Η διαφθορά της εποχή μας και το παράδειγμα του Ζακχαίου για κοινωνική δικαιοσύνη (Λουκά 19, 1-10)

Του Μητροπολίτη Ζιμπάμπουε κ. Σεραφείμ

Είναι γνωστόν ότι στην εποχή του Χριστού, κατά τον πρώτο αιώνα, οι Ρωμαίοι, για να έχουν το κεφάλι τους ήσυχο, αντί να μαζεύουν οι ίδιοι τους φόρους από τους λαούς που είχαν υποδουλώσει βίαια με τη δύναμη των όπλων της εποχής τους, έδιναν το δικαίωμα αυτό σε οποιονδήποτε τους έδινε περισσότερα.

Αυτοί λοιπόν, ήσαν οι γνωστοί Τελώνες, οι οποίοι προσπαθούσαν με τη σειρά τους να κερδίσουν διπλάσια απ’ όσα θα πλήρωναν στους Ρωμαίους τύραννους τους.

Καταλαβαίνετε όμως την άδικη εκμετάλλευση, που γινόταν σε βάρος του λαού, διότι κι οι επικεφαλής περιφερειάρχες Τελώνες, έπρεπε να δώσουν το δικαίωμα της συλλογής φόρων σε άλλους τοπικούς συναδέλφους τους, κι αυτοί με τη σειρά τους επεδίωκαν πάλι να κερδίσουν περισσότερα χρήματα σε βάρος του λαού.

Το αποτέλεσμα ήταν να υπάρχει παντού υπερβολική διαφθορά με άμεσο αποτέλεσμα τη φτώχεια του Λαού, η κοινωνική αδικία κι η μιζέρια. Πωλούσαν την περιουσία και τα σπίτια των φτωχών ανθρώπων για ασήμαντα ποσά, ή ακόμη για μικρά κι ασήμαντα χρέη, πολλοί έχαναν την ελευθερία τους και κατέληγαν να γίνουν σκλάβοι, όχι μόνο οι ίδιοι ως άτομα, αλλά και τα μέλη της οικογένειας του, ακόμη και τα μικρά νήπια. Η απελπισία κι η απόγνωση κυριαρχούσε παντού.

Το επίσημο κράτος στήριζε και τροφοδοτούσε την κάθε λογής κοινωνική αδικία, διότι οι φορείς του ήσαν άνθρωποι διεφθαρμένοι, που συμπεριφέρονταν απάνθρωπα. Αυτοί οι ολίγοι πλούσιοι ζούσαν σε βάρος του φτωχού λαού. Αυτή η κοινωνική αδικία καταδικάστηκε ανεπιφύλακτα και με σαφήνεια από τον Ιησού Χριστό.

‘Οσοι είναι υπεύθυνοι και δεν επιφέρουν κοινωνική δικαιοσύνη με ειρηνικά μέσα, το τραγικό τους τέλος δεν αργεί να έρθει, γιατί τότε η επιλογή της αποκατάστασης της κοινωνικής δικαιοσύνης ακόμη και με βίαια μέσα είναι αναπόφευκτη.

Ο Ζακχαίος φαίνεται ότι ως Τελώνης συνειδητοποίησε ότι κλέβοντας τους συνανθρώπους του οδηγούσε στην καταστροφή όχι μόνο ανυπεράσπιστες αθώες οικογένειες, αλλά κι ολόκληρη τη τοπική κοινωνία, που θα οδηγούσε αργά ή γρήγορα και στη δική του καταστροφή, κι ως άνθρωπος που πίστευε και στο Θεό, θα είχε και την αιώνιο ανθρώπινη καταδίκη, όχι μόνο τη δική του, αλλά κι ολόκληρης της οικογένειας του.

Γι’ αυτό ο Χριστός μετά την απόφαση του για αποκατάσταση της κοινωνικής δικαιοσύνης στο βαθμό που έφερε ευθύνες, του λέει ότι σήμερα σώθηκε η οικογένεια του. Ακούγοντας τον Ιησού Χριστό να τονίζει αυτά που άκουε από τους Προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης για τη Δικαιοσύνη του Θεού, όχι μόνο έτρεξε με κάθε τρόπο να ακούσει τον Ιησού Χριστό, αλλά να του ανακοινώσει κιόλας δημόσια, ότι μετανόησε για τις αμαρτωλές πράξεις της διαφθοράς που διέπραξε στη ζωή του.

Η μετάνοια του δεν είναι μια ομολογία ή μια δημόσια παραδοχή, είναι μια μορφή πράξης αποκατάστασης της Δικαιοσύνης για τις αδικίες που έκανε σε βάρος ανυπεράσπιστων αθώων συνανθρώπων του. Γι’ αυτό αποφασίζει να μοιράσει τα μισή περιουσία του στους φτωχούς και όποιο έκλεψε με απάτη να του επιστρέψει στο τετραπλάσιο το ποσό που του έκλεψε.

Το θέμα της αποκατάστασης της κοινωνικής δικαιοσύνης είναι να βρούμε τρόπους οι κλέφτες και οι διεφθαρμένοι να επιστρέψουν πίσω όσα έχουν κλέψει από τους κόπους αθώων ανθρώπων. Η οποιανδήποτε άλλη τιμωρία των διεφθαρμένων, πέραν από την ηθική ικανοποίηση της κοινωνίας, κοστίζει στη κοινωνία περισσότερο με τα έξοδα που πρέπει να τους πληρώνουμε για τη συντήρηση τους στις φυλακές.

Γι’ αυτό όταν η Πολιτεία αδυνατεί με τους νόμους της να εντοπίζει τους διεφθαρμένους και να φροντίζει για την επιστροφή των κλεμμένων στους ιδιοκτήτες και δικαιούχους, σταδιακά ενθαρρύνει κι άλλα μέλη της κοινωνίας προς την εύκολη οδό της διαφθοράς που σταδιακά μπορεί να οδηγήσει και στην οικονομική κατάρρευση όχι μόνο της τοπικής κοινωνίας, αλλά ολόκληρης της χώρας.

Η ατιμωρησία είναι ο κοινός μας εχθρός για την σταδιακή οικονομική μας καταστροφή. Η επιβολή ποινών πάλι που περιορίζονται σε φυλάκιση των διεφθαρμένων, δεν σταματά την διαφθορά, αν δεν υπάρχουν νομικοί μηχανισμοί που να επιστρέφονται τα κλεμμένα στους δικαιούχους.

Δεν νομίζω να είναι δύσκολο σήμερα με όλα τα σύγχρονα μέσα της εποχής μας να εντοπίζουμε, πως χρησιμοποιήθηκαν κλεμμένα ποσά, όπως δάνεια που παίρνουν διάφοροι από τις καταθέσεις των κόπων του Λαού και δεν τα πληρώνουν. Έστω κι αν μεταβιβάζουν τη περιουσία τους σε άλλα πρόσωπα αυτοί που παίρνουν δάνεια και δεν τα πληρώνουν, η περιουσία αυτή με ειδική νομοθεσία πρέπει να πωλείται και να επιστρέφονται οι κλεμμένες καταθέσεις στους δικαιούχους τους.

Τα κουρέματα των καταθέσεων είναι η μεγαλύτερη μορφή διαφθοράς με νομικό ένδυμα. Γιατί, αν την ευθύνη για την νομική ρύθμιση της αποκατάστασης της κοινωνικής δικαιοσύνης την έχουν αυτοί που ήδη έχουν δανειστεί μεγάλα ποσά που δεν τα πληρώνουν, πως είναι δυνατό να επιτρέψουν τέτοια νομική ρύθμιση σε βάρος τους.

Η γνωστή λίστα της Γιωρκάτζης (στη Κύπρο) εν πολλοίς αυτό έδειξε, με την έννοια ότι σε πολλές περιπτώσεις αυτοί που χρηματοδοτούν την προεκλογική εκστρατεία αυτών που εκλέγονται προέρχονται από αυτούς που δανείζονται με προνομιούχο τρόπο μεγάλα ποσά από τις καταθέσεις των κόπων του Λαού και μετά δεν τα πληρώνουν, ενώ ταυτόχρονα όλοι γνωρίζουμε ότι έχουν και τεράστιες περιουσίες εκατομμυρίων που απλώς τις έχουν μεταβιβάσει σε άλλους.

Εδώ είναι που πρέπει να γίνει νομική ρύθμιση για την αποκατάσταση της κοινωνικής δικαιοσύνης. Κι αν σε μια χώρα επικεφαλής των εποπτικών θεσμών και μερικών Τραπεζών της για την αποφυγή διαφθοράς είναι άνθρωποι διεφθαρμένοι, οφείλουμε να στηρίξουμε με κάθε τρόπο τη Διεθνή Κοινότητα να θεσπίσει ειδική νομοθεσία που όλα τα Κράτη να είναι υποχρεωμένα να ακολουθούν για να προστατεύονται οι Λαοί τους από τη διαφθορά και τη καταστροφή.

Και τώρα να επιστρέψουμε στα θεολογικά, στην Ιστορία του Ζακχαίου, για να καταλάβουμε και τη σημασία που έχει στη καθημερινή μας ζωή, αλλά και αιώνια.

Η μετάνοια εκφράζεται με ένα συγκεκριμένο τρόπο, αλλάζουμε μυαλά, γινόμαστε δίκαιοι και φιλάνθρωποι αρχίζοντας να μοιραζόμαστε όσα έχουμε μ’ αυτούς που έχουν κάποια ανάγκη, προσπαθούμε δηλαδή για μια αποκατάσταση της κοινωνικής δικαιοσύνης για τις αδικίες που κάναμε στους άλλους πριν να μετανοήσουμε, βοηθώντας όμως και με τη γενναιοδωρία μας κι αυτούς κι αυτούς που υποφέρουν και βρίσκονται μακριά μας όσο μπορούμε.