Μητροπολίτης Μάνης: Παρακαλείτε, παρακαλείτε τον λαόν μου

Του Μητροπολίτη Μάνης κ. Χρυσοστόμου Γ’

Αναντίρρητο γεγονός είναι ότι ζούμε σ’ ένα απαράκλητο κόσμο. Γι’ αυτό, εκείνο, που χρειάζεται σήμερα ο κόσμος, είναι η παράκληση. Δηλαδή η παραμυθία, το βάλσαμο της παρηγορίας. Στη γλώσσα της σύγχρονης κοινωνιολογίας λέγεται ψυχολογική στήριξη.

Η φράση ωστόσο του τίτλου, του άρθρου αυτού, «παρακαλείτε, παρακαλείτε τον λαόν μου» αναφέρεται στο βιβλίο του προφήτου Ησαΐου.

Συγκεκριμένα, ο προφήτης απευθύνεται προς τους ιερείς των χρόνων του και τους συνιστά να παρηγορήσουν και ενθαρρύνουν τον θλιμμένο λαό από τις ποικίλες δοκιμασίες. Έλεγε, κατ’ εντολήν του Θεού: «Παρακαλείτε, παρακαλείτε τον λαόν μου, λέγει ο Θεός. Ιερείς λαλήσατε εις την καρδίαν Ιερουσαλήμ, παρακαλέσατε αυτήν… Ιδού Κύριος Κύριος μετά ισχύος έρχεται… ως ποιμήν ποιμανεί το ποίμνιον αυτού» (κεφ. μ’ 1, 2, 10, 11). Και πρώτος αυτός, ως προφήτης, πάντοτε παρηγορούσε τον λαό, έδινε θάρρος στους αποκαρδιωμένους, ανεθέρμαινε την πίστη και την ελπίδα.

Είναι αλήθεια, ότι η ζωή του ανθρώπου ομοιάζει με πέλαγος. Άλλοτε υφίσταται τρικυμία και άλλοτε γαλήνη. Άλλοτε θυελλώδεις άνεμοι και άλλοτε αύρα λεπτή. Την θλίψη διαδέχεται η χαρά και τανάπαλιν. Αλλά κυρίως όταν επέρχεται πόνος και θλίψη και πίκρα, τότε ακριβώς έχει ανάγκη η ψυχή του ανθρώπου από παραμυθία, παρηγορία και ηθική τόνωση.

Και βέβαια πολλά δυσάρεστα γεγονότα επισυμβαίνουν στη ζωή μας. Ασθένειες, πανδημίες, σεισμοί, καταστροφές από φυσικά φαινόμενα, εγκληματικές πράξεις, ψυχολογικά κενά, ενδοοικογενειακή βία, αδικίες, συκοφαντίες, ψευδείς καταγγελίες, ανασφάλειες, πολεμικές συρράξεις και το κορύφωμα ο θάνατος. Είναι το τελευταίο τούτο συμβάν, η χειρότερη πικρία και η δυνατότερη θλίψη. Πολύμορφος, λοιπόν, ο πόνος συνοδεύει τον άνθρωπο.

Παρά δε την ανάπτυξη της τεχνολογίας, τα ποικίλα υλικά αγαθά, τα αυτοματοποιημένα συστήματα, τα πάμπολλα μέσα ψυχαγωγίας, τα επιτεύγματα της επιστήμης ο άνθρωπος νοιώθει έντονα μέσα του να πιέζεται, να αγωνιά, να θλίβεται, να γεύεται πικρούς καρπούς στη πολυτάραχη ζωή του.

Παρατηρείται ακόμη τον τελευταίο καιρό και μία δραματική αύξηση σε ποσοστό έως και 60% της χρήσεως αντικαταθλιπτικών φαρμάκων. Τούτο συνδέεται με την πανδημία και τις επώδυνες συνέπειες του εγκλεισμού και των περιοριστικών μέτρων αλλά και με την ποικίλη ανασφάλεια. Δηλαδή, η αύξηση αυτή ερμηνεύεται ως μία διαρκώς διογκούμενη απογοήτευση και απόγνωση. Αλλ’ η ρίζα της απόγνωσης, βέβαια, βρίσκεται στην άρνηση και αποστασία από το Θεό. Μία προσπάθεια επίλυσης των προβλημάτων μακράν του Θεού και με μόνον ανθρώπινα μέσα. Το κενό όμως της ψυχής διευρύνεται και δεν πληρούται. Το παρακάτω δε περιστατικό φανερώνει την αλήθεια που συστηματικά αποκρύπτεται. Σ’ ένα σχολείο πέθανε ένας μαθητής. Για να παρηγορήσουν τους συμμαθητές του κάλεσαν ανθρώπους από τον χώρο της ψυχολογίας, κοινωνιολογίας, του θεάτρου, του τραγουδιού, του αθλητισμού. Όχι όμως τον ιερέα… Είναι λυπηρό το γεγονός αυτό, γιατί ο αιώνιος και αψευδής λόγος του Χριστού αποκαλύπτει: «Δεύτε προς με πάντες οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι καγώ αναπαύσω υμάς» και ακόμη είπε ο Κύριος: «Εγώ ειμι η ανάστασις και η ζωή, ο πιστεύων εις εμέ, καν αποθάνη ζήσεται», διό «θαρσείτε», «ουκ αφήσω υμάς ορφανούς».

*

Ο Πανάγαθος Θεός είναι Εκείνος που δίδει την σωτήρια παραμυθία. Αναντίρρητα κοντά σ’ Αυτόν θα βρούμε παράκληση. Και τούτο, διότι οφείλουμε να πιστεύουμε, ότι δεν είμαστε μόνοι. Ο βιβλικός λόγος είναι σαφής. Ο Θεός υπόσχεται και βεβαιώνει: «Μετ’ αυτού ειμι εν θλίψει» (Ψαλμ. 90,15). Ο ίδιος ο Χριστός μας είπε: «Ιδού εγώ μεθ’ υμών ειμι πάσας τας ημέρας έως της συντελείας του αιώνος» (Ματθ. 28, 20). Ο Κύριος, μάλιστα, στις θύελλες και στις τρικυμίες φαίνεται ότι είναι «καθεύδων» και το πλοίο να βασανίζεται υπό των αγρίων κυμάτων και πηγαίνει να βυθιστεί. Όμως είναι Εκείνος με τον ακοίμητο οφθαλμό της θείας πανσοφίας και παντογνωσίας Του που βλέπει και συμπονεί και παρηγορεί και διατάζει τον άνεμο και την θάλασσα και λέγει: «Σιώπα, πεφίμωσο» και επέρχεται μεγάλη η γαλήνη (Μαρκ. 4, 37-39). Πόση, λοιπόν, εμπιστοσύνη στον Κύριο μας χρειάζεται και καθίσταται δυναμική η παραμυθία και η σωτηρία στην ολιγοπιστία και αδυναμία μας;

Συνεπώς, μη δειλιάζουμε και μη καμπτώμεθα. Έχουμε, ως πιστοί χριστιανοί, Θεόν ουράνιο. Έχουμε στοργικό Πατέρα. Και ο Παντοδύναμος μας έχει διαβεβαιώσει «Ου μη σε ανώ (= αφήσω) ουδ’ ου μη σε εγκαταλίπω» (Εβρ. ιγ’, 5). Και ακόμη: «Πιστός ο Θεός, ος ουκ εάσει υμάς πειρασθήναι υπέρ ο δύνασθε, αλλά ποιήσει συν τω πειρασμώ και την έκβασιν του δύνασθαι υμάς υπενεγκείν» (Α’ Κορ. 10′, 13). Δηλ. ο Θεός είναι αξιόπιστος και ο Οποίος δεν θα μας αφήσει να πειρασθούμε παραπάνω από την δύναμή μας, αλλά μαζί με τον πειρασμό, θ’ ανοίξει και διέξοδο ώστε να εξέλθουμε από τον πειρασμό και θα μας δώσει ακόμη την δύναμη να τον υπομείνουμε.

Μέγιστο άλλωστε πρότυπο υπομονής και αληθούς παρηγορίας στέκεται για όλους μας, ο «άνθρωπος εκείνος ο αληθινός, ο άμεμπτος, ο δίκαιος, ο θεοσεβής, ο απεχόμενος από παντός πονηρού πράγματος», ο Ιώβ, ο οποίος ενώ έχασε τα πάντα, όλη του την περιουσία, κινητή και ακίνητη και τα ίδια του τα τέκνα, επτά υιούς και τρεις θυγατέρες, αυτός στεκόταν ακέραιος, χωρίς γογγυσμό αλλά με μεγάλη υπομονή και καρτερία λέγοντας: «Αυτός γυμνός εξήλθον εκ κοιλίας μητρός μου, γυμνός και απελεύσομαι εκεί˙ ο Κύριος έδωκεν, ο Κύριος αφείλετο˙ ως τω Κυρίω έδοξεν, ούτω και εγένετο˙ είη το όνομα Κυρίου ευλογημένον εις τους αιώνας» (α’, 21). Θήτευσε έτσι στην αρετή της υπομονής και παρηγορήθηκε και ο Κύριος «έδωκε διπλά όσα ην έμπροσθεν και ευλόγησε τα έσχατα Ιώβ ή τα έμπροσθεν» (μβ’ 10, 12).

Να σκεφθούμε, έπειτα, τι υπέφεραν οι Απόστολοι, οι μάρτυρες, οι άγιοι της Εκκλησίας μας. Και θα έλθει ακόμη, ο Απ. Παύλος και θα μας πεί: «Κραταιούσθε» και οι θεοφόροι Πατέρες, συνέχεια, θα τονίσουν στον καθένα μας «καρτέρησον επί ταίς συμφοραίς», «μη εκακκείν εν ταίς θλίψεσιν». Κατά συνέπειαν, όλοι οι πειρασμοί δεν θα πρέπει να μας οδηγούν στην απογοήτευση, στην αθυμία, στο άγχος, την μελαγχολία και την απόγνωση. Τουναντίον, τα του πειρασμού ζητήματα να μας καθιστούν ρεαλιστές σε φιλοσοφία ζωής, ότι «ματαιότης ματαιοτήτων τα πάντα ματαιότης» και «πάντα θνητά τα ορώμενα και πάντα φθορά υποκείμενα». Ο Θεός, μάλιστα, μ’ ότι συμβαίνει στη ζωή μας δεν είναι ο «αίτιος του κακού», ούτε ο τιμωρός του ανθρώπου. Παιδαγωγός είναι, προς δική μας μετάνοια και ψυχική ωφέλεια. Εμείς είμαστε εκείνοι που βλέπουμε τον Θεό ενίοτε ως σκληρό τιμωρό, ως αντίζηλο γιατί δεν θέλουμε να ταπεινωθούμε και να μετανοήσουμε. Αλλά πρέπει να κατανοήσουμε το ανήμπορο του ανθρώπου να σμικρύνει το Θεό. Η φοβερώτερη δε τραγωδία μας γεννάται εκεί, όπου παρουσιάζουμε υπερηφάνεια και αλαζονεία, νοοτροπία ανθρώπινης αυτάρκειας και αφήνουμε να σβήσει η πίστη μας. Τότε, «ως ασθενείς περί την πίστιν», πλανώμεθα σε θάλασσα αλίμενο, χωρίς λιμένα σωτηρίας.

*

Μη λοιπόν, αφήνουμε την ύπαρξή μας στη θλίψη και την πίκρα και φθάνουμε ακόμη και στην απελπισία. Όχι, μη βουλιάξουμε την καρδιά μας στη λύπη. Η κατάσταση αυτή δεν είναι ορθή. Ο Φιλάνθρωπος και Πανάγαθος Θεός δεν μας εγκαταλείπει. Φροντίζει διηνεκώς για μας. Κάθε ώρα και κάθε στιγμή. Πάντοτε είναι δίπλα μας. Η διαβεβαίωση του Χριστού είναι σαφέστατη: «Ουχί δύο στρουθία… και εν εξ αυτών ου πεσείται (= δεν πέφτει νεκρό) επί την γην, άνευ του πατρός ημών» (Ματθ. 10, 29). Γιατί λοιπόν να οδηγούμεθα σε ολιγοπιστία και σε δειλία, σε πικρία και λύπη; Γι’ αυτό, το φρόνημά μας αξίζει να ενδυναμώνεται από τα τόσο δυνατά εκείνα λόγια του Απ. Παύλου: «Τι ημάς χωρίσει από της αγάπης του Χριστού; Θλίψις ή στενοχωρία ή διωγμός ή λιμός ή γυμνότης ή κίνδυνος ή μάχαιρα; αλλ’ εν τούτοις πάσιν υπερνικώμεν διά του αγαπήσαντος ημάς Ιησού Χριστού» (Ρωμ. 8, 35-37). Αυτά τα λόγια να μας παρηγορούν και να μας στηρίζουν. Το λέγει και ο Ψαλμωδός: «Εμνήσθην των κριμάτων σου απ’ αιώνος Κύριε και παρεκλήθην» (Ψαλμ. 118, 52). Δηλαδή, θυμήθηκα τα αιώνια λόγια Σου, Κύριε, και βρήκα παρηγορία. Όσο και αν μας φαίνεται ο,τι ο Κύριος απουσιάζει, ο,τι ο ουρανός είναι κλειστός για μας, μη πλανηθούμε και μη δηλητηριάσουμε το είναι μας με αθειστικές και υλόφρονες ιδεολογίες. Ο παρακάτω ποιητικός στοχασμός από την φράση του Κυρίου «και πάλιν μικρόν και όψεσθέ με» (Ιω. 16, 16) είναι εξόχως διδακτικός:

Αγροικώ την καρδιά μου

κι ακούω τα βήματα Σου.

*

Απλώνω τα δάκτυλά μου

και πιάνω το χέρι Σου

*

Κοιτάζω στον καθρέφτη

και βλέπω την εικόνα Σου.

*

Κλείνω τα μάτια μου

και βλέπω το πρόσωπό Σου.

*

Κόβω το ψωμί

και μουδιάζει το σώμα Σου.

*

Πίνω το κρασί

και μ’ ευφραίνει το αίμα Σου.

*

Κι ωστόσο ζω

τη μεγάλη Σου απουσία.

*

Παρηγοριά μου μένει

εκείνο το μικρόν… (Ποίημα, †1996 Ελ. Μάινα)

Παράκληση, λοιπόν, επιζητούμε. Θα την βρούμε; Ας σκεπτόμεθα τον λόγον του Προφητάνακτος: «Πορευόμενοι επορεύοντο και έκλαιον βάλλοντες τα σπέρματα αυτών, ερχόμενοι δε ήξουσιν εν αγαλλιάσει αίροντες τα δράγματα αυτών (Ψαλμ. 125, 6) και την άλλη αναφορά: «Το εσπέρας αυλισθήσεται κλαυθμός και εις το πρωΐ αγαλλίασις» (Ψαλμ. 29, 6). Εξ άλλου, πόσο παρήγορη ακούγεται η θαυμάσια δέηση της Μεγάλης Τεσσαρακοστής: «Κύριε των Δυνάμεων, μεθ’ ημών γενού˙ άλλον γαρ εκτός σου βοηθόν εν θλίψεσιν ουκ έχομεν, Κύριε των Δυνάμεων, ελέησον ημάς». Αυτή την προσευχή ανέπεμπον προς τον Κύριο συνεχώς και οι πιστοί χριστιανοί στα χρόνια του τελευταίου πολέμου και της κατοχής, ως διηγείτο πολιός ιερωμένος. Και το γεγονός αυτό σημαίνει πολλά. Αλλά και το Πνεύμα, θα μας δώσει την εσωτερική πληροφορία: «Μακάριος άνθρωπος ο ελπίζων επί Κύριον, τον Θεόν των Δυνάμεων».