα αρχαρίου. Ο καταξιωμένος δικαστής ως νέος δόκιμος. Ο άξιος κριτής κάθισε ως ταπεινός μαθητής. Κίνητρο του π. Γερμανού για την είσοδό του στην μοναχική ζωή ήταν η δίψα για συνεχή λατρεία του Θεού και η επιθυμία της αφάνειας. Περιμένε την ώρα και την στιγμή που θα άφηνε την δόξα του Δικαστού για το «λάθε βιώσας» του Μοναχού. Θα το είχε κάνει νωρίτερα. Όμως τόσο ο πνευματικός του π. Επιφάνιος, όσο και ο άγιος Πορφύριος του συνέστησαν να παραμείνη για ορισμένο διάστημα στην δικαστική υπηρεσία.

Και ως λαικός είχε πνεύμα θυσίας για να ξεκουράσει τους άλλους. Το χάρισμα αυτό κορυφώθηκε στην μοναχική του ζωή. Προσευχή για όλο τον κόσμο. Ακούραστη υπομονή στην ακρόαση των ανθρώπων με τα ποικίλα προβλήματα που ένοιωθαν μεγάλη εμπιστοσύνη στον ενάρετο αρχοντάρη. Είχε ένα μεγάλο τετράδιο. Όποιος του έλεγε το πρόβλημά του, έγραφε το όνομά του, ως και τα ονόματα ολοκλήρου της οικογενείας του. Με αυτό το τετράδιο χτυπούσε συνεχώς την πόρτα του ελέους του Θεού.

Στην προσωπική του ζωή λιτότατος. Στο φαγητό, την ενδυμασία, τα πράγματα του κελλιού του. Όλα απλά και παλαιά. Το ράσο, το κομποσχοίνι, η αγία Γραφή και οι λόγοι των Πατέρων ήταν ο πραγματικός θησαυρός του. Σε τίποτε υλικό δεν κόλλησε η καρδιά του. Αυτός που ως δικαστής διαχειριζόταν τον σεβαστό προσωπικό του μισθό, τώρα ρωτούσε και για το ένα ευρώ! «Αφιλαργυρίας τω κόσμω θησαυρούς εναπέθετο». Όταν χρειαζόταν να ακουμπήσει χρήματα ένοιωθες ότι του ήταν κάτι εντελώς ξένο και αδιάφορο. Βάρος από το οποίο βιαζόταν να απαλλαγεί. Αληθινός κήρυκας της ελεημοσύνης. Πρώτα με την ζωή του. Μετά με τον λόγο του. Την συνιστούσε θερμά σε όλους. Κάποιους τους ξάφνιαζε. Ίσως και να τους «τρόμαζε» ο ενθουσιασμός του για την ελεημοσύνη. Όλοι από κοντά του αναχωρούσαν θετικά προβληματισμένοι.

Ορισμένοι από ευχαριστία και εκτίμηση του έκαναν κάποια μικρά δώρα, κάλτσες, παντόφλες, ζακέτες, μπαστούνι κλπ. Όλα τα άφηνε στο Ηγουμενείο. Εάν ο Ηγούμενος έκρινε να του δώσει κάτι, το έπαιρνε με ευγνωμοσύνη. Συχνά όμως δεν το χρησιμοποιούσε αρκούμενος στα παλαιά».

*

Τω όντι, ο π. Γερμανός ήταν μία οσιακή μορφή του αιώνα μας. Βίωνε ειλικρινώς το «λάθε βιώσας». Όσοι τον έβλεπαν, αισθανόντουσαν με τα μεγάλα του μάτια που σε κύτταζε, ότι είναι κάτι το ξεχωριστό. Η ιλαρότητα του προσώπου του κυριολεκτικά σε ενέπνεε. Ο ίδιος βέβαια έκρυβε τα χαρίσματά του και η ταπεινοφροσύνη στόλιζε την προσωπικότητά του. Είναι γεγονός ότι η Χριστοκεντρικότητα διεπότιζε ολάκερη την βιοτή του από λαικός. Προσευχόταν για όλους και για όλα.

Ήταν άνθρωπος της σιωπής, της προσευχής, της ζωντανής λατρείας του Θεού. Αληθώς, ήταν μία καλλιεργημένη, αγιασμένη μορφή, χωρίς θόρυβο και προβολή. Εκοιμήθη προετοιμασμένος πνευματικά, γαλήνια, αγιασμένα. Μάλιστα προ της τελευτής του τις δύο προηγούμενες ημέρες κατάλαβαν οι αδελφοί μοναχοί που ήσαν δίπλα του ότι «έβλεπε καταστάσεις». Έλεγε πριν την κοίμησή του: «Χαίρομαι, χαίρομαι. Και χαίρεται μαζί όλη η κτίσις. Γιατί ένα μέλος από τον κόσμο αυτό πορεύεται προς τον ουρανό».

Τώρα ο π. Γερμανός βρίσκεται στο κήπο του Παραδείσου μαζί με τους αγγέλους. Ας έχουμε την ευχή του.