Τη Μεγάλη Τρίτη 19 Απριλίου το απόγευμα ο Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων χοροστάτησε στην Ακολουθία του Νυμφίου και κήρυξε τον θείο λόγο στον Ιερό Ναό του Οσίου Αντωνίου Πολιούχου Βεροίας.
Ο Μητροπολίτης στην ομιλία του ανέφερε μεταξύ άλλων: «Η μεν έχαιρε κενούσα το πολύτιμον, ο δε έσπευδε πωλήσαι τον ατίμητον».
Δύο διαφορετικά πρόσωπα, δύο διαμετρικά αντίθετες συμπεριφορές μας παρουσίασε κατά τη σημερινή εσπέρα η Εκκλησία μας. Από τη μία η αμαρτωλή γυναίκα. Από την άλλη ο μαθητής του Χριστού, ο Ιούδας.
Η γυναίκα, έχοντας ομολογήσει την αμαρτωλότητά της και έχοντας λάβει την άφεση από τον φιλάνθρωπο Κύριο, τολμά να αγνοήσει τις προκαταλήψεις της εποχής τόσο για το φύλο της όσο και για την προηγούμενη ζωή της, και εισέρχεται στην οικία του Σίμωνος, όπου βρίσκεται ο Χριστός, για να του προσφέρει το αντίτιμο της ευγνωμοσύνης της.
Ο μαθητής, αντίθετα, ενώπιον του Διδασκάλου του, δεν τολμά να αποκαλύψει το πάθος του, δεν τολμά να ζητήσει συγχώρηση για τη φιλαργυρία του, που τον οδηγούσε να υπεξαιρεί τα χρήματα από το κοινό ταμείο των μαθητών, και καλύπτει τη φιλαργυρία με την υποκριτική φιλοπτωχία.
Η γυναίκα με χαρά πλύνει με το πολύτιμο μύρο τα πόδια του ευεργέτου της Χριστού, και ο Ιούδας θρηνεί για τη δήθεν σπατάλη, υπολογίζοντας και το κέρδος από τα τριάκοντα αργύρια που επρόκειτο να λάβει από την προδοσία του Κυρίου.
Δύο διαφορετικά πρόσωπα, δύο διαφορετικές συμπεριφορές. Η αμαρτωλή γυναίκα ανταποδίδει την αγάπη του Χριστού με σεβασμό και ευγνωμοσύνη. Ο μαθητής ανταποδίδει την αγάπη με υποκρισία και προδοσία.
Ας μην σπεύσουμε να εκφράσουμε την έκπληξή μας. Ας μην βιαστούμε να επαινέσουμε τη γυναίκα και να κατακρίνουμε τον μαθητή, αλλά ας σκεφθούμε πρώτα και ας εξετάσουμε ο καθένας μας τον εαυτό του.
Τα δύο πρόσωπα τα οποία εμφανίζονται ενώπιόν μας μέσα από τους ύμνους και το Συναξάριο της σημερινής εσπέρας κυκλοφορούν ανά τους αιώνες μεταξύ των ανθρώπων. Και οι συμπεριφορές τους εκφράζουν τα συναισθήματα και τη στάση των ανθρώπων σε κάθε εποχή.
Υπάρχουν πολλοί άνθρωποι, οι οποίοι από σεβασμό και ευγνωμοσύνη προς τον Χριστό είναι έτοιμοι να του προσφέρουν με χαρά τα πάντα. Επιθυμούν να του προσφέρουν ό,τι πιο πολύτιμο έχουν, χωρίς να υπολογίζουν ούτε το κόστος, ούτε τον κόπο, ούτε τον κόσμο, όπως έκανε και η γυναίκα προσφέροντας στον Χριστό το πολύτιμο μύρο.
Υπάρχουν πολλοί, οι οποίοι αναγνωρίζουν ότι οφείλουν στον Χριστό ό,τι έχουν, ό,τι είναι, ό,τι επέτυχαν στη ζωή τους, ότι του οφείλουν τα χαρίσματά τους, τα χρήματά τους, την κοινωνική τους θέση, την επαγγελματική τους εξέλιξη, τις συνθήκες μέσα στις οποίες ζουν και τις οποίες άλλοι στερούνται, έστω και αν για όλα αυτά αγωνίσθηκαν και τα απέκτησαν με πολλή προσπάθεια και κόπο, διότι χωρίς τη δική του χάρη και βοήθεια θα ήταν αδύνατο να τα κατορθώσουν, όπως και ο ίδιος ο Χριστός μας διαβεβαιώνει λέγοντας: «χωρίς εμού ου δύνασθε ποιείν ουδέν».
Υπάρχουν και εκείνοι, πολλοί ίσως και αυτοί, οι οποίοι, σαν τον Ιούδα, όχι μόνον δεν αναγνωρίζουν τι οφείλουν στον Χριστό και δεν αισθάνονται την ανάγκη να του ανταποδώσουν την ευγνωμοσύνη τους, αλλά σπεύδουν να κρίνουν και να κατακρίνουν και να θέσουν εμπόδια και προσκόμματα και σε όσους θέλουν να προσφέρουν στον Χριστό.
Υπάρχουν εκείνοι, οι οποίοι όχι μόνο δεν θέλουν να προσφέρουν οτιδήποτε στον Χριστό, αλλά και στο τέλος καταλήγουν να τον αρνούνται και να τον προδίδουν.
Σε ποια από τις δύο αυτές ομάδες άραγε ανήκουμε εμείς;
Είμαστε πρόθυμοι να εκφράσουμε την αγάπη και την ευγνωμοσύνη μας στον Χριστό προσφέροντάς του ό,τι πολυτιμότερο έχουμε;
Και δεν χρειάζεται να είναι χρήματα ή υλικά πράγματα, αλλά μπορεί και πρέπει να είναι πρωτίστως η ψυχή μας και η υπακοή μας στο θέλημά του. Του την προσφέρουμε ή εφευρίσκουμε προφάσεις και δικαιολογίες για να μην το κάνουμε;
Ας εξετάσουμε τους εαυτούς μας και ας ελέγξουμε τη στάση μας έναντι του Χριστού, που πορεύεται προς το Πάθος για τη δική μας σωτηρία. Ας εξετάσουμε τους εαυτούς μας και ας δούμε αν βρισκόμαστε μαζί με την πρώην αμαρτωλή που τίμησε ο ίδιος ο Χριστός, δίνοντας εντολή να μνημονεύεται η πράξη της ανά τους αιώνες, ή αν είμαστε μαζί με τον Ιούδα που έλαβε, δυστυχώς, τον μισθό της φιλαργυρίας και της προδοσίας του.
Και ας παρακαλέσουμε τον δι’ ημάς πάσχοντα Κύριο να μας χαρίσει το έλεος και την ευσπλαχνίας του.