Η εορτή της Κυριακής των Μυροφόρων στο Πατριαρχείο Ιεροσολύμων

Η Κυριακή, 8 Μαΐου 2022, εορτάσθηκε από το Πατριαρχείο ως Κυριακή των Μυροφόρων σύμφωνα με το βιβλίο του Πεντηκοσταρίου.

Κατά την Κυριακήν αυτή η Εκκλησία επιτελεί την μνήμη Ιωσήφ, του κηδευτού του Κυρίου, καταγομένου από τη Αριμαθαία -τη σημερινή Ρέμλη -ευσχήμονος βουλευτού, που ζήτησε από τον Πιλάτο (Μαρκ. 15, 43-46) να ενταφίασε με τις Μυροφόρες το άχραντο Σώμα του Κυρίου Ιησού.

Το γεγονός αυτό εορτάσθηκε στη Ρέμλη, στην Ιερά Μονή του Πατριαρχείου, με την τέλεση Θείας Λειτουργίας το πρωί, προεξάρχοντος του Πατριάρχου Ιεροσολύμων κ. Θεοφίλου, συλλειτουργούντων των Αρχιεπισκόπων Ιόππης κ. Δαμασκηνού, Κωνσταντίνης κ. Αριστάρχου και Θαβωρίου κ. Μεθοδίου, των Αγιοταφιτών Ιερομονάχων και Αραβοφώνων Πρεσβυτέρων και με τη συμμετοχή πλήθους ορθοδόξων της πόλης.

Στο Κοινωνικό της θείας Λειτουργίας ο Πατριάρχης κήρυξε τον θείο λόγο ως έπεται:

«Ελθών ‘Ιωσήφ ο από ‘Αριμαθαίας, ευσχήμων βουλευτής, ος και αυτός ην προσδεχόμενος την βασιλείαν του Θεού, τολμήσας εισήλθε προς Πιλάτον και ητήσατο το σώμα του ‘Ιησού. Ο δε Πιλάτος εθαύμασεν ει ήδη τέθνηκε, και προσκαλεσάμενος τον κεντυρίωνα επηρώτησεν αυτόν ει πάλαι απέθανε· και γνούς από του κεντυρίωνος εδωρήσατο το σώμα τω ‘Ιωσήφ· και αγοράσας σινδόνα και καθελών αυτόν ενείλησε τη σινδόνι και κατέθηκεν αυτόν εν μνημείω, ο ην λελατομημένον εκ πέτρας, και προσεκύλισε λίθον επί την θύραν του μνημείου», (πρβλ. Μαρκ. 15, 43-46).

Αγαπητοί εν Χριστώ αδελφοί,

Ευλαβείς Χριστιανοί και προσκυνηταί,

Σήμερον η αγία του Χριστού Εκκλησία τιμά και γεραίρει την μνήμην των αγίων Γυναικών Μυροφόρων, ως και την μνήμην Ιωσήφ του εξ Αριμαθαίας, τουτέστιν εκ της πόλεως υμών Ρέμλης, κεκρυμμένου όντος μαθητού. Κατά δε την μαρτυρίαν των Ευαγγελιστών, αι μεν Μυροφόροι γυναίκες εγένοντο αψευδείς μάρτυρες της Αναστάσεως οι δε Ιωσήφ και Νικόδημος της ταφής του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού, αλλά και της θεανθρωπίνης φύσεως Αυτού.

«Αι Μυροφόροι γυναίκες πρώται την Ανάστασιν είδον και τοις μαθηταίς ταύτην ευηγγελίσαντο» κατά τον συναξαριστήν. Πρώται αύται αι γυναίκες εγένοντο μάρτυρες της Αναστάσεως του Χριστού: «μη εκθαμβείσθε· ‘Ιησούν ζητείτε τον Ναζαρηνόν τον εσταυρωμένον· ηγέρθη, ουκ έστιν ώδε· ίδε ο τόπος όπου έθηκαν αυτόν», ( Μαρκ. 16,6). Ο Ιωσήφ και ο Νικόδημος διεκρίθησαν διά την τόλμην και παρρησίαν αυτών, ως λέγει ο Ευαγγελιστής Μάρκος: «Ελθών ‘Ιωσήφ ο από ‘Αριμαθαίας, … τολμήσας εισήλθε προς Πιλάτον και ητήσατο το σώμα του ‘Ιησού», (Μαρκ. 15,43).

Η Ανάστασις του Ιησού Χριστού, αγαπητοί μου, αποτελεί το πλήρωμα του νόμου και των Προφητών, τουτέστιν την αποκάλυψιν του σκοπού του μυστηρίου της εκ των αγνών αιμάτων Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας ενσαρκώσεως και ενανθρωπήσεως του Θεού Λόγου. Με άλλα λόγια, εις τας Μυροφόρους γυναίκας και τους κρυφούς μαθητάς του Χριστού Ιωσήφ και Νικοδήμω εδόθη η χάρις του μαρτυρήσαι και λαλήσαι «ο ακηκόασιν, ο εωράκασιν, ο εθεάσαντο και αι χείρες αυτών εψηλάφησαν», (πρβλ. Α΄ Ιωάν. 1,1).

Αυτή αύτη η χάρις του Αγίου Πνεύματος εδόθη εις τον πρότερον όντα βλάσφημον και διώκτην και υβριστήν, (Α΄ Τιμ. 1,13) θείον Παύλον, ότε εκλήθη εις το Αποστολικόν αξίωμα αυτού. Ακούσωμεν αυτού λέγοντος: «εμοί τω ελαχιστοτέρω πάντων των αγίων εδόθη η χάρις αύτη, εν τοις έθνεσιν ευαγγελίσασθαι τον ανεξιχνίαστον πλούτον του Χριστού και φωτίσαι πάντας τις η οικονομία του μυστηρίου του αποκεκρυμμένου από των αιώνων εν τω Θεώ, τω τα πάντα κτίσαντι διά ‘Ιησού Χριστού, ίνα γνωρισθή νυν ταίς αρχαίς και ταίς εξουσίαις εν τοις επουρανίοις διά της εκκλησίας η πολυποίκιλος σοφία του Θεού», (Εφ. 3, 8-9).

Ημείς, αγαπητοί μου αδελφοί, όντες μέλη του σώματος του Χριστού, δηλονότι της αγίας αυτού Εκκλησίας, ην περιεποιήσατο διά του ιδίου Αυτού αίματος, (Πραξ. 20,28) κατέστημεν κοινωνοί και μέτοχοι του ανεξιχνιάστου πλούτου του Χριστού, και του φωτισμού του μυστηρίου του αποκεκρυμμένου από των αιώνων εν τω Θεώ, αλλά και της πολυποικίλου σοφίας του Θεού.

Όντως η Εκκλησία του Χριστού είναι ο κενός, ο άδειος Αυτού Τάφος, ένθα «λαμβάνομεν την πείραν», (πρβλ. Εβρ. 11,36) της συναναστάσεως ημών εν τη κοινωνία του Σώματος και του Αίματος του Χριστού κατά την θείαν Λειτουργίαν: «ο τρώγων μου την σάρκα και πίνων μου το αίμα έχει ζωήν αιώνιον και εγώ αναστήσω αυτόν εν τη εσχάτη ημέρα», (Ιωάν. 6,54) λέγει Κύριος. Η αγία ημών του Χριστού Εκκλησία είναι ο τόπος και ο χώρος «του Πάσχα του Κυρίου», δηλαδή ο τόπος ή καλύτερον ειπείν το κενόν μνήμα εκ του οποίου Χριστός ο Θεός ημάς διαβιβάζει εκ του θανάτου της φθοράς και της αμαρτίας (= της ασθενείας) προς ζωήν αιώνιον και εκ της γης προς ουρανόν, ως λέγει και ο υμνωδός «θανάτου εορτάζομεν νέκρωσιν Άιδου την καθαίρεσιν άλλης βιοτής της αιωνίου απαρχήν και σκιρτώντες υμνούμεν τον αίτιον, τον μόνον ευλογητόν των Πατέρων, Θεόν και υπερένδοξον».

Ο Ιερώτατος Παύλος επιτιμά αυτούς οι οποίοι λέγουσι ότι ανάστασις νεκρών ουκ εστι (Α΄ Κορ. 15, 12), λέγων ότι εάν ο Χριστός δεν ανέστη είναι ματαία και άνευ περιεχομένου η πίστις των Χριστιανών: «ει δε Χριστός ουκ εγήγερται, κενόν άρα το κήρυγμα ημών κενή δε και η πίστις υμών» (Α΄ Κορ. 15, 14). Επισημαίνοντες την δύναμιν της πίστεως, οι άγιοι Απόστολοι και Ευαγγελισταί παραγγέλλουσι, ο μεν Παύλος, «Ως ούν παρελάβετε τον Χριστόν ‘Ιησούν τον Κύριον, εν αυτώ περιπατείτε, ερριζωμένοι και εποικοδομούμενοι εν αυτώ και βεβαιούμενοι εν τη πίστει καθώς εδιδάχθητε», (Κολ. 2,6-7).

Ο δε Ιούδας ο αδελφός του αγίου Ιακώβου του Αδελφοθέου γράφει εν τη επιστολή αυτού «Αγαπητοί, …ανάγκην έσχον γράψαι υμίν παρακαλών επαγωνίζεσθαι τη άπαξ παραδοθείση τοις αγίοις πίστει», (Ιούδ. 1,3). Ο άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος κηρύσσει λέγων «Αύτη εστιν η νίκη η νικήσασα τον κόσμον, η πίστις ημών», (Α΄ Ιωάν. 5,34). Ουδείς δύναται να αντιμετωπίση την πίστιν ημών, η οποία διά των έργων έχει αποκομίσει εις ημάς τα νικητήρια. Ουδείς δύναται προς αυτήν, άπαξ τοις έργοις τα νικητήρια της καθ’ ημάς πίστεως απενεγκαμένης», σχολιάζει ο άγιος Κύριλλος Αλεξανδρείας.

Κατά δε τον άγιον Γρηγόριον τον Παλαμάν, «η του Κυρίου Ανάστασις της ανθρωπίνης φύσεώς εστιν ανανέωσις και του πρώτου διά την αμαρτίαν θανάτω καταποθέντος Αδάμ, και διά θανάτου προς γην όθεν επλάσθη παλινδρομήσαντος, αναζώωσις και ανάπλασις και προς ζωήν αθάνατον επανέλευσις» ( Η Ανάστασις του Κυρίου είναι ανανέωσις της ανθρωπίνης φύσεως, είναι αναζώωσις και ανάπλασις και επάνοδος προς την αθάνατον ζωήν του πρώτου Αδάμ που καταβροχθίσθηκε από τον θάνατον λόγω της αμαρτίας και διά του θανάτου επαλινδρόμησε προς την γην από την οποίαν επλάσθη).

Όπως τον Αδάμ πρώτη τον είδε η Εύα, έτσι και τον Χριστόν αναστάντα είδε η γυναίκα, ως λέγει και πάλιν ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς: «Πρώτη των άλλων είδε γυνή. Το γαρ της του Κυρίου Αναστάσεως Ευαγγέλιον πρώτη πάντων ανθρώπων, καθάπερ και προσήκον υπήρχε και δίκαιον η Θεοτόκος παρά του Κυρίου εδέξατο, και αύτη τούτον αναστάντα προ πάντων είδε και της αυτού θείας ομιλίας απήλαυσε».

Διά της Αναστάσεώς Του, ο Κύριος και Θεός ημών Ιησούς Χριστός εγκαινίασε την είσοδον εις την βασιλείαν των Ουρανών διό και ημείς αγαπητοί μου αδελφοί, παρακαλέσωμεν την υπερευλογημένην Θεοτόκον και Μητέρα του Θεού, τας Μυροφόρους γυναίκας ως και τους ενταφιαστάς του Κυρίου, Ιωσήφ τον από Αριμαθαίας και τον θεολόγον Νικόδημον, ίνα ταίς ικεσίαις αυτών αξιωθώμεν της βασιλείας των Ουρανών. Αμήν. Χριστός Ανέστη. Έτη πολλά και ειρηνικά».

Την επιμέλεια της όλης πανηγύρεως ανέλαβε ο δραστήριος Αρχιμανδρίτης π. Νήφων, ο οποίος προσφώνησε τον Πατριάρχη και παρέθεσε μεσημεριανό γεύμα με το Κοινοτικό Συμβούλιο, κατά τη διάρκεια του οποίου ο Πατριάρχης προσφώνησε και πάλι ως ακολούθως:

«Αλαλάξατε τω Κυρίω πάσα η γη, ψάλατε δη τω ονόματι αυτού· δότε δόξαν αινέσει αυτού», (Ψαλμ. 65, 1-2) ότι ανέστη Χριστός.

Σεβαστοί Άγιοι Πατέρες και αδελφοί,

Εντιμότατε Πρόεδρε και τίμια μέλη του Δημοτικού Συμβουλίου,

Οσιολογιώτατε Αρχιμανδρίτα π. Νήφων,

Η χάρις του κεκρυμμένου μαθητού του Χριστού Ιωσήφ ωδήγησε τα διαβήματα ημών εις την γενέτειραν αυτού πόλιν την Βιβλικήν Αριμαθαίαν, δηλονότι την σημερινήν Ρέμλην, ίνα συνεορτάσωμεν μετά του ενταύθα διαβιούντος ευσεβούς Ρωμαιορθοδόξου Rum-Οrthodox ποιμνίου ημών το Πάσχα Κυρίου, δηλαδή την τριήμερον ταφήν και λαμπροφόρον Ανάστασιν του Θεού και Σωτήρος ημών Ιησού Χριστού.

Το γεγονός τούτο της ευλογημένης Πασχαλίου ημών συνάξεως κλήρου και λαού αναδεικνύει την υποστατικήν δύναμιν της αληθείας της χριστιανικής ημών πίστεως κατά την αψευδή μαρτυρίαν του Ευαγγελιστού Ιωάννου λέγοντος: «και ο λόγος σαρξ εγένετο και εσκήνωσεν εν ημίν, και εθεασάμεθα την δόξαν αυτού, δόξαν ως μονογενούς παρά πατρός, πλήρης χάριτος και αληθείας», (Ιωάν. 1,14).

Την δόξαν ταύτην του μονογενούς Υιού και Λόγου του Θεού Αθανάτου υπάρχοντος, κηρύττει και ομολογεί μετά παρρησίας η Αγία του Χριστού Εκκλησία και ιδιαιτέρως η μήτηρ πασών των Εκκλησιών, τουτέστιν η Εκκλησία των Ιεροσολύμων, η οποία είναι τεθεμελιωμένη επ’ αυτού του τόπου του Γολγοθά του καθαγιασμένου διά του θείου και σταυρικού αίματος, αλλά και επί του καινού και κενού Τάφου, εκ του οποίου εξέλαμψεν η αλήθεια, το φως του Αναστάντος Χριστού.

Αυτό τούτο το ανέσπερον φως της δόξης του Αναστάντος Χριστού, τουτέστι την αλήθειαν, την ειρήνην, την δικαιοσύνην και την αγάπην Αυτού ως και την άπειρον Αυτού φιλανθρωπίαν διακονεί διά μέσου των αιώνων εις την ευρυτέραν περιοχήν της Αγίας Γης διά της ορατής και αοράτου παρουσίας αυτής η Εκκλησία των Ιεροσολύμων, το παλαίφατον δηλονότι (Rum Οrthodox) Πατριαρχείον, ακούουσα πάντοτε εις τα του Κυρίου παραγγέλματα: «μην φοβηθείτε … εν τω κόσμω θλίψιν έξετε· αλλά θαρσείτε, εγώ νενίκηκα τον κόσμον», (Ιωάν. 16,33)· «και αύτη εστίν η νίκη η νικήσασα τον κόσμον, η πίστις ημών· τις εστίν ο νικών τον κόσμον, ει μη ο πιστεύων ότι Ιησούς εστιν ο υιός του Θεού;», (Α΄ Ιωάν. 5, 4).

Λέγομεν τούτο, διότι εν ταίς ημέρες ημών η δύναμις του κακού και της ανομίας είναι εις ενέργειαν, ως κηρύττει ο θείος Παύλος «το γαρ μυστήριον ήδη ενεργείται της ανομίας», (Β΄ Θεσ. 2,7). Ημείς όμως, αγαπητοί μου αδελφοί, ενισχυόμενοι υπό τον θείον της Αναστάσεως φωτισμόν και την ελπίδα, δεν πτοούμεθα ούτε δειλιούμεν, διότι ως λέγει ο ιερώτατος Παύλος, ο Θεός και Σωτήρ ημών Ιησούς Χριστός ο αναστάς εκ νεκρών «έδωκεν εαυτόν υπέρ ημών, ίνα λυτρώσηται ημάς από πάσης ανομίας και καθαρίση εαυτώ λαόν περιούσιον, ζηλωτήν καλών έργων», (Πρβλ. Τιτ. 2,13 -14).

Χριστός Ανέστη! Έτη πολλά, ευλογημένα και ειρηνικά”.

Το γεγονός αυτό εορτάστηκε και στο παρεκκλήσι των Μυροφόρων Γυναικών, που πρόσκειται εσωτερικώς στον Καθεδρικό Ναό του Αγίου Ιακώβου του Αδελφοθέου διά θείας Λειτουργίας, προεξάρχοντος του Αρχιεπισκόπου Γεράσων κ. Θεοφάνους, συλλειτουργούντων των εφημερίων του Ναού Πρεσβυτέρων π. Φάραχ Μπαντούρ και π. Γεωργίου Μπαράμκη, ψάλλοντος του μοναχού Ιωσήφ Αγιορείτου και των κ. Φάντη και κ. Γαβριήλ δεξιά στα ελληνικά και της χορωδίας του Ναού υπό τον κ. Ριμόν Κάμαρ αριστερά στα αραβικά με τη συμμετοχή των Ιεροσολυμιτών ενοριτών του Καθεδρικού Ναού αυτού.

Στο τέλος της θείας Λειτουργίας ο Σύλλογος των Μυροφόρων Γυναικών της Κοινότητας του Ναού και οι Επίτροποι επισκέφτηκαν το κέντρο Ουζούντ.

Πηγή: Πατριαρχείο Ιεροσολύμων