Η μακροθυμία του Θεού

«Παιδί μου Τιμόθεε, είναι αξιόπιστα και άξια πλήρους αποδοχής τα λόγια αυτά, ότι ο Χριστός Ιησούς ήλθε εις τον κόσμον διά να σώση αμαρτωλούς, πρώτος των οποίων είμαι εγώ. Αλλά διά τούτο ελεήθηκα, διά να δείξη ο Ιησούς Χριστός την όλην μακροθυμίαν του πρώτα σ᾽ εμέ, και να χρησιμεύσω ως πρότυπον εις εκείνους που μελλοντικά θα πιστέψουν εις αυτόν διά να αποκτήσουν την αιώνιον ζωήν. Εις δε τον Βασιλέα των αιώνων, τον άφθαρτον, τον αόρατον, τον μόνον σοφόν Θεόν, ας είναι τιμή και δόξα εις τους αιώνας των αιώνων· αμήν.»

Τι θα αφήσουμε πίσω

Στη ζωή μας λειτουργούμε σχεδόν πάντοτε με την αίσθηση του παρόν τος. Βλέπουμε τις ανάγκες μας και τις επιθυμίες μας, μας είναι όμως δύσκολο να σκεφτούμε σε βάθος χρόνου. Κάποτε μπορεί να καταστρώνουμε σχέδια για τη μετέπειτα ζωή μας. Σπάνια όμως σκεφτόμαστε ότι, εκτός από τα όσα υλικά έχουμε και πρόκειται να κληροδοτήσουμε στους επόμενους, υπάρχει και η πνευματική διάσταση της ύπαρξής μας, η σχέση μας με τον Θεό. Κι αυτή δεν έχει να κάνει μόνο με την οικογένεια και τη ζωή μας, αλλά και με τα ίδια τα πρόσωπά μας. Η Εκκλησία μας καλεί να γίνουμε υποδείγματα πίστης στον Χριστό για όσους έρχον ται μετά από εμάς και να τους βοηθήσουμε να οδηγηθούν στην αιώνια ζωή. «Προς υποτύπωσιν των μελλόντων πιστεύειν επ’ αυτώ εις ζωήν αιώνιον» (Α΄ Τιμ. 1,16).

Πόσο είναι αυτό εφικτό για εμάς τους χριστιανούς, όταν ζούμε σε μια εκκοσμικευμένη κοινωνία; Όταν οι περισσότεροι δηλώνουν ότι είναι χριστιανοί, στην πράξη όμως δεν έχουν σχέση με τον Χριστό ή η σχέση τους είναι τυπική; Έχουμε τέτοια δύναμη, ώστε να γίνουμε παραδείγματα πίστης για τους άλλους, όταν δεν έχουμε βρεί τον δικό μας εαυτό, τον δικό μας δρόμο; Σήμερα, μάλιστα, υπάρχουμε ουσιαστικά ως ένα μικρό ποίμνιο, το οποίο παλεύει με τους πειρασμούς της διάσπασης, της αδιαφορίας για την πορεία της κοινωνίας και της παθητικότητας, αλλά και της ήττας από τη δύναμη του κόσμου, του πολιτισμού και της αμαρτίας. Ακούγεται ειρωνική η προτροπή του να γίνουμε προτύπωση για «τους μέλλοντας πιστεύειν».

Ταπείνωση και ευγνωμοσύνη

Κι όμως, είναι εφικτός ένας τέτοιος δρόμος. Κατ’ αρχάς διότι δεν είναι έργο και κατόρθωμα δικό μας, αλλά δωρεά του ελέους του Θεού προς τον καθένα μας, αρκεί να αναφωνούμε ότι είμαστε οι πρώτοι των αμαρτωλών. Δεν είναι έκφραση ταπείνωσης μόνο, αλλά και ευγνωμοσύνης, διότι για εμάς ήρθε ο Χριστός. Για να μας ελεήσει. Να μας δώσει την ευκαιρία να βιώσουμε τη μακροθυμία του. Δεν είναι ταπεινολογία η αναγνώριση της αμαρτωλότητάς μας, αλλά αχτίδα αισιοδοξίας. Και τούτο καθώς, παρότι εμείς είμαστε αυτό που είμαστε, εντούτοις ελεηθήκαμε από τον Θεό που αγαπά και μόνο αγαπά. Ο καθένας μας έχει τη μικρή, προσωπική του ιστορία έναντι του Θεού και της πίστης. Αν ζει τη μετάνοιά του, τότε ζει το έλεος του Θεού.
Είναι εφικτός αυτός ο δρόμος διότι οι άνθρωποι δεν πλασθήκαμε να ζούμε μόνοι μας. Έχουμε εντός μας τη δίψα για κοινωνία, για να δώσουμε, τα χαρίσματά μας, την πίστη, τα αγαθά μας, ο,τι είμαστε. Κι αν αυτό που είμαστε πηγάζει μέσα από τη σχέση μας με τον Θεό, τότε έχουμε να δώσουμε αλήθεια, αγάπη, νόημα στους άλλους. Χαρά και χαμόγελο. Ελπίδα που ξεπερνά τα πρόσκαιρα και δείχνει την οδό προς την αιωνιότητα. Είναι αυτό που λείπει από τη ζωή μας. Το να μη μένουμε στο «εδώ και τώρα». Χωρίς να αρνούμαστε να διακονήσουμε τις ανάγκες των άλλων και να ικανοποιήσουμε όσες δικές μας δεν μας βλάπτουν, βλέπουμε τα πράγματα στην προοπτική του αιώνιου. Γνωρίζουμε σε τι χρειάζεται να δώσουμε έμφαση και τι μπορούμε να το αφήσουμε να περάσει.

Για παράδειγμα, οι στιγμές μας. Οι άνθρωποι έχουμε και καλές και κακές. Αν ο εαυτός μας μπορεί να διαχειριστεί τις κακές του στιγμές και να αντέξει και τις αντίστοιχες των άλλων, χωρίς να νικηθεί από την τάση να τους απορρίψει, διότι τον δυσκολεύουν, τότε είμαστε στην οδό της κοινωνίας. Γιατί και πάλι δεν είμαστε μόνοι μας, εφόσον ο Κύριός μας πάντοτε μας ενισχύει στην αγάπη.

️Ακολουθούμε τους Αγίους

Είναι εφικτός αυτός ο δρόμος διότι υπάρχει η Εκκλησία. Εντός της υπάρχουν όσοι προηγήθηκαν από εμάς στην οδό του υποδείγματος. Οι Άγιοι της πίστης μας. Όλοι αυτοί οι οποίοι, χωρίς να το επιδιώκουν, ένιωθαν την καρδιά τους να πλημμυρίζει τόσο από το έλεος του Θεού, όσο και από την ανάγκη να μοιραστούν με τους συνανθρώπους τους τη χαρά και την αγάπη που η αληθινή πίστη προσφέρει, όχι κάνοντας απαραίτητα κήρυγμα, αλλά ζώντας κατά Θεόν. Καλούμαστε να γνωρίσουμε τους Αγίους στη ζωή της Εκκλησίας. Να ζήσουμε τον τρόπο τους με ασφάλεια. Και βλέποντας εκείνους να αισθανόμαστε ότι ο θάνατος δεν μπορεί να μας νικήσει, ούτε το κακό. «Μεθ’ ημών ο Θεός». Μπορεί ο κόσμος να θέτει τη ζωή των Αγίων στο περιθώριο, διότι οι άνθρωποι ζητούμε να απολαύσουμε τα παρόντα και παραδιδόμαστε στα πάθη του σήμερα, όμως διαπιστώνουμε ότι τελικά οι Άγιοι, αν και δεν τους ανήκε κάτι, τα πάντα κατείχαν και γεύτηκαν, ξεκινώντας από τη χαρά της πίστης.

Ο δρόμος και ο τρόπος του κόσμου διαφέρει από αυτόν της πίστης. Χρειάζεται όμως, χωρίς έπαρση, να συνειδητοποιούμε ότι κληθήκαμε και καλούμαστε να αφήνουμε όνομα πιστού στη ζωή και για όσους πρόκειται να έρθουν μετά από εμάς. Διότι ακόμη κι αν είμαστε οι λίγοι, δεν πρέπει να απογοητευόμαστε. Αλλά, δοξάζοντας κι ευχαριστώντας τον Θεό που απέστειλε τον Κύριό μας Ιησού Χριστό, να γινόμαστε μάρτυρες της μακροθυμίας και της ελεημοσύνης Του προς τα πρόσωπά μας. Για να ζούμε τη χαρά της αγιότητας, που καταξιώνει τη ζωή μας όχι πρόσκαιρα, αλλά αιώνια.

π. Θ. Μ.

Πηγή: Μητρόπολη Νέας Ιωνίας και Φιλαδελφείας