Μητροπολίτης Σεβαστιανός, ένας φωτεινός Ιεράρχης

του Μητροπολίτου Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου Ιεροθέου

Χθες, 18 Δεκεμβρίου, εόρταζε ο μακαριστός Μητροπολίτης Δρυινουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης Σεβαστιανός, ο οποίος κοιμήθηκε στις 12 Δεκεμβρίου του 1994, πριν 26 χρόνια. Και στην μνήμη αυτού του ευλογημένου Μητροπολίτου θα ήθελα να παραθέσω μερικές από τις αναμνήσεις μου από τον μεγάλο αυτόν Μητροπολίτη της Εκκλησίας μας, από παλαιότερη ομιλία μου.

1. Ιεροκήρυξ της Ιεράς Μητροπόλεως Ιωαννίνων

Οι ενθυμίσεις που έχουμε από την παιδική μας ηλικία, αρνητικές και θετικές, παίζουν σημαντικό ρόλο στην ζωή μας, γενικά στην όλη μετέπεια εξέλιξή μας. Αυτές καθορίζουν τον τρόπο σκέψεώς μας, αυτά τα βιώματα μας εμπνέουν καθ’ όλη την διάρκεια του ανθρωπίνου βίου μας. Τα πρότυπα τα οποία βρίσκονται μπροστά μας μας επηρεάζουν σημαντικά και μας εμπνέουν.

Ένα τέτοιο πρόσωπο των παιδικών, νεανικών και φοιτητικών μου χρόνων είναι ο π. Σεβαστιανός. Τον θυμάμαι όταν ήλθε ως διάκονος στα Ιωάννινα, την γένετειρά μου, τον θυμάμαι έντονα κατά την χειροτονία του σε Πρεσβύτερο στον Μητροπολιτικό Ναό των Ιωαννίνων από τον Μητροπολίτη Ιωαννίνων κυρό Δημήτριο, και έκτοτε τον έβλεπα στους άμβωνες των Ιερών Ναών να ομιλή, αλλά και στις εξομολογήσεις να μας συμβουλεύη διακριτικά και κατάλ­ληλα.

Ήταν υψηλός στο ανάστημα, λεπτός στο σώμα, ιεροπρεπής και σοβαρός στην συμπεριφορά του, νουνεχής και γλυκύτατος. Κατά τις ιερές ακολουθίες, κυρίως κατά την θεία Λειτουργία, ενέπνεε όλους τους παρευρισκομένους, και σε αυτό τον βοηθούσε πολύ το παράστημά του, τα ωραία χαρακτηριστικά του προσώπου του, η θαυμάσια φωνή του, το εκπληκτικό ψάλσιμό του, η ευπρέπειά του, η πνευματικότητά του και το ρητορικό χάρισμά του. Ο Θεός συγκέν­τρωσε επάνω του τα πιο εκπληκτικά χαρίσματα. Ο π. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος όταν τον είδε για πρώτη φορά να λειτουργή είπε: «Αυτός “μαγεύει” το εκκλησίασμα κατά την θεία Λειτουργία».

Έχω την εντύπωση ότι όλην την θαυμάσια παρουσία του κατά την θεία Λειτουργία, δηλαδή τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούσε, τα είχε προσλάβει από τον Προιστάμενο του Ιερού Ναού του αγίου Κωνσταντίνου Ομονοίας Αθηνών Αρχιμανδρίτη Χρυσόστομο Ταβ­λα­δωράκη, τον μετέπειτα Μητροπολίτη Αργολίδος και κατόπιν Μητροπολίτης Πειραιώς, αφού όταν ο π. Χρυσόστομος υπηρετούσε ως Εφημέριος στον Ιερό Ναό του Αγίου Κωνσταντίνου, ο Σεβα­στιανός ως λαικός και φοιτητής Θεολογίας ήταν νεωκόρος του Ιερού Ναού. Φαίνεται ότι εντυπωσιά­σθηκε από την ιεροπρέπεια του π. Χρυσοστόμου, αλλά και την ρητορία του.

Πέρα από την όλη ιεροπρέπειά του είχε και προσευχητικό νού, εσωτερική κατάνυξη, έκφραση της αγαπώσης καρδίας του, και κατά την διάρκεια της θείας Λειτουργίας ήταν σοβαρός, νουνεχής, προσεκτικός, ήταν μια χερουβική προσευχητική ύπαρξη, που δεν ανεχόταν συζητήσεις και ανάρμοστες συμπεριφορές.

Μαζί με την ιεροπρέπεια και την κατανυκτικότητά του στην θεία Λειτουργία ήταν και ένας εκπληκτικός Ιεροκήρυκας, ένα πραγματικό αηδόνι του άμβωνος, δυναμικός και εκρηκτικός, αλλά συγχρόνως και πνευματικός. Η καθαρότητα της φωνής του, η ορθή άρθρωση του λόγου του, το ρητορικό του χάρισμα, ο χειμαρρώδης λόγος του, τα ρητορικά σχήματα που χρησιμοποιούσε, η καλλιέπεια της γλώσσης που άλλοτε ήταν η απλή καθαρεύουσα και άλλοτε ο λόγιος εκκλησιαστικός λόγος, ανάλογα με την περίπτωση, οι αρμονικές και πολλές φορές δυνατές κινήσεις των χεριών του, τα σπινθηροβόλα, έξυπνα και φλογερά του μάτια, και πολλά άλλα, τον έκαναν να αστράφτη πάνω στον άμβωνα, ως ένας άγγελος που αναγγέλλει την ανάσταση του Χριστού ή ως Προφήτης που καλεί σε μετάνοια, και να αιχμαλωτίζη όλους τους ακροατές του. Το κήρυγμά του είχε πνευματικό περιεχόμενο και όλα αυτά καθήλωναν το ακροατήριο.

Η παρουσία του στους Ναούς ήταν αντικείμενο σχολιασμού, ακόμη και στα καφενεία. «Το είπε ο Σεβαστιανός» έλεγαν. Όταν περπατούσε στον δρόμο τον πρόσεχαν όλοι με σεβασμό και τιμή, και οι άνθρωποι που κάθονταν στα καφενεία σηκώνονταν και τον χαιρετούσαν.

Δεν μπορούσε άλλος Ιεροκήρυξ να σταθή στα Ιωάννινα. Όποιος τον άκουγε λίγο ή πολύ δεν μπορούσε έκτοτε να ικανοποιηθή από άλλους Ιεροκήρυκας. Αυτό το έβλεπα και στην ζωή μου. Κατά τα φοιτητικά μου χρόνια στην Θεσσαλονίκη άκουγα διαφόρους Ιεροκήρυκας, αλλά εγώ, έχοντας ως πρότυπο τον π. Σεβαστιανό, δεν μπορούσα να ικανοποιηθώ από κανέναν.

Ως Πνευματικός Πατέρας εκδήλωνε άλλα γνωρίσματα από εκείνα που βλέπουμε στον άμβωνα κατά την διάρκεια του κηρύγ­ματος, ήτοι συνδύαζε την αρχοντική αγάπη με το φιλότιμο, την τρυφερότητα με την αρρενωπότητα, το ολιγόλογο με την ειλικρίνεια, το ενδιαφέρον του για όλους με τον σεβασμό της ελευθερίας του καθενός, την αριστοκρατικότητα με την απλότητα. Ήταν ένας Πνευματικός Πατέρας με σοβαρότητα γνώμης και πληθωρική αρρενωπή αγάπη. Όλα αυτά τα χαρίσματα τα εκδήλωνε στην κατήχηση και την εξομολόγηση, στους περιπάτους που τον συνοδεύαμε και στις εκδρομές, στην εξοχή και τους κλειστούς χώρους. Ήταν πάντα χαρούμενος, γελαστός, με έναν λόγο ένας πνευματικός ηγέτης.

Χαιρόμουν που είχα έναν τέτοιο Πνευματικό Πατέρα, γιατί ξέφευγε από τον στοχαστή και τον ευσεβιστή Ιεροκήρυκα, και έβλεπα μπροστά μου έναν αληθινό άνθρωπο και έναν ιδανικό Κληρικό. Ιδίως, όταν αργότερα έγινα φοιτητής, συζητούσα μαζί του πιο ελεύθερα και ειλικρινά, εκείνος άκουγε τις απόψεις μου και με την ισχυρά επιχειρηματολογία του, όταν έπρεπε, τις αντέκρουε, και άλλοτε τις δεχόταν με πνεύμα αυτομεμψίας, γενικά με αντιμετώπιζε με ευγενικό τρόπο.

Όταν ως μαθητής και αργότερα ως φοιτητής με ρωτούσαν οι άλλοι ποιόν έχω Πνευματικό Πατέρα, εγώ έλεγα το όνομά του με καμάρι και θαυμασμό. Θυμάμαι ότι έκανα συγκρίσεις με άλλους Πνευματικούς Πατέρες που γνώρισα κατά την διάρκεια της φοιτητικής μου ζωής και έβλεπα το μεγαλείο του, και γι’ αυτό δόξαζα τον Θεό που έφερε στην ζωή μου τον π. Σεβαστιανό.

Πρέπει να υπογραμμίσω ότι τις απόψεις μου αυτές για τον π. Σεβαστιανό που σχημάτισα κατά την παιδική, νεανική και εφηβική μου ηλικία δεν τις άλλαξα μέχρι το τέλος της ζωής του, που σημαίνει ότι ήταν αντικειμενικές και όχι εξιδανικευμένες. Ο π. Σεβαστιανός ήταν ένας χαρισματικός Ιεροκήρυκας και άνθρωπος.

2. Μητροπολίτης Δρυινουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης

Όταν ήμουν τριτοετής φοιτητής της Θεολογικής Σχολής Θεσσαλονίκης πληροφορήθηκα με θαυμασμό και υπερβολική χαρά την ανάδειξη του Πνευματικού μου Πατέρα σε Μητροπολίτη Δρυινουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης. Εκείνη η περίοδος ήταν εξεταστική και γι’ αυτό δεν μπόρεσα να παρευρεθώ στην χειροτονία του που έγινε στην Αθήνα, αλλά παρακολούθησα με έκδηλη χαρά ένα μέρος της χειροτονίας του από το ραδιόφωνο.

Την εποχή εκείνη δεν υπήρχαν τα σημερινά μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, αλλά μπόρεσα να συγκεντρώσω όλα όσα είχαν γραφή στις εφημερίδες της εποχής εκείνης για την εκλογή του και την χειροτονία του, βρήκα τις φωτογραφίες από την χειροτονία του και χαιρόμουν να βλέπω το ιλαρό, αριστοκρατικό και μεγαλοπρεπές πρόσωπό του.

Ενώ ήταν στα Ιωάννινα, αφιερωμένος στο ποι­μαντικό του έργο, πληροφορήθηκε για την εκλογή του σε Μητρο­πολίτη, χωρίς να το αναμένη και αισθάνθηκε βαθύτατη θλίψη, ήταν δε αποφασισμένος να μη δεχθή την εκλογή του. Παρακαλούσε για πολλή ώρα τον τότε Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και Πάσης Ελλάδος Ιερώνυμο με δάκρυα στα μάτια, γονατισμένος στα πόδια του να ανακληθή αυτή η απόφαση, εξεδήλωσε την επιθυμία του να μην αποδεχθή την εκλογή του.

Επειδή ο Αρχιεπίσκοπος δεν δέχθηκε την παράκλησή του, με την απειλή ότι αν δεν δεχθή την εκλογή του, θα τιμωρηθή, έγινε η χειροτονία του σε Επίσκοπο μέσα σε βαθύτατη θλίψη του και ο χειροτονητήριος λόγος του ήταν λιτός, σύντομος, δωρικός και κατ’ εξοχήν πατερικός, που έδειχνε έναν άνθρωπο που δεν είχε ποτέ στον νού του αυτήν την ώρα, δεν είχε σκεφθή ποτέ την εκλογή του σε Μητροπολίτη, έδειχνε έναν άνθρωπο που δεν ήθελε αυτήν την εκκλησιαστική τιμή, αλλά τον είλκυε περισσότερο η θέση του Ιεροκήρυκα.

Αυτό το περιστατικό είναι σπάνιο στην εκκλησιαστική ιστορία, όχι μόνον στα νεώτερα χρόνια, αλλά και στα παλαιότερα, όσο σπάνιος ήταν και ο π. Σεβαστιανός, ως άνθρωπος και Κληρικός. Η πρακτική είναι να γνωρίζη ο υποψήφιος για την εκλογή του και να δίνη αμέσως το μικρό μήνυμα ενώπιον των εκλεκτόρων Αρχιερέων και να τους ευχαριστή για την προτίμησή τους στο πρόσωπό του. Ο π. Σεβαστιανός όχι μόνον δεν έκανε αυτό, αλλά προχώρησε και πιο πέρα, δηλαδή δεν ήθελε την εκλογή του, και έκλαιγε γι’ αυτήν, και στην συνέχεια μετά την χειροτονία του έπεσε σε βαθύτατη θλίψη. Αυτή η στάση του δεν έδειχνε έλλειψη σεβασμού στην Χάρη της Αρχιερωσύνης, αλλά φανέρωνε ότι ήταν κάτι ξαφνικό και δεν το είχε ποτέ στον νού του, δεν το σκεπτόταν, και δεν το επιθυμούσε.

Μετά την χειροτονία του σε Μητροπολίτη τον συνάντησα στα Ιωάννινα, όταν ήλθε για να γίνη η ενθρόνισή του και να αρχίση το ποιμαντικό του έργο στην δύσκολη περιοχή της Ιεράς Μητροπόλεως Δρυινουπόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης. Εκείνο που μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση ήταν ότι ο αγαπητός και πεφιλημένος μας Ιερο­κήρυξ, ο π. Σεβαστιανός, μετά την χειροτονία του σε Μητροπολίτη, έχασε το παιδικό του πρόσωπο, την ιλαρότητα του προσώπου του, το ελκυστικό και εκπληκτικό χαμόγελό του, το χαρούμενο του χαρα­κτήρος του και φαινόταν πολύ λυπημένος. Δεν χάρηκε καθόλου την ανάδειξή του στον αρχιερατικό βαθμό και το εκδήλωνε φανερά σε όλους, χωρίς να το κάνη προσποιητά και υποκριτικά.

Συμμετείχα στην ενθρόνισή του στην έδρα της Ιεράς Μητρο­πόλεως, το Δελβινάκι, με έκδηλη χαρά, γιατί αισθανόμουν ότι αυτός ο Κληρικός με τα εκπληκτικά προσόντα που διέθετε ήταν γεννημένος για να γίνη Μητροπολίτης. Όταν αργότερα γνώρισα πολλούς Μητροπολίτες και έκανα συγκρίσεις, κατέληξα στο συμπέρασμα ότι στον π. Σεβαστιανό άξιζε μια μεγάλη Μητρόπολη για να εκδηλώση όλα τα πολυποίκιλα χαρίσματά του.

Μετά την ακολουθία της ενθρονίσεώς του με παρακάλεσε να μείνω μαζί του τις πρώτες ημέρες στην Κόνιτσα και να τον βοηθήσω στα πρώτα βήματα της επισκοπικής του διακονίας. Μέχρι τότε τον αγαπούσα πολύ, αλλά τον σεβόμουν απεριόριστα, και αισθανόμουν δέος απέναντί του, τώρα όμως για μια ολόκληρη εβδομάδα παρέμεινα μαζί του στο Επισκοπείο στην Κόνιτσα, μαζί με μερικούς άλλους, συμμετέχοντας στην πρωινή και βραδυνή προσευχή, στο τραπέζι και ακολουθώντας τον Μητροπολίτη στις πρώτες περιοδείες του, κάνοντας χρέη ιεροψάλτη.

Αυτό για μένα ήταν μια ονειρώδης κατάσταση. Το ίδιο αισθανόμουν και κάθε φορά που κατά τις διακοπές ως φοιτητής πήγαινα στην Κόνιτσα να εξομολογηθώ, να συζητήσω μαζί του, να ευρεθώ στο ίδιο τράπεζι και να ακούσω τα σοφά του λόγια. Αισθανόμουν μεγάλη τιμή που είχα Πνευματικό Πατέρα έναν τέτοιο λαμπρό Ιεράρχη.

Ο π. Σεβαστιανός ήταν ένας αληθινός Επίσκοπος που θυσια­ζόταν στην επισκοπική του διακονία. Ίδρυσε Γηροκομείο, Οικο­τροφεία, βοηθούσε ποικιλοτρόπως τους ανθρώπους, εξομολογούσε, περιόδευε και στα πιο δυσπρόσιτα χωριά για να λειτουργήση, να ομιλήση, να συζητήση με τους ανθρώπους στις πλατείες.

Αυτός χαιρόταν όλη αυτήν την διακονία, αλλά εγώ αισθανόμουν ότι δεν τον χωρούσε αυτός ο μικρός τόπος, έπρεπε να ήταν αλλού. Δεν ήταν δυνατόν ένας τέτοιος χαρισματούχος και εκπληκτικός Επίσκοπος να λειτουργή σε μικρές Εκκλησίες, με λίγο κόσμο, με αγράμματους Ιερείς, με κακόφωνους ψάλτες, με δύσκολες συνθήκες μεταβάσεως και μεταφοράς. Αλλά το θέλημα του Θεού ήταν αυτό και εκείνος υποτασσόταν με χαρμολύπη.

3. Η αδελφική φιλία των δύο Πνευματικών μου Πατέρων

Απήλαυσα τον π. Σεβαστιανό κατά την νεανική μου ηλικία, τον παρακολουθούσα ως Μητροπολίτη της Ιεράς Μητροπόλεως Δρυι­νου­­πόλεως, Πωγωνιανής και Κονίτσης, αφού πολλές φορές πήγαινα εκεί, αλλά δεν τον χάρηκα ως μέλος της Ιεραρχίας για να δω τον τρόπο με τον οποίο συμπεριφερόταν κατά τις Συνεδριάσεις της Ιεράς Συνόδου και της Ιεραρχίας. Εκλέχθηκα Μητροπολίτης έξι μήνες μετά την οσιακή κοίμησή του, αν και ο ίδιος ενδιαφερόταν για μένα να γίνω Μητροπολίτης.

Ωστόσο, όμως, παρακολουθούσα την παρουσία του στην Ιερά Σύνοδο εμμέσως μέσα από τις διηγήσεις του μετέπειτα Γέροντά μου Μητροπολίτου Εδέσσης αγίου Καλλινίκου, με τον οποίο ήταν στενά συνδεδεμένοι και είχαν κοινές απόψεις για τα φλέγοντα εκκλησιαστικά θέματα της εποχής τους.

Η περάτωση των γυμνασιακών μου σπουδών στο Αγρίνιο έγινε αιτία να γνωρίσω τον τότε Πρωτοσύγκελλο της Ιεράς Μητροπόλεως Αρχιμ. π. Καλλίνικο και μετέπειτα Μητροπολίτη της Ιεράς Μητροπό­λεως Εδέσσης, Πέλλης και Αλπωπίας. Μετά την αποφοίτησή μου από την Θεολογική Σχολή Θεσσαλονίκης, με την ευχή του π. Σεβα­στιανού, αποδέχθηκα την πρόσκληση του Μητροπολίτου Εδέσσης να πάω στην Έδεσσα της Μακεδονίας, αντί στην Κόνιτσα της Ηπείρου. Ο π. Σεβαστιανός εξυμνούσε τον Καλλίνικο, ο οποίος εκλέχθηκε Μητροπολίτης σχεδόν ένα μήνα μετά από αυτόν, για την άσκησή του, την ευφυία του, το εκκλησιαστικό του φρόνημα και την έντονη πνευματικότητά του.

Η μετάβασή μου στην Έδεσσα έγινε αφορμή να γνωρισθούν οι δύο Μητροπολίτες ακόμη περισσότερο, πράγμα που με χαρο­ποιούσε πολύ. Η συνεργασία τους στην Ιερά Σύνοδο και η διαρκής επικοινωνία τους, τόσο στην Έδεσσα όσο και στην Κόνιτσα με ικανοποιούσε πολύ. Έβλεπα με κρυφή χαρά τους δύο Πνευματικούς μου Πατέρας να έχουν μια θαυμαστή συνεργασία και μια στενή επικοινωνία μεταξύ τους, για την οποία είχα συντελέσει κι εγώ.

Κατά την χειροτονία μου σε διάκονο ο π. Σεβαστιανός ήλθε στην Εδεσσα, ομίλησε θαυμάσια, έμενε στο Μητροπολιτικό Οίκημα, μου δόθηκε η ευκαιρία να τον διακονήσω, με συμβούλευσε κατάλληλα. Η διέλευσή του από την Έδεσσα κάθε φορά που πήγαι­νε στο Άγιον Όρος ήταν πηγή χαράς και ευχαριστήσεως. Η μετάβασή μας -του Καλλινίκου και εμού- στην Κόνιτσα για να συμμετάσχουμε στην πανήγυρη του αγίου Κοσμά του Αιτωλού ήταν μια θαυμάσια ευκαιρία να αναπτυχθή ακόμη περισσότερο η φιλία τους. Κι εγώ χαιρόμουν, γιατί έγινα αφορμή να συνδεθούν στενά οι δύο αυτοί άγιοι Ιεράρχες.

Ο Μητροπολίτης Εδέσσης άγιος Καλλίνικος χαιρόταν γιατί είχε προσωπικό φίλο και αδελφό τον Μητροπολίτη Δρυινουπόλεως Σεβαστιανό. Όταν επέστρεφε από την Ιερά Σύνοδο και την Ιεραρχία πάντοτε μου διηγείτο περιστατικά που έδειχναν τα χαρίσματα του π. Σεβαστιανού. Μου έλεγε ότι όταν μιλούσε ο Σεβαστιανός όλοι οι Ιεράρχες σιωπούσαν και τον παρακολουθούσαν με προσοχή. Ο λόγος του ήταν νηφάλιος, ευγενικός, γλυκύς, συγκροτημένος, διακριτικός. Ο άγιος Καλλίνικος καυχόταν για τον αδελφικό του φίλο.

Ως χαρακτήρες ήταν διαφορετικοί, αλλά τους συνέδεε περισσότερο η αγάπη τους για τον Θεό και την Εκκλησία. Ο άγιος Καλλίνικος ήταν λεπτοκαμωμένος, θύμιζε ασκητή του Αγίου Όρους, ήταν λεπτός στα αισθήματά του, ταπεινός στην συμπεριφορά του, διακριτικός στις κινήσεις του, και περισσότερο διπλωματικός στην αντιμετώπιση διαφόρων γεγονότων. Ο μακαριστός Σεβαστιανός ήταν μεγαλο­πρεπής στην συμπεριφορά του, ευθύς στον λόγο του, εξέφραζε με ειλικρίνεια τις απόψεις του, μερικές φορές ήταν λίγο δηκτικός, χωρίς να είναι συγκρουσιακός. Παρά την διαφορετικότητα της συμπεριφοράς τους, εν τούτοις και οι δύο αποτελούσαν μια θαυμα­στη ενότητα, και είχαν μια σημαντική αδελφική φιλία.

Γέροντας μου από τότε που έγινα Κληρικός ήταν ο άγιος Καλλίνικος με τον οποίο έμενα στον ίδιο χώρο και μου έδειχνε πληθωρική αγάπη συνδυασμένη με την κατά Χριστόν ελευθερία. Αλλά και ο πρώτος Πνευματικός μου Πατέρας, ο Σεβαστιανός, με συμβούλευε διαρκώς απαντώντας σε δικές μου επιστολές. Μερικές φράσεις που θα παραθέσω είναι εκφραστικότατες, κυρίως επειδή δείχνουν την μεγαλωσύνη του πνευματικού αυτού Εκκλησιαστικού ανδρός:

«Ευχάς εγκαρδίους, να ευαρεστήσης τω Κυρίω και τω λαώ του Θεού, κηρύττων και εργαζόμενος «μη ως ανθρωπάρεσκος, αλλ᾿ ως δούλος Ιησού Χριστού», διά να έχης και πολλούς τους καρπούς και εδώ και κυρίως, εν τη βασιλεία των ουρανών» (1971).

«Σου εύχομαι ολοψύχως να καλλιεργής εν τη καρδία σου την προσευχήν, την νήψιν και την βασιλίδα των αρετών, την τα πείνωσιν» (1978).

«Εύχου … να χαρίζη ο Κύριος και εις εμέ την ταπείνωσιν, ήτις ελκύει πλουσίως την χάριν και την ευλογίαν της Παναγίας Τριάδος» (1972).

«Εύχου και υπέρ εμού, διότι τα χρόνια περνούν και ακόμη είμαι ακατάρτιστος!» (1980).

«Εάν όμως μου δίνης την άδειαν και επέτρεπεν τούτο και ο άγιος Δεσπότης σου, ως παλαιός σου Πνευματικός θα έλεγα: απόφευγε προς το παρόν δημοσιεύσεις· τώρα μελέτα Αγ. Γραφήν και Πατέρας και αργότερα έρχεται και η σειρά της συγγραφής. Έτσι φρονώ· διότι «ο μισόκαλος», όπως έλεγε ο π. Ιάκωβος, μας πολεμεί! Ζητώ και πάλιν συγγνώμην· τον λόγον έχει ο νυν πατήρ σου, εις ον διαβιβάζεις την αγάπην μου» (1972).

«Από καρδίας εύχομαι, όπως ο Αναστάς Κύριος χαρίζη σοι υγείαν πολλήν, ζήλον πύρινον, καρδίαν «καιομένην», ίνα πάντα ταύτα τιθέμενα εις την διάθεσιν του κηρύγματος της Αναστάσεως, συντελούν εις την δόξαν του Παναγίου ονόματος του Κυρίου. Ενθυμείσαι ιδικά μου πτωχά κηρύγματα, πτωχότατα μάλιστα, εις ταπείνωσιν και αγιασμόν; «Το έλεός Σου Κύριε…». Εύχου υπέρ εμού και υπέρ όλων των Επισκόπων, ίνα πολιτευθώμεν κατ᾿ αυτάς εν φόβω Θεού! Τα δέοντα εις τον αγ. Δεσπότην» (1973).

«Έτη πολλά, οσιακά, ταπεινά και συνετά. “Μέμνησο δε ότι θνητός ει”» (1989).

Κάποια στιγμή πέρασα από την συγκλονιστική περίοδο της κοιμήσεως του Γέροντά μου Μητροπολίτου αγίου Καλλινίκου και ο Σεβα­στιανός στάθηκε κοντά μου ως ο πρώτος Πνευματικός μου Πατέρας, αλλά και ως αδελφικός φίλος του αγίου Καλλινίκου και με προστάτευε από τις δοκιμασίες τις οποίες περνούσα. Λυπήθηκε πολύ που έχασε τον αδελφικό του φίλο και με παρηγορούσε κατάλληλα.

Ύστερα από μερικά χρόνια πέρασα και από την δοκιμασία της αρρώστιας και της κοίμησης του πρώτου Πνευματικού μου Πατέρα, του π. Σεβαστιανού. Τον επισκέφθηκα στο Νοσοκομείο Αθηνών όπου νοσηλευόταν και στάθηκα κοντά του με απόλυτο σεβασμό, αλλά και με εν Κυρίω καύχηση που τον γνώρισα και τον είχα Πνευματικό μου Πατέρα κατά τα παιδικά, τα νεανικά και τα φοιτητικά μου χρόνια.

Η κοίμηση και των δύο Ιεραρχών ήταν οσιακή. Και οι δύο υπερέβησαν τον φόβο του θανάτου, είχαν την απόλυτη βεβαιότητα ότι πηγαίνουν στον Θεό, την ουράνια πατρίδα, διακρίνονταν από την αυτομεμψία, την αληθινή ασκητική ζωή και τον ουράνιο πόθο. Και οι διαθήκες των δύο αυτών εκκλησιαστικών ανδρών ήταν αγιοπα­τερικές. Και εγώ αισθανόμουν μεγάλο βάρος από αυτήν την πνευματική κληρονομιά και τον μεγάλο θησαυρό που μου χάρισε ο Θεός.

4. Ο π. Σεβαστιανός ως Ορθόδοξος πατριώτης

Αμέσως από την αρχή της επικοπικής του διακονίας ο π. Σεβαστιανός προοδευτικά εξεδήλωνε αυτό που πάντοτε είχε μέσα του, την αγάπη του προς την Πατρίδα.

Ο π. Σεβαστιανός ήταν έντονα πατριώτης, αλλά και αληθινός Χριστιανός. Άκουγε για το δράμα των Ορθοδόξων Χριστιανών Ελλήνων που βρίσκονταν στην Βόρειο Ήπειρο και πληγωνόταν η καρδιά του. Δεν μπορούσε να αντέξη αυτό το μαρτύριο που περνούσαν «οι αδελφοί μας», όπως έλεγε. Έχυσε αίμα για την υπόθεση αυτή. Περιόδευε όλη την Ελλάδα και τον κόσμο για να μιλήση για τον σεβασμό προς τα ανθρώπινα δικαιώματα των αδελφών μας Βορειοηπειρωτών, για το άνοιγμα των Εκκλησιών και την άσκηση με ελευθερία των θρησκευτικών τους καθηκόντων.

Άκουγα για τον αγώνα του, τον έβλεπα να ομιλή σε μεγάλες συγκεντρώσεις φοιτητών στην Αθήνα και σε άλλες πόλεις, όπου εκδήλωνε τα μεγάλα ρητορικά χαρίσματά του, όπως παλαιά έκανε ο Αρχιεπίσκοπος της Κύπρου Μακάριος, διάβαζα για την παρουσία του στον Οργανισμό των Ηνωμένων Εθνών, στο Κογκρέσο της Αμερικής, την Ευρώπη, για να υπερασπίζεται τις ελευθερίες των Ορθοδόξων Ελλήνων της Βορείου Ηπείρου και τον θαύμαζα ακόμη περισσότερο. Έβλεπα τους κινδύ­νους που ενέδρευαν παντού, αφού ήταν ο κατ’ εξοχήν πολέμιος του καθεστώτος Χότζα στην Αλβανία, αλλά αισθανόμουν και την ατρόμητη διάθεσή του να μαρτυρήση ακόμη για την αγάπη του αυτή.

Πατριώτης είναι αυτός που αγαπά την Πατρίδα του στην οποία γεννήθηκε, η οποία στην συνέχεια δηλώνει και την γη των Πατέρων, των προγόνων του. Η Πατρίδα για τον μακαριστό Ιεράρχη δεν ήταν απλώς ένας γεωγραφικός χώρος, αλλά ο χώρος στον οποίο έζησαν οι Πατέρες του, και αυτοί δεν είναι οι αρχαίοι φιλόσοφοι, αλλά οι Πατέρες της Εκκλησίας, οι άγιοι Μάρτυρες και οι όσιοι ασκητές.

Έτσι, πατριωτισμός γι’ αυτόν ήταν η αγάπη για την Πατρίδα και την Ορθοδοξία, την λεγόμενη Ρωμηοσύνη. Μέσα από αυτήν την θεολογία του πατριωτισμού πρέπει να ερμηνεύσουμε την αγάπη του Σεβαστιανού για την Βόρειο Ήπειρο. Δεν άντεχε να βλέπη τους αδελφούς του Ορθοδόξους Έλληνες να στενάζουν στην σκλαβιά, να μη μπορούν να εκκλησιαστούν, να προσευχηθούν δημοσία, να κοινωνήσουν των Αχράντων Μυστηρίων, να γιορτάζουν το Πάσχα και τα Χριστούγεννα και όλες τις μεγάλες εορτές.

Υπάρχει διάκριση μεταξύ πατριωτισμού και σωβινισμού. Ο όρος σωβινισμός προήλθε από τον Σωβέν, τον γάλλο ήρωα της γαλλικής θεατρικής σκηνής της δεκαετίας του 1830, και δηλώνει την ακραία μορφή πατριωτισμού, και την υποτίμηση κάθε άλλου ξένου στοιχείου προς την Πατρίδα του. Ο γνήσιος, όμως, πατριωτισμός σημαίνει την πραγματική αγάπη στην Πατρίδα, χωρίς φανατισμούς χωρίς αποκλεισμούς, χωρίς απορρίψεις άλλων στοιχείων.

Αυτή η αγάπη του Μητροπολίτου Σεβαστιανού για την Πατρίδα του κυριαρχούσε μέσα στην καρδιά του. Ένα βράδυ, στην αρχή ακόμη της επισκοπικής του διακονίας, με οδήγησε έξω στο μπαλκόνι της Μητροπόλεως, μου έδειξε τα φώτα του Λεσκοβικίου που είναι στην Αλβανία και μου είπε: «Εκεί βασανίζονται οι αδελφοί μας από την σκλαβιά του καθεστώτος Χότζα». Και στενοχωριόταν βαθειά.

Ο Δρυινουπόλεως Σεβαστιανός σε μια πολύ κρίσιμη περίοδο του αγώνος για «το Βορειοηπειρωτικό», επισκέφθηκε το Άγιον Όρος και συνάντησε, μεταξύ των άλλων μοναχών, και τον άγιο Εφραίμ τον Κατουνακιώτη, τον θαυμαστό ησυχαστή και ερημίτη και συζήτησε μαζί του το θέμα αυτό. Η συζήτηση αυτή είναι πολύ σημαντική και θα έπρεπε κανείς να την διαβάση προσεκτικά και να εντοπίση πολλά σημεία.

Κατ’ αρχάς ο αναγνώστης μπορεί να δη την καθαρότητα της σκέψεως του Ιεράρχου, την αγάπη του για τους αδελφούς του, αλλά και την διάθεση του μαρτυρίου του. Έπειτα, μπορεί να δη την διακριτικότητα του παπα-Εφραίμ, τον σεβασμό του στον Αρχιερέα, αλλά και την αγάπη του προς αυτόν. Αυτή η συζήτηση είναι υπόδειγμα συναντήσεως Ιεράρχου με ερημίτη και δείχνει την προσωπικότητα του π. Σεβαστιανού.

Θα αποσπάσω μερικά κομμάτια από την εκπληκτική αυτή συζήτηση που θυμίζει συζητήσεις αγίων Επισκόπων με αγίους ερη­μίτες.

«π. Εφραίμ: Τιμή μας σήμερα η παρουσία σας. Μεγάλη χαρά μας δίνετε. Σας περιμέναμε. Ο Σεβαστιανός στο καλύβι μας… Πολύ σας ευχαριστούμε. Πολύ, σεβασμιώτατε.

π. Εφραίμ: … Εμείς σας βλέπουμε σαν μάρτυρα. Είσθε μάρτυρας. Και έχετε συνεχές μαρτύριο, σεβασμιώτατε.

Σεβαστιανός: Τώρα, Γέροντα, να σε ρωτήσω. Συναντώ αντιδράσεις. Και από Χριστιανούς ακόμη. “Το παρακάνει, λένε, “ο Σεβαστιανός. Συνέχεια για τη Βόρειο Ήπειρο μιλάει. Υπάρχουν κι άλλα πνευματικά θέματα. Ας σταματήσουμε τώρα”. Εσύ, τι λες; Ποια είναι η γνώμη σου;

π. Ε.: Όχι, σεβασμιώτατε. Δεν έχουν δίκιο. Μην ακούτε. Να σταματήσουμε; Μα δεν σταμάτησαν τα μαρτύρια. Συνεχίζονται. Γι᾿ αυτό κι εσείς συνέχεια να μιλάτε και να αγωνίζεσθε. Κι εμείς συνέχεια θα προσευχόμαστε. Αυτό είναι το πνευματικό θέμα. Τα άλλα ξεγελούν.

Σεβ.: Θέλω, Γέροντα, να μου πείς· βαθιά – βαθιά στην καρδιά σου έτσι νιώθεις για μένα και τον αγώνα που κάνω; Πως ακριβώς αισθάνεσαι; Μη μου το κρύψεις. Πες το μου.

π. Ε.: Πως αισθάνομαι για σας! Αισθάνομαι… Να κάνω την κίνηση; Έτσι μου ᾿ρχεται… Είναι όμως κι άλλοι μπροστά. Να μη μας παρεξηγήσουν, σεβασμιώτατε… Καταλαβαίνετε πως αισθάνομαι! … (Σηκώθηκε να τον εναγκαλισθεί).

Σεβ.: Με ανακούφισες πολύ, Γέροντα. Θα συνεχίζω μ᾿ όση δύναμη έχω. Αφού συμφωνείς κι εσύ.

Σεβ.: Δωσ᾿ μου την ευχή σου, Γέροντα. Την έχω ανάγκη.

π. Ε.: Τι να την κάνεις την ευχή; Τόσο τη θέλεις;

Σεβ.: Δωσ᾿ τη μου. Να φύγω γεμάτος.

π. Ε.: Αφού επιμένεις. Να την έχεις (με έμφαση). Ο Θεός να σας ευλογεί, σεβασμιώτατε. Κι εγώ να ᾿χω την ευχή σας».

Πέρα από αυτό ο Μητροπολίτης Δρυινουπόλεως Σεβαστιανός αγαπούσε μια άλλη Πατρίδα, την αληθινή γενέτειρά του, από την οποία προήλθε ο Αδάμ και η Εύα, και επιθυμούσε την επαναφορά του στον Παράδεισο. Το καλύτερο τραγούδι του που μας τραγουδούσε ήταν για την «λαμπροτέρα ηλίου γη», που είναι η δόξα του Θεού, το οποίο τραγουδούσε με την γλυκύτατη και δυνατή φωνή του.

«Λαμπροτέρα ηλίου η Γη,

ην σαφώς διορώμεν μακράν,

λευχειμώνων αγγέλων μονή,

κοσμουμένη με θείαν χαράν.

Ναί εκεί, ναί εκεί, θέλομεν ποτέ συναντηθή,

ω Πατρίς ουρανία, τρισευδαίμων και τρισποθητή».

Έτσι, ο μακαριστός Σεβαστιανός δεν ήταν απλώς ένας αγω­νιστής Ιεράρχης, ένας καλός Κληρικός, αλλά ένας άγιος Επίσκοπος, ένας λαμπρός Ιεράρχης μέσα στο πνευματικό στερέωμα της Εκκλη­σίας.

Ποτέ δεν έφυγε από τον νού μου η μεγάλη προσωπικότητα του Μητροπολίτου Δρυινουπόλεως Σεβαστιανού. Όλα τα αισθήματά μου και τις εντυπώσεις μου από την διαρκή επικοινωνία που είχα μαζί του τα έχω αποτυπώσει σε ένα βιβλίο που έγραψα με τίτλο «Παλαιόν όφλημα».

5. Γενικές εντυπώσεις μου

Τελικά, θα ήθελα να τονίσω ιδιαιτέρως και συμπερασματικώς μερικές γενικές εντυ­πώσεις μου από την πολυχρόνια συναναστροφή μου με αυτόν τον πανάξιο Ιεράρχη της Εκκλησίας του Χριστού, τον οποίο γνώριζα από την παιδική μου ηλικία μέχρι την κοίμησή του.

Ο Σεβαστιανός ήταν ένας χαρισματικός άνθρωπος και κληρικός. Στολιζόταν από υπέροχα φυσικά και επίκτητα χαρίσματα. Τα φυσικά του προσόντα, όπως τα ωραία χαρακτηριστικά του προσώπου του, η ευγλωττία του, η ρητορική του δεινότητα, το παρουσιαστικό του, η ευφυία του, η ευστροφία του, η ολοκληρωμένη διατύπωση του λόγου του, το χαρίεν του προσώπου του και του λόγου του, το πηγαίο χιούμορ του, και το αγαπητικό πείραγμά του, ήταν πλούσια επάνω του και τον έκαναν εκπληκτικό και ως άνθρωπο.

Ήταν άριστος ως λειτουργός και ομιλητής. Η παρουσία του κατά την διάρκεια της θείας Λειτουργίας ήταν εκπληκτική, προ­ξενούσε ενθουσιασμό, εξέπεμπε μια αντανάκλαση του Παραδείσου, ήταν πραγματικά ένας άγγελος επί της γης.

Ο Σεβαστιανός, παρά την ορμητικότητα του χαρακτήρος του, και την χειμαρρώδη έκφραση του λόγου του, ήταν ένας ησυχαστής στην καρδιά του. Πάντοτε όπου πήγαινε μετέφερε τον «καλόγηρο» μέσα στην καρδιά του, ζούσε απλά και ταπεινά, προσευχόταν καρδιακά, έστω κι αν δεν το έλεγε, είχε βαθυτάτη αυτομεμψία, που είναι το χαρακτηριστικότερο γνώρισμα των ασκητών.

Ήταν πατριώτης, γιατί αγαπούσε την Πατρίδα στην οποία γεννήθηκε και μεγάλωσε, κυρίως αγαπούσε όλη την παράδοση που κληρονόμησε από τους προγόνους του και τους Πνευματικούς του Πατέρας, μεταξύ των οποίων ήταν ο όσιος Βησσαρίων της Μονής Αγάθωνος, από τον οποίο έλαβε την συμμαρτυρία να γίνη κληρικός, αλλά και τους μετέπειτα Πνευματικούς του Πατέρας, της Αδελ­φότητος «Σωτήρ», και πάνω από όλα αγαπούσε ολοκάρδια την ουράνια πατρίδα, τον ουρανό, που τον σκεπτόταν, για τον οποίο προετοιμαζόταν και στον οποίο πορεύθηκε με ατρόμητο τρόπο και απίστευτη γενναιότητα.

Δοξάζω τον Θεό που γνώρισα τον μακαριστό Σεβαστιανό, τον Πνευματικό Πατέρα των παιδικών, νεανικών και φοιτητικών μου χρόνων, τον Πνευματικό της καρδιάς μου, αλλά και τον συμπα­ραστάτη μου σε όλη την μετέπειτα ιερατική μου διακονία. Καυχώμαι εν Κυρίω γι’ αυτό και ζητώ την προσευχή του.

Ο Μητροπολίτης Σεβαστιανός ήταν ένας μεγάλος εκκλη­σιαστικός και εθνικός ηγέτης, με όλη την σημασία της λέξεως, αλλά και με έντονο πνευματικό βάθος, ήταν ένας επίγειος άγγελος, ένα πνευματικό αστέρι, ένας Κληρικός που αγαπούσε την Εκκλησία, την Ορθοδοξία, και την Πατρίδα του, αλλά συγχρόνως ήταν ουρανο­πολίτης και νοσταλγούσε την ουράνια πατρίδα. Αυτός ήταν ο μοναδικός Ιεράρχης Σεβαστιανός.