Μητροπολίτης Βεροίας: Ο Θεός δεν είναι ένας αδιάφορος παρατηρητής όσων συμβαίνουν στον κόσμο

Την Πέμπτη 20 Μαΐου το απόγευμα ο Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων χοροστάτησε στον πανηγυρικό εσπερινό της εορτής των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης και κήρυξε το θείο λόγο στον ομώνυμο Ιερό Ναό στο Λουτρό Ημαθίας.

Ο Σεβασμιώτατος στην ομιλία του τόνισε:

«Επί σε δε φανήσεται Κύριος, και η δόξα αυτού επί σε οφθήσεται. Και πορεύσονται βασιλείς τω φωτί σου και έθνη τη λαμπρότητί σου».

Οι προφητικοί αυτοί λόγοι του Ησαίου του προφήτου μπορούν να περιγράψουν το θαύμα που έζησε ο άγιος Κων­σταντίνος, τον οποίο τιμά και πα­νηγυρίζει η Εκκλησία μας και ιδιαι­τέρως η ενορία σας, μαζί με τη μητέρα του, την αγία Ελένη, ως θεοστέπτους και ισαποστόλους. Και το θαύμα αυτό, της εμφανί­σεως, δηλαδή, στον ουρανό του τιμίου Σταυρού και της φωνής που ακούσθηκε να λέει «εν τούτω νίκα» και προέτρεπε τον Κων­στα­ντίνο, λίγο πριν από την κρίσιμη μάχη εναντίον του συναυτοκρά­τορός του Μαξεντίου να αγωνιστεί και να νικήσει με τη δύναμη του Σταυρού, άλλαξε τη ζωή και του νεαρού Ρωμαίου αυτοκράτορος αλλά και του κόσμου ολοκλήρου.

Γιατί ο Κωνσταντίνος ακολουθώ­ντας την ουράνια προτροπή, με τη βοήθεια του Σταυρού, του συμβό­λου μιας θρησκείας στην οποία δεν πίστευε μέχρι τότε, μιάς θρησκείας την οποία όλοι οι προκάτοχοί του δίωξαν σκληρά, απαγορεύοντας τη λατρεία του αρχηγού της, του Χρι­στού, και οδηγώντας όσους πίστευ­αν σε αυτόν, εκατομμύρια δηλαδή χριστιανούς, στις κατακόμβες και στο μαρτύριο, κατόρθωσε να νική­σει τον αντίπαλό του Μαξέντιο.

Η αναγνώριση της θείας επεμ­βάσεως από τον νικητή αυτοκράτορα Κωνσταντίνο οδήγησε τόσο στην αναγνώριση της χριστιανικής πίστεως ως ελευθέρας στη ρωμαϊκή αυτοκρατορία, θέτοντας τέρμα στους απάνθρωπους διωγμούς, όσο και στην προσωπική μεταστροφή του, καθώς πίστευσε στον Χριστό, στον οποίο πίστευε ήδη η ευσεβής μητέρα του, η αγία Ελένη, και πορεύθηκε στο εξής και στη ζωή του και στη διακυβέρνηση της αυτο­κρατορίας ως πιστός χριστια­νός.

Η μεταστροφή του Μεγάλου Κων­σταντίνου από την ειδωλο­λα­τρεία στον Χριστό είναι όντως ένα μέγιστο θαύμα του Θεού, γιατί όσο και αν δεν μπορούμε να το συλλά­βουμε, πρόκειται για μία τεράστια προσωπική αλλαγή, που έκανε αυτόν που την ενστερνίσθηκε και την έζησε να αλλάξει τα πάντα όχι μόνο στην ψυχή του, αλλά και στην αυτοκρατορία την οποία διοικούσε. Γιατί ο Μέγας Κωνσταντίνος ανέ­τρε­ψε ο,τι έκαναν όλοι οι προ­κάτο­χοί του εναντίον των χριστια­νων, και αντί να τους διώκει και να τους απαγορεύει να λατρεύουν τον Χρι­στο, τους υποστήριξε και τους ενίσχυσε ακόμη και στην αντιμε­τώπιση των αιρέσεων, συγκα­λω­ντας ο ίδιος και προεδρεύοντας στην Α´ Οικουμενική Σύνοδο.

Η μεταστροφή του αγίου Κων­σταντίνου διά του θαυμαστού ορά­ματος το οποίο του αποκάλυψε ο Θεός δεν αποτελεί ένα τυχαίο γε­γο­νος. Αποτελεί απόδειξη της μερίμνης του Θεού για τη σωτηρία των ανθρώπων αλλά και για το καλό της Εκκλησίας του.

Ο Θεός δεν είναι ένας αδιάφορος παρατηρητής όσων συμβαίνουν στον κόσμο. Είναι παρών στη ζωή του καθενός μας και φυσικά στη ζωή της Εκκλησίας. Άλλωστε η ενανθρώπηση του Χριστού και η ίδρυση της Εκκλησίας του, που έχει σκοπό να συμβάλλει στη σω­τηρία των ανθρώπων, αποδεικνύει τη διαρκή μέριμνά του για τους ανθρώπους. Και επειδή κάθε αν­θρω­πος είναι μία διαφορετική προ­σωπικότητα και έχει μία δια­φορετική πορεία, ο Θεός, ο οποίος «πάντας ανθρώπους θέλει σωθή­ναι και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν», προσφέρει στον κάθε άνθρωπο την κατάλληλη ευκαιρία στην κατάλληλη χρονική στιγμή, προκειμένου να τον κερδίσει κοντά του και να τον σώσει.

Το όραμα του Σταυρού, που είδε ο άγιος Κωνσταντίνος, ήταν μία απο­λύτως προσωπική κλήση που ήρθε στην κατάλληλη στιγμή και δεν θα μπορούσε να απευθύνεται σε κανέναν άλλο παρά μόνο σε έναν αυτοκράτορα σαν και εκεί­νον, σε μία τόσο κρίσιμη για την εξέλιξη της ζωής του στιγμή.

Αυτό ακριβώς δείχνει την αγάπη και το ενδιαφέρον του Θεού, αλλά δείχνει και τη δική μας ευθύνη να αξιοποιούμε όποια ευκαιρία μας προσφέρει ο Θεός και με όποιον τρόπο μας την προσφέρει. Είτε μας την προσφέρει μέσω κάποιου αν­θρω­που, είτε μέσω των ιερών μυστηρίων της Εκκλησίας μας, είτε μέσω ενός γεγονότος στην καθημερινότητά μας, είτε ακόμη μέσω μιάς δοκιμασίας, μιάς ασθε­νείας προσωπικής ή οικογενεια­κης, είτε ακόμη και μέσω αυτής της δοκιμασίας που αντιμετωπίζει όχι μόνο η πατρίδα μας αλλά και όλος ο κόσμος με την πανδημία του κορωνοιού.

Αν όλα αυτά τα αντιμετωπίζουμε ως ευκαιρίες που μας δίδει ο Θεός όχι για να απογοητευόμεθα αλλά για να τις αξιοποιούμε, τότε θα μπορέσουμε να συνδεθούμε στενό­τερα μαζί του, ώστε να ζήσουμε την εν Χριστώ ζωή και να κερ­δι­σουμε και τη σωτηρία μας, την οποία κέρδισε και ο άγιος Κων­σταντίνος, και απολαμβάνει τώρα μαζί με την ευσεβή και αγία μητέρα του, την αγία Ελένη, τη χαρά της αιωνίου ζωής και της βασιλείας του Θεού, η οποία είναι ασυγκρί­τως ανώτερη από τις χαρές τις οποίες απήλαυσαν ως επίγειοι βα­σιλείς, διότι ο Θεός για όσους τον αγαπούν έχει ετοιμάσει «α οφθαλμός ουκ οίδε και ούς ουκ ήκουσεν και επί καρδίαν ανθρώπου ουκ ανέβη». Επομένως ούτε οι βασιλείες ούτε τα αξιώματα ούτε οι τιμές ούτε τίποτε άλλο δεν μπορούν να συγκριθούν με αυτά που έχει ετοιμάσει ο Θεός γι᾽ αυτούς οι οποίοι τον αγαπούν. Και εύχομαι να μας αξιώσει όλους μας να τα απολαύσουμε. Αμήν.