Καλύτερα Προκαθήμενος χωρίς εμπειρία παρά πράκτορας της KGB

Του Κώστα Ονισένκο

«Με την KGB είχαν σχέση όλοι ανεξαιρέτως οι αρχιερείς του Πατριαρχείου Μόσχας. Δεν υπήρχε αρχιερέας, που να μην είχε σχέση με την KGB διότι το ίδιο το σύστημα ήταν τέτοιο, που δεν υπήρχε άλλος τρόπος διοίκησης της Εκκλησίας. Για να ορίσεις επίσκοπο, έπρεπε να το συμφωνήσεις με την KGB» – Φιλάρετος, “Επίτιμος Πατριάρχης της Ουκρανικής Εκκλησίας” (συνέντευξη στο ουκρανικό κανάλι TSN – 20.01.2019)

Έχουν γραφτεί πολλά για τη σχέση της Ρωσικής Εκκλησίας με τις ρωσικές μυστικές υπηρεσίες, και ειδικά με την KGB, όσον αφορά στο διάστημα από την εποχή του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου μέχρι και τις ημέρες μας. Μετά τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης το 1991, τα αρχεία της KGB, και κυρίως εκείνα που αφορούσαν σε δεκάδες ή και εκατοντάδες χιλιάδες άτομα που συνεργάζονταν με την υπηρεσία, παρέχοντας πληροφορίες ή εκτελώντας συγκεκριμένες εντολές, δεν δημοσιοποιήθηκαν. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα αφενός να μην πραγματοποιηθεί η εσωτερική διαδικασία κάθαρσης και συγχώρεσης, που τόσο μεγάλη ανάγκη είχε η πληγωμένη μετα-σοβιετική Ρωσία και αφετέρου πολλοί από τους ανθρώπους που με τις πράξεις του δηλητηρίαζαν την ρωσική κοινωνία, να παραμείνουν στις θέσεις τους.

Παρά το γεγονός ότι η KGB, που με την διάλυση της ΕΣΣΔ μετονομάστηκε σε FSB, «ανάρρωσε» από την κοινωνική και οικονομική κρίση της Ρωσίας, τα πρώτα χρόνια από από την διάλυση της ΕΣΣΔ, πολλά στελέχη της υπηρεσίας βρήκαν δουλειά σε ιδιωτικές εταιρείες ή έφυγαν στο εξωτερικό. Εδώ θυμόμαστε ότι η τωρινή ρωσική διοίκηση βοήθησε στο να «ξαναμαζευτεί» η υπηρεσία όταν ανέλαβε επικεφαλής της FSB στις 25 Ιουλίου 1998. Τότε υπήρχαν μέχρι και καθυστερήσεις μισθών λόγω της κρατικής δυσπραγίας στα στελέχη της πιο «ευαίσθητης» υπηρεσίας του κράτους. Ορισμένοι από αυτούς που έφυγαν το ‘90 ή και νωρίτερα, έδωσαν στη δημοσιότητα μια εικόνα της διείσδυσης που είχε η KGB στην σοβιετική κοινωνία και ειδικότερα στην Εκκλησία.

Η διερεύνηση σχέσεων Εκκλησίας – KGB που σταμάτησε απότομα

Όπως προκύπτει από τα βιβλία και τα άρθρα των πρώην στελεχών της υπηρεσίες, η Εκκλησία βρισκόταν στο μικροσκόπιο της KGB όπως και οι περισσότεροι νευραλγικοί τομείς της χώρας. Η KGB προσηλύτιζε για συνεργασία πανεπιστημιακούς, διανοούμενους, αθλητές, επιστήμονες κ.ο.κ. Ανάμεσα σε αυτούς ήταν φυσικά και ιερείς, και ειδικά οι ιεράρχες.

Όπως αναφέρει σε συνέντευξή του στο Radio Freedom ο μελετητής της ιστορίας της Ρωσικής Εκκλησίας και καταδικασμένος σε φυλάκιση από το σοβιετικό καθεστώς, ιστορικός Πάβελ Προτσένκο, είχε δημιουργηθεί το 1992 επιτροπή για τη διερεύνηση της αντισυνταγματικής δράσης της “Κρατικής Επιτροπής Εκτάκτων Καταστάσεων” (State Committee on the State of Emergency”.

Όσον αφορά στο αποτέλεσμα που είχε το έργο αυτής της επιτροπής, ο πρώην πράκτορας της KGB Βλαντίμιρ Ποπόβ στο πρόσφατο βιβλίο του «Συνωμοσία των αχρείων. Σημειώσεις του πρώην υπολοχαγού KGB» ((…)» (το βιβλίο του Ποπόβ δημοσιεύτηκε στην σελίδα του γνωστού Ουκρανού δημοσιογράφου Dmitri Gordon), παραθέτει ένα πολύ αποκαλυπτικό απόσπασμα του πορίσματος:

Η Εκκλησία ως «μακρύ χέρι» της ΕΣΣΔ

«Η Επιτροπή εφιστούσε την προσοχή στη διοίκηση της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας όσον αφορά στην αντισυνταγματική χρησιμοποίηση σειράς εκκλησιαστικών οργάνων από την Κεντρική Επιτροπή του Κομμουνιστικού Κόμματος και των οργάνων της KGB, για τους σκοπούς τους, με την χρήση στρατολόγησης και τοποθέτησης σε αυτά πρακτόρων της KGB. Έτσι, με την βοήθεια του τμήματος εξωτερικών υποθέσεων ταξίδευαν στο εξωτερικό (σ.σ. υπενθυμίζεται ότι τα χρόνια της ΕΣΣΔ πολύ λίγα άτομα έπαιρναν άδεια για να ταξιδέψουν σε άλλες χώρες) και εκτελούσαν αποστολές της διοίκησης KGB πράκτορες, αναφερόμενοι με ψευδώνυμα Svyatoslav, Alamant, Topaz, Nesterovich, Kuznetsov, Ognev, Esaulenko και άλλοι”.

Δυστυχώς, η ηγεσία της Εκκλησίας μέχρι αυτή τη στιγμή δεν έχει αναφερθεί επίσημα στο ζήτημα της δικής της απο-πολιτικοποίησης. Ο εκπρόσωπος του πατριάρχη Αλέξιου Β’, διάκονος Αντρέι Κουράεβ αποκάλεσε τις δημοσιεύσεις σχετικά με το υλικό της Επιτροπής ως διωγμό της εκκλησίας και μάλιστα “θρίαμβο” της ίδιας της KGB (“Τα Νέα της Μόσχας” τεύχος 10 – 1992). Ωστόσο ο αρχιεπίσκοπος του Βίλνιους Χρυσόστομος ουσιαστικά διέψευσε τον διάκονο Κουράεβ και εξιστόρησε την 18χρονη συνεργασία του με την KGB (“Ρωσική Εφημερίδα” τεύχος 52/388 – 1992).

Πράκτορες μέχρι και σήμερα εν ενεργεία ιεράρχες

Εκτός από τις έμμεσες αναφορές, μαρτυρίες και δευτερογενείς πηγές, κατά καιρούς έχουν εμφανιστεί και συγκεκριμένα έγγραφα για τη σχέση Εκκλησίας και KGB. Για παράδειγμα όταν το 2018 οι αρχές της Λετονίας αποφάσισαν να αποχαρακτηρίσουν τα έγγραφα του τοπικού, ανάμεσα στους πράκτορες της σοβιετικής μυστικής υπηρεσίας βρέθηκε και το όνομα του εν ενεργεία Μητροπολίτη Ρίγας και πάσης Λετονίας Αλέξανδρου. Σύμφωνα με τα έγγραφα, ο Μητροπολίτης άρχισε να συνεργάζεται με την KGB αμέσως μετά την χειροτονία του ως ιερέας το 1982 και έλαβε το επιχειρησιακό ψευδώνυμο Chitatel (μρφ.: Αναγνώστης).

Εκτός από τους προαναφερόμενους ιεράρχες, και για όσους έχουν βρεθεί στοιχεία συνεργασίας τους με τις ρωσικές μυστικές υπηρεσίες, και εκείνους που -όπως ο «επίτιμος Πατριάρχης Ουκρανίας», μόνοι τους παραδέχθηκαν αυτή τη συνεργασία, υπάρχουν εικασίες για πολλούς ακόμα ανώτατους κληρικούς. Διαβάζουμε τις απόψεις που εξέφρασε, μιλώντας στη Φωνή της Αμερικής ο Κωνσταντίν Πρεομπροζένσκι, συγγραφέας και πρώην αντισυνταγματάρχης της KGB, που ζει στις ΗΠΑ:

«Πρόκειται για ψευδαίσθηση όχι μόνο στη Δύση αλλά και στη Ρωσία. Και είναι πολύ επιβλαβής. Πουθενά δεν εξαφανίστηκε η KGB. Και δυστυχώς ούτε η ΕΣΣΔ δεν εξαφανίστηκε, μόνο μίκρυνε. Η τωρινή ηγεσία της Ρωσίας επανασύστησε πλήρως την KGB. (…) Πώς μπορεί να μιλήσει κανείς για συνεργασία της KGB με την Εκκλησία στο παρελθόν, όταν και σήμερα στην εκκλησία όλες οι διοικητικές (ανώτερες) θέσεις καταλαμβάνονται από πράκτορες της KGB; Όπου και να κοιτάξεις βλέπεις πράκτορα. Και ο Πατριάρχης και οι αναπληρωτές του – όλοι πράκτορες της KGB» (18 Αυγούστου 2005).

Σοφές αποφάσεις

Όταν ο Μακαριώτατος Μητροπολίτης Επιφάνιος εξελέγη προκαθήμενος της νεοσύστατης Ουκρανικής Εκκλησίας, αρκετοί ήταν εκείνοι που εξέφρασαν την απορία τους όσον αφορά το νεαρόν της ηλικίας του. Η Ουκρανία και η ίδια, ως κρατική οντότητα, είναι νεαρή. Οι εκκλησιαστικές διαφωνίες και διεργασίες στην Ουκρανία είναι μάλιστα πολύ παλιότερες από το ίδιο το ουκρανικό κράτος. Ο Μητροπολίτης Επιφάνιος δεν έφερε μαζί του όλες αυτές τις διαφωνίες, ήταν ένα πρόσωπο νέο, που εκτός από την έλλειψη πείρας κουβαλούσε και την ελπίδα του νέου ουκρανικού έθνους, έτσι όπως διαμορφώθηκε μετά το 1991.

Εκτός όμως από αυτά τα επιχειρήματα, όταν εξετάζεται η επιλογή του Μητροπολίτη Επιφάνιου σε αυτή την σημαντική και ιστορική θέση, δεν θα πρέπει να παραβλέπεται και το γεγονός ότι ακριβώς η ηλικία του είναι εκείνη που τον “προφύλαξε” από την τοξική και αμαρτωλή σχέση με την KGB, στην οποία αναγκαστικά εκτέθηκαν οι παλαιότεροι ιεράρχες.

Ακόμα και εκείνοι που ήσαν τίμιοι και έκαναν ό,τι μπορούσαν για να προστατέψουν το ποίμνιό τους και τον Λόγο του Θεού. Τα λάθη λόγω απειρίας είναι καλύτερα από την πιθανή προδοσία και την υπηρεσία σκοτεινών συμφερόντων. Και από αυτή την άποψη θεωρώ ότι η επιλογή του Μητροπολίτη Επιφάνιου είναι μια σοφή και δικαιολογημένη επιλογή και ο χρόνος ευελπιστώ ότι θα επιβεβαιώσει τα λεγόμενά μου.