Μητροπολίτης Βεροίας: Ας υπομέ­νουμε τους πειρασμούς που επιτρέπει ο Θεός

Την Κυριακή 21 Φεβρουαρίου (Τελώνου και Φαρισαίου) ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων λειτούργησε και κήρυξε το θείο λόγο στον Ιερό Ναό Κοιμήσεως Θεοτόκου Ναούσης.

Στην ομιλία του ο Σεβασμιώτατος τόνισε:

«Παρηκολούθηκάς μου τη διδα­σκαλία, τη αγωγή, τη προθέσει, τη πίστει, τη μακροθυμία, τη αγάπη, τη υπομονή, τοις διωγμοίς, τοις παθήμασιν».

Πρώτη Κυριακή του Τριωδίου ση­μερα, πρώτη Κυριακή της προει­σοδίου περιόδου της Αγίας και Με­γάλης Τεσσαρακοστής, που ει­ναι γνωστή σε όλους μας με τα ονό­ματα των δύο πρωταγωνιστών της σημερινής ευαγγελικής παραβο­λης, της παραβολής του Τελώνου και του Φαρισαίου. Όμως οι πρω­τα­γωνιστές της σημερινής Κυρια­κης δεν είναι μόνο δύο, δεν είναι ο λαλίστατος Φαρισαίος και ο σιω­πη­λος Τελώνης. Είναι και ένας ακόμη, αυτός που ομιλεί προς τον μαθητή του, τον επίσκοπο Εφέσου Τιμόθεο, και δεν είναι άλλος από τον πρωτοκορυφαίο απόστολο Παύ­­λο, τον οποίο ακούσαμε να λέγει στον Τιμόθεο: «Παιδί μου, Τιμόθεε, «πα­ρα­κολούθησες τη διδασκαλία μου, τη συμπεριφορά μου, τις προθέσεις μου, την πίστη μου, τη μακροθυμία μου, την αγάπη μου, την υπομονή μου, τους διωγμούς και τα παθήματά μου».

Έναν απολογισμό της ζωής του, μία απαρίθμηση όσων έκανε και υπέμεινε, κάνει ο μέγας απόστο­λος. Και ίσως κάποιος ρωτήσει: Γιατί, αλήθεια, τα απαριθμεί; Γιατί αναφέρει στη συνέχεια όλους τους τόπους στους οποίους ταλαιπωρή­θηκε, διώχθηκε, φυλακίσθηκε, λι­θο­­βολήθηκε; Αφού όλα αυτά τα γνωρίζει ο Τιμόθεος, ο οποίος πα­ρα­κολούθησε από μικρό παιδί τη ζωή και την αναστροφή του και τον ακολούθησε ως συνέκδημος και συνεργός του στις αποστολικές του περιοδείες.

Και ίσως κάποιοι ακόμη ρωτή­σουν: Σε τι διαφέρει ο απολογισμός του αποστόλου από εκείνον του Φαρισαίου; Και γιατί ο ένας επαι­νείται και ο άλλος κατακρίνεται; Γιατί ο ένας προβάλλεται ως προ­τυπο και ο άλλος ως παράδειγμα προς αποφυγή;

Μπορεί, βέβαια, αν κρίνουμε επιφανειακά, να υπάρχει κάποια ομοιότητα ανάμεσα στους δύο απο­λογισμούς, αλλά αν τους συγκρί­νου­με προσεκτικότερα, θα διαπι­στω­σουμε την αβυσσαλέα διαφορά που τους χωρίζει, όπως χωρίζει και τους δύο ομιλητές και τις προσω­πικότητές τους.

Ο απόστολος Παύλος δεν κάνει τον απολογισμό ούτε για να εντυ­πω­σιάσει κάποιον ούτε για να καυ­χηθεί. Απευθύνεται ως πατέρας στον κατά πνεύμα υιό του και αυτό που επιδιώκει, υπενθυμίζοντάς του όσα έχει περάσει στη διακονία του Ευαγγελίου, είναι να του δι­δάξει ότι ο δρόμος της πίστεως και πολύ περισσότερο της αφιερώσεως στη διακονία του Ευαγγελίου δεν είναι εύκολος. Είναι «στενή και τεθλιμμένη η οδός», και χρειάζεται αυτός που θα αποφασίσει να την βαδίσει, αφενός να είναι προετοι­μα­σμένος για όσα πρόκειται να συναντήσει και αφετέρου να υπο­μένει με καρτερία και μακροθυμία και τους πειρασμούς και τους διωγμούς αλλά και τις ανάρμοστες πολλές φορές συμπεριφορές των ανθρώπων, οι οποίες φέρνουν τους διακόνους του Ευαγγελίου σε δύσκολη θέση και κάποιες φορές τους απογοη­τεύουν. Και ο λόγος για τον οποίο ο απόστολος μπορεί να αντιμετω­πίζει όλα αυτά με υπομονή είναι η εμπιστοσύνη στον Θεό.

Ο απόστολος Παύλος δεν καυχά­ται ότι όλα όσα απαριθμεί είναι δικά του κατορθώματα, αλλά δη­λώνει ευθαρσώς ότι «εκ πάντων με ερρύσατο ο Κύριος». Αποδίδει, δη­λα­δη, την αιτία της σωτηρίας του στον Θεό και τον δοξάζει όχι μόνο για αυτήν, αλλά και για την υπομονή, τη μακροθυμία και την αγάπη που του χάρισε προκειμένου να αντιμετωπίσει τις δυσκολίες του, διότι ο απόστολος πιστεύει ακράδαντα ότι για όλα είναι ανα­γκαία η χάρη του Θεού και ότι οι αρετές του ανθρώπου είναι καρπός του Παναγίου Πνεύματος.

Γι᾽ αυτό και όταν καυχάται «εν τοις παθήμασί» του, δεν καυχάται για τον εαυτό του, αλλά για τη χάρη του Θεού που τον αξίωσε να πάθει υπέρ του ονόματός του, για τη χάρη η οποία «εν ασθενεία» και όχι «εν δυνάμει» τελειούται.

Αντίθετα, ο Φαρισαίος κάνει τον απολογισμό των έργων και των αρετών του όχι για να δοξάσει τον Θεό, αλλά για να καυχηθεί ο ίδιος και να προβάλλει τον εαυτό του. Η ευχαριστία του προς τον Θεό δεν είναι ευχαριστία για τη βοήθειά του, αλλά μέσο αυτοδικαιώσεως, το οποίο απαλείφει και τις όποιες ενάρετες πράξεις και συνήθειές του με την κατάκριση και την καταδίκη των άλλων ανθρώπων.

Δύο άνθρωποι, δύο απολογισμοί. Ο ένας προιόν ταπεινώσεως και αυ­τογνωσίας, ο άλλος εγωισμού και υπερηφανείας. Ο ένας αιτία ειλι­κρινούς ευχαριστίας προς τον Θεό, ο άλλος υποκριτικής αυτο­προ­­βολής. Ο ένας πρότυπο μιμή­σεως, ο άλλος παράδειγμα προς αποφυγήν. Ο ένας ο πρωτοκορυ­φαί­ος και μέγας απόστολος Παύ­λος, ο άλλος ο κατακριθείς Φαρι­σαίος. Ποιόν θα αποφύγουμε και ποιόν θα ακολουθήσουμε;

Ας αποφύγουμε τον τρόπο του Φαρισαίου και ας μιμηθούμε τον τρόπο του αποστόλου. Ας υπομέ­νουμε τους πειρασμούς και τις δο­κιμασίες που επιτρέπει ο Θεός να μας επισκεφθούν. Και ας μην ξε­χνού­με να τον ευχαριστούμε για την σωτηρία που μας προσφέρει από τις δοκιμασίες της ζωής μας για να αξιωθούμε διά της υπομο­νης και της χάριτός του και της αιωνίου σωτηρίας, μαζί με τον πρωτοκορυφαίο απόστολο αλλά και μαζί με τον ταπεινόφρονα και μετανοήσαντα σήμερα Τελώνη, του οποίου την ταπείνωση και τη μετάνοια πρόβαλε το σημερινό ευαγγέλιο.