Μεθέορτα των Αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων στο Λιανοβέργι Ημαθίας

Την Κυριακή της Απόκρεω ο Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων λειτούργησε στον Ιερό Ναό Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Λιανοβεργίου, τιμώντας μεθεορτίως την μνήμη των Αγίων Τεσσαράκοντα Μαρτύρων που εορτάζονται στην Ενορία.

Κατά την ομιλία του ο Μητροπολίτης τόνισε:

«Κύριε, πότε σε είδομεν πεινώντα ή διψώντα ή ξένον ή γυμνόν ή ασθενή ή εν φυλακή και ου διηκονήσαμέν σοι;»

Τις δύο προηγούμενες Κυριακές η Εκκλησία μας μας παρουσίασε με τα ευαγγελικά αναγνώσματα της παραβολής του τελώνου και του φαρισαίου και της παραβολή του Ασώτου υιού δύο διαφορετικούς τύπους ανθρώπων.

Την πρώτη μας παρουσίασε τον ταπεινό και μετανοούντα τελώνη, που ζητούσε το έλεος του Θεού, και τον υπερήφανο και εγωιστή φαρισαίο που διαφήμιζε τις αρετές του.

Τη δεύτερη μας παρουσίασε τον άσωτο υιό, που κατασπατάλησε την πατρική περιουσία «ζων ασώτως», αλλά και τον πρεσβύτερο υιό, που διαμαρτυρήθηκε στον πατέρα του γιατί, ενώ ήταν πάντοτε υπάκουος και εργατικός, δεν του είχε δώσει ποτέ ούτε ένα ερίφιο για να εορτάσει με τους φίλους του, ενώ τώρα έσφαζε «τον μόσχον τον σιτευτόν», για να εορτάσει την επιστροφή του ασώτου υιού του.

Και ενώ ο Χριστός μας άφησε να κατανοήσουμε ότι τόσο ο τελώνης όσο και ο άσωτος βρήκαν με τη μετάνοια και την ταπείνωσή τους το έλεος του Θεού και τη θέση τους κοντά του, για τους άλλους δύο, τον υπερήφανο φαρισαίο και τον πρεσβύτερο υιό, που θεωρούσαν τους εαυτούς τους ευσεβείς και εναρέτους και ανέμεναν ως αυτονόητη και φυσική την ανταμοιβή τους από τον Θεό, δεν μας είπε τίποτε.

Για ποιόν λόγο; Γιατί ήθελε να μας αποκαλύψει τι μπορεί να συμβεί με αυτούς με έναν ιδιαίτερα παραστατικό τρόπο. Ήθελε να μας το αποκαλύψει με το ευαγγελικό ανάγνωσμα της σημερινής τρίτης Κυριακής, κατά την οποία «μνείαν ποιούμεθα της δευτέρας και ενδόξου παρουσίας του Κυρίου» μας. Δεν μας αποκάλυψε ο Χριστός στις δύο παραβολές τι θα συμβεί τον φαρισαίο και τον πρεσβύτερο αδελφό του ασώτου, γιατί δεν ήθελε να τους καταδικάσει αμέσως. Ήθελε να τους δώσει περιθώρια μετανοίας, να τους δώσει τη δυνατότητα να «έλθουν εις εαυτόν», βλέποντας τον τελώνη και τον άσωτο να αποκαθίστανται στην αγάπη του Θεού. Δεν αποκάλυψε ο Χριστός τι μπορεί να γίνει με αυτούς τους δύο, γιατί θέλει να διδάξει και εμάς ότι, όσο ευρισκόμεθα στη ζωή, ακόμη και αν είμεθα εγωιστές, υπερήφανοι, υποκριτές, σκληροί και χωρίς αγάπη για τους συνανθρώπους μας, υπάρχει χρόνος μετανοίας, υπάρχει χρόνος να αλλάξουμε τρόπο σκέψεως και ζωής και να μην βρεθούμε κατά την ημέρα της κρίσεως μαζί με εκείνους που θα ρωτούν τον Χριστό, όπως ακούσαμε στο σημερινό ευαγγελικό ανάγνωσμα, «Κύριε, πότε σε είδομεν πεινώντα ή διψώντα ή ξένον ή γυμνόν ή ασθενή ή εν φυλακή και ου διηκονήσαμέν σοι;» απορώντας, γιατί δεν βρέθηκαν μαζί με τους εκλεκτούς του.

Ας μην νομίσουμε ότι αυτοί που ρωτούν τον Χριστό πότε τον είδαν και δεν τον διακόνησαν είναι άπιστοι, άθεοι, αμαρτωλοί και πέρασαν τη ζωή τους μακριά από τον Χριστό. Δεν είναι αυτοί, γιατί αυτοί αδιαφόρησαν για τον Χριστό κατά την επίγεια ζωή τους, τον αγνόησαν, ήταν ξένος γι’ αυτούς, και δεν είναι δυνατόν να απορούν τώρα γιατί θα βρίσκονται αιωνίως μακριά του.

Αυτοί που απορούν και ρωτούν τον Χριστό, γιατί δεν τους συμπεριέλαβε σε αυτούς που θα είναι στα δεξιά του, είναι εκείνοι οι οποίοι σαν τον φαρισαίο πίστευαν ότι ήταν ευσεβείς και ενάρετοι, ότι ήταν πιστοί τηρητές του νόμου του Θεού, ότι ήταν δίκαιοι και γι’ αυτό διερωτώνται τώρα τι συνέβη και ο Χριστός τους απορρίπτει.

Αυτοί που ρωτούν πότε είδαν τον Χριστό και δεν τον διακόνησαν, είναι αυτοί που, σαν τον πρεσβύτερο αδελφό του ασώτου, ήταν βέβαιοι ότι είχαν εξασφαλίσει τη σωτηρία τους, και ο Θεός τους όφειλε τη αιώνια ζωή κοντά του, γιατί ήταν πιστοί και αφοσιωμένοι δούλοι του. Και έτσι κατέκριναν τους αδελφούς τους.

Αυτοί είναι όσοι θα ακούσουν κατά την ημέρα της κρίσεως το «απέλθετε απ’ εμού», για έναν και μόνο λόγο, για μία και μόνη εντολή που δεν τήρησαν. Και αυτή είναι η εντολή της αγάπης προς τους ανθρώπους. Η αυτοπεποίθηση και η υπερηφάνειά τους τους έκανε να θεωρούν τους άλλους κατώτερους, αμαρτωλούς και ανάξιους, και να δικαιώνουν μόνο τον εαυτό τους.

Αλλά η δικαίωση δεν είναι δική μας υπόθεση, είναι του Θεού. Εμείς οφείλουμε να δείχνουμε αγάπη προς όλους, να βοηθούμε και να διακονούμε τους αδελφούς μας, όπως μας ζητά ο Χριστός. Οφείλουμε να καλλιεργούμε στην ψυχή μας την ταπεινοφροσύνη και να ζητούμε το έλεος του Θεού, γιατί μόνο αυτό θα μας σώσει. Δεν θα μας σώσουν τα καλά μας έργα και οι αρετές που αποκτήσαμε, εάν εμείς υψηλοφρονούμε και υπερηφανευόμαστε, γιατί ο Θεός «υπερηφάνοις αντιτάσσεται, ταπεινοίς δε δίδωσι χάριν».

Ας προσφέρουμε την αγάπη μας σε όλους, σαν να την προσφέραμε στον Χριστό, και ας τον πλησιάζουμε με ταπείνωση, όχι επιδεικνύοντας τις δήθεν αρετές μας αλλά εκζητώντας το έλεός του, για να αξιωθούμε και εμείς κατά την ημέρα της κρίσεως να ακούσουμε τη φωνή του Κυρίου μας «Δεύτε οι ευλογημένοι του Πατρός μου κληρονομήσατε την ετοιμασμένην υμίν βασιλείαν».

Αυτή τη βασιλεία κληρονόμησαν και οι άγιοι τεσσαράκοντα μάρτυρες της Σεβαστείας που εορτάσαμε χθες, και οι οποίοι δεν δίστασαν να υπομείνουν ένα φρικτό και επώδυνο μαρτύριο μέσα στην παγωμένη λίμνη της Σεβαστείας, όπου τους έριξε ο ρωμαίος διοικητής, γιατί ήταν χριστιανοί και δεν ήθελαν να αρνηθούν την πίστη τους. Και ενώ ένας από τους τεσσαράκοντα στρατιώτες δειλίασε και θέλησε να σωθεί, βγαίνοντας από τα παγωμένα νερά, ο φύλακας που έβλεπε τα στεφάνια του μαρτυρίου να κατεβαίνουν από τον ουρανό για να στεφανώσουν τους μάρτυρες, αν και ήταν ειδωλολάτρης, πίστευσε και ομολόγησε ότι είναι χριστιανός για να λάβει αυτός τον στέφανο του μαρτυρίου και να αξιωθεί της αιωνίου ζωής χάρη στη μετάνοια και την ομολογία του, η οποία μπορεί να ανοίξει σε όλους τη θύρα του ελέους του Θεού.