Η συμβολή των Τριών Ιεραρχών στην παιδεία του ανθρώπου

Του Μητροπολίτου Μάνης κ. Χρυσοστόμου Γ’

Φωστήρας μεγίστους «της τρισηλίου θεότητος» ονομάζει η Εκκλησία τους τρεις μεγάλους Ιεράρχες «Βασίλειον τον ένθεον νούν», «Γρηγόριον την θείαν φωνήν» και «Ιωάννην, την χρυσόφωνον σάλπιγγα».

Και δικαίως. Και οι τρεις τους φώτισαν την οικουμένη τόσο με την διδασκαλία τους όσο και με την αρετή τους.

Οι διδασκαλίες τους είναι ακτίνες θείου φωτός και τα συγγράμματά τους βάθος θεικής σοφίας. Διάνοιες ευρύτατες, μεγάλα πνεύματα με κατανόηση του αληθούς νοήματος της ανθρώπινης ύπαρξης. Προσέτι, εκτός από την υλική βοήθεια των αδυνάτων και πασχόντων, συνεδύασαν και την πνευματική τους εξύψωση. Έλυσαν πολλά κοινωνικά προβλήματα της εποχής τους και με το ενάρετο παράδειγμά τους στήριξαν τους συνανθρώπους τους. Τα μέγιστα δε συνετέλεσαν στο μεγάλο θέμα της όλης παιδείας του ανθρώπου.

Έτσι η εορτή των Τριών Ιεραρχών, Βασιλείου του Μεγάλου, Γρηγορίου του Θεολόγου και Ιωάννου του Χρυσοστόμου είναι μία άριστη ευκαιρία όπως, «πάλιν και πολλάκις», συνειδητοποιήσουμε την ανεκτίμητη αξία της συμβολής τους στην εν γένει παίδευση του ανθρώπου.

Είναι αναντίρρητο γεγονός ότι και οι τρεις μεγάλοι και θεοφόροι αυτοί Πατέρες της Εκκλησίας ήκουσαν την προτροπήν του Ψαλμωδού «Δράξασθε παιδείας» (Ψαλμ. 2, 12) και μετά πολλού ζήλου επεδόθησαν στη συμμόρφωση προς αυτήν.

Τω όντι, υπήρξαν πανεπιστήμονες. Είχαν σπουδάσει σε μεγάλα πνευματικά-εκπαιδευτικά κέντρα, σε περίφημες σχολές της εποχής τους, από φιλοσοφία και ρητορική, μέχρι αριθμητική, αστρονομία και ιατρική. Μελέτησαν σε βάθος «τι εστί άνθρωπος;» και στήριξαν, έγραψαν και διηκόνησαν με σύνεση, σοφία και διάκριση τον πλησίον, απ’ όποια έπαλξη κι’ αν βρέθηκαν. Το σημαντικότερο δε ήταν ότι θεμελίωσαν την ελληνική και χριστιανική παιδεία και δημιούργησαν το μέγα ευεργέτημα της ανθρωπότητος, τον ελληνοχριστιανικό πολιτισμό. Η Φιλοσοφία της Αρχαίας Ελλάδος και τα διδάγματα του Ιερού Ευαγγελίου συναντήθηκαν στο πνεύμα της νέας παιδείας που διεμόρφωσαν οι Τρεις Ιεράρχες.

Ενώθηκαν κατά αρμονικόν τρόπον στο πρόσωπόν τους, η ελληνική και χριστιανική σκέψη, η γύμναση του νοός και σωτηρία της ψυχής, η θεία και ανθρώπινη σοφία. Και οι τρεις τους θεώρησαν την κλασσική παιδεία όχι ως απόβλητη, αλλά ως αναγκαιότατο προπαιδευτικό στάδιο, το οποίον οδηγεί στην καλύτερη κατανόηση της χριστιανικής αλήθειας. Δεν δέχθηκαν δε απλώς την κλασσική παιδεία, αλλά και την αφομοίωσαν και μάλιστα τα συγγράμματά τους είναι πεπληρωμένα από παιδαγωγικά αξιώματα. Ωραιότατο είναι και το δίστιχο εν προκειμένω του Αγ. Γρηγορίου του Θεολόγου: «Ελλάς εμή, νεότης φίλη και όσσα πέπασμαι, και δέμας, ως Χριστώ είξατε προφρονέως»! Δηλαδή, «Ελλάδα μου και νιότη αγαπητή, κι όλα όσα απέκτησα και σώμα. Πόσο πρόθυμα δοθήκατε στον Χριστό» (PG 37, 1449Α).

Περιώνυμοι έχουν μείνει, αιώνες τώρα: Η μελέτη του Μεγάλου Βασιλείου «Προς τους νέους, όπως αν εξ ελληνικών ωφελοίντο λόγων», η φράση του Γρηγορίου του Θεολόγου «παίδευσιν των παρ’ ημίν αγαθών είναι το πρώτον» (PG 36, 508) και του Ι. Χρυσοστόμου «παιδεία μετάληψις αγιότητός εστι» (ΕΠΕ 25, 282).

Κατ’ ακολουθίαν της συζεύξεως αυτής του αρχαίου ελληνικού και χριστιανικού πνεύματος, οι Τρεις Ιεράρχες κατέστησαν τα ιδανικά πρότυπα για την παιδεία. Τέθηκαν από πολύ ενωρίς προστάτες των Ελληνικών Γραμμάτων και γνήσιοι καθοδηγητές διδασκόντων και διδασκομένων. Η συμβολή τους για την κατ’ άνθρωπον και κατά Θεόν σοφία και παιδεία, υπήρξε κατά συνέπειαν, καθοριστική.

*

Ειδικότερα η θρησκευτική εορτή και των Τριών Ιεραρχών θεσπίσθηκε τον 11ο αιώνα, γιατί υπήρχαν έντονες διαφωνίες μεταξύ των λογίων για το ποιος από τους τρεις αγίους και σοφούς Ιεράρχες ήταν ο σπουδαιότερος. Άλλοι υποστήριξαν ότι σπουδαιότερος ήταν ο Μ. Βασίλειος, άλλοι θεωρούσαν ανώτερο τον Γρηγόριο τον Θεολόγο ή τον Ιωάννη τον Χρυσόστομο. Για να συμφιλιώσει τις αντιθέσεις αυτές ο λόγιος Μητροπολίτης Ευχαΐτων Μ. Ασίας, Ιωάννης ο Μαυρόπους, πρότεινε να θεσπισθεί κοινή εορτή των Τριών Ιεραρχών στις 30 Ιανουαρίου. Η πρότασή του έγινε δεκτή υπό του αυτοκράτορος Κωνσταντίνου του Μονομάχου και τότε θεσπίσθηκε η εορτή αυτή, η οποία από τους χρόνους αυτούς εορτάζεται πάντοτε από την Ορθόδοξη Εκκλησία με ιδιαίτερη λαμπρότητα. Μάλιστα ο λόγιος άγιος αυτός Μητροπολίτης Ιωάννης είναι ο πρώτος, ο οποίος συνέγραψε και Ιερή Ακολουθία για την εορτή.

Αξιοπρόσεκτο είναι το γεγονός, ότι με μεγάλη επισημότητα και ευλάβεια εορταζόταν η εορτή των Τριών Ιεραρχών στην εποχή της Τουρκοκρατίας. Όπως έχει γραφεί, «ο υπόδουλος ελληνισμός προσέδωσεν εις τον εκκλησιαστικόν εορτασμόν τους τον πανηγυρικόν χαρακτήρα της εορτής των Ελληνικών Γραμμάτων, ως της εθνικής εορτής του (Καθ. Παν. Μπρατσιώτης). Στις περιοχές της Ηπείρου και της Μακεδονίας, που άργησαν να απελευθερωθούν, η εορτή των Τριών Ιεραρχών εξακολουθούσε να έχει εθνικό χαρακτήρα ως το 1912, που εντάχθηκαν στο ελεύθερο Ελληνικό Κράτος.

Το 1841, με διάταγμα του Όθωνος, καθιερώθηκε η εορτή των Τριών Ιεραρχών, ως εορτή της Παιδείας και των Γραμμάτων. Η πρόταση αυτή έγινε από την Σύγκλητο του Πανεπιστημίου Αθηνών, η οποία με απόφασή της εόρτασε τότε για πρώτη φορά επίσημα την εορτή των Τριών Ιεραρχών, ως εορτή των Γραμμάτων. Και το 1856 με πανηγυρική τελετή καθιερώθηκε και το ένα από τα Λάβαρα του Πανεπιστημίου, να φέρει την εικόνα των Τριών Ιεραρχών. Παραπλήσια εορτή τελούν, οφείλουν να τελούν και τα λοιπά εκπαιδευτικά ιδρύματα της πατρίδος μας, και όπου γης υπάρχει ο ελληνισμός.

*

Ειδικότερα, οι παιδαγωγικές γνώμες των Τριών Ιεραρχών, ήδη από τον 4ο αιώνα, ισχύουν μέχρι σήμερα. Κατά τον Μ. Βασίλειο, η προσθήκη των νέων γνώσεων πρέπει να επιτυγχάνεται ολίγον κατ’ ολίγον και συμμέτρως. Ο διδάσκων οφείλει να προχωρεί από τα απλούστερα προς τα δυσκολότερα. Ο Γρηγόριος συμβουλεύει το λίγο και ασφαλές από το πολύ και επισφαλές. Και ο Χρυσόστομος το ίδιο λέγει, ότι ο διδάσκαλος δεν πρέπει να επιθέτει πολλά φορτία στους μαθητές, αλλά να διδάσκει κατά ενότητες, ώστε να μπορούν να κάμνουν κτήμα τους τα διδαχθέντα. Μιλούν ακόμη οι Τρεις Ιεράρχες για την αξία της εποπτείας, των παραδειγμάτων, της χάριτος της διδασκαλίας, της διορατικότητος την οποία πρέπει να έχει ο διδάσκαλος. Επίσης τονίζουν ότι δεν πρέπει να διδάσκει ο διδάσκαλος ο,τι θέλουν οι μαθητές, αλλ’ ο,τι συμφέρει να μάθουν.

Συγκεκριμένα, οι Τρεις Ιεράρχες υπογραμμίζουν την σπουδαιότητα της αγωγής των διδασκομένων, εκ μέρους του επιφορτισμένου με την διδασκαλία. Λέγουν ότι ο διδάσκαλος οφείλει να έχει φρόνηση, ενάρετο βίο, γνώσεις ψυχολογίας, κύρος, ακέραιο χαρακτήρα και βέβαια ταλέντο διδασκαλίας. Κατά τον Μ. Βασίλειο, ο διδάσκαλος πρέπει να είναι αρχέτυπο βίου και κανόνας αρετής. Ο Γρηγόριος τονίζει ότι ο διδάσκαλος ή να μη διδάσκει ή να διδάσκει με το παράδειγμά του. Και ο Χρυσόστομος λέγει ότι ο διδάσκαλος πρέπει πρώτον να είναι «εαυτού διδάσκαλος». Έπειτα και οι Τρεις σοφοί Ιεράρχες υπογραμμίζουν ως άριστη παιδαγωγική μέθοδο την αξία της πατρικής αγάπης. «Ουδέν ούτω προς διδασκαλίαν επαγωγόν, ως το φιλείν και φιλείσθαι», θα πεί ο Ι. Χρυσόστομος. Κατά τον Γρηγόριον, ακόμη, παιδαγωγικό μέτρο είναι και «το μικρόν τι συγχωρείν» και για τον Χρυσόστομο μεγάλη αξία έχει ο συνδυασμός επιείκειας και αυστηρότητας. Συμβούλευαν ακόμη οι τρεις θεοφόροι Πατέρες την λιτότητα, την σπουδαία επίδραση της γυμναστικής και της μουσικής, την αποφυγή των καταχρήσεων, αλλά και ιδιαίτερα τόνιζαν την πνευματική τροφή της ψυχής, που είναι η προσευχή, η οποία και ενδυναμώνει διδάσκοντες και διδασκομένους. Σκοπός της αγωγής για τους τρεις Ιεράρχες ήταν η έμπνευση της χρηστότητος και της αρετής εκ μέρους των διδασκόντων προς τους νέους. Ο Ι. Χρυσόστομος μάλιστα συνοψίζει την όλη εκπαίδευση στο «εθίζειν προς τα δέοντα», «χαλινούν μετ’ ακριβείας», «κολάζειν τα νοσήματα της ψυχής» και «ρυθμίζειν» προς το άριστον «έργω και λόγω». Όλα αυτά, είναι τα γερά θεμέλια μιάς παιδαγωγικής, η οποία πράγματι εξυψώνει την ανθρώπινη ύπαρξη, καθ’ ότι άλλωστε η διαμόρφωση της προσωπικότητος και η καθόλου αγωγή είναι «τέχνη τεχνών και επιστήμη επιστημών» κατά τον Γρηγόριον.

*

Οι Τρεις Ιεράρχες, λοιπόν, ανεδείχθησαν υψηλού επιπέδου παιδαγωγοί, ακριβώς, διότι αγάπησαν την παιδεία και η αρίστη παιδαγωγία τους είναι ο σπουδαίος συνδυασμός: γνώση και ήθος.

Μήπως και στη σημερινή α-παιδεία μας, έχουμε απόλυτη ανάγκη από την ευεργετική αυτή μαρτυρία, μαρτυρία φωτός των Τριών μεγίστων Οικουμενικών Διδασκάλων;