«Η τοποθέτηση του σταυρού αποτελεί αδήριτη ανάγκη»

Ο υπεύθυνος του Ι.Ν Αγ. Γεωργίου-Ροτόντα, μιλά για την επιστολή του Θεσσαλονίκης προς την Λίνα Μενδώνη για αποκατάσταση του ιερού συμβόλου στην στέγη του ιστορικού ναού, την απόφαση του Κ.Α.Σ αλλά και τις αντιδράσεις από… τους γνωστούς κύκλους.

Από το ΣΩΤΗΡΗ ΛΕΤΣΙΟ

Στο επίκεντρο της δημοσιότητας βρίσκεται αυτές τις ημέρες ο Ι.Ν Αγίου Γεωργίου-Ροτόντας στην Θεσσαλονίκη με αφορμή την επιστολή που απέστειλε ο Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης κ. Άνθιμος προς την Υπουργό Πολιτισμού κ. Λίνα Μενδώνη ζητώντας την αποκατάσταση του Σταυρού στην στέγη του ιερού ναού του Αγίου Γεωργίου–Ροτόντα.

Στην επιστολή του αυτή ο Μητροπολίτης κ. Άνθιμος επισημαίνει μεταξύ άλλων και τα εξής: «Οι πολίτες και πιστοί χριστιανοί Θεσσαλονικείς διαπιστώνουν, καθημερινώς,καθώς διέρχονται του ιερού μνημείου την λανθασμένη εξωτερική πληροφόρηση για την ιστορία του. Η ύπαρξη μόνο του μιναρέ, συμβόλου της μουσουλμανικής θρησκείας,δίνει την λανθασμένη εντύπωση ότι το κτίσμα απετέλεσε ή αποτελεί και τώρα μόνο μουσουλμανικός θρησκευτικός χώρος λατρείας. Βεβαίως, κανένας, γνώστης της ιστορίας δεν μπορεί να αρνηθεί και να λησμονήσει την βίαιη μετατροπή του Ιερού Ναού από τον κατακτητή σε μουσουλμανικό τέμενος για 422 χρόνια (1590-1912). Αλλά το μνημείο για 1200 χρόνια και πλέον (390-1590) διετέλεσε χριστιανικός ναός και μάλιστα Μητροπολιτικός. Πιστεύουμε, ότι η τοποθέτηση του σταυρού αποτελεί αδήριτη ανάγκη προς αποκατάσταση της ιστορικής αλήθειας και την ορθή ιστορική πληροφόρηση του λαού. Άλλωστε ο σταυρός υπήρχε στην στέγη από την απελευθέρωση της πόλεως το 1912 μέχρι το 1951, οπότε και κατεστράφη από κεραυνό(…)Παρακαλούμε, θερμώς, την εξοχότητά σας για την εφαρμογή της αποφάσεως του Κ.Α.Σ γνωρίζοντας την πολιτική σας δυναμική και σταθερότητα σε θέματα ιστορικής αλήθειας. Θεωρούμε επιτακτική την ανάγκη αποκαταστάσεως του σταυρού, η οποία συνεπάγεται ταυτόχρονη αποκατάσταση της ιστορικής αλήθειας, συμφώνως των υποδείξεων της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, μετά της οποίας συνεργαζόμεθα αρμονικώς» καταλήγει στην επιστολή του ο σεβασμιότατος κ. Άνθιμος.

«Η επιστολή του Μητροπολίτη κ. Άνθιμου αποτελεί ουσιαστικά μια υπενθύμιση της πρότασης που έγινε από την αρχαιολογική υπηρεσία,αλλά και μια παράκληση για να εφαρμοσθεί η απόφαση του ΚΑΣ και να προχωρήσει το θέμα εγκατάστασης του σταυρού». Αυτό τονίζει μιλώντας στην «Ορθόδοξη Αλήθεια» ο π. Γεώργιος Χειλάς, υπεύθυνος του Ι.Ν Αγίου Γεωργίου-Ροτόντα, ενώ σπεύδει να αναφέρει και τα εξής: «Το θέμα για τον σταυρό δεν το ανακίνησε η Μητρόπολη Θεσσαλονίκης. Ήταν θαύμα το ότι αποφασίσθηκε το 2015 η αποκατάσταση ολόκληρου του μνημείου! Και ως θαύμα χαρακτηρίσαμε επίσης και την πρωτοβουλία της συγκεκριμένης υπηρεσίας-χωρίς την δική μας παρέμβαση-να καταθέσει το 2015 στο Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο θετική εισηγητική έκθεση για την αποκατάσταση του σταυρού. Στη συνέχεια το Κ.Α.Σ πήρε ομόφωνη απόφαση για την αποκατάσταση του σταυρού. Εντούτοις το θέμα αυτό σκάλωσε τότε σε κάποιο σημείο. Το Υπουργείο Πολιτισμού δεν αρνήθηκε την τοποθέτηση του σταυρού. Απλώς η απόφαση όριζε ότι θα έπρεπε να συνεξετασθεί και να συνδυασθεί το θέμα αυτό με την τοποθέτηση του αλεξικέραυνου. Όταν θα έμπαινε το αλεξικέραυνο, θα έμπαινε και ο σταυρός. Από εκείνο όμως το χρονικό σημείο και μετά δεν σημειώθηκε πρόοδος στο θέμα αυτό. Και αυτό οφείλεται στο ότι προκλήθηκαν και πάλι αντιδράσεις από τους γνωστούς κύκλους, οι οποίοι ούτως ή άλλως πάντα φωνάζουν και δημιουργούν προβλήματα στην Θεσσαλονίκη» συμπληρώνει ο π. Γεώργιος.

Συνεχίζοντας την εξιστόρηση των γεγονότων που σχετίζονται με το θέμα του Αγίου Γεωργίου-Ροτόντα ο π. Γεώργιος σπεύδει να σημειώσει και τα εξής: «Το 1965 ο ναός εγκαινιάστηκε από τον μακαριστό μητροπολίτη Παντελεήμονα τον Ά. Εκείνη μάλιστα την χρονιά τοποθετήθηκε η μαρμάρινη αγία τράπεζα μετά από σχετική πρόταση και μελέτη της αρχαιολογικής υπηρεσίας. Μετά όμως από τον σεισμό του 1978 το μνημείο έκλεισε λόγω των προβλημάτων που προέκυψαν. Όταν έγιναν κάποιες εργασίες κατά την δεκαετία του ΄90 και αποκαταστάθηκε στατικά το εν λόγω μνημείο, η Μητρόπολη Θεσσαλονίκης πήρε την πρωτοβουλία να ξεκινήσει και πάλι η λειτουργία του ναού κατά τον τρόπο που γινόταν παλαιότερα, όταν θείες λειτουργίες τελούνταν με αφορμή κάποιες ειδικές περιστάσεις» σημειώνει ο π. Γεώργιος και συνεχίζει: «’Ηταν το 1997 όταν με αφορμή την διοργάνωση μιας έκθεσης εντός της Ροτόντας στα πλαίσια της «Μπιενάλε», η Μητρόπολη Θεσσαλονίκης προέβη στην επισήμανση, ότι εφόσον από τεχνικής πλευράς είχε αποκατασταθεί το μνημείο θα ήταν πρακτικά δυνατόν να τελεστούν λειτουργίες. Η πρώτη διαπίστωση από την πλευρά μας ήταν ότι δεν υπήρχε πουθενά η αγία τράπεζα. Βέβαια, υποθέσαμε ότι λόγω του σεισμού πολλά αντικείμενα στο εσωτερικό του είχαν μετακινηθεί προκειμένου να προστατευθούν. Και για αυτό τον λόγο ζητήσαμε την επανατοποθέτησή της. Η απάντηση όμως που λάβαμε απ΄την αρχαιολογική υπηρεσία ήταν ότι δεν υπήρξε ποτέ στον χώρο εκείνο αγία τράπεζα! Το γεγονός αυτό πυροδότησε μια ένταση ανάμεσα στην Μητρόπολη Θεσσαλονίκης και την Αρχαιολογική Υπηρεσία, η οποία οδήγησε το 1999 στην λήψη της απόφασης από το Υπουργείο Πολιτισμού σύμφωνα με την οποία δινόταν η δυνατότητα τέλεσης μόνο θείων λειτουργιών εντός της Ροτόντας και για 12 φορές τον χρόνο. Η απόφαση αυτή ήταν πολύ σημαντική επειδή στάθηκε έτσι η αφορμή για να αναγνωριστεί για πρώτη φορά ο ιερός ναός του Αγίου Γεωργίου Ροτόντας. Έως τότε είχε επικρατήσει η έκφραση: Το μνημείο της Ροτόντας.

ΕΠΙ 400 ΧΡΟΝΙΑ ΟΡΘΟΔΘΞΟΣ ΝΑΟΣ

Ο π. Γεώργιος υπενθυμίζει πως : «Το 2015 ο κ. Σταμάτης Χονδρογιάννης, έφορος αρχαιοτήτων της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας Θεσσαλονίκης, ο οποίος έκανε την θετική εισήγηση για τον σταυρό, μου είχε επισημάνει ότι έχουμε λάθος πληροφόρηση για το μνημείο. Και αυτό επειδή υπάρχει εξωτερικά μόνο ένας μιναρές. Ναι μεν χρησιμοποιήθηκε και ως τζαμί, αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι επί 400 χρόνια λειτούργησε ως ορθόδοξος χριστιανικός ναός. Ο ίδιος ο έφορος επισήμανε την ανάγκη να τοποθετηθεί ξανά ο σταυρός στην στέγη!» καταλήγει.

*Αναδημοσίευση από την εφημερίδα “Ορθόδοξη Αλήθεια”